Σελίδες

Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

ΕΝΑ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΣ




Ήταν παράδοση, μόλις ανοίγει ο καιρός την άνοιξη τα καφενεία να βγάζουν και να τοποθετούν μόνιμα τραπεζάκια και καρέκλες στα πεζοδρόμια και στις πλατείες κι εκεί να εξυπηρετούν τους πελάτες τους. Το ίδιο έκαναν και οι ταβέρνες που είχαν την τύχη η πόρτα τους να ανοίγει σε κάποιο δρόμο με φαρδιά πεζοδρόμια και φυσικά να μην έχουν γείτονες με οχληρές δραστηριότητες ή άλλους που δεν θέλουν να ακούνε φασαρία τη νύχτα. 

Τα προτιμούσε ο κόσμος αυτά τα μαγαζιά καθώς στην Αθήνα, εκτός από τις λίγες ημέρες του χειμώνα που κάνει δυνατό κρύο, το άραγμα σε μια τραπεζάκι που να έχει θέα στην κίνηση του δρόμου ήταν η πεμπτουσία του καφενείου και παράλληλα, μια ενδιαφέρουσα άσκηση πάνω στην παρατήρηση των περαστικών και των γεγονότων που μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να συμβούν εκεί μπροστά τους. Τέτοια τύχη φυσικά δεν έχουν όλα τα καφενεία της πόλης. Όσα βρίσκονται στους μεγάλους δρόμους του κέντρου έχουν περισσότερες πιθανότητες από κάποια που είναι στους παραδρόμους και στα προάστια.

Τα προτιμούσε τα παλιότερα χρόνια ο κόσμος αυτά τα καφενεία, όπως κι εκείνα που είχαν μεγάλες τζαμαρίες που έβλεπαν στο δρόμο γιατί εκεί δεν πήγαινε κάποιος να απολαύσει μόνο τον καφέ του αλλά και να κόψει κίνηση και να δει πως κινείται ο κόσμος μπροστά του, να δει γνωστούς, να μάθει για τον έναν και τον άλλον στη γειτονιά ή την αγορά.

Τα περισσότερα από τα παλιά καφενεία έχουν κλείσει, καθώς άλλαξε και ο κόσμος που πήγαινε σε αυτά. Άλλαξαν και οι συνήθειες, δεν είναι πια σημεία αναφοράς για κάποια γειτονιά κι όσα λειτουργούν έχουν αλλάξει εντελώς τον χαρακτήρα τους. Οι συνταξιούχοι πάλι που ήταν και οι βασικοί θαμώνες τους μετά τις απανωτές περικοπές των συντάξεων δεν μπορούν να στηρίξουν τη λειτουργία τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους τζογαδόρους που σε ορισμένα καφενεία ήταν οι βασικοί αιμοδότες τους. Η κρίση στην αγορά και η ανεργία περιόρισαν  δραστικά τα τυχερά παιχνίδια και οι πράσινες τσόχες μουχλιάζουν στη μοναξιά τους αφού δεν  περνάνε πια από πάνω τους ντάμες, βαλέδες και ρηγάδες.
Ένα άλλο πλήγμα στα παραδοσιακά καφενεία ήταν η λειτουργία πάμπολλων άλλων καταστημάτων που εκτός από καφέδες προσφέρουν ένα σωρό άλλα προϊόντα σε κάθε γωνιά και τρύπα της πόλης των οποίων ζωτικός χώρος είναι τα πεζοδρόμια κι έτσι έχουμε το φαινόμενο σε ένα δρόμο, ακόμα και στους πιο κεντρικούς ο πεζός να μην έχει που να περπατήσει από τα τραπεζοκαθίσματα που απλώνει ο μαγαζάτορας. Πολλές φορές μάλιστα, τα τραπεζοκαθίσματα περιφράζονται με γυάλινα υαλοπετάσματα οπότε τα πράγματα δυσκολεύουν περισσότερο την κίνηση για όλους στην πόλη.

