Κυριακή 31 Ιουλίου 2011

ΑΠΟ ΠΟΥ ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΠΗΔΑΚΕΣ;


Ναι ,υπήρχαν στο παρελθόν τοπικοί άρχοντες που ήθελαν να κοσμήσουν την πόλη τους με ωραία έργα και με λίγη φαντασία ή ανοχή στις ιδέες του καλλιτέχνη, το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό, πρωτότυπο και γιατί όχι, μερικές φορές και ολίγον σκανδαλιστικό…

Όπως για παράδειγμα το μικρό άγαλμα που κοσμεί το πάρκο μπροστά στο Βαρόσι των Τρικάλων που εμφανίζει ένα αγόρι να δροσίζει τον κόσμο με πίδακες νερού που βγαίνουν από το στόμα του η μια και η άλλη από το τσουτσούνι του, εικόνα που μπορεί να φέρνει χαμόγελα σε τίποτα σεμνότυφες κυρίες ή άγουρα κοριτσάκια αναφορικά με την διαρκή ροή του νερού από τη φύση του αγοριού την οποία παρατηρούν προσεκτικά και με θαυμασμό.

Κι όπως φαίνεται, κανένας δεν κλείνει ποτέ τη βάνα αλλά κατά κάποιο τρόπο, κανένας πάλι δεν νοιάζεται και για τα άλατα του νερού που καθώς στραγγίζουν από το στόμα του αγάλματος έχουν δημιουργήσει μια πλατειά παλιομοδίτικη λευκή γραβάτα στο στήθος του, σημάδι πως διαβρώνεται ραγδαία το μέταλλο που είναι φτιαγμένο και δεν αποκλείεται μια μέρα να διαλυθεί και να καταλήξει στο χυτήριο μαζί με άλλα παλιοσίδερα.

Καθώς δε έχουμε μπει από καιρό τώρα σε μια μακρά περίοδο πολιτιστικής ανυδρίας και άγονης σκέψης, φοβάμαι πως τη δημοτική αρχή του μέλλοντος που θα κληθεί να το αντικαταστήσει, θα την πιάσουν οι σεμνοτυφίες και αρνηθεί στον να δημιουργήσει ένα ανάλογο ή μπορεί και πιο σκανδαλιστικό έργο για να έχουν να ασχολούνται οι σεμνότυφες κυρίες των Τρικάλων και τα κοριτσάκια κι έτσι το πάρκο στο Βαρόσι θα χάσει ένα σημείο αναφοράς για εποχές σαφώς πιο γόνιμες και δροσερές που πέρασαν ανεπιστρεπτί…



Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

Ο ΠΟΤΑΜΟΣ ΛΗΘΑΙΟΣ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ



Δεν είχα πολύ χρόνο στη διάθεσή μου να τριγυρίσω σήμερα στα Τρίκαλα και μόλις που πρόλαβα να περάσω και μια γέφυρα από την οδό Ασκληπιού προς το Βαρόσι και να βγάλω λίγες φωτογραφίες για να σπάσω τη μανία με την Αμοργό και το Σύνταγμα…

Έτσι λοιπόν πέρασα το μεσημέρι από την ωραία γέφυρα να δω τα μεγάλα πλατάνια και τον ποταμό που η παρουσία των ψαριών δεν με καθησυχάζει καθόλου περί της καθαρότητας των νερών του και είμαι βέβαιος πως σε άλλα σημεία του είναι γεμάτος βρωμιές και ρύπους που ρίχνουν ανεξέλεγκτα διάφοροι πονηροί. Αυτό είναι ένα θέμα που απασχολεί πολλούς στα Τρίκαλα και το συζητάνε καθώς ο Ληθαίος είναι αληθινά το στολίδι της πόλης.

Η τειχισμένη κοίτη του ποταμού ήταν όντως μια όαση στο καμίνι που ήταν χθες και τα Τρίκαλα και είδα αρκετό κόσμο να κάθεται στα παγκάκια κοντά στο ρου του ποταμού και να δροσίζεται. Μπορώ να πω επίσης πως όλος ο χώρος δίπλα στα νερά ήταν κατακάθαρος και φροντισμένος, τόσο που μπορεί ένας άνθρωπος να ξαπλώσει κάτω από τη σκιά των πλατανιών και να βγάλει την ημέρα του χαζεύοντας τις πάπιες και τα φύλλα του δέντρου.

Δυστυχώς δεν είχα χρόνο να το κάνω σήμερα αλλά υποσχέθηκα στον εαυτό μου την επόμενη φορά, η οποία μάλιστα θα είναι πολύ σύντομα, θα το περάσω στο Ληθαίο…





ΠΕΡΙ ΠΛΑΤΕΙΩΝ Ο ΛΟΓΟΣ…

Η ζωή στην πλατεία Συντάγματος χθες το μεσημέρι κυλούσε κανονικά για τους τουρίστες, τους "κατασκηνωτές" και τους περίεργους που χάζευαν εκεί...

Γυρνούσα όλη τη μέρα τον κάμπο των Τρικάλων και δεν μπόρεσα να ανεβάσω νωρίς το πρωί ένα χθεσινό κείμενο, συνέχεια για την απόφαση των αρχών να «καθαρίσουν» το Σύνταγμα από την «κατασκήνωση». Μόλις όμως βρέθηκα σε ζώνη που ακούγονται ειδήσεις, έμαθα πως η «σκούπα» έγινε σήμερα τα χαράματα και απ’ ότι διάβασα στο δίκτυο όλα για τους διοργανωτές πήγαν καλά έως τέλεια…

Στη σκηνή των «Πρώτων Βοηθειών» τα χημικά που βοιμβάρδισαν τα ΜΑΤ την Αθήνα στις 29 Ιουνίου μύριζαν ακόμα χθες…
Τούτο όμως δεν αφαιρεί σχεδόν τίποτα από την επικαιρότητα του κειμένου και το ανεβάζω τώρα από την Αθήνα με ελάχιστες διορθώσεις εκτιμώντας ότι ο τούτος Αύγουστος είναι πολύ, μα πάρα πολύ γκαστρωμένος και κανένας δεν ξέρει τι θα μας βγάλει το Σεπτέμβρη.

Κάτι λίγοι τουρίστες χάζευαν τα απομεινάρια από τα πανό στην πλατεία και κανένας δεν έδειχνε πως φοβόταν να πάθει κάποια αρώστια αν περνούσε από εκεί..
 Βιαστικά ομολογώ πέρασα χθες από το κέντρο της Αθήνας, μια περιοχή που γνωρίζω πολύ καλά αφού ζω εντός του περισσότερα από 30 χρόνια και μπορώ να πω πως δεν είναι αυτό που ήταν ποτέ άλλοτε. Ο λόγος κατά την άποψή μου είναι ένας και μοναδικός και δεν έχει να κάνει με την τσέπη του πολίτη και την «κατασκήνωση» αλλά με το μυαλό όλων των δημάρχων και των δημοτικών συμβούλων τα τελευταία τριάντα και βάλε χρόνια.

Έφτασαν να τη βαφτίσουν ως  «πλατεία των επιδημιών»  για να τους πούμε μπράβο για τη «σκούπα» που ακολούθησε τη νύχτα…
Ένα μυαλό που δεν είχε να κάνει παρά με την φιλοδοξία , την έπαρση, την απληστία και ένα σωρό άλλα αρνητικά για το προφίλ του τοπικού άρχοντα αλλά δεν μπορούμε να πούμε και τίποτα καθώς όλος αυτός ο συρφετός της τοπικής αυτοδιοίκησης, με την ψήφο του αθηναϊκού λαού έπαιρνε κάθε τέσσερα χρόνια την εξουσία και περνούσε πολύ καλά!!!

Η Κλαυθμώνος με το μνημείο της Εθνικής Συμφιλίωσης και τις μεγάλες χαρουπιές δεν ενθουσιάζει κανέναν να κάτσει εκεί ούτε μια στιγμή...
Έτσι κυβέρνησαν την Αθήνα ο Αβραμόπουλος, η Ντόρα, ο Κακλαμάνης (λέω τους κοντινούς γιατί αν ανέφερα τον Γιατράκο για παράδειγμα ή τον Μπέη, θα με ρήμαζαν στις ερωτήσεις οι νεότεροι για να μάθουν ποιοι ήταν αυτοί) και εσχάτως ο Καμίνης για τον οποίο χάρηκε πολύ όλος ο κόσμος του Facebook που βοήθησε να γίνει το αφεντικό της πλατείας Κοτζιά.

Ούτε στην «Πλατεία Δικαιοσύνης», στην ιστορική Σανταρόζα δεν κάθεται κανένας κι ας υπάρχουν εκεί ορισμένα δεντράκια…
Είναι μακριά κουβέντα για το τι έκαναν όλοι αυτοί προηγουμένως και τι μέλει να κάνει ο Καμίνης και δεν θα σταθούμε σε αυτά. Με αφορμή την ύποπτη φιλολογία για την «κατασκήνωση» στο Σύνταγμα, ένα μόνο πράγμα θα σας θυμίσω. Πως το Σύνταγμα, εξαιτίας μάλλον της κεντρικής του θέσης είναι η μόνη πλατεία που δεν ισοπεδώθηκε με τσιμέντο όπως η Ομόνοια για παράδειγμα (τι χρήμα έχει φάει αυτή η πλατεία δεν λέγεται και ποτέ δεν έγινε πλατεία) ή η περίφημη πλατεία Κοτζιά που την έφτιαξαν σαν πάρκινγκ.

Στην Κοτζιά, απέναντι ακριβώς από το Δημαρχείο, ούτε ο διάβολος δεν μπορεί να κάτσει από τη ζέστη που αντανακλούν οι πυρωμένες πέτρες
Έτσι το Σύνταγμα είναι η μόνη πλατεία που διαθέτει και ορισμένα δέντρα κάτω από τα οποία έστησαν τις σκηνές οι κατασκηνωτές για να μην τους καίει ο ήλιος αφού δεν είχαν που αλλού να πάνε αυτοί οι άνθρωποι και βολεύτηκαν εκεί πέρα. Αν τους άνοιγαν τον Εθνικό Κήπο, ίσως να μην παρουσίαζε τέτοια εικόνα το Σύνταγμα αλλά εκεί δυστυχώς ισχύουν ακόμα νόμοι της Βαυαροκρατίας και εκτός αυτού θα χάλαγε και η εικόνα που έχει ο κόσμος για την Ηρώδου Αττικού, την πιο αστυνομοκρατούμενη οδό της Αθήνας.

