Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

ΚΕΝΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ



 Ο Ασφοντυλίτης, είναι ένα αγροτικός οικισμός της Αμοργού ο οποίος έχει διατηρήσει μέχρι σήμερα όλα εκείνα τα ιδιαίτερα στοιχεία που μπορούν να μας βοηθήσουν να κάνουμε ένα διαχρονικό ταξίδι στην ιστορία της και να κατανοήσουμε πολλά από την αγροτική και κτηνοτροφική παράδοση του νησιού και βεβαίως τον τρόπο ζωής και τις συνήθειες των ανθρώπων που ζούσαν εκεί .
Ο οικισμός του Ασφοντυλίτη βρίσκεται στο μέσον περίπου της «Μεγάλης Στράτας», του δρόμου δηλαδή που συνδέει την Αιγιάλη με τη Χώρα, την πρωτεύουσα του νησιού και το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας και χαρακτηριστικό του είναι ότι όλα τα κτίσματά του είναι με καμωμένα με ξερολιθιές και οι στέγες με ξύλα και χώμα.
Σημαντικό είναι επίσης ότι δίπλα στον οικισμό υπάρχουν αρκετά πηγάδια, γεγονός που τον κάνει ξεχωριστό σε όλο το νησί που είχε πάντα δυσκολίες με το νερό.
Τα χωράφια του Ασφοντυλίτη απλώνονται στο μικρό υψίπεδο και σε σχέση πάλι με τα υπόλοιπα του νησιού απαιτούσαν λιγότερη δουλειά και λιγότερη περίφραξη με ξερολιθιές για να προστατεύονται από τα αδέσποτα ζώα οι καλλιέργειες και τα αμπέλια.
Από τους κατοίκους του, λίγοι ήταν αυτοί που έμειναν εκεί όλο το χρόνο και οι περισσότεροι πήγαιναν μόνο για να οργώσουν και να σπείρουν στις αρχές του χειμώνα και το καλοκαίρι να θερίσουν και να αλωνίσουν. Οι μόνιμοι ήταν και αυτοί που ασχολούνταν συστηματικά με την κτηνοτροφία και είχαν κοπάδια με αιγοπρόβατα και αγελάδες. Μερικοί είχαν εκεί και μελίσσια και κάποιοι ακόμη ψάρευαν στον όρμο του Αγίου Παύλου και κάτω από τον οικισμό, στα Χάλαρα.
Ο κόσμος του Ασφοντυλίτη έμεινε ίδιος και απαράλλαχτος ως φαίνεται για πολλούς αιώνες και μόνο από τα μέσα του περασμένου άρχισε να αλλάζει, όπως εξάλλου και ολόκληρο το νησί. Τα πράγματα όμως κι εκεί αρχίζουν να αλλάζουν ριζικά από το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου που πολλοί κάτοικοί του φεύγουν μακριά αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής και φυσικά δουλειά και χρήματα.
Εκείνη την εποχή σταματάει περίπου και το έργο του Μιχάλη Ρούσσου, καθώς πεθαίνει αυτός ο παράξενος άνθρωπος και το μόνο που μας τον θυμίζει πλέον είναι οι βραχογραφίες που άφησε στις μεγάλες πέτρες των τοίχων των σπιτιών, στις μάντρες του οικισμού και σε διάφορα άλλα σημεία του δρόμου προς τον Ποταμό.
Στο σύνολό τους οι βραχογραφίες που έκανε ο Ρούσσος στην περιοχή του Ασφοντυλίτη και φαίνονται σήμερα ξεπερνούν τις 200 ενώ πιστεύω πως υπήρχαν και άλλες σε διάφορα σημεία που σκεπάστηκαν από τα ερείπια ή μπορεί και να καταστράφηκαν για διάφορους λόγους αφού κανένας δεν τους έδινε σημασία.
Αυτός ο άνθρωπος που δεν σώζεται καμιά φωτογραφία του ήταν γιος του Νικήτα και της Ειρήνης (το γένος Χάλαρη) και πρέπει να γεννήθηκε στα πριν από το 1900 χρόνια. Δεν γνωρίζουμε πως ήταν στα παιδικά του χρόνια αλλά από την εφηβεία και μετά ο παρουσιάζει κάποιας μορφής παραλυσία στα κάτω άκρα και από μια στιγμή και μετά, δεν μπορούσε πλέον να περπατήσει και να κάνει οποιαδήποτε δουλειά. 


Πως προέκυψε αυτό, είναι άγνωστο. Άλλοι λένε πως κρύωσε όταν βοσκούσε το χειμώνα το κοπάδι του πατέρα του, πράγμα κάπως απίθανο για γενιά ανθρώπων που ήταν ιδιαίτερα σκληραγωγημένοι και κάποιοι υποστηρίζουν πως του έκαναν μάγια οι νεράϊδες, εκδοχή αβάσιμη αλλά εύκολα πιστευτή από εκείνο τον απλοϊκό κόσμο. Το πλέον πιθανόν είναι να παρουσίασε κάποιο πρόβλημα υγείας αλλά καθώς δεν υπήρχαν τα μέσα και οι γιατροί να το αντιμετωπίσουν όπως έπρεπε έμεινε ανάπηρος.
Εξαιτίας της αναπηρίας του αυτής λοιπόν, ο Μιχάλης Ρούσσος δεν μπορούσε να περπατήσει και για να κινηθεί έστω και μέσα στα όρια του οικισμού και έτσι είχε την ανάγκη των άλλων. Τον έπαιρναν, θυμούνται οι παλιότεροι στα χέρια και τον άφηναν σε ένα σημείο και αυτός για να περνάει η ώρα του άρχισε να κεντάει πάνω στις πέτρες σχέδια, να γράφει ονόματα και λέξεις για πράγματα του Ασφοντυλίτη.
Τι τον ώθησε σε αυτή την τέχνη, είναι άγνωστο. Ούτε γνωρίζουμε αν είχε κάποιο δάσκαλο ή ακολούθησε την τέχνη κάποιου προγενέστερου. Είναι πιθανόν όταν μπορούσε να περπατήσει και κινούνταν και στους άλλους οικισμούς, να είδε κάτι σχετικό σε κάποιο άλλο μέρος του νησιού και σαν καθηλώθηκε από τα πόδια του, άρχισε να κεντάει προσπαθώντας να τα αναπαραστήσει.
Το αγαπημένο του θέμα και αυτό που μπορεί να θεωρηθεί ως τέλειο, ήταν οι χοροί και οι μουσικοί τους οποίους τους κεντάει όλους με μακριά πόδια. Από εκεί καταλαβαίνουμε πόσο οδυνηρά αυτός ο άνθρωπος ένοιωθε την μειονεξία του και καταλαβαίνουμε τη μεγάλη επιθυμία που είχε να σηκωθεί όρθιος και να χορέψει.
Γι’ αυτόν οι μουσικοί - στην Αμοργό λένε πως η κεντρική φιγούρα είναι ο περίφημος Μπουγιουκλής (Νικόλας Γαβαλάς) ο οποίος πήγαινε και έπαιζε στα πανηγύρια του Αγίου Νικολάου στον οικισμό και οι υπόλοιποι γύρω του ήταν τα λεγόμενα «Μπουγιουκλάκια», άλλοι δηλαδή μουσικοί από το νησί που δεν γνωρίζουμε ποιοι ήταν ακριβώς και μόνο με υποθέσεις μπορούμε να βγάλουμε μια άκρη.
Στους μουσικούς ο Ρούσσος βάζει ένα καπελάκι σαν ψαθάκι στο κεφάλι, πράγμα που δεν συνήθιζαν και τόσο στο νησί γιατί φορούσαν τους τοπικούς σκούφους, αλλά λέγεται πως το ψαθάκι έγινε συνήθεια από τότε που επισκέφθηκε την Αμοργό ένας σπουδαίος μουσικός με αμοργιανή καταγωγή που διέπρεψε στην Αμερική.
Οι περισσότεροι από τους μουσικούς κρατάνε στα χέρια τους βιολιά και σε κάποιες βραχογραφίες βλέπουμε να κρατάνε και μια γυναίκα από το χέρι η οποία κουβαλά κάτι σαν σταμνί ή ασκό που πιθανόν περιέχει κρασί ή νερό. Οι γυναίκες φοράνε μακριά φουστάνια και σε πολλές βραχογραφίες ακολουθούν στη σειρά το μουσικό.
Τα πανηγύρια είναι το αγαπημένο θέμα του Ρούσσου και με απλές γραμμές κεντάει πάνω στην πέτρα την επιθυμία του αλλά ένα αγαπημένο επίσης θέμα του, είναι οι γυναίκες τις φιγούρες των οποίων κεντάει με πολλή επιδεξιότητα αλλά δεν περιορίζεται σε αυτό.
Κεντάει πάνω στις πέτρες και ονόματα, όπως «Δαφνούλα», «Σοφία» και άλλα, ονόματα που είχαν οι γυναίκες του οικισμού. Με τον τρόπο αυτό πιθανόν να εξέφραζε και έναν απωθημένο έρωτα προς κάποιο πρόσωπο, έρωτα που δεν επρόκειτο ποτέ να βρει ανταπόκριση λόγω της αναπηρίας του. Δεν γνωρίζουμε ποιες ήταν αυτές οι γυναίκες αλλά θαυμάζουμε το θάρρος του να εκφράζει δημόσια την προτίμησή του γι’ αυτές και φυσικά την αγαθή αντιμετώπιση από τους άλλους.


Αυτό όμως που κυριαρχεί σε όλους τους τοίχους είναι οι σταυροί, πότε ένας και πότε τρεις μαζί και οπωσδήποτε αποτελούν ένα σύστημα αποτροπής του κακού, γεγονός που ερμηνεύει κάπως την περίπτωση που θέλει τον Ρούσσο, θύμα των νεραϊδών. Στο μυαλό του αλλά και στη συνείδηση των άλλων κάπως έτσι πρέπει να λειτουργούσε ο κεντημένος σταυρός πάνω στη σκληρή πέτρα.
Σε κάποιες μεγάλες πέτρες που επρόκειτο να γίνουν υπέρθυρα στις πόρτες των κατοικιών, ο Ρούσος κέντησε όταν ήταν αυτές ακόμα στο έδαφος, τα αρχικά των νοικοκυραίων οι οποίοι ανέλαβαν κατόπιν να τις ανεβάσουν τόσο ψηλά και εκεί υπάρχουν ακόμη και δηλώνουν την κυριότητα των ερειπίων.
Ο Ρούσσος επίσης κέντησε και μερικές λέξεις τοπικών προϊόντων πάνω στις πέτρες, όπως «γάλα», «μέλι», «κρασί» οι οποίες φαντάζουν σαν πινακίδες αποθήκης γεγονός που δηλώνει πως αυτός ο άνθρωπος ήξερε και λίγα γράμματα αλλά τα χέρια του δεν μπόρεσαν να κρατήσουν μολύβι να γράψει παρά μόνο το σφυρί και το καλέμι να κεντήσει και με αυτά κέντησε τη σύντομη ιστορία του περάσματός του στη ζωή.
Ο Μιχάλης Ρούσσος έφυγε από τη ζωή στα χρόνια της Κατοχής και τάφηκε στον Ποταμό. Το έργο του επιχείρησαν να συνεχίσουν κάποιοι νεότεροι αλλά γρήγορα τα παράτησαν γιατί το κέντημα στην πέτρα ήθελε τεράστια υπομονή και μόνο ένας άνθρωπος που δεν είχε πόδια να απομακρυνθεί από τον Ασφοντυλίτη και άλλη χαρά να δοκιμάσει στη ζωή του, μπορούσε να τη διαθέσει.