Έτσι, ένα καφενείο που θυμίζει το λαμπρό παρελθόν τους στην Αθήνα, αποτελεί αξιοθέατο και προκαλεί όποιον περάσει από την Αθηνάς όπου βρίσκεται να κάτσει στις καρέκλες οι οποίες μαζί με τα κλασσικά στρόγγυλα τραπεζάκια του  να απολαύσει τον καφέ του και να χαζέψει την κίνηση στην Βαρβάκειο Αγορά που αναμφισβήτητα είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες στην πόλη και παρ’ όλες τις αλλαγές που έχουν συμβεί στην κοινωνία μας, διατηρεί τη δυναμική της και την ελευθερία που έχει πάντα ένας τέτοιος χώρος.  

ΑΘΗΝΑ, 30062019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 12062019. σελ. 37.    

Σάββατο 29 Ιουνίου 2019

ΤΑ ΑΓΡΙΜΙΑ ΑΦΑΝΙΖΟΥΝ ΤΙΣ ΧΕΛΩΝΕΣ



Ραντεβού στο μονοπάτι για συζήτηση...

Από τα πλάσματα που ζουν το καλοκαίρι κάτω από τις φτέρες είναι και οι χελώνες και στο  υπόστρωμα που δημιουργούν όταν ξεραίνονται κοιμούνται το χειμώνα. Κάτω από τις φτέρες βρίσκουν χλωρή τροφή και επί πλέον κρύβονται από τους εχθρούς τους.

Στα χωράφια του χωριού παλιότερα κινούνταν πολλές χελώνες. Καταλαβαίναμε από τα σπασμένα τσόφλια που είχαν κάνει τις φωλιές τους καθώς και χελωνάκια τα οποία δεν πείραζε κανένας, όπως άλλωστε και τις μεγάλες. Κατά κάποιο τρόπο ήταν ένα προστατευόμενο είδος και μάλλον αδιάφορο αφού δεν έκανε ζημιές στα μποστάνια.

Η μάνα μου, ενενήντα χρονών σήμερα και η οποία έζησε όλα τα χρόνια της στο ύπαιθρο και συνεχίζει ακόμη να περπατάει στα παρατημένα χωράφια, μεταξύ άλλων παρατήρησε ότι τα τελευταία χρόνια έχουν λιγοστέψει πολύ οι χελώνες ενώ δεν έχει δει κανένα χελωνάκι. Αντιθέτως, βλέπει όλες τις φωλιές που έκαναν στο χωράφι κατεστραμμένες και τα σπασμένα τσόφλια δείχνουν πως δεν βγήκε από αυτά κανένα ζωντανό.

Το γεγονός αποδίδει στην υπερβολική αύξηση των αλεπούδων καθώς και των κουναβιών που δεν βρίσκουν τροφή και ρημάζουν τις φωλιές από τις χελώνες. Παλιότερα, λέει, ήταν τα χωράφια γεμάτα κόσμο και παντού τριγύριζαν σκυλιά, πράγμα που τις κρατούσε σε απόσταση και φυσικά σε μικρό αριθμό. Τώρα που τίποτα δεν τις απειλεί, σαρώνουν τόπο και δεν αφήνουν τίποτα αφάγωτο. Έτσι δικαιολογεί την μείωση του αριθμού των χελωνών αλλά και των σχατζόχοιρων που έχουν την μοίρα από τις λιμασμένες αλεπούδες.
«Σε λίγα χρόνια δεν θα ακούς τίποτα στο χωράφι» λέει και στεναχωριέται γιατί οι χελώνες ήταν γι’ αυτή μια συντροφιά και το σούρσιμό τους ανάμεσα στα χόρτα και τις φτέρες, την έδιναν την εντύπωση πως δεν ήταν μόνη στις δουλειές που έκανε στο ύπαιθρο. Με τον τρόπο της η κυρά Κούλα σχολιάζει την σκληρή πραγματικότητα στην έρημη ελληνική ύπαιθρο όπου χωρίς τον άνθρωπο, το άγριο επιστρέφει όλο και πιο δυναμικά.