Απορούν οι τοπικοί άρχοντες και πολλοί άλλοι γιατί όλοι οι κολασμένοι της Αθήνας έφυγαν από την έρημο Ομόνοια και πήγαν στην όαση Σύνταγμα…

Αντ’ αυτού τους λένε τώρα φαντάζομαι θα τους πουν να πάνε να κατασκηνώσουν στα επιχρυσωμένα τσιμέντα της Ομόνοιας ή στην πλατεία Δικαιοσύνης (ναι υπάρχει και τέτοια στην Αθήνα, απέναντι από το REX) ή να χαθούν πάλι στα ύποπτα και βρωμερά στενά που υπάρχουν σε αυτή την πόλη αλλά κανένας, δεν θέλει να ξέρει που βρίσκονται αυτά…

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011

ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΑΠΟΨΕ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ;



Ακούω από μέρες τώρα τη γκρίνια για το Σύνταγμα και τις φωνές που θέλουν να «καθαρίσει» οπωσδήποτε από την κατασκήνωση των «αγανακτισμένων» οι οποίοι ασφαλώς δεν έχουν και τόση σχέση με τους πολίτες που δημιούργησαν εδώ και δυο μήνες την ανοιχτή στις ιδέες «Πλατεία» που τόσο τρόμαξε το ψωφοδεές πολιτικό μας σύστημα και το οποίο απάντησε με τις γνωστές μεθόδους του επιχειρώντας να τρομάξει, είτε με τη βία και τα χημικά, είτε με την σπίλωση του κινήματος της άμεσης δημοκρατίας.

Είναι πασιφανές τι καταστάλαξε αυτές τις ημέρες στο Σύνταγμα και την ευθύνη, την όποια ευθύνη αν υπάρχει, δεν τη φέρει βεβαίως η «Πλατεία» αλλά η πόλη, η οποία όπως και κάθε άλλη πόλη έχει και τις σκοτεινές της πλευρές, τους άρρωστους πολίτες της, τους ύποπτους περιθωριακούς αλλά συνήθως μέσω φανερών ή αόρατων μηχανισμών τους κρύβει για να μη φαίνονται και της χαλάνε την εικόνα που θέλει να έχει για την ίδια και τους ξένους.

Όλος αυτός ο κόσμος που θέλει να πετάξει ο Δήμος από το Σύνταγμα (να’ τον το δήμαρχο που αρχίζει να εξαργυρώνει την υποστήριξη του κυβερνώντος κόμματος για την εκλογή του) υπήρχε και κυκλοφορούσε στην κάτω πόλη μέρα νύχτα κάνοντας τα γνωστά σε όλα μας κόλπα αλλά τούτη τη φορά, και αυτό είναι μια ακόμα νίκη της «Πλατείας» βγήκε στο σαλόνι και εκεί βεβαίως ενοχλεί αυτούς που τόσα χρόνια δεν έκαναν τίποτα άλλο παρά να κλείνουν αυτιά και μάτια και να προσπαθούν να τον περιορίσουν μέσω της καταστολής.

Αυτό είναι που ενοχλεί περισσότερο την κυβέρνηση και το Δήμο που προσπαθούν με τη βοήθεια των μεγαλοξενοδόχων να τα ρίξουν στον κόσμο που δημιούργησε την «Πλατεία» και πιστεύουν πως θα τα καταφέρουν. Φοβάμαι όμως πως η επιχείρηση, όποια επιχείρηση κι αν είναι αυτή που θα κάνουν σήμερα το απόγευμα ή απόψε τη νύχτα, δεν θα είναι παρά μια γελοιoποίησή τους και διεθνές ρεζίλι γιατί απλά δεν τους ενδιαφέρει καθόλου για αυτούς τους ανθρώπους παρά μόνο η βιτρίνα της πόλης και τα όποια κέρδη τους…

ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΙΑΣ ΧΩΡΑΣ


«Η κόρη από τη Λευκάδα, θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε, όπως λεγόταν η ηρωίδα μιας από τις κωμωδίες της Μενάνδρου. Φύλαγε τα πρόβατα όταν τραβήχτηκε αυτή η φωτογραφία. Όπως ο Δάφνης και η Χλόη, στο ομώνυμο ποιμενικό μυθιστόρημα του Λόγγου, τα κορίτσια των ορεινών περιοχών της Ελλάδος, φυλάγουν και σήμερα τα πρόβατα, από μικρής ηλικίας»…


Κάπως έτσι σημειώνει ο R.G. Hoeger στη λεζάντα της φωτογραφίας του 1956 με το κορίτσι από τη Λευκάδα εμφορούμενος οπωσδήποτε από τη ρομαντική θεώρηση της αρχαίας Ελλάδας. Το σήκωνε ακόμη η εποχή καθώς το καινούργιο και η ανάπτυξη δεν είχαν αρχίσει ακόμη να εξαπλώνονται και παρά τις φοβερές αλλαγές που είχε επιφέρει η τραγική δεκαετία 1940 - 1950, η εικόνα της Ελλάδας ελάχιστα είχε αλλάξει.

Φυσικά μετά από μισό αιώνα, θα ήταν τουλάχιστον αφελές να πιστεύουμε πως εκείνη η εποχή ήταν ιδανική και να ακόμη πιο αφελές να τη νοσταλγούμε, γιατί ελάχιστοι, ακόμα και από τους πιο ηλικιωμένους είναι σε θέση να θυμηθούν τις πραγματικές συνθήκες που ζούσαν ακόμη μεγάλες ομάδες του πληθυσμού και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν.

Βλέποντας μετά από μισό αιώνα τη φωτογραφία του R.G. Hoeger, εκείνο που μπορούμε να σημειώσουμε και φυσικά να νοσταλγήσουμε είναι το πρόσωπο της κόρης που χάθηκε για πάντα, όπως και το πρόσωπο μιας χώρας η οποία παρά τα όσα προβλήματα αντιμετώπιζε εκείνη την εποχή, μπορούσε να βλέπει ακόμα τον κόσμο κατάματα και με ελπίδα…


ΑΘΗΝΑ, 27972911

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2011

Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΙΑΣ ΜΙΚΡΗΣ ΑΚΑΚΙΑΣ


Η εικόνα μιας ηλικιωμένης γυναίκας να προσπαθεί να απομακρύνει τον κορμό μιας νεαρής ακακίας από τον κεντρικό δρόμο της Λαγκάδας, ασφαλώς και προκαλεί την περιέργεια των περαστικών γιατί το κάνει και η ερώτηση μπορεί να οδηγήσει σε μια ωραία ιστορία από αυτές που έχουμε ξεχάσει να ακούμε και παράδειγμα για το πώς ορισμένοι άνθρωποι έχουν το νου τους ακόμα και στα αδύναμα δεντράκια και τον ίσκιο τους…

Η κυρά Μαρία Γαβαλά λοιπόν που είδα πριν από λίγες μέρες να σπρώχνει το κορμάκι της ολόφρεσκηςς ακακίας λίγο πιο μέσα από τον τοίχο και να προσπαθεί να το κρατήσει σε απόσταση με ένα ξύλο, ήθελε με αυτό τον τρόπο όπως μου εξήγησε, να τη γλιτώσει από τα δόντια των περαστικών γαϊδάρων που βλέπουν την πρασινάδα, τους τρέχουν τα σάλια και μόλις ξεφύγουν από τον έλεγχο του αφεντικού τους, την αρπάζουν και την καταπίνουν.

Η σωτηρία της ακακίας μου η οποία φύτρωσε από μόνη της, από το σπόρο μιας από τις μεγαλύτερες που είναι εκεί κοντά, μου είπε, ήταν και μια επιθυμία της υπέργηρης κυρά Ειρήνης Δενδρινού της οποίας είναι το χωράφι και μέσα σε στις υποθέσεις που την απασχολούν στη δύση της ζωής της είναι και το μέλλον της μικρής ακακίας και οι άνθρωποι που δεν θα έχουν ίσκιο όταν θα περπατούν το δρόμο έξω από την ιδιοκτησία της…

Την καλή προσπάθεια βοήθησε και ο κυρ Δημήτρης Πρέκας που έτυχε να περνάει εκείνη τη στιγμή από το δρόμο και για το αποτέλεσμα, θα σας ενημερώσω την επόμενη εβδομάδα μετά την αυτοψία στο δρόμο της Λαγκάδας…

Η ΟΙΑ ΜΕ ΤΟ ΦΑΚΟ ΤΟΥ R.G.HOEGER


Φυσικά και δεν πρόλαβα την Οία, όπως τη φωτογράφησε ο R.G. Hoegler (το 1956 )και την φωτογραφία αυτή αλίευσα από το βιβλίο «ΕΛΛΑΣ» που εξέδωσε ο Σαμούχος το 1971 και το οποίο βρίσκουμε πια μόνο στα παλιατζίδικα και μάλιστα σε αρκετά αλμυρή τιμή.

Θα ήταν μάταιο να κάνω συγκρίσεις με το σήμερα και να βάλω δίπλα σε αυτή την σπάνια φωτογραφία κάποιες πρόσφατες γιατί η Οία όπως και η υπόλοιπη Σαντορίνη ακολούθησαν το δικό τους δρόμο τουριστικής «ανάπτυξης» η οποία επέφερε και τις γνωστές σε όλους μας μεταβολές στο περιβάλλον και στους οικισμούς.

Κάθε τοπική κοινωνία αναπτύχθηκε με όποιον τρόπο νόμιζε καλύτερα και βέβαια με στόχο να έχει το περισσότερο κέρδος από τα μνημεία του παρελθόντος, είτε αυτά είναι ναοί των κλασσικών χρόνων είτε απλά σπίτια που η ανάγκη και οι συνθήκες τα έκαναν διαφορετικά και επομένως εντυπωσιακά για τον ξένο και τον τουρίστα.

Κάπως έτσι συνέβη και στην Οία, όπου ο μοναδικός οικισμός της καθώς έγινε ένας τουριστικός προορισμός και από τους πιο ακριβούς μάλιστα, υποχρεώθηκε να φορέσει πάνω από τα ταπεινά σπίτια της και άλλα πανάκριβα πανωφόρια και κοσμήματα, και τα οποία, ευτυχώς δεν τρομάζουν όσο τα ανάλογα σε άλλα νησιά.

