Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2019

ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΗΔΑΚΙ ΚΑΙ ΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ




Ήταν μια μοναδική η χθεσινή βραδιά στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης που απολαύσαμε, όσοι χωρέσαμε βέβαια γιατί η ουρά ήταν έφτανε ως τη Σταδίου, την εκδήλωση για τα 70 χρόνια από την διάλεξη που έκανε ο Μάνος Χατζηδάκις για το ρεμπέτικο τραγούδι στις 31 Ιανουαρίου το 1949.  



Η χθεσινή εκδήλωση συνδιοργανώθηκε από το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» σε συνεργασία  με το Κέντρο Ελληνικής Μουσικής «Φοίβος Ανωγειανάκης». Την επιμέλεια του αφιερώματος είχε ο Λάμπρος Λιάβας, καθηγητής εθνομουσικολογίας στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του ΕΚΠΑ, ο οποίος διάβασε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τη διάλεξη, αναλύοντας την κομβική σημασία της για την εποχή και την εξέλιξη του ελληνικού τραγουδιού. Παράλληλα, o πιανίστας Θοδωρής Οικονόμου έπαιξε αποσπάσματα από τις «Έξι λαϊκές ζωγραφιές» που συνέθεσε ο Χατζιδάκις το 1950 με πηγή έμπνευσης τα ρεμπέτικα. Ο γιος του Μάρκου Βαμβακάρη, Στέλιος με την ορχήστρα του (Εβελίνα Αγγέλου,Μιχάλης Δήμας, Μάνος Καλπάκης, Γιώργος Χρονόπουλος) έπαιξαν τα πέντε κλασικά ρεμπέτικα τραγούδια που ακούστηκαν στην πρώτη διάλεξη του 1949.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Θα ακολουθήσει ειδικό ρεπορτάζ μετά το αυριανό δημοσίευμα για την εκδήλωση στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος».

ΑΘΗΝΑ, 29012019

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2019

ΟΙ "ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΕΣ" ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ




Τον Γιώργο Πίττα πρώτα τον γνώρισα από τις σελίδες του πρώτου βιβλίου του «Τα σημάδια του Αιγαίου» (2007). Στη ματιά που έβλεπε τα πράγματα αυτός ο ακούραστος ταξιδευτής ανακάλυψα όλα εκείνα που υπάρχουν πίσω και δίπλα από τον τουρισμό που είχε ήδη αρχίσει να αλέθει τοπία, ανθρώπους, παραδόσεις σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και από τότε έχω το βιβλίο σαν οδηγό να ανακαλύπτω τα σημάδια κάθε τόπου. Το καλοκαίρι του 2010 είχα την χαρά να ταξιδέψουμε μαζί στα Δωδεκάνησα, δούλευε τότε το επόμενο βιβλίο του «Πανηγύρια του Αιγαίου» και τον χειμώνα της επόμενης χρονιάς πάλι μαζί βρεθήκαμε στην Ήπειρο για τη συγκέντρωση υλικού για την προβολή του ελληνικού πρωινού στα ξενοδοχεία, πράγμα που σημείωσε μεγάλη επιτυχία και καμαρώνει πολύ γι’ αυτό όπως φυσικά και για την μοναδική γαστρονομική ιστοσελίδα www.greekgastronomyguide.gr.


Πρόκειται για έναν ακούραστο άνθρωπο, δοσμένο απόλυτα σε αυτό που κάνει. Έπιανε κουβέντα με τον κόσμο, ρωτούσε για πλήθος πραγμάτων, κρατούσε στο μπλοκάκι του λεπτομερείς σημειώσεις για κάθε τι που έβλεπε και άκουγε. Φωτογράφιζε διαρκώς ότι τον συγκινούσε και του δημιουργούσε ενδιαφέρον. Στο τέλος της ημέρας κάθονταν στον υπολογιστή και ξελαγάριζε τη σοδειά της ημέρας με τρόπο που θα ζήλευε και ο πιο επιμελής σπουδαστής. Το αποτέλεσμα αυτού του έργου το είδαμε στη σειρά των εξαιρετικών, 17 στον αριθμό, βιβλίων του. Εκείνο όμως που δεν φαίνονταν ότι ο Γιώργος κρατούσε σημειώσεις για ένα ακόμη βιβλίο το οποίο κυκλοφόρησε λίγο πριν τελειώσει το 2018 και κυριολεκτικά μας ξάφνιασε. Πρόκειται για τις «Γαστρονομικές κοινότητες – Γαστρονομικοί προορισμοί» και ο ίδιος το αποκαλεί εγχειρίδιο χρήσης για τον καθοριστικό ρόλο που μπορούν να παίξουν στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας και την διαμόρφωση της γαστρονομικής και πολιτιστικής ταυτότητας κάθε τόπου.   
Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου «Γαστρονομικές Κοινότητες» και την αρχή μιας σειράς παρουσιάσεων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας τις επόμενες ημέρες συναντηθήκαμε προχθές με τον Γιώργο Πίττα μιλήσαμε για το έργο του.



Ποια αφορμή σε οδήγησε να γράψεις αυτό το βιβλίο;