ΥΓ. Όταν πριν από λίγες ημέρες τις είπα πως είδα τρεις χελώνες στο χωράφι, απόρησε. Πείστηκε όταν τις είδε στις φωτογραφίες και κατάλαβε πως έκανα και μια σκηνοθεσία. Της ομολόγησα πως ναι, έβαλα το χεράκι μου να φανούν σαν μια συντροφιά. Είχα βρει πρώτα τις δυο δίπλα στο μονοπάτι και μάλλον διέκοψα τον ερωτικό τους οίστρο και άκουσα την τρίτη να περπατάει πιο πέρα. Την πήρα και την έβαλα δίπλα στις άλλες δυο με τρόπο ώστε να φαίνεται πως συζητάνε αλλά ούτε ένα κλικ δεν μου επέτρεψαν να κάνω όπως ήθελα. Φαίνεται πως θύμωσαν που τους χάλασα τη βόλτα και δεν κρατιόντουσαν να φύγουν…    

ΑΘΗΝΑ, 29062019. 

Η ΖΩΗ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΦΤΕΡΟΥΣΙΑ




Είναι θαρρείς η οργιώδης βλάστηση της φτέρης τον Ιούνιο στα ορεινά και ημιορεινά, ένας τρόπος που έχει επιννοήσει η φύση να μείνει μακριά από αδιάκριτα μάτια και κακόβουλες προθέσεις, ότι γίνεται στο έδαφος και λίγο πιο πάνω ή ακόμη και κάτω απ’ αυτό κι ακόμη, να διατηρηθεί η δροσιά λίγο καιρό περισσότερο για να έχουν να βοσκήσουν τα ζωντανά…

Κάθε χρόνος που περνάει μου προκαλεί την εντύπωση ότι οι φτέρες ψηλώνουν όλο και περισσότερο στα παρατημένα χωράφια του χωριού μου και δεν συγχωρώ τον εαυτό μου που δεν έχω μετρήσει τις περσινές και να κρατήσω σημειώσεις ώστε να κάνω συγκρίσεις με το φετινό τους ύψος. Το ίδιο λέει και η μάνα μου που γνωρίζει το χωράφι πάνω από ογδόντα χρόνια και την πιάνει η νοσταλγία για τα χρόνια που η φτέρες ήταν ελάχιστες γιατί δεν έμεινε ούτε σπιθαμή ακαλλιέργητη κι όλες της άκρες τις ξύριζαν τα ζωντανά.



Η μάνα μου όταν μιλάει για τις φτέρες δεν έχει στο μυαλό της αυτά που γράφω εγώ αλλά τις σχολιάζει με την σταδιακή μείωση λόγω της ηλικίας των δυνάμεων της και την επί του προκειμένου, επιστροφή του άγριου εκεί που κάποτε έφτιαχνε κήπους και μποστάνια. 
Έτσι πρωτοθυμάμαι κι εγώ τα χωράφια. Ξυρισμένα απ’ άκρη σε άκρη για το σανό της χρονιάς και χωρίς ούτε ένα χορταράκι όλο τον υπόλοιπο χρόνο καθώς δεν προλάβαινε κανένα να σηκώσει λίγο μπόι από την καθημερινή βοσκή των ζωντανών. Φυσικά δεν υπήρχε και καμιά περίπτωση να φυτρώσει ούτε καμιά φτέρη, ούτε και κανένα βάτο. 

Σήμερα όλα αυτά τα χωράφια του χωριού μου, τη Μεγάλη Κάψη, στις πλαγιές του Τυμφρηστού, είναι πνιγμένα στις φτέρες που μπορεί όντως να είναι ψηλότερες από άλλες χρονιές αλλά να μην ξεχνάμε, ότι αυτές δεν λιώνουν όπως τα άλλα χορτάρια και μέρος από τα λείψανά τους σωρεύεται κατά στρώματα στο έδαφος και κάθε χρόνο ανεβαίνει. Αυτό φαίνεται και όταν επιχειρήσει κάποιος να βαδίσει ανάμεσά τους. Βουλιάζει το πόδι μέχρι τον αστράγαλο και  βεβαίως πρέπει να φοράει κλειστά και όσο γίνεται πιο ψηλά παπούτσια γιατί κάτω από τις ξερές φτέρες μπορεί να κρύβονται κάποιες δυσάρεστες εκπλήξεις. 