  
Σημείωση: Το κείμενο είναι περίληψη του βιβλίου του Ηλία Προβόπουλου, «Ασφοντυλίτης – Κέντημα στην πέτρα είναι η ζωή» το οποίο θα κυκλοφορήσει την Δευτέρα 21 Ιουνίου από τις εκδόσεις «Μικρές Πατρίδες».

Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΜΗΛΙΟΥ ΔΕΔΟΥΣΗ


Το Πάσχα στο χωριό είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία στο σύντομο προσκλητήριο των χωριανών που γίνεται μισή ώρα πριν την ανάσταση γιατί αμέσως όλοι εξαφανίζονται και ρίχνονται στη μαγειρίτσα, να θυμηθούμε λίγους από τους απόντες.

Βεβαίως και μας νοιάζει περισσότερο για τους απόντες παρά για τους νεοφερμένους και τους καινούργιους γιατί μας λείπει ο έμπειρος λόγος που διέθεταν, η πείρα που μοίραζαν στους διπλανούς τους και η μνήμη που άρδευε γόνιμα την τοπική ιστορία και τα σχόλια τους πάνω στην εξέλιξη του τόπου.

Είναι πολλοί αυτοί που απουσιάζουν και κάθε χρόνο αθροίζονται πολύ περισσότεροι στη γειτονιά του ουρανού πάνω από το χωριό μας και ορισμένα σημάδια που άφησαν στο πέρασμά τους στον τόπο, κάποιες στιγμές τους φέρνουν ολοζώντανους μπροστά μας και έτοιμους να αρχίσουν το διάλογο που αφήσαμε ξαφνικά μια μέρα στη μέση. Έτσι κάθε φορά που στρίβω να πάω στην εκκλησία που βρίσκεται στο κέντρο του χωριού στη μεγάλη πλατεία με τον τεράστιο πλάτανο, βλέπω στην άκρη της αυλής ενός σπιτιού τα έργα του Μήλιου (Αιμίλιου) Δεδούση και με πιάνει μια συγκίνηση.

Αυτός ο άνθρωπος που μας αποχαιρέτησε πριν από λίγα χρόνια, αγαπούσε το χωριό υποδειγματικά και έζησε όλες τις μικρές και μεγάλες στιγμές του και ιδιαίτερα τον πόνο του κατά την τραγική περίοδο της κατοχής με τον εμπρησμό των Γερμανών και κατόπιν κατά τα ματωμένα χρόνια του Εμφυλίου και ήταν για όλους μια ανεξάντλητη πηγή πληροφοριών για τα περασμένα καθώς θυμόνταν τις αφηγήσεις των παλιότερων που πρόλαβε να γνωρίσει πολύ νωρίτερα απ’ όλους μας και τις είχε αποτυπώσει καλά.

Απ’ αυτό το ηρωϊκό παρελθόν του χωριού μας και της Ρούμελης ολόκληρης, ο Μήλιος εμπνέονταν και έπαιρνε δύναμη να περάσει τις δυσκολίες της ζωής που δεν ήταν γι’ αυτόν λίγες. Στις ατέλειωτες ώρες της σχόλης του, έπιανε ξύλα από έλατα και τα έφτιαχνε ωραίες λυκόμορφες βρύσες και είχε στολίσει με αυτές όλες τις πηγές του χωριού μας ακόμα και των γειτονικών.

Στα τελευταία του χρόνια, ο Μήλιος στράφηκε στο σκάλισμα της πέτρας και κατάφερε στη σκληρή ύλη της να αναστήσει μορφές ηρώων, καπεταναίων και ανταρτών, μορφές που στολίζουν την αυλή του σπιτιού των Δεδουσαίων και εμπνέουν τους χωριανούς – όσους δηλαδή καταλαβαίνουν γιατί των περισσότερων ο ομφάλιος λώρος με το γενέθλιο τρόπο έχει στεγνώσει…

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 27042011

ΟΙ ΚΕΡΑΣΙΕΣ ΠΡΟΛΑΒΑΝ ΚΑΙ «ΕΔΕΣΑΝ»


 Άκουγα όλη τη νύχτα τη βροχή να μουσκεύει τη βρωμιά της 3ης Σεπτεμβρίου και όλης της Αθήνας την αθλιότητα, και υπολόγιζα, πως κι ένας κατακλυσμός να γινόταν, πάλι θα ήταν λίγος για να καθαρίσει την πόλη και να λάμψει καινούργια στο φως του ήλιου. Διάβασα επίσης στις σελίδες σας πως λίγο πολύ το ίδιο γίνονταν με τη βροχή σε όλη την Ελλάδα και πάλι τις ίδιες, περί καθαριότητας σκέψεις έκανα.
Έμαθα και από τη μάνα μου πως το ίδιο έβρεχε και στο χωριό αλλά τούτο το είδα με χαρά γιατί οπωσδήποτε εκεί έχει πολύ λιγότερη βρωμιά, στον τόπο και στις ψυχές των ανθρώπων να ξεπλύνει. Η χαρά όμως γι’ αυτή την είδηση πήγαζε περισσότερο από ένα άλλο γεγονός, το πιο συγκλονιστικό της φετινής άνοιξης και δεν ήταν τίποτα άλλο, από την επιτυχή επικονίαση «δέσιμο» των ανθών της κερασιάς και των άλλων πυρηνόκαρπων που έγινε χωρίς προβλήματα και η καρποφορία τους είναι σίγουρη.
Τούτο έγινε γιατί όλες τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας ο καιρός ήταν κάπως κρύος αλλά ιδιαίτερα ξηρός από το λίγο βοριαδάκι και έτσι η πολύτιμη γύρις μεταφέρθηκε από τις ανθισμένες κερασιές είτε με το αέρα ή τα έντομα απολύτως στεγνή από τους στήμονες στην ύπερο των ανθών και «έδεσε» αμέσως ο καρπός.
Έτσι τώρα δεν έχει καμιά συνέπεια η δράση της βροχής, όση και αν πέσει πάνω στην ανθοφορία αυτών τουλάχιστον των δέντρων αλλά αν κρατήσει κάποιες μέρες ακόμη μπορεί να βλάψει την ανθοφορία στις μηλιές, τις κυδωνιές και όσα άλλα ακολουθούν τον ετήσιο κύκλο της αναπαραγωγής και της ομορφιάς της μικρής μου πατρίδας…  

ΤΟ ΦΠΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΝΙ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ!!!


Από χρόνια τώρα είχα ταχθεί υπέρ του «αντάρτικου», εναντίον κάποιων αποφάσεων της Ε.Ε. για την κατάργηση του κοκορετσιού, του σπληνάντερου και άλλων ποικίλων εδεσμάτων που παρασκευάζονται από τα εντόσθια των ελληνικών αμνοεριφίων. Πίστευα δε και δεν έχω υποχωρήσει το ελάχιστο από τη γνώμη, ότι οι γραφειοκράτες της Ευρώπης που βγάζουν αυτές τις απαράδεκτες αποφάσεις, έχουν πέσει θύματα παραπληροφόρησης (ακόμη και δικοί μας «εφιάλτες» συνέβαλαν με κατηγορίες) και οι οποίοι ευρωπαίοι, ουδέποτε έχουν δοκιμάσει ζεστό κοκορέτσι σε λαδόκολα ή τράβηξαν κρυφά μια πέτσα από τον οβελία για να έχουν τη δική τους γνώμη.
Με πολλούς φίλους που τους αρέσουν αυτά τα νόστιμα αλλά και κάπως ανθυγιεινά εδέσματα, λέγαμε τότε να κάνουμε ψησταριές - γιάφκες σε διάφορα κρυφά μέρη όπου θα καταφεύγουμε για να δοκιμάζομε υπό καθεστώς παρανομίας, όλα αυτά που ήθελαν να μας κόψουν οι νερόβραστοι Ευρωπαίοι και οι εδώ σύμμαχοί τους.
Τέλος πάντων, οι αποφάσεις αυτές αποδείχθηκαν ανεφάρμοστες, όπως και το κάπνισμα πάνω κάτω, όχι γιατί υπήρξε κάποιο κίνημα υπέρ του σπληνάντερου, αλλά επειδή εξαρχής αυτοί που τα σκέφτηκαν δεν λογάριασαν τον τράχηλο του Έλληνα που ζυγό δεν υποφέρει, και όλα σιγά – σιγά ξεχάστηκαν σαν κακό όνειρο.
Δεν θα έγραφα τίποτα γύρω απ’ αυτά τα πράγματα αν δεν άκουγα χθες από ένα ραδιόφωνο και μάλιστα να το επαναλαμβάνει αρκετές φορές, ότι κάποιοι γραφειοκράτες βγήκαν και είπαν πως το κράτος έχασε πολλά έσοδα από την μη καταβολή ΦΠΑ από κάποιους κτηνοτρόφους που έσφαξαν τα αρνοκάτσικά τους στην αυλή τους και τα κατανάλωσαν οι ίδιοι ή τα πούλησαν σε κάποιο άλλο χωριανό τους. Την είδηση ακολουθούσε το σχόλιο πως πρέπει να ελεγχθούν οι παραβάτες και να δημιουργηθεί ένα σύστημα επιτήρησης ώστε στο μέλλον να μην παρουσιαστούν ανάλογα φαινόμενα που δια της εισφοροδιαφυγής βλάπτουν την εθνική οικονομία!
Ακούγοντας την μαύρη είδηση, το μυαλό μου πήγε κατευθείαν στη μάνα μου (οιονεί αγρότισσα στην ψυχή και γνήσια ρουμελιώτισα στη συνείδηση) η οποία ουδέποτε στη ζωή της διανοήθηκε να καταφύγει στο κρεοπωλείο να πάρει αρνί για το Πάσχα και πάντα φρόντιζε να ξεχωρίζει από το κοπάδι της, το καλύτερο για το γιορτινό τραπέζι.  
Αυτός ήταν μια μεγάλη στιγμή στη ζωή της μάνας μου, από τότε που ήταν κορίτσι μέχρι σήμερα και με τα αρνιά και τα κατσίκια και την παραγωγή από τους κήπους και τα χωράφια υποστήριζε την οικιακή οικονομία του σπιτιού μας και ευθέως μπορώ να πω ότι ήταν ένα σύστημα που ικανοποιούσε σχεδόν απόλυτα τις ανάγκες μιας πενταμελούς οικογένειας και παρά την ηλικία της, λίγο – πολύ το διατηρεί ακόμα και σήμερα.
Η μάνα μου και ο πατέρας μου βεβαίως, είναι από τους τελευταίους ανθρώπους που ζουν στο χωριό που γεννήθηκα και παρά τα κάποια προβλήματα που έχουν λόγω ηλικίας με την υγεία τους, καταφέρνουν και διατηρούν ένα κοπαδάκι για τις ανάγκες του σπιτιού. Το κοπαδάκι τους λοιπόν, με τα μυαλά που κουβαλούν οι δικοί μας και οι ευρωπαίοι γραφειοκράτες κινδυνεύει να κηρυχθεί παράνομο γιατί όλη η οικονομική δραστηριότητα γύρω απ’ αυτό δεν μπορεί να ελεγχθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες ώστε να προκύψουν έσοδα για το κράτος που ουδέποτε βεβαίως νοιάστηκε πραγματικά γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Αντιθέτως δε έκανε ότι μπορούσε να τους διώξει από τον τόπο τους και όπως βλέπουμε σήμερα σε όλη την ύπαιθρο τα κατάφερε και οι τραγικές συνέπειες της ερήμωσης φαίνονται πλέον καθαρά.
Εμείς λοιπόν οι επαναστάτες του γλυκού νερού δεν προχωρήσαμε τότε σε κανένα αντάρτικο εναντίον των ευρωπαϊκών αποφάσεων, αλλά η μάνα μου δήλωσε χθες πως είναι αποφασισμένη να σφάξει τα αρνιά της και να τα δώσει στα σκυλιά να τα φάνε, παρά να δώσει ούτε μια δεκάρα σε όποιον ζητήσει φόρο για τα ζωντανά της…