Έτσι, όποιος βρεθεί σήμερα στην Οία, μπορεί αφού ξύσει λίγο το τουριστικό πανωφόρι της και ξεχάσει ότι και το ηλιοβασίλεμα είναι μια επικερδής επιχείρηση εκεί, να ταξιδέψει νοερά λίγες δεκαετίες πίσω και θα ανακαλύψει με τα μάτια της ψυχής πλέον ένα άλλο μοναδικό κόσμο που μόλις αχνοφαίνεται κάτω από τα καινούργια υλικά που την κατέκλυσαν και θα ευχαριστηθεί που τη γνώρισε έστω κι έτσι…

ΑΘΗΝΑ, 28072011




ΣΤΗΝ «ΛΟΖΑ» ΤΗΣ ΛΑΓΚΑΔΑΣ



Από τις πιο όμορφες πλατείες όλης της Αμοργού είναι η Λόζα, η πλατεία δηλαδή της Λαγκάδας που βρίσκεται περίπου στην κορυφή του ωραίου χωριού, κοντά στην εκκλησία και το μεγάλο άνοιγμά της είναι προς τη μεριά του βοριά και βλέπει προς τον ορεινό όγκο του Θεολόγου απ’ όπου έρχονται τώρα το καλοκαίρι όλες οι ευωδιές της καλοκαιρινής γης.

Γύρω από την πλακόστρωτη με αρχαίες πέτρες Λόζα όπου κατά τα παρελθόν αλλά και σήμερα γίνονται όλες οι επίσημες συγκεντρώσεις των Λαγκαδιανών και φυσικά τα γλέντια και τα μεγάλα πανηγύρια, όπως αυτό της Παναγίας της Πανοχωριανής με τα πολλά όργανα και τον ατέλειωτο χορό, είναι κάποια από τα ιστορικά καφενεία της Λαγκάδας καθώς και τα εμπορικά καταστήματα που εξυπηρετούν τους ντόπιους και τους επισκέπτες.

Αυτό που ξεχωρίζει ως το πιο παλιό αλλά και για την εξυπηρέτηση προς τον πελάτη είναι η «Λόζα» του Δημήτρη (Μίμη) Δενδρινού και η ψυχή του οποίου είναι η μητέρα του, η κυρά Άρτεμη που από τα χέρια της βγαίνουν ωραία γλυκά, μεζέδες και φαγητό (κοκκινιστό κατσικάκι Αμοργού, εξαιρετικό πατατάτο, φάβα και άλλα πολλά) που βγάζουν από το δικό τους περιβόλι στον Όρμο και από τα χωράφια τους στην Αιγιάλη που φροντίζει ο πατέρας του Δημήτρη, Νικόλας.

Αυτός ήταν και ο πρώτος που άνοιξε τη «Λόζα» πριν από 50 χρόνια, στην αρχή ως καφενείο το οποίο λειτούργησε λίγα χρόνια και ως εμπορικό αλλά έγινε πάλι καφενείο στο οποίο μπορείτε να παραγγείλετε (2285073315) ότι θέλετε για να το βρείτε έτοιμο σαν φτάσετε εκεί και να το απολαύσετε κάτω από την διαρκώς ανθισμένη γλυσίνα…

Τρίτη 26 Ιουλίου 2011

Η ΠΑΡΟΣ ΤΟΥ R.G. HOEGLER…



Ο R.G. Hoegler ήταν ένας γερμανός ζωγράφος που γνώρισε την Ελλάδα πριν από την Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά το τέλος του, την δεκαετία του ΄50 περιόδευσε και φωτογράφισε εκτός την Αθήνα, την Αττική, το Σούνιο αλλά και τη Λευκάδα, την Αργολίδα αλλά και ορισμένα από τα νησιά των Κυκλάδων και φωτογραφίες του δημοσιεύτηκαν σε πολλά βιβλία τα οποία σήμερα είναι πλέον συλλεκτικά.

Ένα κομμάτι από το έργο με τον τίτλο «ΕΛΛΑΣ» εκδόθηκε και στα ελληνικά από το American Book & News Agency (A. Samouhos) και περιελάμβανε 52 έγχρωμες και κείμενα των Λαμαρτίνου, Σατωβριάνδου, Rudolf G. Binding κ.ά. και αποτελεί ένα ντοκουμέντο για την Ελλάδα της εποχής εκείνης που δεν είχε γνωρίσει τον τουρισμό και την «ανάπτυξη».

Από αυτό το βιβλίο, το οποίο ψάρεψα στα τσόλια του παζαριού στο Γκάζι, τραβάω λίγες φωτογραφίες για να έχουμε όταν 50 χρόνια μετά μιλάμε για τις Κυκλάδες αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα, ένα σημείο σύγκρισης…

Όσο για τον R.G. Hoegler, μπορείτε αν έχετε υπομονή βεβαίως να αναζητήσετε στοιχεία γι’ αυτόν και το έργο του στο Google. Εγώ σας προειδοποιώ, παραιτήθηκα λόγω αδυναμίας να επεξεργαστώ τις δεκάδες ανακοινώσεις για την αξία των βιβλίων του από διαφόρους οίκους και βιβλιοπωλεία.

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

ΠΟΤΕ ΗΤΑΝ ΕΤΣΙ ΤΟ ΠΩΡΙ;



Όχι, δεν με βάρεσε η ζέστη, μόλις πάτησα το πόδι μου πάλι στην Αθήνα από την Πάρο όπου πήγα τρεις μέρες για την παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Πίττα «Τα πανηγύρια του Αιγαίου» γεγονός που υπήρξε και η αφορμή να χαράξω καινούργιους δρόμους στο Αιγαίο...

… Συντροφιά όμως σήμερα το απόγευμα με ένα σιωπηλό ανεμιστήρα ξεψαχνίζω το αρχείο της περασμένης δεκαετίας για να βάλω μπροστά κάποιες εκδόσεις και πέφτω συνεχώς πάνω σε κάποιες φωτογραφίες που πιστεύω πως είναι πλέον σπάνιες και μπορεί και μοναδικές, γιατί ορισμένα σημεία του Αιγαίου δεν έχουν μείνει όπως τα γνωρίσαμε. Τούτο ομολογώ πως με βάζει σε ιδιαίτερο πειρασμό, μιας και οι εκδόσεις αυτές θα έχουν να κάνουν κατά το ήμισυ με το Αρχιπέλαγος, να μπω στην περιπέτεια των συγκρίσεων εκείνης της εποχής με το σήμερα, πράγμα το οποίο προκαλεί κάπως και η περιρρέουσα κατάσταση με την οικονομική κρίση.

Έτσι λοιπόν «ανακάλυψα» μια φωτογραφία του 2006 της μοναδικής παραλίας Πωρί, στη βόρεια άκρη του Κουφονησίου τραβηγμένη από ψηλά, από το μονοπάτι που πήγαινε εκεί από το χωριό. Διακρίνονται βέβαια τα δυο καταστήματα που τότε χτίστηκαν για να εξυπηρετούν τους επισκέπτες του Πωριού και τα οποία ήταν η αφορμή να φτάσει ως εκεί ο δρόμος και να πλημμυρίσει η παραλία με αυτοκίνητα, πυρωμένα σίδερα και ροδιές ελαστικών, αλλά η γωνία λήψης τα περιορίζει στο ύψος τους και δεν τρομάζουν το τοπίο.

Δεν ξέρω πως είναι σήμερα εκεί αλλά έχω σημειώσει εκείνη τη χρονιά ως τη χρονιά που το Κουφονήσι που αγάπησαν χιλιάδες άνθρωποι όλα τα προηγούμενα χρόνια γύρισε σελίδα και έγινε ένας τυπικός και ακριβός τουριστικός προορισμός των Μικρών Κυκλάδων με ότι βέβαια συνεπάγεται αυτός ο χαρακτηρισμός. «Παράδεισος», φυσικά και παραμένει αλλά μοιάζει σαν ο Άγιος Πέτρος να ξέχασε την πόρτα ανοιχτή και μπούκαραν ελεύθερα όλοι και κακά έκαναν αλλά με το να κουβαλάνε μαζί τους και τα τζίπ αυτή η ελευθερία γίνεται αυθαιρεσία...

Κυριακή 24 Ιουλίου 2011

ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΣΕ ΘΕΡΙΣΜΕΝΟ ΧΩΡΑΦΙ



Εμβληματικό χρώμα του καλοκαιριού στις Κυκλάδες· το κίτρινο του ξεραμένου χόρτου που κυριαρχεί σε κάθε σημείο των νησιών και σε όλους τους τόνους, στο χωράφι με τα σβησμένα αγριολούλουδα, στην ξερολιθιά με τα ακμαία αγκάθια, στο παρτέρι με τα απότιστα μυριστικά στο παρατημένο σπίτι· παντού υπάρχει μια πινελιά από κίτρινο και δίνει μια απαλότητα στο άγριο φως που πλημμυρίζει τον αιθέρα και παλεύει να φτάσει θαρρείς ως τις ρίζες των δέντρων και στις φλέβες του νερού κάτω από τα καλάμια.

Χρώμα κατατεθέν από τους αιώνες στο Αρχιπέλαγος το κίτρινο του θερισμένου χωραφιού· ο καρπός του κοιμάται πλέον στις αποθήκες του νοικοκύρη και στο χώμα σεντόνι τα άχυρα περιμένουν το κοπάδι να έρθει να βοσκήσει, τα πουλιά να σπορολογήσουν τον δικό τους επιούσιο και το μελτέμι να διώξει από πάνω τους τη νοτισμένη ανάσα της νύχτας για να κρατηθούν δυνατά μέχρι και έρθει και αυτωνών η ώρα να μπουν στον αχυρώνα.

Εικόνες που λες πως έχουν σβήσει για πάντα από το Αιγαίο, αλλά να, σε μια γωνιά της Πάρου, στην άκρη της μεγάλης παραλίας του Μώλου, ένα θερισμένο χωράφι ησυχάζει με τη θέα του την αγωνία για τον κόσμο που χάνεται και ένας χωματόδρομος ανάμεσά του, μας οδηγεί κατευθείαν στο πέλαγος και στο μεγάλο πλοίο που μας περιμένει στο λιμάνι...

ΠΑΝΗΓΥΡΑΚΙ ΣΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΤΤΑ

Τα όργανα άρχισαν από το μεσημέρι κάτω από την καλαμωτή...