Έχω γράψει 17 βιβλία και αυτό ήταν η αφορμή να γνωρίσω την Ελλάδα. Κατέγραψα τα καφενεία, τα πανηγύρια, τα προϊόντα. Το πιο ενδιαφέρον όμως ήταν τα 8 χρόνια που δούλεψα το «Ελληνικό πρωινό» που ήταν μια προσπάθεια να βάλουν τα ελληνικά ξενοδοχεία  στο πρωινό τους τοπικά προϊόντα. Ο βασικός κορμός του ελληνικού πρωινού ήταν μια επανάσταση γιατί μέχρι τότε ο κόσμος έβαζε στα πρωινά κρουασάν, τυράκια, τυποποιημένες μαρμελάδες. Ήταν προσανατολιζόμενο στις ανάγκες των ξένων όπως τις σκεφτόμαστε εμείς. Ο ΕΟΤ στις προδιαγραφές που συνιστούσε αυτά προέβλεπε: ένα κρουασάν και μια πορτοκαλάδα. Αυτό δεν μπορούσε να κρατήσει άλλο κι έτσι ξεκίνησε η προσπάθεια της προβολής του «Ελληνικού πρωινού» και της συνεργασίας των ξενοδοχείων με τις τοπικές κοινωνίες. Είπαμε το πρωινό να έχει παξιμάδια, λάδι, ελιές, τυροκομικά, γιαούρτι, μέλι. Είπαμε όλα αυτά να μην είναι μια ενιαία ντιρεκτίβα, αλλά κάθε περιοχή να προσφέρει τα δικά της. Για να γίνει όμως αυτό έπρεπε να εντοπιστούν αυτά τα προϊόντα και οι άνθρωποι που τα δημιουργούν. Έτσι ταξίδεψα σε 41 περιοχές της Ελλάδας όπου σε κάθε περιοχή πριν παρουσιάσουμε το «Ελληνικό πρωινό» έπρεπε να πάω να κάνω μια έρευνα. Έτσι ήρθα σε επαφή με πολλούς παραγωγούς, τοπικούς σεφ και δημοσιογράφους, πολιτιστικούς συλλόγους. Αρχίσαμε έτσι να ψάχνουμε και όταν παρουσιάζαμε το «Ελληνικό πρωινό» καλούσαμε και τους σεφ της περιοχής, τους παραγωγούς, τους επιχειρηματίες. Οι πολιτιστικοί σύλλογοι ενώ στην αρχή αν τους ρωτούσες τι τοπικά προϊόντα είχαν, έλεγαν τίποτα, ξαφνικά ανακάλυπταν ότι είχαν έναν τεράστιο πλούτο τον οποίο υποτιμούσαν.
Η μάχη που έδινα τότε ήταν πως αυτά ήταν προϊόντα της ντροπής, τραχανάς, τοπικά τυριά και αλλαντικά. Θεωρούσαν ότι τους θύμιζαν τις γιαγιάδες τους. Έπρεπε να τους εξηγήσω ότι αυτά για τα οποία ντρέπονταν, αυτά ήταν και η περιουσία σας. Είναι αυτά που διαφοροποιούν την μια περιοχή από την άλλη. Γιατί ο επισκέπτης ή ο τουρίστας δεν ενδιαφέρεται τόσο για το καλό προϊόν. Τον ενδιαφέρει κάτι το διαφορετικό, αυτό που δημιουργεί ταυτότητα στον τόπο. Γνώρισα πολλούς ανθρώπους που έβλεπαν τα πράγματα με άλλο μάτι και υπήρχαν νέοι παραγωγοί, νέοι σεφ, μάγειροι. Κατάλαβα πως σε κάθε τόπο υπήρχε ένα κεφάλαιο υλικό που ήταν τα προϊόντα και ένα κεφάλαιο άυλο που ήταν η γνώση των γυναικών της περιοχής που ήξεραν τις συνταγές. Αυτό όμως που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν ότι παντού ανακάλυπτα «κοιμισμένες κοινότητες» που δεν ήξεραν τι σημαίνει συνεργασία και δεν γνώριζαν να κάνουν κάτι από κοινού.
Περιγράφεις ένα όραμα για την Ελλάδα που μπορεί να αλλάξει τα πράγματα στην κοινωνία και την οικονομία της;
Τελειώνοντας το πρόγραμμα του «Ελληνικού πρωινού» που κράτησε 8 χρόνια έμεινε το όνομα και δημιουργήθηκε μια καινούργια έννοια στο ελληνικό πρωινό. Είδα πως αυτό αφορούσε τον χώρο των ξενοδοχείων αλλά άρχισε να με απασχολεί τι γινόταν με τον προορισμό σαν προορισμό. Έτσι μου ήρθε η ιδέα πως όλοι αυτοί οι επαγγελματίες κάθε τόπου να συνεργαστούν και να φτιάξουν δίκτυα συνεργασίας, να συνεννοηθούν, να κάνουν σχέσεις μεταξύ τους, να συνεργαστούν οι παραγωγοί με τους ταβερνιάρηδες και τους ξενοδόχους και όλοι μαζί να βλέπουν τον τόπο τους σαν μια ενότητα. Ένας επαγγελματίας όσο και να πασχίζει να προωθήσει τη δουλειά του εάν ο περίγυρος δεν έχει αξία, όσο και αν προσπαθεί δεν μπορεί να απολαύσει την αξία του παρά μόνο αν είναι γνωστός. Άρα λοιπόν το σκεπτικό είναι να ενωθούν όλοι αυτοί, να ανταλλάξουν απόψεις, να φτιάξουν κάποιες ομάδες οι οποίες θα διέπονται από ένα όραμα. Το όραμα είναι να κάνουμε τον τόπο μας γαστρονομικό προορισμό, να αποκτήσει δηλαδή γαστρονομική ταυτότητα.
Και το δεύτερο είναι να φτιάξουμε και ένα πλαίσιο, κάποιους κανόνες συνεργασίας και ένα σύστημα αξιών. Δηλαδή εμείς που θα συνεργαζόμαστε θα πρέπει να προσέξουμε τα τοπικά προϊόντα. Για να γίνει επώνυμος ο ταβερνιάρης θα πρέπει να έχει και επώνυμα προϊόντα. Πατάτες για παράδειγμα από την περιοχή, από τον τάδε επώνυμο παραγωγό. Θα φτιαχτεί έτσι μια ομάδα η οποία από κοινού θα προωθεί κάποια πράγματα. Το πλαίσιο αξιών είναι: να πιστεύουν στην εντοπιότητα, να παράγουν ποιότητα, να έχουν συνεργατικότητα και αυτοδέσμευση. Αυτά που θα πούμε θα τα τηρήσουμε. Αυτή είναι η νέα αντίληψη.
Η αλήθεια είναι ότι η κρίση έφερε στην ελληνική κοινωνία νέα δεδομένα, όπως οι συλλογικότητα, η αλληλεγγύη και επί πλέον υπάρχει και ένα δεύτερο πράγμα. Τουρισμός δεν μπορεί να είναι αυτοί που έρχονται και παίρνουν ένα σουβλάκι. Ο καλός τουρισμός αποτελείται από ανθρώπους που ψάχνουν να βρουν την ταυτότητα του τόπου. Εγώ λέω τα δαιμόνια ενός τόπου δεν έχουν σχέση μόνο με τα μνημεία του τόπου αλλά και με τη συνεργασία τους, την εμπλοκή τους με την καθημερινότητα των ανθρώπων και οι άνθρωποι που έχουν σχέση με τον τόπο είναι οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι. Όλοι οι άλλοι είναι υπάλληλοι στο Δημόσιο, στο Δήμο, στις Υπηρεσίες.