Τρίτη 26 Απριλίου 2011

ΤΡΕΙΣ ΣΒΗΣΤΕΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΕΙΣ…

 

Στην κορυφή ενός ήπιου πετρώδους αυχένα που οριοθετεί το χωριό μου από τα δυτικά, που ακόμα λέμε Κοτρώνι υπήρχαν κάποτε δυο τρία αλώνια που οι χωριανοί άπλωναν τη σοδειά τους και αλώνιζαν όταν φυσούσε αεράκι από την πλαγιά Χαρώνη.
Ο ίδιος βέβαια δεν θυμάμαι κάτι τέτοιο, (μόνο από τις διηγήσεις των μεγαλύτερων στη ζωή το έμαθα) αλλά έχω γνωρίσει το Κοτρώνι σαν μικρή πλατεία που σιγά – σιγά μεταμορφώθηκε σε χώρο που παρκάρουν τα αυτοκίνητα των γειτόνων κατά τις εορτάσιμες ημέρες και του καλοκαιριού που οι χωριανοί επισκέπτονται τη γενέτειρα.
Τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου, το Κοτρώνι είναι εντελώς άδειο και στα παγκάκια που τοποθέτησε εκεί ο Δήμος σπάνια μπορεί να δει κάποιος έναν άνθρωπο να κάθεται και αυτός σίγουρα θα είναι ξένος γιατί από τη γειτονιά όλοι οι γέροντες κρατούσαν ανοιχτά τα σπίτια έχουν αποδημήσει στον ουρανό του θεϊκού Τυμφρηστού.
Κι όμως εκεί, στη σιωπηλή γειτονιά με τα μελαγχολικά πια σπίτια, τούτες τις ημέρες κάποιος που δεν κατάφερα να μάθω ποιος ήταν, τρεις άχρηστες συσκευές τηλεόρασης και μια δίπλα στην άλλη τις τοποθέτησε πάνω στο παγκάκι με τις οθόνες στραμμένες προς το χώρο του παρκαρίσματος όπως σε προθήκη καταστήματος.
Δεν μπορώ να ερμηνεύσω την κίνησή του, υποθέτω μόνο πως έτσι δημιούργησε μια εικαστική «εγκατάσταση» με σκοπό να σχολιάσει την ερημιά και την απουσία του κοινού στο άδειο χωριό. Νομίζω όμως πως θα ήταν καλύτερα να τις είχε και συνδεδεμένες να παίζουν κάποιο πρόγραμμα, να φωτίζουν όλη τη νύχτα την πλατεία και να διώχνουν τα αγρίμια του δάσους που πλησιάζουν μάταια τη γειτονιά να βρουν κάτι να φάνε και φοβούνται ακόμη και αυτά την ερημιά που την πλακώνει…

Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

ΤΑ ΑΗΔΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΟΥΛΙΑΣ...



Ας αφήσουμε απόψε λιγάκι τους πελαργούς και τα προβλήματα που έχουν στον κάμπο του Σπερχειού και ας στρέψουμε την προσοχή μας σε ένα άλλο κόσμο πουλιών, σχεδόν αθέατων και των οποίων την ύπαρξη καταλαβαίνουμε μόνο από το κελαϊδισμά τους.
Πρόκειται για τα αηδόνια, τα οποία αυτή ακριβώς τη στιγμή που πέφτει η νύχτα στη Μεγάλη Κάψη Τυμφρηστού και μαζί και αρκετό κρύο, έχουν αρχίσει τη συμφωνία τους στη μεγάλη πατουλιά, λίγα μόλις μέτρα από το σπίτι των γονιών μου και όπως ακούω σε όλες τις πατουλιές του χωριού.

Οι πατουλιές (πατ’λιές, στα ρουμελιώτικα που κόβονται πολλά φωνήεντα) είναι ένα άτακτο σύνολο από θαμνώδη: αφροξυλιές, τσαπουρνιές, άλλα αγριόδεντρα και φυσικά με πολλούς βάτους, τσουκνίδες και περίεργα χορτάρια που απαντώνται στις άκρες των κήπων και τις οποίες κανένας δεν καταστρέφει γιατί εκτός του ότι εκεί πετάνε πέτρες, ξύλα και άλλα υπόλοιπα της καλλιέργειας, αποτελούν τον οικότοπο, τόσο των αηδονιών και των κοτσυφιών, αλλά και πολλών ερπετών και τρωκτικών που το καθένα απ’ αυτά παίζει το ρόλο του στη διατήρηση της ισορροπίας της φύσης.

Μέσα σε αυτές τις δαιδαλώδεις από τα φυτά πατουλιές φωλιάζουν τα αηδόνια και από την ασφάλεια που τους παρέχουν, μόλις που σουρουπώνει την άνοιξη, αρχίζουν το κελάϊδημα και το κρατάνε ως το πρωί σχεδόν. Αυτά βεβαίως και το κάνουν για να προσελκύσουν τον ερωτικό τους σύντροφο και να φτιάξουν μαζί του φωλιά με αηδονάκια αλλά το κελάϊδισμά τους περισσεύει και για τους ανθρώπους που το χαίρονται πολύ και το απολαμβάνουν ακόμα και αν η νύχτα είναι πολύ κρύα.

Μόλις τα καταφέρουν και φτιάξουν φωλιά, σιγά – σιγά σταματάνε τα κελαϊδίσματα και αφοσιώνονται στην επώαση και το τάϊσμα των μικρών αηδονιών που θα γλιτώσουν βέβαια από τα φίδια, τα ερπετά και τις γάτες ακόμα, και αφού αυτά μεγαλώσουν και πετάξουν, τα αηδόνια σιωπούν. Σε βαθμό μάλιστα που πολλοί πιστεύουν πως χάνονται ή ακόμα και πως δεν υπάρχουν αλλά κάθε άνοιξη διαψεύδονται…

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 25042011

Η ΑΜΗΧΑΝΙΑ ΤΩΝ ΠΕΛΑΡΓΩΝ


Είχα αναφέρει σε προχθεσινό σημείωμα πως παρακολουθώ, όσο μπορώ βέβαια, τη ζωή των πελαργών που φωλιάζουν στις κολώνες της ΔΕΗ στα χωριά που βρίσκονται δίπλα στον Σπερχειό. Μου αρέσει πολύ γιατί εκτός από την αισθητική απόλαυση να βλέπω την κίνησή τους πάνω στη φωλιά και τα πετάγματά τους στον κάμπο και στο ποτάμι, βγάζω και κάποια συμπεράσματα για την κατάσταση της περιοχής όσον αφορά τη ρύπανσή της από χημικά και άλλα δηλητηριώδη κατασκευάσματα.
Τα τελευταία χρόνια μάλιστα διαπιστώνω πως αυξάνεται σταθερά ο πληθυσμός των πελαργών και με μεγάλη ευχαρίστηση βλέπω πως το αισιόδοξο αυτό γεγονός δεν περνάει απαρατήρητο και από τους κατοίκους όλης της περιοχής καθώς και από τους περαστικούς από τον δρόμο που σταματάνε και τους καμαρώνουν.
Έτσι λοιπόν προχθές έβλεπα στην κολώνα που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το βενζινάδικο του Γκίκα στο Νεοχωράκι, ένα ζευγάρι πελαργών να στέκονται πολλή ώρα σκεπτικοί στο ένα πόδι τους και απόρησα που δεν είχαν μεταφέρει ούτε ένα κλαράκι να φτιάξουν φωλιά όπως οι άλλοι δίπλα τους που ήδη κλωσούν. Υπέθεσα πως ήταν καινούργιοι στον τόπο και έψαχναν ακόμη να δουν τι θα κάνουν.
Δεν ήταν όμως έτσι. Όπως έμαθα από τα παιδιά από το βενζινάδικο που ασφαλώς και γνωρίζουν περισσότερα γι’ αυτούς αφού τους βλέπουν καθημερινά, οι δυο πελαργοί ήταν οι ίδιοι που είχαν φωλιά και πέρσι σε εκείνο την κολώνα και μάλιστα έβγαλαν και τρία πελαργόπουλα – το τέταρτο δυστυχώς έπεσε στο δρόμο και σκοτώθηκε.
Κατά τη διάρκεια όμως της απουσίας τους το χειμώνα στην Αφρική, η ΔΕΗ άλλαξε την κολώνα και κατέστρεψε τη φωλιά.  Έτσι οι πελαργοί δεν βρήκαν τίποτα και καθώς φαίνεται ήταν αρκετά δεμένοι με εκείνη τη φωλιά και βρίσκονται σε αμηχανία σχετικά με τι να κάνουν. Να πάνε στην διπλανή κολώνα που έχει το κατάλληλο πλέγμα να φτιάξουν φωλιά ή να περιμένουν τη ΔΕΗ να τους βάλει στη δική τους κολώνα, να κάνουν κι αυτοί ανάσταση έστω και λίγο καθυστερημένα…

Κυριακή 24 Απριλίου 2011

ΤΑ ΔΑΚΡΑΚΙΑ ΑΝΘΙΣΑΝ ΚΙ ΕΦΕΤΟΣ...