Τα ακούσματα, οι εικόνες, οι γεύσεις και οι εμπειρίες ήταν απ’ όλο το Αιγαίο, αλλά στις Λεύκες, στο ξενοδοχείο LEFKES VILLAGE η ιδέα που είχε ο Γιώργος Πίττας άρχισε να γίνεται από σημειώσεις και ενθυμήσεις των ταξιδιών του σελίδες, και εν τέλει, σώμα βιβλίου.

Από εκεί λοιπόν που το βιβλίο «Τα πανηγύρια του Αιγαίου» ξεκίνησε σαν ιδέα, όμορφο πια και ολοκληρωμένο το παρουσιάσαμε χθες στους Παριανούς και τους φίλους που ήρθαν απ’ όλα τα νησιά και με την ευκαιρία στήθηκε και ένα ωραίο κυκλαδίτικο πανηγυράκι .

Οι μουσικοί "ζεσταίνονται" στη βεράντα του ξενοδοχείου...

Για το βιβλίο μίλησαν *ο εκπαιδευτικός Σπύρος Μολφέτας, η Μπήλιω Τσουκαλά, η Μιράντα Τερζοπούλου και φυσικά ο υπογράφων που αναφέρθηκα στην εμπειρία που είχα να συνταξιδέψω με τον Γιώργο πέρσι τον Αύγουστο στα Δωδεκάνησα για την συγκέντρωση υλικού για το βιβλίο.

Όλοι οι ομιλητές με τον συγγραφέα.

Γέμισε Παριανούς ο χώρος του ξενοδοχείου, παρέστησαν εκπρόσωποι από τις τοπικές αρχές αλλά εκείνο που περίμεναν όλοι, ήταν μετά το πέρας των ομιλιών και την ξενάγηση στο μουσείο του «Λαϊκού Πολιτισμού του Αιγαίου», έργο κι αυτό του Γιώργου Πίττα, να ακούσουν τους οργανοπαίχτες που είχαν έρθει από τα άλλα νησιά να τιμήσουν το βιβλίο και να παίξουν σε αυτή τη σπουδαία ημέρα για όλους

Η επίσκεψη στο "Μουσείο του Λαϊκού Πολιτισμού"

Και είχαν έρθει, από τη Μύκονο ο Μπαμπέλης (Μιχάλης Κουνάνης), ο Καντενάσιος (Λευτέρης Σικινιώτης) και ο Γιάννης Ασημομύτης. Από την Αμοργό ο Μπάμπης Γαβράς με το γιό του Γιάννη ενώ από την κομπανία φυσικά δεν έλειπε ο εκ Σύρου ορμώμενος και ψυχή όλων των πανηγυριών Μπάμπης Γαβριήλ.



Οι τσαμπουνιέρηδες από τη Μύκονο, έκλεψαν χθες την παράσταση στην παρουσίαση του βιβλίου στις Λεύκες.

* Όλες τις ομιλίες θα τις ανεβάσει αύριο ο Γιώργος στο simadiatouaigaiou.wordpress.com όπου μπορείτε να τις διαβάσετε και φυσικά να αφήσετε και το δικό σας «σημάδι» με τη μορφή σχολίου…

Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Ο ΤΡΟΠΟΣ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΤΤΑ…



Όπου να’ναι φτάνουμε στην Πάρο και ο συνταξιδευτής στο Αιγαίο Γιώργος Πίττας θα μας περιμένει στο λιμάνι για να πάμε στις Λεύκες για να πούμε δυο λόγια και να οργανώσουμε την αυριανή παρουσίαση του βιβλίου η οποία προβλέπεται να είναι μια μεγάλη στιγμή για τον ίδιο φυσικά και για τον κόσμο του Αιγαίου.

Από τον Πειραιά μέχρι τώρα, δεν έπαψα όμως να είμαι δίπλα του νοερά, ταξιδεύοντας μέσα από τις φωτογραφίες που βγάλαμε πέρσι στην Κάρπαθο και την Κάσο κι έτσι κατάφερα να βάλω στη σειρά και όσα πρέπει να πω κι εγώ για το βιβλίο, ώστε να μπορέσω να δω και λίγη θάλασσα στην Πάρο αύριο το πρωί και να είμαι έτοιμος για το βράδυ.

Λόγια βέβαια τα οποία θα διαβάσετε κι εσείς αμέσως μετά την παρουσίαση για να πάρετε μια γεύση από το βιβλίο αλλά και γνωρίσετε και τον τρόπο που δουλεύει ο Γιώργος τα θέματα που αναπτύσσει στα βιβλία του και ιδιαίτερα, στα «Πανηγύρια του Αιγαίου».

Μια ιδέα ήδη σας δίνω με τη φωτογραφία στον Αυλώνα της Καρπάθου και έπεται αύριο συνέχεια με ενδιαφέρον υλικό και πολλές φωτογραφίες.

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

ΑΠΟ ΣΗΜΕΡΑ ΕΧΟΥΜΕ ΕΞΩΦΥΛΛΟ!!!


Σε άλλες συνθήκες θα λέγαμε πως βγάζουμε δόντια, κάνουμε τα πρώτα βήματα ή διάφορα άλλα σημαντικά που συνάδουν με την ηλικία, το περιβάλλον και την εν γένει κατάσταση που βρισκόμαστε ή που είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε εμείς κι κάποιοι άλλοι γύρω μας.

Στην περίπτωση όμως του βιβλίου που ξεκίνησα να φτιάχνω από τον Μάρτιο που μας πέρασε για τον Μιχάλη Ρούσσο και τον Ασφοντυλίτη της Αμοργού, σήμερα είμαι σε θέση να σας ανακοινώσω πως άρχισε να τυπώνεται. Έχει ήδη πλήρες εξώφυλλο (και οπισθόφυλλο όπως βλέπετε στη φωτογραφία) πράγμα που είναι και το σημαντικότερο για ένα βιβλίο καθώς μπορούμε να το δείχνουμε, να το καμαρώνουμε μέχρι να έρθει και το σώμα των σελίδων για να συμπληρωθεί και να το πιάσουμε την ερχόμενη Παρασκευή στα χέρια μας δεμένο και όμορφο .

Λέω επιτέλους γιατί όντως είχε λίγες περιπέτειες και κόντεψε να μη βγει ούτε και αυτό το μήνα. Έκανα ότι είναι δυνατόν να ξεπεράσω τις όποιες αδυναμίες και τα τεχνικά προβλήματα που υπήρχαν αλλά αυτό που έπαιξε σπουδαίο ρόλο ήταν ένα διαδικτυακό ευχέλαιο γιατί πέραν των άλλων, με τσάκισε το κακό «μάτι» που είχε πέσει πάνω μου.

Δεν πίστευα σε αυτά τα πράγματα αλλά άμα απαριθμήσω τα απρόοπτα και άσχημα γεγονότα που συνέβησαν θα καταλάβετε τι ακριβώς σημαίνει μάτι και το οποίο δεν επηρεάζει μόνο τη δημιουργία ενός βιβλίου αλλά ένα σωρό πράγματα της ζωής και χαλάει τη διάθεση μέχρι να βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος που ξέρει να ξεματιάζει.

Ένα μόνο θα σας πω για να πιστέψετε πως υπάρχει μάτι και τι κακό κάνει. Ήμουν στο σπίτι του βοσκού στον Ασφοντυλίτη και γλίστρησε από την τσάντα μου το μικρό δημοσιογραφικό μαγνητοφωνάκι που είχα όλες τις συνεντεύξεις κι έπεσε μέσα στο φλιτζάνι με τον καφέ. Καταλαβαίνετε πως ένιωσα και πόσο χρόνο χρειάστηκα μετά να τις ξανακάνω.

Τέλος πάντων, θα έχουμε καιρό να μιλήσουμε για το «μάτι» και για το βιβλίο βεβαίως τις επόμενες ημέρες και αφού βεβαίως το ξεφυλλίσουμε και κάνουμε την κριτική μας. Ως τότε, από την Πάρο και την Αντίπαρο θα κάνουμε σχέδια για τα επόμενα βιβλία που δεν θα έχουν να κάνουν μόνο με τις Κυκλάδες αλλά και την Πίνδο, τα Άγραφα, το Γράμμο και τους ανθρώπους τους.



Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Ο ΑΪ – ΛΙΑΣ ΝΑ ΒΑΛΕΙ ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ…


Παρασύρθηκα ομολογώ τον καιρό που πέρασε και δεν έχω σήμερα τυπωμένο το βιβλίο για τον «κεντιστή της πέτρας» του Ασφοντυλίτη, να σας υποδεχτώ στο ωραίο αυλιδάκι με το πέτρινο τραπέζι, δίπλα από την παρατημένη κατοικιά στον Ασφοντυλίτη, με ρακές και κρασί από την Όξω Μεριά, που υπολόγιζα να σας κεράσω για τη γιορτή μου και την έκδοση.

Έφαγα πολλές μέρες την άνοιξη και υπό δύσκολες καιρικές συνθήκες μάλιστα, αναζητώντας τις φιγούρες που κέντησε ο Μιχάλης Ρούσσος στις πέτρες του Ασφοντυλίτη και μου χρειάστηκαν ακόμα περισσότερες για να «διαβάσω» κάτω από τα σχέδιά του τι ήθελε να πει και μετά να τα απλώσω τις δικές μου λέξεις πρώτα στην οθόνη και μετά στο χαρτί.

Έτσι φτάσαμε σήμερα στου Αϊ – Λια, που γιορτάζει ο άγιος των βουνών της ηπειρωτικής χώρας και των κορυφών του Αρχιπελάγους, για να πατήσει επιτέλους ο αρχιμάστορας του τυπογραφείου το κόκκινο κουμπί να πάρει μπροστά η μηχανή και να πιάσουμε μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα τυπωμένο το βιβλίο στα χέρια μας και να το ξεφυλλίσουμε.

Περιμένοντας λοιπόν το μεγάλο αυτό γεγονός για τις «Μικρές Πατρίδες» αναζητώ στο ημερολόγιο και τη μέρα που θα μπορέσουμε να βρεθούμε όλοι μαζί να το γιορτάσουμε, οπωσδήποτε στην Αμοργό στον Αύγουστο αλλά και στην Αθήνα προς τα τέλη του Σεπτέμβρη…

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

ΟΙ ΟΜΟΡΦΙΕΣ ΤΗΣ ΔΟΝΟΥΣΑΣ


Βρίσκομαι στη φάση που περιμένω να μυρίσω (αύριο ή μεθαύριο) το μελάνι πάνω στο χαρτί του βιβλίου για τον Ασφοντυλίτη της Αμοργού και τον Μιχάλη Ρούσο που κέντησε τις πέτρες της Όξω Μεριάς με τον πόνο του και τους καημούς του και τα μυαλά μου έχουν πάρει πολύ αέρα.