Στο Ευρωκοινοβούλιο  

Προτείνεις ένα πλήρες σύστημα ανάπτυξης αλλά δεν στέκεσαι μόνο στην θεωρία και προχωράς με παραδείγματα και δράσεις;

Έτσι βγήκε αυτό το βιβλίο που περιγράφει πως οργανώνονται οι γαστρονομικές κοινότητες . Σε κάθε περιοχή καταγράφονται πρώτα όλες οι επιχειρήσεις, είτε είναι παραγωγοί, είτε είναι ταβέρνες ή καφενεία οι οποίες παράγουν ποιότητα. Μετά γίνονται κάποια σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα για να ακούσουν οι άνθρωποι παραδείγματα από άλλα μέρη, για παράδειγμα από την Τοσκάνη, το Σαν Σεμπαστιάν ή την Τήνο; Για να συνεργαστείς πρέπει να αντιληφθείς τι γίνεται αλλού. Έχει φύγει από την πρακτική μας η συνεργατικότητα, την έχουμε ξεχάσει, ο μοναδικός τρόπος για να συνεργαστείς  πρέπει να καταλάβεις ότι αυτό συμφέρει. Άπαξ και αρχίσεις να συνεργάζεσαι καταλαβαίνεις τις άλλες πτυχές της συνεργατικότητας που είναι η αλληλεγγύη και η φιλία. Αλλά σε πρώτη φάση, επειδή μάθαμε να είμαστε μονήρεις και κοιτάζουμε μόνο πότε θα πεθάνει ο γείτονας να του φάμε την κατσίκα, πρέπει να αντιληφθούμε γιατί μπορεί να βοηθήσει αυτή η συνεργατικότητα. Αυτή είναι όλη η ιστορία, πολλά τα παραδείγματα. Μετά σε κάθε περιοχή θα πρέπει να βρεθούν κάποια εργαλεία που έχουν σχέση με το μάρκετινγκ για να προωθηθεί. Λέει το μάρκετινγκ: να προβάλλουμε τον τόπο. Αλλά πριν ξεκινήσει η προβολή ενός τόπου πρέπει να φτιάξεις το περιεχόμενο. Τι είναι αυτός ο τόπος; Τι τον συνθέτει; Να καταγραφούν οι 10 καλύτερες συνταγές του, τα τοπικά κρασιά.
Είναι ένα μοντέλο εντελώς καινούργιο, είναι καινοτόμο. Μιλάμε για συνεργασίες ανθρώπων που μόνοι τους θα φτιάξουν το σύστημα των αξιών τους. Εγώ έχω ένα πρότυπο αλλά αυτοί το συμπληρώνουν. Πάνω σε αυτό όλοι μαζί αποφασίζουν και πρέπει να νιώσουν ότι ο καθένας ενώ εκπροσωπεί τον εαυτό του, τη δουλειά του, την επιχείρησή του εκπροσωπεί και τον τόπο του. Επώνυμος εστιάτορας είναι αυτός που έχει επώνυμα προϊόντα από τους προμηθευτές του. Ξέρει δηλαδή τι και από πού το παίρνει και είναι υπερήφανος γι’ αυτό. Έτσι δημιουργούνται σχέσεις αλληλεξάρτησης και υπερηφάνειας. Είμαι περήφανος γιατί παίρνω από σένα γιατί εσύ θα μου συντηρείς την ποιότητά μου κι εγώ με τη σειρά μου θα συντηρώ την αγορά μου από σένα. Είναι ένας κύκλος, μια αλυσίδα αλληλεξαρτήσεων.

Σε απασχολεί πολύ και καταπιάνεσαι αρκετά με την συνεργατικότητα σαν να μην υπάρχει καν στην ελληνική κοινωνία.

Αν θεωρήσουμε ότι για αναπτυχθεί η γαστρονομία ενός τόπου, γαστρονομία με όλη την ευρύτητα της έννοιας αυτοί που την κατέχουν όσο κανένας είναι αυτοί που την παράγουν. Για να μπορέσουν οι κοινότητες αυτή η μεμονωμένη γνώση να γίνει συλλογική πρέπει να υπερβούν τον πολιτισμό της τελευταίας 30ετίας που είναι ένας πολιτισμός του «εγώ ξέρω!» Εγώ δεν έχω μάθει να συνεργάζομαι, δεν έχω μάθει να ζητάω συγνώμη, δεν σέβομαι την διαφορετικότητα του άλλου, δεν έχω μάθει το να κάνω συμβιβασμούς, δεν έχω μάθει να είμαι δημοκράτης ώστε να κερδίζει η πλειοψηφία. Δηλαδή ουσιαστικά λέμε ότι για να πετύχει η γαστρονομία ενός τόπου, η οικονομική ανάπτυξη μέσα από την γεωργία ενός τόπου πρέπει να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους οι παραγωγοί, οι άνθρωποι που είναι επαγγελματίες. Αυτοί όμως για να την πάρουν πρέπει να αποκτήσουν την κουλτούρα της συνεργασίας. Αυτή τη στιγμή η όλη ιστορία είναι να συνειδητοποιήσουν, κι επειδή κανένας δεν συνεργάζεται γιατί η συνεργατικότητα είναι ένα πολύ δύσκολο πράγμα. Ενώ θα μπορούσες να την προσεγγίσεις ιδεολογικά, αξιακά, συναισθηματικά, αυτά τα τρία πράγματα είναι πολύ βαθιά. Ο μοναδικός τρόπος για να τους πείσεις να συνεργάζονται, πρώτο βήμα μέχρι να τσιμπήσουν στα άλλα τρία που έχουν απωθηθεί, είναι να  καταλάβουν ότι θα ωφεληθούν. Αν αρχίσει αυτή η αλυσίδα να λειτουργεί στα πλαίσια του ωφελισμού θα αρχίσουν και οι άλλες μπάντες να βγαίνουν κι αυτές και θα ενισχύσουν τον συνεργατισμό. Δεν μπορείς να πείσεις κανέναν άνθρωπο να συνεργαστεί παρά μόνο μέσα από το δικό του όφελος. Όλη η ιστορία είναι να τους πεις δοκιμάστε και τα άλλα θα έρθουν μόνα τους. 