 
Ο Τυμφρηστός ή Βελούχι (όπως το λένε οι γείτονες Καρπενησιώτες κυρίως) είναι από τα ψηλότερα βουνά της Ρούμελης και φημίζεται για την ομορφιά του η οποία μόνο από την πλευρά της Φθιώτιδας διακρίνεται σωστά και την οποία συμπληρώνει ο ήμερος ποταμός Σπερχειός που πηγάζει από τα σπλάχνα του και μαζεύει όλα τα νερά από τις βορειοανατολικές πλαγιές του σώματός του να τα πάει στο Μαλιακό κόλπο.
Ο Τυμφρηστός είναι όμορφος όλο το χρόνο και πιο πολύ θα έλεγα κατά το μήνα Ιούνιο που ολόκληρο το βουνό μοσχομυρίζει από τα άπειρα λουλούδια και φυτά. Κάποια δε από αυτά είναι μοναδικά και τον καθιστούν ένα παράδεισο της βοτανικής.
Απ’ όλα τα λουλούδια του Τυμφρηστού, το πιο ωραίο που ανοίγει και τον κύκλο της ανθοφορίας στο βουνό αμέσως μόλις λιώσουν τα χιόνια, είναι τα δακράκια (ένα είδος κίτρινου ηράνθεμου) που το λένε έτσι γιατί πολλοί πιστεύουν επειδή τυχαίνει να ανθίζει την περίοδο του Πάσχα, ότι είναι τα δάκρυα της Παναγίας για τη σταύρωση του Χριστού που έπεσαν στη γη και έγιναν λουλούδια.
Τα δακράκια φυτρώνουν σε χωματώδη εδάφη, στα σύνορα των ελατοδασών με την αλπική ζώνη σε πυκνούς σχηματισμούς και καλύπτουν το έδαφος με ένα κατακίτρινο χαλί και μοσχομυρίζει ο τόπος απ’ αυτά όταν φυσάει αεράκι από τις κορυφές.
Με αυτά συνήθιζαν τα παλαιότερα χρόνια να στολίζουν τους επιταφίους στα χωριά του Τυμφρηστού και γι’ αυτό πήγαιναν την Μεγάλη Πέμπτη με τα πόδια στο βουνό ομάδες παιδιών να τα μαζέψουν και να κάνουν τα κορίτσια του χωριού στεφάνια.
Η ωραία αυτή εκδρομή σταμάτησε να γίνεται αφού τα λουλούδια από τα ανθοπωλεία είναι πιο φανταχτερά και δεν θέλουν κόπο, χώρια δε που μέσω αυτών κάποιος μπορεί να δείξει και πλούτο.  
Φέτος όμως που η άνοιξη έχει καθυστερήσει να έρθει σε όλη την Ελλάδα κατά δέκα μέρες περίπου και στον Τυμφρηστό χιόνισε πάλι μόλις την περασμένη εβδομάδα, κανένας δεν περίμενε να τα δει να ανθίζουν αυτές τις μέρες γιατί κάνει ακόμα κρύο.
Κι όμως, στη μεγάλη μεσημβρινή πλαγιά στο Πικροβούνι, απέναντι ακριβώς από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων που ο αέρας δεν αφήνει ακόμα και το καταχείμωνο ούτε ένα χιλιοστό χιόνι να μείνει εκεί που έπεσε και χάρη στο λαμπερό ήλιο των τελευταίων ημερών που ζέστανε κάπως το έδαφος και φέτος τα δακράκια άνθισαν στο τέλος όμως της Μεγάλης Εβδομάδας χωρίς να προλάβουν να στολίσουν κανένα επιτάφιο…

Σάββατο 23 Απριλίου 2011

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΤΥΜΦΡΗΣΤΟ…


Ακολουθώ πάντα τη συνήθεια να εορτάζω την Ανάσταση όπως τη θέλει η ορθόδοξη πίστη μας, η παράδοση του τόπου μου και η ιστορία των Ελλήνων.
Κάποιες προσωπικές παρατηρήσεις και σχόλια πάνω σε αυτό το ζήτημα, φυσικά και δεν έχουν θέση σε κανένα διάλογο αυτές τις ημέρες γιατί το μόνο που καταφέρνουμε είναι να χαλάμε την καρδιά μας, να κρυώνουμε την ατμόσφαιρα γύρω μας και να ακυρώνουμε τη γιορτή της Ανάστασης, της ψυχής, των σωμάτων και της φύσης.
Αυτό όμως πιο νιώθω πιο έντονο απ’ όλα κάθε φορά που επιστρέφω στο γενέθλιο Τόπο είναι η αίσθηση ότι αυτός μου δίνει πάλι τις δυνάμεις που ανάλωσα σε άλλους τόπους και πως με ψηλώνει, όσο ο Τυμφρηστός που στη σκιά του μεγάλωσα.
Αυτό το μοναδικό βουνό αντικρίζω να ψηλώνει σε όλη τη διαδρομή από τις  Θερμοπύλες και τη Λαμία μέχρι τα Διπόταμα (λίγο κάτω από το χωριό μου που σμίγουν τα δυο ποτάμια που πηγάζουν από το κορμί του, ο Μαυριλιώτης και ο Καψιώτης). Σε εκείνο το σημείο που αρχίζει και σχηματίζει σώμα ο θεϊκός Σπερχειός, χάνεται ο όγκος του βουνού κι εγώ χώνομαι στη σκιά του, με καταπίνει το σώμα του, υποτάσσομαι στη δύναμή του  και γίνομαι ένα με την ύλη του.
Εκεί βρίσκω κι εγώ το θεό μου και επιστρέφω στην πιο αρχαία πίστη, τον Τόπο…

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΣΚΙΟ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΥ


Μια και αναφέρθηκα σήμερα στον Θανάση Διάκο και τον κρυμμένο από τις πολυκατοικίες τάφο του στην μικρό οδό της Λαμίας, θα ήταν άδικο να μην αναφερθώ αυτή τη μεγάλη μέρα που γιορτάζει ο άγιος στρατηλάτης Γεώργιος που είναι και ο άγιος όλων των αγωνιστών της Ρούμελης και όχι μόνο, και σε ένα άλλο καπετάνιο που ο ανδριάντας του βρίσκεται λίγα μέτρα παραπέρα, στην πλατεία Λαού.
Πρόκειται για τον Άρη Βελουχιώτη (Θανάση τον βάφτισαν κι αυτόν και Κλάρα τον έλεγαν στο επίθετο) που δεν αξιώθηκε να βρει τάφο αλλά το κορμί του που άφησαν οι Έλληνες διώκτες του, αφού του έκοψαν το κεφάλι και το κρέμασαν στο φανοστάτη των Τρικάλων, το παράτησαν να το πάρει ο Αχελώος και ο μέγιστος των Ελλήνων ποταμών το πήρε και το έκρυψε για πάντα στα νερά του.
Δεν αξιώθηκε λοιπόν ο πρωτοκαπετάνιος Άρης ούτε ένα κενοτάφιο στην πόλη που τον γέννησε, μεγάλωσε και τίμησε με τον αγώνα του. Στην πόλη που άκουσε τον περίφημο λόγο του μετά τα Δεκεμβριανά -λόγος προφητικός που σήμερα ακόμη δικαιώνεται. Στην πόλη που τον έκλαψε και δεν πρόκειται ποτέ να τον ξεχάσει…
Έχει όμως τον ανδριάντα του που στήθηκε μετά από πολλούς αγώνες ενάντια στους αντιπάλους του και σε όσους φοβούνται ακόμα να αναφέρουν το όνομά του, στην πλατεία του Λαού με τα πολλά πλατάνια κι έτσι τον θυμούνται και όσοι περνάνε απ’ εκεί και μπορούν μια στιγμή έστω, να σταθούν κάτω λίγο από τον ίσκιο του και να μετρηθούν για τα περασμένα, τα παρόντα και τα μέλλοντα του Τόπου…

ΣΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΔΙΑΚΟΥ ΤΟ ΜΝΗΜΑ…


 Μέχρι από λίγα χρόνια, όσοι περνούσαμε από το τμήμα της Εθνικής Οδού, Λαμία – Αθήνα, στο σημείο που αφήνει τον κάμπο της Λαμίας και στρίβει προς Θερμοπύλες βλέπαμε δεξιά μας το μνημείο του Θανάση Διάκου. Έτσι καταλαβαίναμε πως περνάμε από την Αλαμάνα, εκεί που δόθηκε η φοβερή μάχη με τους Τούρκους στις 23 Απριλίου το 1821 και είχε τη γνωστή κατάληξη με τον τραγικό θάνατο του ήρωα.
Με τη διαπλάτυνση τώρα της Εθνικής Οδού και την κατασκευή των φαραωνικών έργων, τραγικά δυσανάλογων και καταστρεπτικών για τον κάμπο του Σπερχειού και για τη φυσιογνωμία της περιοχής, οι εργολάβοι εξαφάνισαν και το μνημείο. Η δικαιολογία είναι φαντάζομαι πως δεν χωρούσε αλλά σίγουρα δεν είχαν κάνει καμιά πρόβλεψη γι’ αυτό πού ήταν πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του τόπου και μάρτυρας μιας μέγιστης ιστορικής στιγμής για τη Ρούμελη και τον αγώνα του 1821.
Που το πήγαν, τι το έκαναν και τι σκέφτονται να κάνουν για να αποκαταστήσουν αυτή την αθλιότητα, δεν γνωρίζω. Ούτε πάλι είμαι βέβαιος αν υπήρξε κάποια διαμαρτυρία γι’ αυτή την πράξη από κάποιους στη Φθιώτιδα ή την υπόλοιπη Ελλάδα.
Έτσι, τα μόνα που έμεινα πια να θυμίζουν τον Θανάση Διάκο, είναι βέβαια ο μεγαλοπρεπής ανδριάντας του στην πλατεία Διάκου στη Λαμία αλλά πολύ περισσότερο, ο λιτός τάφος του σε ένα μικρό δρόμο της Λαμίας που οδηγεί στην πλατεία Λαού, στριμωγμένος ανάμεσα σε πολυκατοικίες και κλειδωμένη την αυλόθυρα για να μην μπορεί κανένας να πλησιάσει και να ακουμπήσει το σταυρό του…

ΤΟ «ΠΑΝΟ» ΣΤΗΝ ΠΕΛΑΡΓΟΦΩΛΙΑ…

 Ο ένας από το ζευγάρι των πελαργών μένει στη φωλιά...