Όχι βέβαια απ’ αυτόν που νομίζετε σχετικά με την έκδοση, αλλά από εκείνον που σε παίρνει από την Αιγιάλη και σε πάει απέναντι στη Δονούσα, σε μια από τις πιο ωραίες παραλίες των Κυκλάδων, στην Καλοταρίτισσα για να από – αμοργοποιήθω λιγάκι και να δω τι γίνεται και λίγο παραπέρα από αυτό το νησί που με «έδεσε» για τα καλά και όπως βλέπω, μόλις πιάσει ο Αύγουστος εγώ θα ξεκινήσω για καινούργιες εκδοτικές περιπέτειες κι εσείς για νέες αναγνώσεις επί παντός του επιστητού αλλά και φανταστικού που έχει να κάνει με την Αμοργό, τη φύση της και τους ανθρώπους της.

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

ΣΤΟ ΛΙΜΝΙΩΝΑ ΤΗΣ ΡΑΜΝΟΥΝΤΑΣ


Με τόσα που ακούσαμε χθες και σήμερα για τον καύσωνα από τα ραδιόφωνα, επόμενο ήταν να πάρουμε όλοι τους δρόμους για θάλασσες και βουνά.

Παρόλο που το σπίτι που μένω στην πλατεία Αμερικής είναι δροσερό, λόγω κατασκευής φυσικά και ηλικίας, πήραμε κι εμείς την απόφαση να πάμε μια βόλτα ως τη θάλασσα για να δροσιστούμε. Αλλά σε ποια θάλασσα να πάμε; Εγώ το τελευταίο μπάνιο στην Αττική πρέπει να το έκανα πριν από καμιά 15αριά χρόνια στα Λιμανάκια της Βάρκιζας αλλά δεν ήθελα με τίποτα να πάμε εκεί κάτω γιατί δεν μπορώ καθόλου πλέον την κίνηση και τα φανάρια.

Έβαλα το μυαλό μου κάτω να θυμηθώ που αλλού είχα κάνει μπάνιο στις παραλίες της Αττικής τα περασμένα χρόνια και μου άρεσε και θυμήθηκα πως την δεκαετία του ’80 πήγαινα με πολλές παρέες στην μικρή παραλία κάτω από τον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Ραμνούντας και χωρίς δεύτερη κουβέντα ξεκινήσαμε αμέσως για εκεί.



Δεν αργήσαμε να φτάσουμε στο Μαραθώνα γιατί η κίνηση ήταν ελάχιστη στους δρόμους και με ανυπομονησία, περίμενα να δω τον τόπο εκεί πέρα εντελώς αγνώριστο. Έπεσα έξω όμως στις προβλέψεις μου γιατί τίποτα, μα τίποτα δεν έχει αλλάξει σε αυτή τη γωνιά της Αττικής. Ούτε εξοχικά πολλά είδα να έχουν χτιστεί στις πλαγιές, ούτε μαγαζιά άνοιξαν, ούτε ο χωματόδρομος που οδηγεί στην παραλία (Λιμνιώνας τον λένε) αξιώθηκε ένα μέτρο άσφαλτο. Όλα τα βρήκα όπως τα άφησα την τελευταία φορά που είχα πάει εκεί πέρα και πρέπει να ήταν τον Δεκαπενταύγουστο του 1987 που σαν νέος συντάκτης ύλης τότε στην Ελευθεροτυπία έμεινα να πάρω την άδειά μου όταν θα επέστρεφαν οι παλιότεροι.

Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

ΟΙ ΜΟΥΝΤΖΕΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ…


Καλά είναι να ξυπνάει κάποιος μπροστά σε μια θάλασσα και σε ένα βουνό ή σε ποτάμι βεβαίως και ακόμα καλύτερα είναι να μένει εκεί όλη την ημέρα, ανεξάρτητα αν πρόκειται για καύσωνα όπως σήμερα ή οποιαδήποτε μέρα της χρονιάς…

Δυστυχώς όμως δεν τα φέρνει πάντα έτσι η ζωή και αυτά δεν μπορούμε να τα κάνουμε παραπάνω από λίγες μέρες του χρόνου, στις διακοπές από τη δουλειά - αν έχουμε βέβαια δουλειά έτσι που καταντήσαμε και βεβαίως και τα ανάλογα χρήματα να πορευτούμε.

Πέρα όμως απ’ αυτή την ουσιαστική λεπτομέρεια, μπορούμε όμως να κάνουμε όλα τα ωραία του καλοκαιριού που προανέφερα και νοερά από τον καναπέ του σπιτιού μας και θα είναι η μόνη φορά νομίζω δικαιολογημένη αυτή η στάση ζωής που τελευταία απορρίψαμε με τη διαρκή παρουσία μας στο Σύνταγμα και τη συμμετοχή μας στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και στις συνελεύσεις της άμεσης δημοκρατίας που γίνονται εκεί…

Δεν ξέρω αν συνεχίζουν ή μάλλον είχα λόγω δουλειάς μέχρι σήμερα ελάχιστη πληροφόρηση για το τι γίνεται εκεί. Σήμερα που απελευθερώθηκα από την έκδοση του βιβλίου για το οποίο, αν δεν δω τυπωμένη και την τελευταία σελίδα δεν σας ξαναγράφω τίποτα, θα περπατήσω μέχρι εκεί να δω τι γίνεται και τι μέλλει να γίνει τις επόμενες μέρες.

Για να μη ξεχνιόμαστε όμως, οι μούντζες δεν χάνουν ποτέ την επικαιρότητά τους και δεν πρέπει να τις στέλνουμε μόνο όταν αδειάζει η τσέπη μας. Μούντζα θέλουν και σήμερα για το πώς κατάντησαν αυτή την πόλη. Το λέω αυτό γιατί θυμάμαι με τρόμο τον καύσωνα του 1987 και τις εκατόμβες των νεκρών που θρηνήσαμε εξαιτίας της τραγικής ανετοιμότητας του κράτους και της εγκληματικής ολιγωρίας των υπηρεσιών του...

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

ΤΙ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕ ΣΤΟ ΚΟΥΦΟΝΗΣΙ


Ακούω πίσω από το θόρυβο του ανεμιστήρα πως έξω σήμερα κάνει φοβερή ζέστη και ούτε από περιέργεια δεν θέλω να δω πως είναι να περπατάς τούτη τη στιγμή στην Πατησίων για παράδειγμα, ή στην Ακαδημίας...

Ο βασικός όμως λόγος που δεν θέλω να βγω στην πόλη σήμερα είναι ότι εξαιτίας μιας καινούργιας δουλειάς που ξεκίνησα να κάνω μετά το βιβλίο της Αμοργού, ταξιδεύω στις Μικρές Κυκλάδες μέσα από φωτογραφίες που τράβηξα από το 1988 έως σήμερα. Μια ολόκληρη ζωή δηλαδή και αυτό που παρατηρώ, είναι ότι εκείνο το μαγικό νησί δεν υπάρχει πια και τούτο το κατάλαβα και προχθές το πρωί που επιστρέφοντας από τα Κατάπολα, το πλοίο πέρασε και από το Κουφονήσι και είδα το λιμάνι γεμάτο κότερα και τον ορίζοντα του νησιού πηγμένο στα καινούργια σπίτια.

Αρχίζω να ξακρίζω λοιπόν κάποιες φωτογραφίες από όλα αυτά τα χρόνια και σιγά – σιγά θα της μοιραστώ μαζί σας για να θυμηθούμε, να συγκρίνουμε και βεβαίως να σχολιάσουμε. Και αρχίζω με ένα αυλάκι με κρυστάλλινα νερά που βρίσκεται ανάμεσα από τα βράχια προς το Πωρί που οδηγεί κατευθείαν στη πιο γαλάζια θάλασσα των Κυκλάδων και στην μαγική Κέρο.

Ο λόγος γι’ αυτή τη φωτογραφία είναι ότι το συγκεκριμένο αυλάκι καθώς και ορισμένα άλλα σημεία στην ακτή είναι τα μόνα πια που θυμίζουν πως ήταν το Κουφονήσι και τα μόνα που δεν πρόκειται να χαθούν ποτέ εκτός βέβαια αν κάνουν όλο το νησί γύρω ένα λιμάνι για να δένουν περισσότερα πλοία!

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2011

ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΕΝΟΣ ΛΕΥΚΟΥ ΤΟΙΧΟΥ…


Λευκά γαϊδούρια ασφαλώς και είναι ένα σπάνιο φαινόμενο και για μένα είναι η πρώτη φορά που βλέπω ένα τέτοιο. Κάτι άλλα, ψαρά και γκρίζα έχω δει παλιότερα και στα χωριά του Τυμφρηστού και ένα τέτοιο που άκουγε στο όνομα «Χότζας» είχε η γιαγιά από τον πατέρα μου και το οποίο παρά το γεγονός ότι δούλευε πολύ, έζησε άπειρα χρόνια...

Ένα λευκό λοιπόν γάϊδαρο είδα προχθες σε ένα χωράφι στον Όρμο Αιγιάλης να μοιράζετε τον ίσκιο ενός ασπρισμένου σπιτιού με το αφεντικό του, τον Γιάννη Συνοδινό ο οποίος, εκτός των άλλων ξεχωρίζει στον τόπο του πιο πολύ για τους περιποιημένους μπαξέδες που φτιάχνει και τη νοσταλγία που διαρκώς εκφράζει για τα παλιά χρόνια που τα γαϊδούρια ήταν όλα σκουρόχρωμα, από μια ράτσα που οι ρίζες της χάνονται πίσω στους αιώνες.

Αυτουνού όμως του προέκυψε ένας λευκός γάιδαρος, από μια γαιδούρα που έφερε πριν από χρόνια κάποιος Γιαλίτης στον Όρμο και την παράτησε. Αυτή βρέθηκε παρέα με κάτι άλλους γαϊδάρους πάνω στο Θεολόγο όπου ζευγάρωσε και γέννησε τούτον τον άσπρο που φαίνεται ότι εξαιτίας της διαφοράς με τους άλλους στο χρώμα δεν αξιώθηκε ένα όνομα και δέκα τόσα χρόνια τώρα πορεύεται στον κόσμο ακούγοντας το «γαϊδαρος» σκέτο.