Έχεις διαπιστώσει ότι κάπου έχουν αλλάξει τα πράγματα; Αναφέρεις το παράδειγμα της Τήνου.

Ναι εκεί με το food path, με απίστευτη προσπάθεια οι άνθρωποι συνεργάστηκαν και προώθησαν τα τοπικά τους προϊόντα. Μόνο έτσι γίνεται. Για να γίνει αυτό πρέπει να αλλάξει όλη αυτή η αλυσίδα. Για να μπορέσουν οι σεφ για να μαγειρέψουν ελληνικά πρέπει να βρουν προϊόντα. Γι’ αυτό πρέπει οι παραγωγοί να παράγουν προϊόντα με προδιαγραφές που θα τα δεχθεί ο τυποποιητής. Πρέπει όλη η αλυσίδα, από τον πρωτογενή τομέα μέχρι τον σεφ να κάνει το βήμα των επιλογών της.  Δεν μπορείς να προωθείς και να υποστηρίζεις μόνο ένα κομμάτι αυτού του κύκλου, όλος ο κύκλος πρέπει να κινείται παράλληλα μέχρι την επίτευξη του τελικού στόχου. Πρέπει να καταλάβει ο καθένας το ρόλο του μέσα σε αυτή την αλυσίδα και να κινηθεί ανάλογα.


Bραβευση του γηραιότερου καφετζή στην Αμοργό


Γαστρονομία και τουρισμός

Η γαστρονομία δεν είναι η γαστριμαργική απόλαυση αλλά το σύνολο των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στη διατροφή του ανθρώπου. Από το πώς καλλιεργεί το χωράφι του, πως φτιάχνει το αμπέλι του, πως το φακόχωραφο στην Εγκλουβή της Λευκάδας. Πως δηλαδή ο άνθρωπος παρεμβαίνει στη φύση, δημιουργεί τεχνικές καλλιέργειας, επεξεργάζεται τα προϊόντα που παράγει, πως εξελίσσει τεχνικές συντήρησης. Αυτά αποτελούν έναν ολόκληρο κύκλο ο οποίος περιέχει την δημιουργία του τοπίου με καλλιεργήσιμες περιοχές, τον πρωτογενή τομέα, την μεταποίηση και στην τελική μορφή είναι ο πολιτισμός που έχει σχέση με τη γαστρονομία. Υπάρχουν δεκάδες έθιμα που έχουν σχέση με τις καλλιέργειες. Η καλλιέργεια ήταν η ζωή τους και επειδή ο άνθρωπος στη φύση είναι πιο κοντά και στις καιρικές συνθήκες, όλες αυτές οι γιορτές είχαν και στα τελετουργικά τους  και τον απαραίτητο θρησκευτικό χαρακτήρα.  Όλο αυτό το σύμπλεγμα ενδιαφέρει και τον τουρισμό. Τον τουρισμό ενός άλλου επιπέδου, όχι αυτόν που φέρνουν μαζικά οι τουρ οπερέιτορς. Στόχος της Ελλάδας δεν πρέπει να είναι η αύξηση των τουριστών αλλά να φέρει επισκέπτες που θέλουν να ψάξουν το ιδιαίτερο που έχει αυτή η χώρα.



ΑΘΗΝΑ, 22012019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 2 - 3. 

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2019

ΤΑ ΤΡΕΝΑ ΠΟΥ 'ΦΥΓΑΝ, ΕΡΕΙΠΙΑ ΑΦΗΣΑΝ...




Μέχρι την ανάπτυξη των μεγάλων αυτοκινητοδρόμων ο σιδηρόδρομος ήταν το κύριο μέσο μεταφοράς σε όλη σχεδόν την Ελλάδα πλην της Ηπείρου και της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας. Από την Καλαμάτα μέχρι την Ορεστιάδα, κόσμος και εμπορεύματα κινούνταν στις γραμμές που στρώθηκαν στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου. Επρόκειτο δε για ένα θαύμα που έκανε η μικρή τότε Ελλάδα και τρανό σημάδι μιας κοινωνίας που ήθελε να πάει μπροστά, να βγει πιο έξω από τα χερσαία σύνορα της στη Δύση και τον Βορρά.    



Έτσι κύλησαν τα πράγματα μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα και όσες ζημιές είχε υποστεί το σιδηροδρομικό δίκτυο κατά την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου αποκαταστάθηκαν τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια αλλά ήδη είχε αρχίσει και η ανάποδη μέτρηση για το τρένο. Εξαιτίας του αυτοκινήτου που απέκτησαν πολύ σύντομα όλοι οι Έλληνες λιγόστεψαν οι μετακινήσεις με αυτά και μειώθηκαν οι επιβάτες σε πολλές γραμμές. Από την άλλη, ο κακός ή ο ανύπαρκτος σχεδιασμός ώστε αυτό να εξυπηρετεί την παραγωγή και τη βιομηχανία της χώρας, το έβγαλε στο περιθώριο των μεταφορών που κέρδισαν οι αυτοκινητόδρομοι.



Η παρακμή του σιδηρόδρομου κατά τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε ραγδαία και τούτο είχε σαν αποτέλεσμα την διακοπή δρομολογίων σε πολλές περιοχές, όπως για παράδειγμα αυτά για την Πελοπόννησο και την Κοζάνη ενώ κάποια άλλα, φυτοζωούν καθώς ελάχιστοι είναι οι επιβάτες που τα προτιμούν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα και την εγκατάλειψη των εγκαταστάσεων καθώς και των κτιρίων που ήταν κατά μήκος των γραμμών και οι σταθμοί που υπήρχαν και ήταν εξαιρετικά δείγματα μιας αρχιτεκτονικής του μέτρου και της αισθητικής. Είναι τεράστιος ο αριθμός αυτών των σταθμών αφού από αυτούς εξυπηρετούνταν όλα τα χωριά και οι κωμοπόλεις της Ελλάδας και μας τα θυμίζουν τα χορταριασμένα κτίρια που βλέπουμε σε διάφορα απίθανα σημεία δίπλα στις γραμμές.