Το συνηθίζω, όλα τα χρόνια που πηγαινοέρχομαι από το χωριό μου στην Αθήνα και αντίστροφα, να παρατηρώ τους ανοιξιάτικους μήνες και το καλοκαίρι τους πελαργούς που φωλιάζουν πάνω στις κολώνες της ΔΕΗ στα χωριά δίπλα στον Σπερχειό και χαίρομαι σαν τους βλέπω να πολλαπλασιάζονται και να δημιουργούν νέες φωλιές και οικογένειες.
Φέτος όμως δεν μπορώ να πω με σιγουριά πόσοι έχουν έρθει στο Νεοχωράκι, στην Πτελέα, στη Βίτωλη, στη Μακρακώμη και στη Μάκρη γιατί απλά λόγω της πασχαλινής κίνησης στο δρόμο δεν έχω την ευκολία της στάσης και ακόμη, γιατί ο πελαργός που κλώθει τα αυγά τους βρίσκεται μονίμως πάνω από αυτά ενώ ο άλλος ψάχνει για τροφή στο ποτάμι και στα χωράφια.  
Ο μόνος πελαργός που κατάφερα να δω χθες σε αυτή τη διαδρομή, ήταν αυτός στην κολώνα της ΔΕΗ στην πλατεία της Μάκρης και μου πόζαρε μόνο για μια φωτογραφία γιατί αμέσως μετά κάθισε πάνω στα αυγά και τον έχασα από τα μάτια μου.Δεν πειράζει, θα τον περιμένω σε λίγο καιρό και τότε θα ξέρω και πόσα πελαργόπουλα θα βγάλει φέτος αυτή η φωλιά. 

 ... και ο άλλος ψάχνει για την τροφή του ζευγαριού στα χωράφια...

Αυτό όμως που μου κίνησε την περιέργεια, είναι η μεγάλη λευκή σακούλα που κουβάλησαν οι πελαργοί στη φωλιά και ακόμη ο τρόπος που την έστησαν εκεί πάνω. Όπως ανεβαίνουμε από Λαμία, την βλέπουμε σαν πανώ που περιμένει να φιλοξενήσει ένα σύνθημα και εύχομαι να διαβάσουμε κάποια μέρα στην επιφάνειά του, κάτι που λέει πόσο και οι πελαργοί που ξαναγύρισαν μετά από χρόνια στον Σπερχειό, έχουν το δικαίωμα να ζουν κι αυτοί σε ένα καθαρό από δηλητήρια που τους αφάνισαν, τόπο. Ζητούμενο άλλωστε που θα βελτίωνε και τη ζωή των κατοίκων της περιοχής.

Παρασκευή 22 Απριλίου 2011

ΤΟ ΚΟΠΑΔΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΣΧΑΛΙΑ


Ξημέρωσα στη μικρή μου πατρίδα και για να την τιμήσω, όπως πάντα άλλωστε, έκανα μια μεγάλη βόλτα: στο Βελούχι, στον Σπερχειό, στα χωριά και τις εξοχές της. Παντού στην ατμόσφαιρα κυριαρχούσε η αίσθηση της Μεγάλης Παρασκευής με τη συγκρατημένη παρά την έντονη ηλιοφάνεια ζέστη, με τα κλαδιά των δέντρων κάπως φοβισμένα από την κακοκαιρία της περασμένης εβδομάδας και τα λουλούδια και αυτά επίσης να ξεκινούν κάπως δειλά τον κύκλο της ανθοφορίας τους.

Στο χωριό μου δε που είναι χτισμένο σε υψόμετρο περίπου 800 μέτρα, οι κερασιές που πανηγυρικά το στόλιζαν σαν το Πάσχα έπεφτε αυτές τις μέρες του Απρίλη, φέτος μόλις που φαίνεται πως αρχίζουν να σκάσουν τα πρώτα τους μπουμπούκια. Το ίδιο συμβαίνει και τις κουτσουπιές και τα άλλα καρποφόρα δέντρα φέτος.

Αυτό όμως που δεν έλειψε από κανένα χωριό ήταν η καθιερωμένη σφαγή των αμνοεριφίων και δεν κρύβω πως πέρασα από δυο – τρία υπαίθρια σφαγεία που οι νοικοκυραίοι (αυτοί δηλαδή που έχουν ακόμη δικά τους ζωντανά και δεν τρέχουν στα κρεοπωλεία ή στα σούπερ μάρκετ) έσφαζαν και έγδερναν από το πρωί τον οβελία τον οποίο, όλοι πλην των χορτοφάγων απολαμβάνουν και χαίρονται στο πασχαλινό τραπέζι.
Από τα σφαγεία φυσικά και δεν πρόκειται να ανεβάσω καμιά φωτογραφία γιατί θα μου πείτε ποιος ξέρει τι για τα άμοιρα ζώα και τον βάρβαρο άνθρωπο, θα σηκώσουμε διαλόγους που δεν θα έχουν τέλος και θα χαλάσουμε πασχαλιάτικα την καρδιά μας.

Δεν μπορώ όμως να μην ανεβάσω μια φωτογραφία που τράβηξα στο χωριό Καστρί, στον κάμπο, όπου η άνοιξη έχει ήδη προχωρήσει αρκετά και δείχνει ένα κοπάδι από πρόβατα να αναπαύεται κάτω από τον ίσκιο μιας μεγάλης ανθισμένης πασχαλιάς.

Είναι κατά τη γνώμη μου η πιο συμβολική φωτογραφία για το Πάσχα, με τα αμνοερίφια που θέλει το έθιμο να πηγαίνουν στο θυσία στη μεγάλη γιορτή της ανάστασης, αν δεν είναι στολισμένα όπως στην αρχαία παράδοση, τουλάχιστον να τελειώσουν κάτω από μια ανθισμένη πασχαλιά στα χωριά της Ρούμελης.

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 22042011

ΧΙΟΝΙΣΕ Η ΚΟΥΤΣΟΥΠΙΑ ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ


Σίγουρα θα περιμένατε σήμερα μια ανθισμένη καλημέρα, από τον κόσμο της  μικρής μου πατρίδας αλλά αυτό ήταν αδύνατο, καθώς η διαδρομή από την Αθήνα ως τη Μεγάλη Κάψη Φθιώτιδας μέσα σε μια εκπληκτική απριλιάτικη αιθρία που φρεσκάριζε συνέχεια ο βοριάς, είχε σαν συνέπεια αρκετές στάσεις εδώ κι εκεί μέχρι που σαν φτάσαμε είχε πια νυχτώσει και δεν βλέπαμε τίποτα τριγύρω μας.
Γι’ αυτό και σας στέλνω μια φωτογραφία από την χθεσινή μικρή σοδειά στην Αθήνα, τραβηγμένη στον Εθνικό Κήπο με μια κουτσουπιά που βρίσκονται στο τέλος της ανθοφορίας της και τα λουλούδια της είχαν πέσει σαν μαβί στρώμα στο έδαφος. Ευτυχώς, ο υπάλληλος της καθαριότητας εκτίμησε την ομορφιά τους και αντί να τα σαρώσει και να βρεθούν στον κάδο των απορριμμάτων, τα άφησε εκεί κι έτσι τα χάρηκε το αγοράκι που σαν είδε αυτό το μικρό θαύμα του Απρίλη, έτρεξε μπροστά και περπάτησε με έκπληξη, όπως θα περπατούσε και στο πρώτο χιόνι στα βουνά!

Πέμπτη 21 Απριλίου 2011

Η ΚΟΥΤΣΟΥΠΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΡΥΑΤΙΔΕΣ


Ήταν λίγος ο χρόνος σήμερα που είχα να περπατήσω την Αθήνα, αλλά πρόλαβα με διαδρομή: Ασωμάτων από Πειραιώς μέχρι τη Βουκουρεστίου μέσω Ερμού και μια μικρή παράκαμψη από την πασχαλινή Βαρβάκειο αγορά που μύριζε βαριά σαρακοστή στην τσέπη των αγοραστών και αναδουλειές στα μαγαζιά.
Το πόσο άδειο ήταν σήμερα το εμπορικό κέντρο, δεν έχει κατά τη γνώμη μου προηγούμενο και μόλις καταφέρω να βρω λίγο χρόνο από το ταξίδι στην πατρίδα, θα μοιραστώ μαζί σας μερικές φωτογραφίες για να δείτε την οικτρή κατάσταση.
Σκοπός αυτού του βιαστικού σημειώματος είναι να σας δείξω μια κλαδεμένη ανθισμένη κουτσουπιά που βρίσκεται δίπλα στο πιο ωραίο μπαλκόνι της παλιάς Αθήνας με τις γύψινες Καρυάτιδες στην οδό Ασωμάτων, το σημείο που δίνει το πραγματικό νόημα της Αθήνας το Μεγαλοβδόμαδο με την χαρμολύπη να συνδέει δυο ιδιαίτερες εποχές για τους Έλληνες και ολόκληρο τον κόσμο…

ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΟΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΥΣ


 Όταν πετούμε ψηλά με αεροπλάνο, ασφαλώς και βλέπουμε τη γη «σαν ζωγραφιά» και όπως θυμάμαι από παλιότερα, ο Κώστας Χατζής έλεγε πολύ όμορφα πως από εκεί ψηλά, όλα αυτά που μας πειράζουνε, φαίνονται τόσο αδύναμα και αμέσως τα ξεχνάμε…
Αυτά γενικά περί της πτήσης και θέασ, αλλά όταν πετούμε πάνω από μια θάλασσα χωρίς νησιά βλέπουμε απλά μια απέραντη, γεμάτη ρυτίδες επιφάνεια με μπλε χρώμα και τίποτα άλλο. Το ίδιο συμβαίνει και όταν πετάμε πάνω από ένα συμπαγή όγκο σύννεφων βλέπουμε μόνο έναν ατέλειωτη, κάτασπρη σαν τον αρκτικό ωκεανό θάλασσα, που κουράζει πολύ τα μάτια από την αντανάκλαση του λευκού.
Το πιο ενδιαφέρον ταξίδι με αεροπλάνο, κατά τη γνώμη μου είναι εκείνο που γίνεται μέσα σε αραιή συννεφιά ή σε μια ατμόσφαιρα όπου τα σύννεφα έριξαν ότι νερό κουβαλούσαν την προηγουμένη νύχτα στη γη που κάλυπταν και πλέον ταξιδεύουν στη φορά του αέρα σαν μεγάλα κομμάτια κατάλευκου βαμβακιού.
Εξίσου ενδιαφέρον είναι επίσης και το ταξίδι πάνω από το πολύνησο Αιγαίο με αφού μπορούμε να δούμε αγαπημένα νησιά και περιοχές από ψηλά και μαθαίνουμε περισσότερα για το σχήμα τους και το ανάγλυφό τους. Είναι δε σαν να διαβάζουμε σε αυτή την πτήση, έναν αληθινό χάρτη που ξεδιπλώνεται κάτω από τα μάτια μας και ο οποίος μας προκαλεί να βάλουμε εμείς τα τοπωνύμια πάνω στην επιφάνειά του.
Για μένα τέλος, το πιο ενδιαφέρον ταξίδι με αεροπλάνο το έκανα χθες το πρωί από το Ηράκλειο στην Αθήνα, όταν πάνω από το άδειο από νησιά και νησάκια του Κρητικού Πελάγους, η σκιά των αραιών σύννεφων με έβαλε να επινοήσω ονόματα για τις σκιές τους πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας που έδιναν την εντύπωση άγνωστων τόπων με αγεωγράφητη ακόμα την ακτογραμμή τους και τον κόσμο που τα κατοικεί.
Κάποιος που δεν γνωρίζει αυτό το πέλαγος, φαντάζομαι πως θα ξαφνιάζονταν από το πλήθος αυτών των φανταστικών νησιών αλλά θα ήταν εντελώς μάταιο να περιμένει να τα ξαναδεί κι άλλη φορά ή να προγραμματίσει ένα ταξίδι γνωριμίας σε αυτά γιατί θα μείνει ανεκπλήρωτο αφού αυτά, ως το απόγευμα το πολύ, θα λιώσουν σαν τα σύννεφα που θα σβήσουν από τον ουρανό όταν έρθει η στιγμή να γίνουν βροχή…

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΒΗΜΑ ΤΟΥ ΣΑΛΙΓΚΑΡΟΥ…


Από τα πετούμενα των αγρών και τα λαλούμενα των θάμνων της εβδομάδας των Παθών στην προηγούμενη σημείωση, ας δούμε, νύχτα που περνάμε απόψε και λιγάκι κάτι άλλα πολύ ταπεινά και αθόρυβα σχεδόν πλάσματα του θεού, εξίσου ενδιαφέροντα με τους κότσυφες και ως προς τη γεύση, απολύτως νηστίσιμα…

Πρόκειται για τα σαλιγκάρια (χοχλιούς τους λένε στην Κρήτη) και τα οποία είναι ένα πολύ νόστιμο κομμάτι της κουζίνας τους και μαγειρεύονται με πολλούς τρόπους αλλά απ’ όλους, έναν συγκρατώ, τους μπουμπουριστούς όπως τους λένε και αυτό όχι γιατί τους έχω δοκιμάσει, αλλά επειδή βρίσκω τη λέξη γεμάτη αληθινούς ήχους μαγειρείου.Ομολογώ πως τα σαλιγκάρια δεν μου αρέσουν γιατί απλά δεν περιλαμβάνονταν στην κουζίνα της πατρίδας μου, το Βελούχι, και δεν τους συνήθισα, αλλά σας προτείνω να τους δοκιμάσετε αν κάποια στιγμή βρεθείτε μπροστά σε ένα γεμάτο απ’ αυτούς πιάτο.

Υποθέτω δε πως δεν υπάρχει κρητικός που να μην έχει μαζέψει χοχλιούς κάποια στιγμή στη ζωή του ενώ πρέπει να είναι μια τακτική απασχόληση για τους κατοίκους που ζουν κοντά σε καθαρά μέρη γιατί δυστυχώς και αυτά τα ζωντανά επηρρεάζονται από τα φυτοφάρμακα και τα εντομοκτόνα που πολλοί αλόγιστα χρησιμοποιούν. Με τους χοχλιούς επίσης, ασχολούνται πολλοί κρητικοί και υπάρχουν αρκετές εύρωστες επιχειρήσεις που τους συγκεντρώνουν, τους συσκευάζουν και τους εμπορεύονται επικερδώς και συμβάλλουν δυναμικά στην οικονομία του νησιού.

Εγώ αρκούμαι να τους βλέπω να γλιστρούν στις πέτρες, στα λιβάδια, ακόμα και στα αγκάθια, και ειλικρινά δεν τους πειράζω καθόλου. Απλά μου αρέσει να τους κοιτάζω να προχωρούν με τεντωμένα τα οφθαλμοφόρα κερατάκια τους μπροστά, να τεντώνουν το κορμί τους και να κάνουν ένα μικρό βήμα, να μαζεύονται και να προχωρούν το επόμενο και ούτω καθεξής.

Πόσο μπορεί να διανύσει ένας σαλίγκαρος μέσα σε δέκα λεπτά ή μια ώρα για παράδειγμα, είναι ένα μέγεθος που μόνο στο γένος τους μπορεί να υπολογιστεί και είναι λάθος να κάνουμε εκτιμήσεις με βάση τα δικά μας μέτρα. Δεν πρέπει επίσης να λέμε και διάφορα υποτιμητικά γι’ αυτούς, όπως: «αυτός πηγαίνει σαν σαλίγκαρος» και άλλα χειρότερα για τα σαλιωμένα ίχνη  τους, το κέλυφος που τους στεγάζει πάντα στον πλάνητα βίο τους και άλλα σχετικά.

Τέλος, ο σαλίγκαρος της φωτογραφίας που τον είδα χθες να γλιστράει στην άκρη ενός παρτεριού στον κήπο της Χερσονήσου, μου έδωσε μια απάντηση για τη βιασύνη που έδειχνε, σαν τον είδα να ξαπλώνει κάτω από τον ίσκιο μιας ανθισμένης μαργαρίτας να ξεκουραστεί και να πάρει μια ανάσα πριν ξεκινήσει το επόμενο ταξίδι…

ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 20042011

Ο ΚΟΤΣΥΦΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ…


Μεγάλη Τετάρτη σήμερα και το βράδυ στις εκκλησίες, όπως κάθε χρόνο ψάλλονται τα Πάθη του Χριστού και απ’ έξω, στους θάμνους και τα χαμόδεντρα, τα κοτσύφια και τα αηδόνια κελαηδούν την ζωή και την άνοιξη…
Αυτό που λέω για τα κοτσύφια δεν είναι βέβαια κάτι του μυαλού μου, αλλά μια πραγματικότητα την οποία έχω ζήσει και ακούσει, από παιδί στο χωριό μου φυσικά αλλά και στην Αθήνα αργότερα, στις εκκλησίες της Πλάκας, στον Άγιο Νικόλαο Πευκακίων στην Ασκληπιού, ακόμα και στη Ζωοδόχο Πηγή στην Ακαδημίας.
Έχω παρατηρήσει ότι τα κοτσύφια του Λυκαβηττού και του Στρέφη πετάνε μέχρι την Κλαυθμώνος που έχει αρκετές δάφνες και ελιές και βοσκάνε εκεί αλλά δεν αφήνουν και κανένα άλλο κλαρί στη διαδρομή τους να μην το επισκεφτούν κι έτσι τούτες τις ημέρες καθώς συμπίπτει η ώρα του δείπνου τους με τις ακολουθίες των Παθών, τα βλέπουν και όσοι δεν συνηθίζουν να βγαίνουν από το σπίτι τους τέτοιες ώρες.
Μη γελαστείτε όμως και νομίστε πως ο κότσυφας της φωτογραφίας βρίσκεται πίσω από ένα τεράστιο κλουβί. Αυτόν τον ζωηρό κότσυφα, τον είδα προχθές να αναζητά τροφή στα ελαιόδεντρα ενός χωραφιού κοντά στα Αγριανά της Χερσονήσσου και προσπάθησα φυσικά να τον «πιάσω» με το φακό μου αλλά μάλλον δεν του άρεσε να βρίσκεται εκτιθεμένος και προτίμησε να ποζάρει για ελάχιστα δευτερόλεπτα, πίσω από την ασφάλεια που του παρείχε το σύρμα της περίφραξης.
Του ανταποδίδω τη χάρη που μου έκανε με αυτό το μικρό σημείωμα - πορτραίτο, χαιρετίζοντας μαζί με αυτόν και όλο το γένος των κοτσυφιών αλλά και των αηδονιών που απόψε και αύριο με τον τρόπο τους θα ψάλουν τα δικά τους πάθη, του έρωτα που τους φουντώνει τούτες τις ψυχρές ανοιξιάτικες νύχτες.  

Ο ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΚΑΪΚΙ…


Ο παπάς ευλογεί το τρεχαντήρι του Γιάννη Ράπτη

«Εμείς δεν είχαμε ούτε αμπέλια, ούτε χωράφια για να ζήσουμε και γι΄ αυτό παλέψαμε με τη θάλασσα», μας είπε η κυρά Σπυριδούλα Ράπτη που περισσότερο απ’ όλους καμάρωνε στην προβλήτα του μικρού λιμανιού στα Παλιάμπελα της Βόνιτσας, όπου όλη η οικογένεια περίμενε προχθές τον παπά Κοσμά να ευλογήσει το καινούργιο καίκι του γιού της, Γιάννη, που έφερε το όνομα του μακαρίτη άντρα της.

Η κυρά Σπυριδούλα με τους γιούς της Γιάννη και Ηλία

Έτσι έκαναν πάντα θυμάται στον τόπο της με τις γαίτες που έβγαζαν το ψωμί τους από τον πλούσιο Αμβρακικό – τις ευλογούσε ο παπάς για να έχουν καλό καιρό στο ψάρεμα και για να γεμίζουν με όλα τα καλά της θάλασσας τα δίχτυα γιατί από εκεί περίμεναν να ζήσουν και να προκόψουν. Μέχρι πριν από δώδεκα χρόνια κατευόδωνε τον άντρα της Κωνσταντίνο κάθε φορά που έπιανε το κουπί και τον περίμενε με λαχτάρα να γυρίσει στο σπίτι με γεμάτο το καλάθι και τώρα κάνει το ίδιο με τον γιό της τον Γιάννη που ακολούθησε την τέχνη του πατέρα του αλλά και του άλλου της γιού, του Ηλία που κι αυτός παλεύει όταν του περισσεύει χρόνος με την γαίτα του, τον «Άγιο Κωνσταντίνο».