Το χρώμα του γαϊδάρου αυτού, ασφαλώς και απασχόλησε όλους τους Γιαλίτες που τον είδαν σαν φαινόμενο γιατί όπως προαναφέρθηκε όλα τα ντόπια ήταν σκουρόχρωμα αλλά το γεγονός ότι ανήκει στο Γιάννη, δεν άφηνε περιθώρια για πολλές αναζητήσεις. Πιθανόν κάποιος μακρινός πρόγονος του «Γαϊδαρου» να ήταν ένα άσπρο άλογο που ζευγάρωσε με κάποια γαιδούρα και σύμφωνα με του νόμο κάποιου επιφανούς φυσιοδίφου, του Μέντελ απ’ ότι θυμάμαι από το σχολείο, ο οποίος λέει ότι τα χαρακτηριστικά κάποιου είδους μπορούν να κληρονομηθούν μέχρι την εβδόμη γενιά, να βγήκε αυτός με άσπρο χρώμα.

Το γεγονός αυτό φυσικά και δεν μείωσε καθόλου την ικανότητα του «Γαιδάρου» στις δουλειές και με αυτόν ο Γιάννης όργωσε, αλώνισε και έκανε ότι μεταφορές ήθελε. Τώρα που οι περισσότερες δουλειές γίνονται πλέον με μηχανήματα, περνούν μαζί αρκετές ώρες της ημέρας και τα μεσημέρια, όπως χθες μοιράζονται αρμονικά και τη σκιά ενός τοίχου…

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Ο ΛΑΚΗΣ ΚΑΙ Ο ΜΟΥΤΖΑΛΗΣ…


Στις καθημερινές ασχολίες του Μιχάλης Θεολογίτη από τη Λαγκάδα που δεν σηκώνουν αναβολή, ειδικά δε τώρα το καλοκαίρι, είναι το πότισμα του κοπαδιού που διατηρεί ψηλά στο Θεολόγο και ως παρέα παίρνει πάντα μαζί του τον 17χρονο Μουτζάλη, ένα ιδιαίτερης ευφυίας και κοινωνικής συμπεριφοράς γάϊδαρο, ο οποίος και τον ακολουθεί το απόγευμα και στο μικρό καφενείο της Λαγκάδας που ακούει στο ωραίο όνομα «Λουκάκη».

Ο Λάκης και οι υπόλοιποι κάθονται μέσα στο καφενείο όταν είναι χειμώνας και το καλοκαίρι αράζουν στα τραπεζάκια του στενού δρόμου με τους ασβεστωμένους τοίχους ενώ ο Μουτζάλης είναι δεμένος σε κάποιο σημείο εκεί κοντά και συχνά γίνεται το επίκεντρο των συζητήσεων της παρέας αναφορικά με τη ζωή του και τις κακές συνήθειες που έχει αποκτήσει κάνοντας παρέα ανθρώπους παρά γαϊδάρους και μουλάρια.

Τούτο όμως ελάχιστα απασχολεί τον πανέξυπνο Μουτζάλη ο οποίος προτιμά να είναι δεμένος στο στενό του καφενείου και να βλέπει κόσμο και να κόβει κίνηση παρά στο στάβλο ή σε καμιά ερημιά να βόσκει μόνος του. Έτσι χαίρεται που τον παίρνει για παρέα ο Λάκης παντού όπου πηγαίνει και δεν βαριέται καθόλου αν και πολλές από τις διαδρομές τις έχει περπατήσει άπειρες φορές και μάλιστα φορτωμένος με ένα σωρό πράγματα.

Χαίρεται μάλιστα διπλά όταν στην επιστροφή αντί να κουβαλάει τον κάπως βαρύ Λάκη μαζί με τις μπύρες που ζυμώνονται μονίμως στην κοιλιά του, να έχει στο σαμάρι του φορτωμένη τη τροφή του η οποία αν κρίνουμε από την ποικιλία των φυτών της Αμοργού πρέπει να είναι εξαιρετική και οπωσδήποτε κάνει καλό σε όποιο ζωντανό τη βρίσκει το παχνί του.

Έτσι χθες το μεσημέρι που τους είδα να γυρνάνε χαρούμενοι από το Θεολόγο, τους έστησα για την πρώτη φωτογραφία του σχετικού αφιερώματος στο Λάκη και στον Γκριτζάλη γιατί μετά το βιβλίο για την Όξω Μεριά και την Μιχάλη Ρούσσο αρχίζω το ανάλογο και κάπως μεγαλύτερο για την Αιγιάλη και τους ανθρώπους της και αρχίζω σιγά – σιγά να ξεχωρίζω τους πρωταγωνιστές. Ένα ζευγάρι απ’ αυτούς λοιπόν είναι ο Λάκης και Μουτζάλης…

ΕΝΑ ΛΙΧΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΙΓΙΑΛΗ


Ο αέρας είναι το πλέον απρόοπτο στοιχείο στον κόσμο των Κυκλάδων. Οι προβλέψεις του Μετεωρολογικού Δελτίου σχετικά με αυτόν είναι γενικές και αφορούν τους ναυτιλόμενους κυρίως και βεβαίως όσους ασχολούνται με τον τουρισμό και η οικονομία τους εξαρτάται αποκλειστικά από αριθμό των τουριστών που θα πάνε σε ένα νησί και τι θα ξοδέψουν.

Καθώς δε οι παραδοσιακές ασχολίες των Κυκλαδιτών έχουν υποχωρήσει τραγικά απέναντι στον τουρισμό, οι δεύτεροι από τις δυο προαναφερόμενες κατηγορίες είναι πλέον και η περισσότεροι. Ελάχιστοι δε έχουν απομείνει που ο καιρός και ιδιαίτερα ο αέρας, τους απασχολούν όπως και τους προγόνους τους σε αυτό τον τόπο και μια αναποδιά μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις προγραμματισμένες καθημερινές ασχολίες τους.

Τούτο έγινε χθες και όλοι πλην ενός στην Αιγιάλη ήταν ικανοποιημένοι επειδή είχαν λιγοστέψει τα μποφόρ και ο κόσμος κινούνταν άνετα στις παραλίες και τα καταστήματα. Αυτός ο ένας, ήταν ο Μιχάλης Ρουσ. Αρτέμης ο οποίος ήθελε να λιχνίσει τη μικρή φετινή σοδειά φάβας που έβγαλε από το χωράφι δίπλα από το δρόμο της Λαγκάδας που νοικιάζει από το Μοναστήρι, στο τσιμεντοστρωμένο αλωνάκι κάτω από τον Άγιο Φίλιππα.

Ο Μιχάλης με την πείρα που διαθέτει ως αγρότης πάνω στα μετεωρολογικά του τόπου του, ξεκίνησε από νωρίς το πρωί γιατί εκτίμησε πως θα φυσούσε, αλλά να που γελάστηκε. Το λίχνισμα είναι μια δουλειά που εξαρτάται αποκλειστικά από την δύναμη του αέρα και φυσικά από την κατεύθυνση που έρχεται. Ειδικά δε σε αυτό το αλώνι που είναι σε ένα κάπως προφυλαγμένο σημείο του κάμπου στον Όρμο, ο αέρας που θα βοηθούσε τον Μιχάλη θα έπρεπε να έρχεται από τη θάλασσα, να είναι συνεχής και αρκετά δυνατός ώστε να έχει καλό αποτέλεσμα, να τελειώσει δηλαδή γρήγορα για να μην τον φάει η ζέστη, η σκόνη και ο ήλιος του μεσημεριού.

Δυστυχώς, ενώ ξεκίνησε καλά το πρωί, ο αέρας έπεσε και έρχονταν από εκεί που δεν τον περίμενε για λίγα λεπτά και αμέσως πάλι σταματούσε. Δεν προλάβαινε ο Μιχάλης να ανεβάσει δυο – τρία λιχνίσματα στον αέρα και πάλι κάθονταν. Έφτασε δε να μείνουμε στη σκιά δίπλα από το αλώνι παραπάνω από ένα τέταρτο μέχρι να έρθει ένα ριπίδι αέρα και να μπορέσει να προχωρήσει λίγο το έργο το οποίο έπρεπε να τελειώσει μέσα σε μια μέρα γιατί οι υποχρεώσεις στο κοπάδι και στα μεροκάματα που κάνει σε διάφορες δουλειές δεν του επέτρεπαν άλλα χασομέρια.

….

Μετά το μεσημεράκι που ξαναπέρασα από αλώνι, βρήκα το Μιχάλη ακόμα εκεί ξεθεωμένο από την ταλαιπωρία και αγνώριστο από τη σκόνη να έχει μπροστά του ένα μικρό πια σωρό από φάβα για λίχνισμα ακόμα και υπολόγιζε πως και με άπνοια, ακόμα θα κατάφερνε μέσα σε μισή ώρα να τελειώσει γιατί αύριο τον περίμεναν άλλες υποχρεώσεις…

ΑΙΓΙΑΛΗ, 11072011

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2011

Ο ΗΛΙΟΣ ΓΕΡΝΕΙ ΣΤΗ ΓΥΑΡΟ…


Το βοριαδάκι που φυσάει τούτες τις ημέρες στο Αιγαίο έχει καθαρίσει την ατμόσφαιρα από κάθε υγρασία κι έτσι κάνει να φαίνονται κατακάθαρα ακόμα και νησιά που φέρνουν κακές μνήμες, όπως η Γυάρος και την οποία δεν επισκέπτεται ποτέ κανένας.