Δεν είναι όμως μόνο οι μικροί σταθμοί που ρημάζουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τους σταθμούς των πόλεων. Λόγω της μείωσης της κίνησης έχουν απομακρυνθεί απ’ αυτούς και όλα σχεδόν τα καταστήματα που εξυπηρετούσαν τους επιβάτες και εκτός από τις ώρες που έρχονται και φεύγουν οι αμαξοστοιχίες δεν παρατηρείται καμιά κίνηση. Ούτε οι ανακαινίσεις που έχουν γίνει σε ορισμένους απ’ αυτούς τίποτα δεν γίνεται καθώς ο κόσμος έχει ξεχάσει τα τρένα και φυσικά έχουν αλλάξει και οι συνήθειες των ταξιδιωτών. Ελάχιστοι είναι που περιμένουν κάποιον να έρθει με το τρένο ή να τον αποχαιρετήσουν όπως γίνονταν παλιά. Όλοι βιάζονται πια να απομακρυνθούν από τους σταθμούς λες και δεν έχουν καμιά πλέον συγκίνηση να προσφέρουν.



Είναι τώρα ορισμένοι σταθμοί που διατηρούν κάποια κίνηση και οι οποίοι λειτουργούν ως τοπόσημα για κάποιες πόλεις που το τρένο έχει παίξει ιδιαίτερο ρόλο στη ζωή τους και καταφέρνουν να μην αποτελούν μόνο χώρο νοσταλγίας για τους παλαιότερους αλλά και σημείο συνάντησης για τους νέους Η λειτουργία τους πάλι, προσελκύει και πολλούς επισκέπτες της πόλης που γι’ αυτό το λόγο πηγαίνουν με το τρένο ενισχύοντας έτσι ένα ιδιαίτερο τουριστικό ρεύμα που εκτιμά τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν μια άλλη εποχή που οι μεγαλύτεροι θυμούνται όταν βλέπουν παλιές ελληνικές ταινίες στην τηλεόραση.


Ένας απ’ αυτούς τους σταθμούς είναι της Έδεσσας που βρίσκεται μέσα στην πόλη και είναι ακόμη ενταγμένος στη ζωή της ενώ πολλοί είναι οι Εδεσσαίοι και οι επισκέπτες της πόλης που τον προτιμούν για τις μετακινήσεις τους από και προς τη Θεσσαλονίκη αλλά αποτελεί και ενδιάμεσο σταθμό των δρομολογίων προς τη Φλώρινα, έναν άλλο αγαπημένο προορισμό των ανθρώπων που αγαπάνε τα ταξίδια με τον σιδηρόδρομο. Η γραμμή Θεσσαλονίκη – Φλώρινα δεν εξυπηρετείται πλέον από τα παλιά τρένα αλλά από το δίκτυο του προαστικού της Θεσσαλονίκης αλλά αυτό δεν αλλάζει την εμπειρία που έχει ο ταξιδιώτης στη διαδρομή η οποία περνά μέσα από ωραίους παλιούς σταθμούς και όμορφα τοπία μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η υπέροχη λίμνη Βεγορίτιδα.
O σιδηροδρομικός σταθμός της Έδεσσας διατηρεί ένα ύφος που θα ταίριαζε πολύ στις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου και σε αρκετούς θυμίζει σκηνές από τις ταινίες του. 



Με τα μεγάλα πλατάνια που τον σκιάζουν και τα κηπάρια μπροστά στις εγκαταστάσεις του αποτελεί ένα ιδιαίτερο σημείο αναφοράς και αναψυχής. Είναι όμορφος όλες τις εποχές αλλά όταν είναι χιονισμένος παρουσιάζει μια άλλη εικόνα όπου κυριαρχεί η μοναξιά που τονίζει το χιόνι που καλύπτει τις γραμμές και τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται ένθεν κακείθεν των γραμμών, αποθήκες, συνεργεία, άλλες εγκαταστάσεις που ρημάζουν αξιοπρεπώς καθώς φαίνεται πως υπάρχει ακόμη η στοιχειώδης  επιτήρηση και προστασία από τους σιδηροδρομικούς που εργάζονται εκεί ενώ το γεγονός ότι βρίσκεται μέσα στην πόλη απογοητεύει εκείνους που βάζουν στο μάτι τα υλικά που μπορεί να αφαιρέσουν και να πουλήσουν στα παλιατζίδικα. Στο ότι δεν έχουν εξαφανιστεί τα προαναφερόμενα από εκεί, σίγουρα οφείλεται και στη λειτουργία του καταστήματος «Ο Σταθμός» όλες τις ώρες της ημέρας και είναι προσφιλές στους Εδεσσαίους και τους επισκέπτες της πόλης.   



Ο σιδηροδρομικός σταθμός της Έδεσσας επειδή τυχαίνει να βρίσκεται ακόμη εκτός της ανάπτυξης του νέου δικτύου με διπλές γραμμές και καινούργιες διανοίξεις όπως συμβαίνει στον κεντρικό δίκτυο είναι από τους ελάχιστους που διατηρεί όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτήριζαν τους παλιούς σταθμούς των τρένων σε όλη την Ελλάδα και κατά κοινή ομολογία χαρακτηρίζονταν από μια ιδιαίτερη αισθητική και αποτελούν μνημεία μιας εποχής που πέρασε και για τα οποία δεν ενδιαφέρεται κανένας πια πως θα διατηρηθούν. Όλοι αυτοί οι σταθμοί χτίστηκαν με τα χέρια, από μαστόρους και τεχνίτες που είχαν στη διάθεσή τους ελάχιστα εργαλεία και αυτά όχι και τόσο αποτελεσματικά. Όλες δε οι πέτρες, γιατί το τσιμέντο τότε ήταν δυσεύρετο και ακριβό με την πλάτη ανέβηκαν στους τοίχους αλλά και τις γέφυρες που συνεχίζουν να ομορφαίνουν το 
ελληνικό τοπίο.



Τελευταία παρατηρείται έντονο το ενδιαφέρον για αναζωογόνηση του σιδηροδρόμου στην Ελλάδα, μια ιταλική εταιρεία μάλιστα αγόρασε σε σκοτωμένη τιμή τον γηραλέο ΟΣΕ ενώ εκσυγχρονίζονται μεγάλα τμήματα του δικτύου και προχωρά τη ηλεκτροκίνηση σε αργούς ρυθμούς βέβαια αλλά κάτι γίνεται και είναι ορατό σε πολλά σημεία πλέον. Δεν νομίζω όμως ότι θα καταφέρει ποτέ να καταφέρει να κερδίσει το χαμένο έδαφος και να κερδίσει την προτίμηση των επιβατών γιατί άλλαξαν και οι προτιμήσεις των ταξιδιωτών οι οποίοι προτιμούν τα αυτοκίνητα καθώς με αυτά διατηρούν μια ελευθερία κινήσεων και  διαχείρισης του χρόνου παραμονής τους σε ένα τόπο.      