Ειδικά αυτή την εποχή που όλα τα ερπετά βρίσκονται στη φάση της αναπαραγωγής και ψάχνονται δεν είναι καθόλου απίθανο όποιος περπατάει στα χωράφια με τις φτέρες δεν είναι απίθανο να πατήσει κάποιο φίδι και το οποίο φυσιολογικά θα αντιδράσει με ένα τσίμπημα το οποίο αν βρει γυμνό το πόδι, σίγουρα θα δημιουργήσει προβλήματα.  Γι’ αυτό το λόγο οι άνθρωποι παλιότερα που ήταν όλη τη μέρα στο ύπαιθρο πρόσεχαν πολύ που θα περπατήσουν, που θα κάτσουν και που θα ξαπλώσουν, ακόμη και τι θα έτρωγαν πρόσεχαν γιατί έλεγαν ότι κάποια φαγητά, ειδικά το γάλα τραβούσαν τα φίδια κοντά τους. 

Όπως και να είχε όμως το πράγμα, εκείνοι οι άνθρωποι είχαν άλλη σχέση με τη φύση και την αντιμετώπιζαν ως ίσος με ίσο και μέσα στον κύκλο της ζωής, όλα είχαν θέση και ρόλο.  Τα τελευταία χρόνια η ισορροπία χάθηκε, το άγριο (ως αποτέλεσμα της εγκατάλειψης της υπαίθρου και κυρίως της ημιορεινής) κερδίζει συνεχώς έδαφος και σε συνδυασμό με την απουσία της κτηνοτροφίας, όσα χωράφια δεν έχουν γίνει δάσος, θα γίνουν πολύ σύντομα και σε αυτό, ευθύνη έχει και η φτέρη η οποία κάθε χρόνο στρώνει ένα παχύ χαλί που κρατάει δροσερή τη γη και μπορούν εύκολα να αναπτυχθούν ορισμένα δέντρα υπό την προϋπόθεση ότι αυτά αγαπούν τη σκιά, όπως τα έλατα, οι καστανιές, οι δρυς.



Στο υπόστρωμα και στη σκιά της φτέρης ζουν επίσης ένα σωρό άλλα πλάσματα, μύκητες που αποδομούν ότι οργανικό βρεθεί στο βυθό αυτής της θάλασσας, άπειρα έντομα γιατί εκεί μπορούν να κρυφτούν από τους θηρευτές τους, τρωκτικά για τον ίδιο ακριβώς λόγο, μικρά θηλαστικά και βεβαίως χελώνες που εκεί βρίσκουν χλωρή τροφή. Όποιος κάτσει κοντά σε ένα φτερούσιο (έτσι λέμε τα χωράφια και τις εκτάσεις με τις φτέρες) θα διαπιστώσει και θα ξεχωρίσει ένα σωρό ήχους που βγαίνουν μέσα απ’ αυτό και τούτο κρατάει όλο σχεδόν το καλοκαίρι γιατί κανένα ζωντανό δεν περιλαμβάνει φτέρες στη τροφή του κι έτσι μένουν όρθιες και στη θέση τους μέχρι το τέλος του καλοκαιριού και προσφέρουν στέγη για ένα σωρό πλάσματα που αγαπάνε να ζούνε κοντά τους.   



ΑΘΗΝΑ, 29062019. Περιοδικό "Κυνήγι - Δημοκρατία", 20062019.