Ο λόγος, έχει να κάνει με τον καιρό του εμφυλίου και των ανοιχτών φυλακών που λειτούργησαν εκεί για τους «αντιφρονούντες» εκείνης της εποχής και για τα μυαλά των κυβερνώντων νομίζω πως ισχύει ακόμα. Έτσι, πλην ελαχίστων τους οποίους η μνήμη συνδέει με αυτό τον μαρτυρικό τόπο, οι περισσότεροι γνωρίζουν το νησί από απόσταση και σαν ρωτήσουν τον διπλανό τους ποιο είναι, σπάνια παίρνουν απάντηση…

Κυριακή 10 Ιουλίου 2011

ΠΟΙΟΣ ΜΑΖΕΥΕΙ ΤΑ ΝΕΡΑΝΤΖΙΑ;


Δεν πολυκατάλαβα σήμερα τη ζέστη όσο ήμουν στο σπίτι γιατί είχα μάλλον το μυαλό μου στην Αμοργό στην οποία ξεκίνησα επιτέλους να κάνω το τελευταίο ταξίδι πριν την έκδοση του βιβλίου την ερχόμενη εβδομάδα, αν βεβαίως δεν συμβεί πάλι τίποτα το τρομερό…

Τη ζέστη την κατάλαβα για τα καλά στο λιμάνι, αλλά είχα προετοιμαστεί για να την αντιμετωπίσω καθώς από το πρωί ήταν από τις πρώτες ειδήσεις που έβγαιναν σε όλα τα δελτία. Από τις άλλες ειδήσεις που έπαιζαν πολύ ήταν το τι θα γίνει με την κατάσταση που επικρατεί στο Σύνταγμα, ένα ζήτημα που απασχολεί σοβαρά τον Δήμαρχο Γιώργο Καμίνη και τον οποίο άκουσα πως όταν πάρει απόφαση να ξεκινήσει, με πολλή χαρά θα τον βοηθήσει στο έργο και ο υπουργός Προστασίας του Βουλευτή, Χρήστος Παπουτσής,

Πως θα τον βοηθήσει, δεν χρειάζεται και πολύ να το ψάξουμε. Απλά, κάποια στιγμή, τώρα που λιγόστεψε κάπως ο κόσμος της Κάτω Πλατείας και οι «αγανακτισμένοι» της Πάνω έχουν όπως δείχνει κουραστεί και πήραν δρόμο για τα βουνά και τις παραλίες, θα στείλει λίγες διμοιρίες ΜΑΤατζήδων (μπορεί να είναι και ίδιοι που έριξαν τα χημικά την περασμένη εβδομάδα και ξέρουν και το δρόμο) να υποστηρίξουν με όποιο τρόπο θα κρίνουν εκείνη τη στιγμή και ανάλογα την αντίδραση, τα συνεργεία του Δήμου που θα μαζέψουν τις σκηνές.

Έτσι θα ικανοποιηθούν μεταξύ των άλλων και οι μεγαλοξενοδόχοι ξενοδόχοι που μιλάνε συνέχεια για χασούρα και κατηγορούν την πλατεία ότι αυτή φταίει που δεν έχει κίνηση η Αθήνα. Δεν τους πειράζουν τόσα άλλα σε αυτή την άθλια πόλη, βρήκαν αυτό να λένε και να ζητάνε και οικονομική υποστήριξη από την κυβέρνηση για να τα βγάλουν πέρα.

Τόσο καιρό, χρόνια δηλαδή δεν τους πειράζει που μεσοτοιχία με τον σπουδαιότερο αρχαιολογικό μουσείο του κόσμου, το Αρχαιολογικό στην Πατησίων, λειτουργεί όλο το 24ωρο μάλιστα η μεγαλύτερη πιάτσα ναρκωτικών στην Ελλάδα. Αυτό δεν νοιάζει ούτε και τον υπουργό Πολιτισμού που μπορεί να βλέπει από το παράθυρο του υπουργείου του αυτό το χάλι αλλά δεν είδαμε μέχρι τώρα να τον απασχολεί σοβαρά αυτό το πράγμα.

Κάπως έτσι γνώρισα τη ζέστη σήμερα στην Αθήνα και περνώντας μπροστά από το παραιτημένο παρκάκι πίσω από την Εθνική Βιβλιοθήκη, αναρωτήθηκα για μια άλλη μια φορά, αν υπάρχει κανένας σε αυτή την πόλη που δουλειά του είναι να μαζεύει καμιά φορά το μήνα, τα νεράτζια. Όχι γιατί ενοχλούν, έτσι για σπάσιμο σε όσους μόνο βαρύγδουπα λόγια ξέρουν να λένε και να εκμεταλλεύονται διάφορες καταστάσεις, ακόμα και τη ζέστη…

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

ΟΙ ΒΑΡΚΕΣ ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ...


Γράφω ένα σωρό πράγματα για την Αμοργό και χτες το βράδυ, κάνοντας μια σούμα για αυτό το πολύχρονο έργο διαπίστωσα πως έχω ξεχάσει να πω δυο λόγια για την πιο όμορφη παρέα των Καταπόλων.


Πρόκειται για τις πολύχρωμες πάπιες που ζουν σε μια φωλιά κάτω από τα αρμυρίκια και αποτελούν τη πιο απρόοπτη και χαρούμενη συντροφιά του λιμανιού όλο το χρόνο και για τις οποίες, όλοι εκεί θεωρούν αυτονόητο πως είναι το ίδιο γνωστές με τον «Σκοπελίτη» για παράδειγμα ή άλλα ονομαστά σκάφη του νησιού.

Πράγματι αυτά τα συμπαθή πουλιά ζουν κοντά στο λιμάνι όλο το χρόνο και μόνο όταν λυσσομανά η θάλασσα δεν κολυμπάνε δίπλα από τα αραγμένα σκάφη και δεν ψάχνουν να βρουν τροφή μέσα στα νερά. Ιδιαίτερα όταν δεν έχει καθόλου κύμα, τότε αρμενίζουν σαν πραγματικές βάρκες βαθιά μέσα στον κόλπο και καμαρώνουν σαν μικρός στόλος που κάνει παρέλαση μπροστά στην προκυμαία.

Στην ουσία, σε αντίθεση με τις βάρκες, αυτές ούτε καν τις ενδιαφέρει ο καιρός γιατί μόλις δουν τη θάλασσα να αγριεύει το παίρνουν στα πόδια και όπου φύγει – φύγει, χώνονται στη φωλιά τους και γλιτώνουν ενώ οι βάρκες που οπωσδήποτε δεν έχουν πόδια να περπατήσουν, υπομένουν την κακοκαιρία δεμένες στο σχοινί τους και πολλές φορές το ξέσπασμα του καιρού αποβαίνει γι’ αυτές μοιραίο.

ΛΙΓΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΑΠΟΨΕ…


Έχω δυο - τρεις μέρες να πάω ως το Σύνταγμα και τούτο γιατί το βιβλίο για την Αμοργό, πρέπει να φτάσει κάποια στιγμή στο τέλος του και να δω τι θα κάνω από εδώ και πέρα με αυτό το νησί καθώς και για το καλοκαίρι.

Έτσι νωρίτερα βρέθηκα για λίγο στην πλατεία όπου εμφανείς ήταν οι συνέπειες της ζέστης και του Σαββατοκύριακου βεβαίως. Ελάχιστοι οι αγανακτησμένοι μπροστά στον Άγνωστο, όπου μάλιστα έχουν εδώ και μέρες αφαιρεθεί τα κάγκελα να πηγαίνουν οι τουρίστες να βλέπουν τους τσολιάδες και να φωτογραφίζονται μαζί τους. Ούτε συνθήματα ακούγονταν, ούτε τίποτα το σοβαρό έμοιαζε να κινείται εκεί πέρα αλλά τα ΜΑΤ κάπου παραφύλαγαν.



Στην πλατεία όμως είχε κάποια κίνηση καθώς είχαν συγκεντρώθηκαν αρκετοί διαδηλωτές με πανό και συνθήματα για το ζήτημα της Συρίας και την περίπτωση της Γάζας και αυτοί ήταν που έδωσαν λίγη ζωή στην πλατεία που ετοιμάζονταν για την αποψινή συνέλευση και όπως πήρα είδηση θα ασχοληθεί με πολύ ενδιαφέροντα θέματα για τα οποία θα πληροφορηθούμε αργότερα από την σχετική ιστοσελίδα. http://www.real-democracy.gr/.


Εκείνο που κράτησα σήμερα και μοιράζομαι μαζί σας είναι η εικαστική παρέμβαση με τις μάσκες που κρέμονται στον ουρανό της πλατείας που άκουσα πως είναι των βουλευτών. Δεν προλάβαινα να ρωτήσω και να μάθω περισσότερα αλλά απομόνωσα μια λεπτομέρεια καθώς πως αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία μετά την επίθεση με τα χημικά στο Σύνταγμα.


Μια λεπτομέρεια που δεν πρέπει να ξεχαστεί γιατί μπορεί η ζωή της πόλης και της πλατείας μπορεί να ατονήσει λίγο και λόγω καλοκαιριού να μεταφερθεί στα νησιά και στα βουνά αλλά να μην ξεχνάμε ότι σε 40 μέρες το πολύ, πάλι θα βγούμε στους δρόμους γιατί το μεσοπρόθεσμο και τα άλλα σχετικά, όπως οι προϋποθέσεις για την έκτη δόση έρχονται..

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011

ΟΙ ΠΕΤΡΟΦΟΙΝΙΚΕΣ ΤΗΣ ΟΞΩ ΜΕΡΙΑΣ


Δεν θα δούμε παρά ελάχιστους φοίνικες σήμερα στην Αμοργό, αλλά όταν βλέπουμε αυτές τις υπέροχες κατασκευές μέσα στις κατοικιές και στα μαντριά, το μυαλό μας πάει σε εκείνο τον αρχαίο μάστορα που θέλησε να χτίσει τη σκιά τους με πέτρα...


Δεν φαίνονται, αλλά πρέπει να αποτελούν ολόκληρο δάσος αν μετρηθούν, οι πετροφοίνικες - οι χτιστές δηλαδή με πέτρες κολώνες που κρατούν τις στέγες στα κτίσματα και τα οποία διακρίνονται ακόμα κι έχουν πέσει όλοι οι τοίχοι γύρω τους, στην Όξω Μεριά.

Λίγα, εως ελάχιστα και κυρίως εκείνα τα κτίσματα που κατοικούσαν οι άνθρωποι είχαν τόξα να στηρίζονται οι στέγες. Σε όλα τα άλλα, ανάλογα με την έκταση που έπρεπε να στεγαστεί, ο μάστορας θεμελίωνε στο κέντρο τους ένα τοίχο όπως τον βόλευε, άλλοτε ορθογώνιο και άλλοτε κυκλικό και σιγά - σιγά άρχιζε να τον υψώνει χρησημοποιώντας διαλεγμένες πέτρες της οποίες θηλύκωνε προσεκτικά και σαν έφτανε στο απαραίτητο ύψος, τότε ακουμπούσε πάνω του ξύλα που κατέληγαν στον εξωτερικό τοίχο και πάνω στα οποία έβαζε μεγάλες, λεπτές πλάκες.


Πάνω απ’ αυτές κατόπιν άπλωνε ένα ειδικό χώμα από τα Χάλαρα που δεν διέλυε εύκολα το νερό, το πάταγε γερά κι έτσι δημιουργούσε μια ταράτσα και η οποία πολλές φορές διαμορφώνονταν έτσι ώστε να μαζεύει το βρόχινο νερό και να το οδηγεί στο στερνί.