ΕΔΕΣΣΑ, 15012019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος". 11012019, σελ. 2 - 3.

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ ΜΕ… ΚΑΤΑΠΕΛΤΗ




Δεν μπόρεσα να πάω σήμερα στη συγκέντρωση για τη Μακεδονία γιατί με έχει ρίξει κάτω μια ίωση. Είναι η μόνη ίσως μεγάλη συγκέντρωση που ως δημοσιογράφος δεν πήγα τις τελευταίες δεκαετίες και αυτό με στεναχωρεί. Έκατσα λοιπόν και απ’ ότι διάβαζα και έκανα συγκρίσεις με άλλες αποχές διαπίστωσα ότι πάλι η Αστυνομία έκανε τα στραβά μάτια για την παρείσφρηση ταραχοποιών στοιχείων στην ειρηνική συγκέντρωση και ακολούθησαν τα γνωστά αποτελέσματα. Αυτό αποδεικνύει περίτρανα η φωτογραφία με τον τύπο να έχει κουβαλήσει μέχρι τα σκαλιά της Βουλής πάνω από τον Άγνωστο Στρατιώαν ολόκληρο κορμό για να τον χρησιμοποιήσει προφανώς, ως καταπέλτη να ανοίξει την πόρτα της Βουλής. Είναι αδύνατο να μην το είδε κάποιος αστυνομικός που να του κόβει λίγο το μυαλό και να μη περιμένει να πάρει εντολή από το γραφείο της Παπακώστα να τον σταματήσει. Κι ακόμα, ούτε από τους συγκεντρωθέντες δεν βρέθηκε ένας να τον αρπάξει από κεφάλι; Έτσι δεν μου μένουν περιθώρια να μη σκεφτώ πως την επόμενη φορά σίγουρα θα χρησιμοποιήσουν και πολιορκητική μηχανή και θα τα καταφέρουν…

ΥΓ. Την φωτογραφία είδα στο εξαιρετικό φωτορεπορτάζ του Νίκου Χαλικιόπουλου - INTIME NEWS στην ιστοσελίδα της ATHENS VOICE. Τον ευχαριστώ πολύ για τη βοήθεια να γράψω αυτό το σχόλιο.

ΑΘΗΝΑ, 20012019

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

ΕΝΑ ΜΝΗΜΕΙΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΣΤΕΓΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ



Πέρασε η περίοδος στη διάρκεια της οποίας εκτός από την κουβέντα που αναπτύχθηκε γύρω από τα επιδόματα που έδωσε η σπλαχνική κυβέρνηση για να γιορτάσουν και κάποιοι αποκαμωμένοι από την ανέχεια η οποία πλήττει τα τελευταία χρόνια μεγάλα στρώματα της κοινωνίας μας, πολύς λόγος έγινε και παρουσιάστηκε ιδιαίτερη κινητικότητα από αρκετούς ευαίσθητους αναφορικά με το ζήτημα των αστέγων και των ανέργων συμπολιτών μας.

Κάτι τέτοιο βεβαίως γίνονταν πάντα τέτοιες εορταστικές ημέρες όπου κατά παράδοση αναβλύζει η ευαισθησία για τους αδύναμους και τους πάσχοντες μέχρι να αρχίσει το νέο έτος και ξεχαστούν ως αόρατοι που κινούνται στις παρυφές της κανονικότητας και να επανέλθει πάλι στην επικαιρότητα την επόμενη εορταστική περίοδο, το Πάσχα. Φέτος όμως δεν έχουν έτσι τα πράγματα, γιατί, με τον τεράστιο για τα ελληνικά δεδομένα αριθμό ανέργων, τα πράγματα δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για αναστολές στην κατανόηση της πραγματικότητας και αναβολές ως προς την αντιμέτωπισή της. Ο καθένας μας νομίζω πως έχει διαμορφώσει μια άποψη απέναντι σε αυτά τα στενάχωρα πράγματα και όλοι μαζί περιμένουμε κάτι που θα αλλάξει την κατάσταση, να ανοίξουν δουλειές, να κυλήσει το χρήμα σε περισσότερα χέρια και να αναζωογονηθεί η κοινωνία μας.

Όπως και να έχει το ζήτημα αυτή η περίοδος θα μείνει στην ιστορία της Ελλάδας και θα αποτελέσει πεδίο μελέτης από τις ερχόμενες γενιές. Προς τούτο θεωρώ πως κατατείνει και το άγνωστο «μνημείο των αστέγων» που ανεξάρτητα αν το έκανε κάποιος εσκεμένα ή από σύμπτωση, μπορεί να εκτιμηθεί ως μια πολύ καλή ιδέα· την διασώζω και την προβάλλω για να την έχει πρόχειρη ο καλλιτέχνης που στο μέλλον θα κληθεί να την υλοποιήσει.

Και ιδέα επί του προκειμένου δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα μαξιλάρι πάνω στο άδειο βάθρο που βρίσκεται στον ταλαίπωρο κήπο πίσω από την Εθνική Βιβλιοθήκη, όπου όταν το επιτρέπει ο καιρός γίνεται υπνωτήριο αστέγων οι οποίοι κατά τη διάρκεια της ημέρας σηκώνουν τις κουβέρτες και τις ανεβάζουν στα κλαριά των νερατζιών μη και βρεθεί κάποιος φαντάζομαι και τους τις πάρει και στην περίπτωση που βρέχει ή χιονίζει όπως τις τελευταίες ημέρες, κουρνιάζουν να βγάλουν τη νύχτα στις εξώθυρες και στις εσοχές των κτιρίων.

Η σύνθεση με το μαξιλάρι είναι όντως συγκλονιστική. Από μόνη της δε αποτελεί μνημείο, για τους άστεγους και τους πλάνητες της Αθήνας και καλείται ο καλλιτέχνης να την αρπάξει, να μη πάει χαμένη και να αποκτήσει επιτέλους και το άδειο βάθρο, ένα βάρος στην πλάτη του. Να ενταχθεί έτσι στα στοιχεία της πόλης που ιστορούν γεγονότα που πέρασαν και περιγράφουν πρόσωπα που σημάδεψαν τη ζωή της ή απλά διάβηκαν σαν σκιές χωρίς, κανένας να τους δώσει την ελάχιστη σημασία…


AΘΗΝΑ, 14012019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 14012019, σελ. 37.