Παράδοση το ψάρεμα στον Αμβρακικό για την οικογένεια Ράπτη

Τούτη τη φορά όμως η γερόντισσα καμαρώνει διπλά γιατί ο Γιάννης της έδεσε στο μικρό τους λιμανάκι για πρώτη φορά ένα φρεσκοβαμμένο κάτασπρο τρεχαντήρι που έφτιαξε σε καρνάγιο της Λευκάδας και μετά την ευλογία του παπά θα κάνει και το πρώτο του ψάρεμα σε μια θάλασσα που όμως δεν έχει τον πλούτο που γνώρισε στα νιάτα της με τον άντρα της αλλά είναι σίγουρη πως θα τα καταφέρει, γιατί ποτέ στην οικογένειά της κανένας δεν φοβήθηκε τη δουλειά στη θάλασσα…

ΠΑΛΙΑΜΠΕΛΑ ΒΟΝΙΤΣΑΣ, 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

ΤΟ «ΚΟΥΡΕΜΑ» ΤΩΝ ΕΛΑΙΟΔΕΝΤΡΩΝ

Νεανικό "κούρεμα" ελιάς στα Αγριανά...

Περπατάω εδώ και ημέρες την Κρήτη να τη γνωρίσω, αλλά προσπαθώ όσο γίνεται να μαθαίνω και νέα από την Αθήνα γιατί όσο και να μην το θέλουμε, οι αποφάσεις του εθνικού κέντρου (να μη λέω πολλά τώρα τι είναι αυτό το τέρας) αφορούν και επηρεάζουν κάθε γωνιά της άμοιρης αυτής χώρας που πάει από το κακό, όλο και στο χειρότερο και η πορεία της μοιάζει να μην έχει πουθενά αντιστροφή.
Εκτός λοιπόν από τις φωνές της γης, του τόπου και τη λαλιά των ανθρώπων ακούω και ραδιόφωνο όπου τις περασμένες ημέρες πολλά έλεγαν και συνεχίζουν για το λεγόμενο «κούρεμα» των χρεών μας προς τους δανειστές και άλλους επιτήδειους που κατάφεραν και μας έβαλαν στο χέρι και πρέπει να πληρώνουμε γενεές δεκατέσσερις να ξεχρεώσουμε.
Κακά τα ψέματα, όλο και κάτι καταλαβαίνω περί αυτού του «κουρέματος», αλλά ομολογώ πως μου αρέσει να βλέπω και να ακούω για ένα άλλο κούρεμα, το λεγόμενο κλάδεμα στα δέντρα και τούτο όπως και το αληθινό κούρεμα, έχει αρκετές διαβαθμίσεις, ανάλογα με το δέντρο και την εμπειρία που έχει ο δεντροκόμος της ελιάς επί του προκειμένου και φυσικά τι περιμένει από το αποτέλεσμα της πράξης αυτής πάνω στο δέντρο.
Κάθομαι λοιπόν όπου συναντώ κάποιον να κλαδεύει μια ελιά αρκετή ώρα και τον παρακολουθώ σιωπηρά μη κα χαλάσω άθελά μου την ιεροτελεστία, γιατί περί τέτοιας πρόκειται και άμα τον βλέπω να χαλαρώνει αρχίζω τις ερωτήσεις.
Ανάλογα λοιπόν με τις ανάγκες του δέντρου, ο κλαδευτής κόβει τα κλαδιά λίγο στις άκρες όταν πρόκειται για νεαρό για να του κόψει τη φόρα να δαπανά δυνάμεις στο φούντωμα και να παραμελεί την καρποφορία. Σε κάποια είναι πιο τολμηρός και αυτό το κάνει γιατί ξέρει πως αυτά δεν πρόκειται να καρπίσουν φέτος γιατί έβγαλαν τη σειρά τους τον περσινό χρονιά και έτσι θα έχουν μπροστά τους ένα ολόκληρο χρόνο να μεγαλώσουν τα κλαδιά τους και να βγάλουν νέα καρποφόρα βλαστάρια.
Σε κάποια όμως είδα πως το «κούρεμα» γίνεται σχεδόν σύριζα (καμιά σχέση με το γνωστό πολιτικό σχήμα ΣΥΡΙΖΑ με τις πολλές συνιστώσες) και τούτο γίνεται χωρίς φόβο για την εμφάνιση που θα έχει κατόπιν η ελιά, για να ανανεώσει πλήρως τα κλαδιά της. Η ανανέωση αυτή φυσικά και δεν γίνεται μέσα σε ένα χρόνο και πολλές φορές περνάει και τα δύο και τα τρία, μέχρι το δέντρο να φτάσει πάλι στο επίπεδο της καρποφορίας που είχε πριν το κλάδεμα και ακόμα περισσότερο.
Θυσιάζει λοιπόν ο ελαιοπαραγωγός τον καρπό κάποιων χρόνων για να ανανεωθεί το δέντρο και είναι βέβαιος πως θα γίνει γιατί αυτός ευλαβικά υπακούει στην πείρα δεκάδων αιώνων πάνω σε αυτό το ζήτημα. Σε αντίθετη περίπτωση, αν το άφηνε ακλάδευτο, το δέντρο θα κατανάλωνε όλες του τις δυνάμεις στο να ενισχύει ξερά κλαδιά και στο τέλος δεν θα παρήγαγε καθόλου καρπό και θα έμεινε σαν κούτσουρο στον ελαιώνα και κάποια στιγμή θα κατέληγε στο τζάκι ή στη σόμπα.

Αυστηρό "κούρεμα", σχεδόν σύριζα με το έδαφος...

Έτσι λοιπόν βλέποντας το αληθινό κούρεμα – κλάδεμα των ελαιοδέντρων ο νους μου επηρεασμένος από το «κούρεμα» των χρεών μας πάει και κατευθείαν στα κεφάλια εκείνων που μας οδήγησαν σε αυτή την οδυνηρή κατάσταση και σκέπτομαι με τι τρόπο θα έπρεπε να "κουρετούν" κάποια στιγμή κι αυτά, μήπως και αποδώσουν καλύτερα τα καινούργια βλαστάρια που θα φυτρώσουν στο δέντρο…

ΟΙ ΠΑΠΑΡΟΥΝΕΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Το μικρό λιβάδι με τις παπαρούνες στα Αγριανά

Ούτε πρόπερσι που το Πάσχα έπεφτε στις αρχές Απριλίου, αν θυμάμαι καλά, ήταν τόσο βροχερός ο καιρός και έκανε αρκετό κρύο, είναι το φετινό μεγαλοβδόμαδο…
Και καλά να ήμουν στα Άγραφα, στην Ευρυτανία ή στη Μακεδονία, θα μπορούσα κάπως να το δικαιολογήσω. Αλλά στην Κρήτη που πάντα άκουγα πως έχει περισσότερη ηλιοφάνεια από οπουδήποτε στην Ελλάδα και το κλίμα της είναι πιο γλυκό, ειλικρινά δεν το καταλαβαίνω αυτό το πράγμα.
Όπως εξάλλου δεν καταλαβαίνω γιατί στα πέριξ του Ηρακλείου και στη Χερσόνησο, δεν έχω δει πουθενά ανθισμένες πασχαλιές που είναι γεμάτος ο τόπος στη Δυτική Φθιώτιδα αυτές τις μέρες, όπως και κουτσουπιές μακριά στην εξοχή. Πραγματικά, μόνο στο Ηράκλειο, σε δεντροστοιχίες στους δρόμους και στα τείχη, έχω δει αρκετές κουτσουπιές, κάποιες λίγες επίσης δίπλα στην Εθνική Οδό και ελάχιστες χτες στη διαδρομή ως τα Μάταλα. Δεν τις σηκώνει φαίνεται η κρητική ύπαιθρος ή δεν φρόντισε κανένας να φυτέψει κάποιες.

 Το μωβ συννεφάκι στα Αγριανά που έμοιαζε με πασχαλιά

Τέλος πάντων, δεν μου λείπουν δα και τόσο πολύ οι κουτσουπιές αλλά σήμερα που περπάτησα από τη Χερσόνησο ως τον ωραίο οικισμό των Αγριανών (αύριο θα δείτε φωτογραφίες και κείμενα γι’ αυτόν) από είδα από μακριά ένα μωβ συννεφάκι σε μια αυλή και πλησίασα νομίζοντας πως είναι πασχαλιά. Σαν το ζύγωσα, είδα πως επρόκειτο για κάποιο άλλο καλλωπιστικό φυτό και κατάλαβα πως μόνο σαν περάσω τα διόδια προς τη Λαμία θα δω πασχαλιές και θα καταλάβω φέτος πως έρχεται Μεγάλη Παρασκευή.
Εκείνο όμως που περίμενα να δω χτες στη διαδρομή ως τα Μάταλα, ήταν λιβάδια με πολλές ανθισμένες παπαρούνες, όπως στον κάμπο του Σπερχειού και στα χωριά της Καρδίτσας. Τίποτα όμως. Παντού σε όσα λιβάδια έβλεπα και σε κάποια χέρσα χωράφια δεν έβλεπα παρά μόνο τα κίτρινα λουλούδια της αγριάδας και που και που λίγες μαργαρίτες. Φαίνεται πάλι πως δεν τις σηκώνει και αυτές ο τόπος ή μπορεί να μην φυτρώνουν γιατί έπαψε η καλλιέργεια των δημητριακών τα οποία αρέσει πολύ στις παπαρούνες να τα πλησιάζουν και να μεγαλώνουν αντάμα.
Τέτοιες σκέψεις έκανα σήμερα το πρωί σαν περπατούσα το δρόμο των Αγριανών και ξαφνικά, πίσω από ένα οργωμένο λιοστάσι είδα κάτι να φλογίζει μέσα σε ένα χωράφι και κατάλαβα πως ήταν παπαρούνες. Ήταν οι πιο πολλές που είδα μέχρι σήμερα στην Κρήτη και χάρηκα πως έστω και σε αυτό το μικρό το χωραφάκι οι κατακόκκινες παπαρούνες δίνουν το παρόν τους και στο Πάσχα της Κρήτης.
ΥΓ. Για να μην αδικήσω με αυτό το κείμενο την Κρήτη, σημειώνω πως δεν έχω πάει αυτές τις ημέρες παραπέρα από το Ηράκλειο, τη Χερσόνησο και έκανα τη διαδρομή ως τα Μάταλα. Ενδεχομένως σε άλλα μέρη να υπάρχουν πολλές παπαρούνες, κουτσουπιές και πασχαλιές που δεν έτυχε να δω και επιφυλάσσομαι να αποκαταστήσω την αλήθεια με την πρώτη ευκαιρία… 

Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Η ΜΟΙΡΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΑΙΟΔΕΝΤΡΩΝ


Έγραψα χθες κάτι λίγα για τον περίφημο πλάτανο της Γόρτυνας, ένα μνημείο της φύσης, της Ευρώπης και αν δεν κάνω λάθος και όλου του κόσμου, συνοδεύοντάς το με μια φωτογραφία που δείχνει την πινακίδα με τις αφελείς πληροφορίες καρφωμένη στον κορμό του. Δεν νομίζω πως με αυτό τον τρόπο εκθέτω την αρμόδια «Δασική Υπηρεσία» αλλά καθένας μας, ας το δει με τον τρόπο που ξέρει ή θέλει…
Ο πλάτανος της Γόρτυνας ήταν ένας σταθμός στο ταξίδι γνωριμίας μου με την Κρήτη και εξαιτίας του είδα και ένα κομμάτι του αρχαίου ελαιώνα που βρίσκεται εκεί και φυσικά την ιστορική ελιά που κι αυτή έχει κηρυχθεί μνημείο της φύσης αλλά και της ιστορίας της Κρήτης καθώς έχει χωνέψει στον κορμό της ένα ολόκληρο κίονα. Απορώ βέβαια πως και τόσες χιλιάδες χρόνια δεν βρέθηκε κάποιος τολμηρός να κόψει το δέντρο και να τον πάρει, αλλά φαντάζομαι πως οι θεοί αυτού του μοναδικού τόπου τον απέτρεψαν με τον τρόπο που ξέρουν μόνο αυτοί κι έτσι έχουμε σήμερα ένα τέτοιο δέντρο να το καμαρώνουμε εμείς και όλος ο κόσμος.
Δεν περπάτησα πολύ παραπέρα από την προαναφερόμενη ελιά γιατί ήθελα να πάω μέχρι τα Μάταλα (η προηγούμενη επίσκεψη ήταν το 1982 και ούτε θυμάμαι τίποτα) να δω πως είναι και αυτός ο τόπος.
Στη διαδρομή προς τα εκεί και έχοντας στη σκέψη μου τη μοίρα της αρχαίας ελιάς και τις άλλα συνομήλικα δέντρα γύρω της τρόμαξα όταν στην άκρη ενός οικοπέδου, λίγο πριν από τα Πιτσίδια, είδα ένα βουνό από ξεριζωμένες μεγάλα ελαιόδεντρα. Κάτι τέτοιο δεν είχα ξαναδεί πουθενά και πραγματικά συγκλονίστηκα γιατί έμοιαζαν σαν κατακρεουργημένα, από κάποιο διαβολικό όπλο σώματα συγγενών στοιβαγμένα σε νεκροτομείο που περίμεναν κάποιον να τα αναγνωρίσει.
Ομολογώ πως στα νεανικά μου χρόνια μου έχω δουλέψει σαν υλοτόμος και καλός μάλιστα αλλά σε όλες τις περιπτώσεις υπήρχε ένα όριο στην κοπή των δέντρων και ποτέ, μα ποτέ δεν βγάζαμε τις ρίζες από τα δέντρα γιατί όλα εκτός από τα κωνοφόρα πέταγαν καινούργια βλαστάρια και ξαναγίνονταν εκεί που κόβαμε, πάλι δάσος.
Τέτοιο ανόσιο πράγμα λοιπόν δεν κάναμε ποτέ…
Καταλαβαίνω πάντως τον λόγο που ώθησε τον ιδιοκτήτη κάποιου αρχαίου ελαιώνα να ξεριζώσει τις ελιές για να φτιάξει εκεί ένα άλλο χωράφι με πιο αποδοτικές σίγουρα καλλιέργειες ή ακόμα να χτίσει ξενώνα ή αποθήκη αλλά θεωρώ, πως αυτός ο τρόπος του ξεριζώματος είναι τουλάχιστον προσβολή στον τόπο και την ιστορία του. 


Πιστεύω δε πως θα μπορούσε να βρεθεί ένας άλλο σημείο, από αυτά τα άγονα και τα παρατημένα που βλέπουμε παντού να γίνουν όλες αυτές οι εγκαταστάσεις που χρειάζεται η κοινωνία μας και να αφεθεί ο ελαιώνας να πορεύεται τη δική του ιστορία στο μέλλον και τρέφει αλλά και να διδάσκει τις επόμενες γενιές.
Τέτοια πράγματα όμως θέλουν ψυχή γιατί το μυαλό, δυστυχώς περισσεύει…

Ο ΠΛΑΤΑΝΟΣ ΤΗΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ



Μου αρέσουν τα πλατάνια των ποταμών που πηγάζουν από την Πίνδο, ιδιαίτερα αυτά του Αχελώου με τα βασανισμένα κορμιά από τα λιθάρια και τις κατεβασιές. Μου αρέσουν και τα πλατάνια που ισκιώνουν τις πλατείες στα χωριά της Ρούμελης και όλης της Ελλάδας. Μου αρέσουν τα πλατάνια όπου και όπως είναι και κάθε εποχή του χρόνου, με πράσινα φύλλα, με κίτρινα ακόμα και εντελώς γυμνά το χειμώνα.
Με αυτές τις σκέψεις ξεκίνησα να δω χτες το πρωί, τον περίφημο πλάτανο της Γόρτυνας που όπως είχα ακούσει και διαβάσει κρατάει τα φύλλα του όλο το χρόνο.
Πήγα ως εκεί με την εντύπωση πως επρόκειτο για κανένα τεράστιο δέντρο και απογοητεύτηκα κάπως όταν είδα ένα συνηθισμένο σε μέγεθος πλάτανο ενώ δεν μπορούσα να διακρίνω αν τα φύλλα του είναι τούτης της άνοιξης ή τα έχει κρατήσει από την προηγούμενη χρονιά.
Ένας σωρός πάντως από ξερά φύλλα στο έδαφος με άφηνε να εννοήσω πως και τα δικά του πέφτουν κάποιες στιγμές του χρόνου και αμέσως βγάζει καινούργια όπως τα αειθαλή δέντρα κι έτσι δεν φαίνεται ποτέ γυμνός.
Τούτο επιβεβαιώνει και η Δασική Υπηρεσία κατατάσσοντάς τον στα σπάνια είδη και άρα προστατευόμενο.Η ίδια Υπηρεσία δίνει σε μια πινακίδα που είναι κρεμασμένη στον πλάτανο και μια πληροφορία – ευτυχώς μόνο στα ελληνικά- που προέρχεται από τη μυθολογία: «Ο Δίας με τη μορφή ταύρου απήγαγαγε την Ευρώπη με την οποία συνεζεύχθη εδώ και απέκτησαν τον Μίνωα».
Από πού την απήγαγε, πως την έφερε εδώ και πως «συνεζεύχθησαν», η πινακίδα δεν αναφέρει λεπτομέρειες και καταφέρνει και μας παρουσιάζει τον ύπατο των Ελλήνων θεών ως ένα καλό οικογενειάρχη, όπως ακριβώς θα τον ήθελαν και οι καλοί χριστιανοί.
 

Το γεγονός κατά τη γνώμη μου ελαττώνει όχι μόνο το κύρος του θεμελιώδους για την Ελλάδα και την Ευρώπη μύθο της αρπαγής της Ευρώπης από την Φοινίκη και τη γέννηση του Μίνωα, αλλά χαμηλώνει απελπιστικά και το ύψος του αειθαλούς πλατάνου…

Κυριακή 17 Απριλίου 2011

ΤΑ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙΑ ΣΤΑ ΑΓΚΑΘΙΑ…

-->

Το ήξερα από το πρωί πως σήμερα είναι των Βαϊων, η μέρα δηλαδή που ο Χριστός μπαίνει στην Ιερουσαλήμ και του στρώνουν το δρόμο με βάγια αλλά μετά από λίγες μέρες τον οδηγούν στο σταυρό και τον στεφανώνουν με αγκάθια…

Λόγω της περιπλάνησης σήμερα στο εσωτερικό της Κρήτης δεν αξιώθηκα να πάω σε καμιά εκκλησία αλλά είδα πολύ κόσμο στα χωριά που περνούσαμε να κρατάει στα χέρια βάγια και κατά κάποιο τρόπο έτσι συμμετείχα κι εγώ νοερά στον εορτασμό της ημέρας και για το καλό, όταν είδα μια βάγια κοντά στο δρόμο προς τα Μάταλα, έκοψα ένα κλαράκι να πάρουν λίγη ευωδιά τα χέρια μας. Σε εκείνο το σημείο είδα πως ήταν φυτρωμένα ένα σωρό φρέσκα αγκάθια τα οποία είχαν ήδη σκληρήνει αρκετά και το κάρφωμά τους ήταν σαν δηλητήριο. Θα μου ήταν αδιάφορα αν δεν παρατηρούσα πως πάνω τους είχαν σκαρφαλώσει μια ολόκληρη αποικία από σαλιγκάρια, μικρά και μεγάλα και βοσκούσαν του καλού καιρού.

Στην αρχή μου φάνηκε παράξενο πως αυτά τα τόσο ευαίσθητα όντα που κινούνται με τη γυμνή κοιλιά τους κατάφεραν να ανέβουν στα αγκάθια χωρίς να πληγωθούν καθόλου. Είδα όμως πως εκτός από το σκληρό κέλυφός, το μέγεθός τους ήταν τέτοιο που τα βοηθάει να κινούνται στα κλαδιά του φυτού χωρίς καν να αγγίξουν τα αγκάθια τα οποία όπως ήταν φυτρωμένα αποτρέπουν όποιον άλλο θα ήθελε να αγγίξει το φυτό και φυσικά τα σαλιγκάρια που βρίσκονται σαν τσαμπί πάνω τους.

Δεν αποκλείεται σκέφτηκα, τα σαλιγκάρια με το ελάχιστο όπως λένε μυαλό, να γνωρίζουν πως από τα πιο ασφαλή σημεία να ζήσουν κάπως ασφαλή, είναι αγκάθια γιατί ούτε κανένα αρπακτικό τολμάει να βάλει τη μύτη του εκεί μέσα αλλά και ο άνθρωπος θα το σκέφτονταν να απλώσει το χέρι του και να τα μαζέψει…

ΗΡΑΚΛΕΙΟ, 17042011