Αυτές οι κολώνες που μοιάζουν σαν μεγάλοι φοίνικες, είναι εκπληκτικά δείγματα της ιθαγενούς αρχιτεκτονικής και έργα ανθρώπων που σπούδασαν την τέχνη στο ύπαιθρο. Χωρίς κανένα ειδικό εργαλείο και μόνο με τα χέρια τους και την αισθητική ματιά τους, αυτοί οι μοναδικοί μάστορες κατάφερναν και μοίραζαν αρμονικά το βάρος πάνω σε ένα πέτρινο άξονα και οδηγούσαν τις δυνάμεις που δυνάστευαν το έργο προς ένα στόχο.

Τους φαντάζομαι μέσα σε αυτό το γυμνό τοπίο με τις αμέτρητες πέτρες, όπως οι παλιοί δεντροκόμοι να χαϊδεύουν στοργικά τον κορμό που χτίζουν με τα λιθάρια και αυτός να μεγαλώνει και κάποια στιγμή να βγάζει μεγάλα κλαριά και πλατιά φύλλα πέτρινα για να προφυλάσσεται από κάτω τους το κοπάδι και τα άλλα ζωντανά από τη βροχή και τον καυτό ήλιο.

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Η ΣΑΥΡΑ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΗΣ…


Είναι γενική η εντύπωση πως κάτω από τις πέτρες πάντα κάτι ύποπτο κρύβεται και κατά κανόνα αυτό μπορεί να προξενήσει κακό σε όποιον τολμήσει να τις ανασηκώσει και μάλιστα όταν επιχειρήσει να το κάνει με γυμνά χέρια. Για τον ίδιο λόγο πάλι, πρέπει να προσέχει και όποιος θελήσει να ακουμπήσει μια πέτρα ή να κάτσει πάνω σε αυτή.

Και είναι λογικό, γιατί κάτω από τις πέτρες κρύβονται και έχουν τις φωλιές τους τα φίδια, τα οποία έχουν δεν έχουν δηλητήριο πάντα αυτά με φοβίζουν, διάφορα άλλα ερπετά, σαύρες κάθε είδους καθώς και όλες οι κατηγορίες των εντόμων, ωφέλιμων και ανωφελών, πάσης φύσεως ασπόνδυλα σκουλήκια και ένα σωρό άλλα περίεργα είδη που το τι είναι το καθένα και πως λέγεται το γνωρίζουν μόνο λίγοι άνθρωποι και αυτοί λέγονται εντομολόγοι.

Όλος αυτός ο κόσμος που ζει κάτω από τις πέτρες και ο οποίος θα μπορούσε να γεμίσει τη μισή Κιβωτό αν έρχονταν πάλι η στιγμή του κατακλυσμού, την ημέρα, ούτε που φαίνεται γιατί εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων κοιμάται στη φωλιά του και μόνο σαν πέσει η νύχτα βγαίνει από το σημείο που είναι κρυμμένος αναζητώντας τροφή ή ερωτική συντροφιά.

Στις εξαιρέσεις, τον πρωτεύοντα ρόλο παίζουν οι άπειρες μικρές καφετιές σαύρες που κυκλοφορούν ανάμεσα στις πέτρες οι οποίες δείχνουν μεν να φοβούνται και τρέχουν να κρυφτούν μόλις αντιληφθούν κάποια κίνηση, αλλά πάντα κοντοστέκονται, βρίσκουν ένα σημείο που θεωρούν πως δεν διακρίνονται κι απ’ εκεί στέλνουν ένα ανεπαίσθητο χαιρετισμό στο διαβάτη που μόλις αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται, προχωρά άφοβα.

Είναι αυτές οι μικρές σαύρες, τα μόνα ζωντανά που αψηφούν τον καυτό ήλιο του μεσημεριού και κάνουν συντροφιά στο διαβάτη της Μεγάλης Στράτας που οδηγεί από την Αιγιάλη στη Χώρα της Αμοργού και τον επισκέπτη του οικισμού του Ασφοντυλίτη με τις άπειρες πέτρες που από κάτω τους έχουν τις φωλιές τους αυτά τα χαριτωμένα ερπετά.

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011

ΣΤΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΜΕ ΤΟ ΝΙΚΟΛΑ


Η μουσική ήταν μέσα στην ζωή τους και τα γλέντια ένα απαραίτητο κομμάτι της.Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, στα ορεινά Θολάρια της Αμοργού όπου πάντα ζούσε ένας παλιότερος που δίδασκε μουσική και ένα τσούρμο ευαίσθητων νεαρών Αιγιαλιτών που μαγεύονταν από τα βιολιά και τα σαντούρια και ήθελαν να τα κρατήσουν κι αυτοί στα χέρια τους και να μιλήσουν με τους ήχους τους, για τη ζωή, τη θάλασσα, τον έρωτα και τον όμορφο τόπο τους.

Ο Νικόλας Θεολογίτης θήτευσε κοντά στο Βαγγελάκι (Βαγγέλης Βεκρής), έναν ιδιαίτερο άνθρωπο που συνδύαζε αρμονικά τα σύνεργα του ψαρά με το λαγούτο και στο Ταρανάκι (Γεώργιο Στεφανίδη) από τη Λαγκάδα που έπαιζε με μοναδικό τρόπο βιολί και λαγούτο. Σεβόμενος πάντα τα καθιερωμένα, ακολούθησε μια άγραφη, τοπική παράδοση και από νωρίς επιχείρησε να γράψει δικούς του στίχους και έτσι καθιερώθηκε και ως ποιητής. Με απλά λόγια, τραγουδά την Αμοργό και τους ανθρώπους της, ενώ δεν χάνει ποτέ την ευκαιρία να σχολιάσει και την παρουσία επωνύμων ξένων και ευειδών γυναικών στα Θολάρια και ιδιαίτερα στην ιστορική ταβέρνα «Πανόραμα». Εκεί κάθε βράδυ κατά τους καλοκαιρινούς μήνες τραγουδά, με συνοδεία τον Μιχάλη Βλαβιανό στο λαγούτο και το γιο του Μιχάλη στο βιολί. Επειδή μάλιστα φρόντισε από νωρίς να εμπνεύσει στα παιδιά του αγάπη προς τη μουσική, πολλές είναι οι φορές που και ο άλλος του ο γιός, ο Βούλης (Παρασκευάς) ανεβαίνει και αυτός στο πάλκο και γίνεται χαμός. Είναι όπως λένε οι φίλοι της Αιγιάλης, το «Πανόραμα» η πιο αληθινή γωνιά της Αμοργού και ο Νικόλας, ο ποιητής που τους τραβάει κοντά του και δεν λογαριάζουν αν πέφτουν συνεχώς θύματα του οίστρου του!

ΥΓ. Το κείμενο για το Νικόλα δεν είναι βεβαίως σημερινό, αλλά το τράβηξα από το αρχείο της Ελευθεροτυπίας που είχε δημοσιευτεί πέρσι και σας εγγυώμαι πως από τότε μέχρι σήμερα τίποτα δεν έχει αλλάξει…

ΕΝΑ ΑΛΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΜΟΡΓΟ…


Η Αμοργός είναι ένα νησί που αγαπώ ιδιαίτερα, την επισκέπτομαι συχνά έχω γράψει στο παρελθόν και θα γράφω συνέχεια διάφορα πράγματα γι’ αυτή και τους ανθρώπους της στις εφημερίδες και στα περιοδικά μέχρι να κλείσουν, αλλά προσπαθώ αυτό το έργο σιγά – σιγά να το εντάξω στο δικτυακό χώρο έτσι ώστε ορισμένα κείμενα να μείνουν στο αρχείο και να είναι παράλληλα προσιτά σε όποιον ενδιαφέρεται να μάθει για το νησί.

Οι λόγοι για τους οποίους μου αρέσει η Αμοργός είναι πολλοί αλλά σε τούτο το σημείωμα σήμερα θα σταθώ μόνο στην καλλιέργεια και το αλώνισμα της φάβας. Και τούτο όχι ως φολκλόρ ή στοιχείο της τουριστικής προβολής του νησιού αλλά ως βασικό στοιχείο της αγροτικής της παραγωγής η οποία μπορεί μεν να ελαττώθηκε, αλλά δεν εξαφανίστηκε όπως σε άλλα νησιά. Τούτο έγινε γιατί οι Αμοργίνοι άργησαν λόγω αποστάσεως να γίνουν τουριστικός προορισμός και να ασχοληθούν αποκλειστικά με αυτόν και επειδή βεβαίως το γεωφυσικό της ανάγλυφο δεν επέτρεπε άλλου είδους καλλιέργειες. Για τον ίδιο λόγο πάλι, στην Αμοργό και ιδιαίτερα στην Αιγιάλη, οι άνθρωποι συντηρούν ένα μεγάλο αριθμό γαιδουρομούλαρων κι έτσι εξυπηρετούνται στις αγροτικές δουλειές και στις μεταφορές.

Το θέμα λοιπόν είναι ότι στην Αμοργό η παραγωγή φάβας δεν σταμάτησε καθόλου και τα τελευταία χρόνια μάλιστα παρατηρήθηκε μια αύξηση που έχει να κάνει με την προβολή του πολύτιμου αυτού προϊόντος και βεβαίως την τιμή του η οποία δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη. Παράλληλα δε με τη φάβα, στην Αιγιάλη που γνωρίζω καλά, οι άνθρωποι καλλιεργούν ένα σωρό άλλα πράγματα, έχουν ελιές, αμπέλια, μελίσσια, πράγματα πάλι που σε άλλα νησιά τα έχουν σχεδόν ξεχάσει και έχουν αφοσιωθεί μόνο στον τουρισμό.

Έτσι, οι Αμοργίνοι που δεν αφομοιώθηκαν εντελώς από τον τουρισμό, σε σχέση με άλλα νησιά είναι αυτοί που θα θιγούν και λιγότερο από μια ενδεχόμενη πτώση της τουριστικής κίνησης ιδιαίτερα από πλευράς των Ελλήνων, γιατί πολύ απλά, κράτησαν την αγροτοκτηνοτροφική τους παράδοση και τούτο είναι το καλύτερο θεμέλιο για την αρχή μιας άλλης εποχής που θα δώσει πάλι περισσότερο βάρος στην πρωτογενή παραγωγή και την επάρκεια σε προϊόντα που αποτελούν και τη βάση της διατροφής του ανθρώπου…