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019

ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΡΙΠΟΤΑΜΟΥ TO 2009




Φυσικά και δεν υπάρχει πλέον εύγλωττος λόγος από των αριθμών και όταν μάλιστα αυτός εκφράζει ψυχρά και την πραγματικότητα, τότε είναι περιττό να μιλάμε για συμπτώσεις. Ο λόγος για το χωριό Τριπόταμος – Τατάρνα το έλεγαν παλιότερα- και 1957 που αριθμούσε περισσότερες από 1000 ψυχές, στα δυο σχολεία του πήγαιναν συνολικά 176 μαθητές! Σήμερα όλο το χωριό μετράει περίπου 170 μονίμους κατοίκους και το ωραίο πέτρινο σχολείο του που συμπλήρωσε πέρσι 50 χρόνια ζωής, ζωντανεύουν πλέον μόνο 7 παιδιά!

Όλοι δε οι μαθητές του, Γιώργος και Νίκος Βασιλείου, Σπυριδούλα, Νίκη και Βασίλης Μπουκουβάλας και Κωνσταντίνος και Δημήτρης Κόπανος, προέρχονται μόνο από τρεις οικογένειες και συμπληρώνουν και τις έξι τάξεις! Ο μονοψήφιος αριθμός των μαθητών, ο οποίος του χρόνου σίγουρα θα γίνει μικρότερος, δεν ενθουσιάζει καθόλου το δάσκαλο Βασίλη Κόπανο ο οποίος αφού πέρασε 6 χρόνια στα θρανία του ίδιου σχολείου, διδάσκει τα παιδιά του χωριού του συνεχώς επί 25 ολόκληρα χρόνια, ούτε φυσικά και τη μικρή τοπική κοινωνία του Τριποτάμου η οποία προσπαθεί με κάθε τρόπο να κρατηθεί στη γη των προγόνων της.

Γι’ αυτό το λόγο, ο δάσκαλος με τα παιδιά εδώ και μερικά χρόνια άρχισαν και συγκεντρώνουν αντικείμενα του τοπικού πολιτισμού, τα φροντίζουν με ιδιαίτερη αγάπη και τα εκθέτουν με καμάρι στο μικρό λαογραφικό μουσείο που στεγάζεται σε μια αίθουσα του σχολείου. Στόχος όλων στον Τριπόταμο, είναι το σχολείο με τη μικρή συλλογή του να λειτουργήσει και μετά το κλείσιμό του ως χώρος γνώσης και συνέχειας του πολιτισμού της περιοχής και οι επόμενες γενιές να έχουν ένα σημείο αναφοράς για την τοπική ιστορία. 
Ελευθεροτυπία Ιανουάριος 2009.


ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Σήμερα το απόγευμα το Facebook με τις αναμνήσεις που μας ανεβάζει κάθε μέρα με γύρισε 10 χρόνια πίσω σε μια εποχή που κανείς μας δεν φαντάζονταν αυτά που ζούμε σήμερα. Το αξέχαστο 2009 το μεγάλο ζήτημα στον Τριπόταμο Ευρυτανίας ήταν ότι την επόμενη χρονιά θα έκλεινε λόγω έλλειψης μαθητών, όπερ και έγινε. Είδα στην οθόνη το δημοσίευμα, στην αείμνηστη «Ελευθεροτυπία» στις 12012009 ήταν, πήρα τηλέφωνο τον φίλο δάσκαλο Βασίλη Κόπανο που τώρα είναι σε ένα σχολείο στο Αγρίνιο, ρώτησα για τα παιδιά που είναι στη φωτογραφία, έμαθα πως προοδεύουν και δώσαμε ραντεβού το καλοκαίρι στον Τριπόταμο. Μαζί μας θα είναι και ο Θύμιος Κάκος, μιας και σε εκείνη την εξόρμηση για την εκπομπή «Μένουμε Ελλάδα» στην χειμωνιάτικη Ευρυτανία, κάναμε καλή δουλειά, γνωρίσαμε πολλούς φίλους και μας περιμένουν να ξαναβρεθούμε.

ΑΘΗΝΑ, 13012019

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2019

ΕΝΑΣ ΛΩΤΟΣ ΟΜΟΡΦΑΙΝΕΙ ΤΗΝ ΑΥΛΗ





Είναι τόπος που ευδοκιμούν τα περισσότερα καρποφόρα δέντρα η κεντρική Μακεδονία και το βλέπουμε όλο το χρόνο στα μανάβικα και στις λαϊκές αγορές ολόκληρης της Ελλάδας που πλημμυρίζουν από τα περίφημα κεράσια της στις αρχές του καλοκαιριού και δίνουν κατόπιν τη θέση τους στα ροδάκινα, στα μήλα, στα αχλάδια, τα ακτινίδια και ένα σωρό άλλα φρούτα που προέρχονται από εκεί. 

Οι ατέλειωτες εκτάσεις που καλλιεργούνται αυτά τα δέντρα, αποτελούν τμηματικά ή στο σύνολό τους ένα αισθητικό πανόραμα όλο τα χρόνο, ιδιαίτερα την άνοιξη όταν είναι ανθισμένα τα κλαριά και όταν χρωματίζουν τον ορίζοντα με τα φθινοπωρινά χρώματά τους που δηλώνουν ότι αυτά πέφτουν στον ύπνο του χειμώνα. Όταν δε χιονίζει, όπως συνέβη αυτές τις ημέρες, τότε το τοπίο παίρνει μια άλλη διάσταση με την γεωμετρική ανάπτυξή των κτημάτων  και φυσικά με το είδος του καθενός δέντρου δημιουργείται μια ατέλειωτη σειρά εικόνων που ικανοποιεί και τον πιο απαιτητικό θεατή και λάτρη της υπαίθρου.

Είναι δε ο χειμώνας η περίοδος που όλα τα δέντρα κοιμούνται ολόγυμνα από φύλλα και βεβαίως καρπούς καθώς, οι ποικιλίες της μηλιάς για παράδειγμα που καλλιεργούνται πλέον δεν είναι από εκείνες τις παλιές που κρατούσαν κάποιους στα κλαριά μέχρι το ξεκίνημα του νέου έτους. Κανένα δέντρο εκτός από τους λωτούς, εφ’ όσον αυτοί δεν προορίζονται για το εμπόριο και τέτοια βλέπουμε αρκετά ακόμη και αυτές τις ημέρες στους δρόμους και τις αυλές της χιονισμένης Έδεσσας να είναι μια πρόκληση για τους περαστικούς και χαρά βεβαίως για τα πουλιά που δοκιμάζονται από τον χειμώνα.

Ένα τέτοιο δέντρο γεμάτο καρπούς βρίσκεται στην αυλή ενός κτιρίου στον σιδηροδρομικό σταθμό της Έδεσσας, έναν από τους ομορφότερους σε όλη την Ελλάδα και σχετικά ζωντανό καθώς αυτός εξυπηρετεί κάποια λίγα δρομολόγια την ημέρα κι αυτό είναι πολύ σημαντικό για μια πόλη που η ζωή της είναι συνδεδεμένη με αυτόν τον χώρο. Τούτο το δέντρο με τους καρπούς του ατρύγητους ακόμη υπονοεί σαφώς τον πλούτο της περιοχής, αλλά από την άλλη αφήνει το υπονοούμενο της εγκατάλειψης, που επικρατεί σε όλο τον σταθμό καθώς τα ταξίδια με το τρένο, για ένα σωρό λόγους, περιορίστηκαν σε ανησυχητικό βαθμό.  

Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ο παροπλισμός πολλών εγκαταστάσεων, όπως το κτίριο που στέγαζε μια υπηρεσία του ΟΣΕ καθώς και η εγκατάλειψη συρμών να σαπίζουν πάνω σε σκουριασμένες ράγιες. Από τον κανόνα εξαιρείται αυτοβούλως ο λωτός ο οποίος επί πολλά χρόνια συνεχίζει να καρπίζει χωρίς να περιμένει να μαζέψει κανένας πλέον τους καρπούς του και προκαλεί τα πουλιά να τους γευτούν καθώς μόνο αυτά μπορούν να πετάξουν πάνω από την κλειδωμένη αυλόπορτα της αυλής που ρημάζει μαζί με το σιωπηλό κτίριο.     



ΑΘΗΝΑ, 0801291. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 08012019, σελ. 37.

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

ΤΟ "ΠΡΟΔΟΡΠΙΟΝ" ΚΑΙ Ο ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ




Η οδός Ακαδημίας αποτελούσε μέχρι πριν από λίγα χρόνια το δρόμο που ακολουθούσαν όλα τα δρομολόγια των αστικών προς τα βόρεια προάστια είτε αυτά είχαν ως αφετηρία την πλατεία Κάνιγγος είτε πίσω από την Τριλογία καθώς και κάποια από άλλες γειτονιές που είχαν τον ίδιο προορισμό. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα και τη λειτουργία κατά μήκος της πάμπολλων καταστημάτων εστίασης και έκτακτων προμηθειών που η πελατεία τους ήταν ασφαλώς οι περαστικοί αλλά το γεγονός ότι αυτά παρέμειναν ανοιχτά όσες ώρες υπήρχε κίνηση,  ήταν και στέκια εκείνων που ζούσαν σε αυτή την περιοχή του αθηναϊκού κέντρου.

Τα πράγματα άλλαξαν ραγδαία από τη λειτουργία του μετρό και μετά. Οι συνέπειες φάνηκαν αμέσως με τα λουκέτα που έβαλαν μεγάλα καταστήματα και η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των μεσαίων στρωμάτων οδήγησε στο κλείσιμο και πλήθος άλλων μικρότερων. Έτσι η οδός Ακαδημίας από ένα πολυσύχναστο και φωτεινό δρόμο κατέληξε να είναι μια ακόμη μαύρη τρύπα στην πόλη που από νωρίς το βράδυ κρύβεται ο ουρανός της από μια σκοτεινιά που κατεβαίνει από τα ψηλά βουβά κτίρια με τα κλειστά γραφεία.

Το μόνο φωτεινό σημείο σε όλο το μήκος της Ακαδημίας μέχρι τα μεσάνυχτα είναι πλέον μόνο η γωνία με την Ασκληπιού όπου εδώ και αρκετά χρόνια λειτουργεί το «Προδόρπιον», το σουβλάτζίδικο που επιμένει στην ποιότητα των εδεσμάτων που προσφέρει και έχει δημιουργήσει μια ολόκληρη γενιά πιστών στις γεύσεις του και στη φιλόξενη γωνιά του. Το «Προδόρπιον» είναι έργο του Παναγιώτη Κουτρούμπα, από την Καστανιά Ευρυτανίας και των συνεργατών του Δημήτρη και Νίκου οι οποίοι είναι εκεί όλη τη μέρα προσέχοντας να λειτουργεί όπως πρέπει και με τα χρόνια έχουν γίνει φίλοι με όλους που περνάνε από τη γωνία, είτε στέκονται να φάνε ένα σουβλάκι είτε το παίρνουν στο χέρι για τον δρόμο.

Εκείνος όμως που είναι πιο γνωστός και από τα αφεντικά του είναι ο αεικίνητος Αντωνάκης Βούρτσας, ευρυτανικής καταγωγής κι αυτός από το Μεσολόγγι που εργάζεται πάνω από δέκα χρόνια στο «Προδόρπιο» και χάρη στη σβελτάδα του και την καλοσύνη του έγινε διάσημος και είναι ο υπάλληλος που θέλουν οι περισσότεροι να τους σερβίρει. Η οικειότητα δε που έχουν αποκτήσει και καλλιεργήσει μαζί του οι πελάτες και η σπιρτάδα που απαντά στους μικρούς, σύντομους διαλόγους μεταξύ τους, τον έχουν καθιερώσει πλέον ως ένα από τα πιο γνωστά πρόσωπα του αθηναϊκού κέντρου και είναι βέβαιο πως σε μια εποχή που στο κέντρο λιγοστεύουν ή σβήνουν τα στέκια, αυτός και το «Προδόρπιο» στην Ακαδημίας αποτελούν μια όαση για όσους περνάνε από εκεί και τη μέρα και τη νύχτα!  



ΑΘΗΝΑ, 06012019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 30122018, σελ. 37.