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019

ΝΑΥΑΓΟΙ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ




Είναι ειρωνεία, όπως εκφράζεται, το προεκλογικό ενδιαφέρον από τα μεγάλα κόμματα για τους ανθρώπους που χρήζουν μιας ιδιαίτερης μέριμνας και προσοχής, είτε αυτοί πάσχουν σωματικά ή ψυχικά που είναι πάντα και σε χειρότερη μοίρα. Είναι ειρωνεία, να βγαίνει ο ένας και ο άλλος πολιτικός και να εκθέτουν νούμερα, αποτελέσματα μετρήσεων και στατιστικές που δείχνουν μόνο την επιφάνεια των πραγμάτων χωρίς να προχωρούν στο βάθος του ζητήματος. Η πραγματικότητα δυστυχώς τους εκθέτει στα μάτια όλων των πασχόντων αλλά και των ατόμων που οι  ζωές τους είναι συνδεδεμένες με την τύχη των ΑΜΕΑ και τα σχόλια είναι ανάλογα των περιστάσεων που βιώνει αυτός ο κόσμος.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα ΑΜΕΑ στην Ελλάδα δεν είναι γνωστά δυστυχώς στον πολύ κόσμο, για μια σειρά λόγων που έχουν να κάνουν με την πολιτική που δεν εφαρμόζεται αλλά και για πρακτικούς λόγους που έχουν να κάνουν κυρίως με την διευκόλυνση αυτών των ανθρώπων στην κυκλοφορία τους στην πόλη, πράγμα που αποτελεί και την μεγαλύτερη ειρωνεία. Κατά καιρούς βλέπουμε και ακούμε πως κατασκευάζεται κάποιο έργο που πρώτα έχει σχεδιαστεί να εξυπηρετεί τα ΑΜΕΑ σε ίσους όρους με τους υπόλοιπους πολίτες και αμέσως αυτό να αφήνεται στην τύχη του ή να ακυρώνεται επειδή δεν έχει προβλεφτεί πως θα επιδρούν πάνω του άλλες δράσεις.
Παντού βλέπουμε ράμπες που έχουν μείνει μισοτελειωμένες ή δεν καταλήγουν πουθενά, συστήματα σήμανσης στα φανάρια κατεστραμμένα και πεζοδρόμια που αποτελούν παγίδες για όποιον θελήσει να τα ακολουθήσει ανιχνεύοντάς τα με τη λευκή βακτηρία. 

Έτσι δε που είναι φτιαγμένα με ανομοιογενή υλικά, με λογής εμπόδια φυτεμένα στην επιφάνειά τους και διάφορα αντικείμενα τοποθετημένα πάνω τους και κυρίως τα άπειρα παρκαρισμένα δίκυκλα και τα αυτοκίνητα είναι επικίνδυνα για όποιον κουβαλάει ένα πρόβλημα πάνω του να τα διασχίσει και να φτάσει χωρίς δυσκολίες στον προορισμό του. Και δεν δημιουργούν προβλήματα μόνο σε όσους έχουν πρόβλημα με την όρασή τους αλλά και σε εκείνους που κινούνται με αναπηρικά αμαξίδια και θέλουν να εξυπηρετηθούν μόνοι τους στην πόλη, χωρίς απαραίτητα να υποχρεώνουν ένα άλλο άτομο να τους σπρώχνει στις μετακινήσεις.

Η μόνη λύση γι’ αυτά τα άτομα είναι να κατέβουν στο δρόμο, να κινηθούν ανάμεσα στα αυτοκίνητα και ανάλογα με την παιδεία που διαθέτει κάθε οδηγός να καταφέρουν να περάσουν στο απέναντι πεζοδρόμιο ή να κινηθούν προς τον προορισμό τους.
Αυτό είδαμε προχθές, στη στάση του Χημείου όταν από το αστικό της γραμμής Κάνιγγος – Γκύζη, κατέβηκε μια ηλικιωμένη γυναίκα με το αμαξίδιό της (στην πραγματικότητα την κατέβασαν τρείς νεαροί γιατί το αυτόματο γι’ αυτές τις περιπτώσεις σύστημα που διαθέτουν τα λεωφορεία δεν λειτουργούσε) και αφού τους ευχαρίστησε, προσπάθησε να κινηθεί προς την Σόλωνος αλλά ήταν αδύνατον αφού το πεζοδρόμιο δεν προσφέρεται για τέτοια περάσματα. Τι να κάνει; Περίμενε να ανάψει το φανάρι να περάσει απέναντι αλλά όταν έφτασε εκεί σπρώχνοντας η ίδια το αμαξίδιο είδε πως ήταν αδύνατον να το ανέβει γιατί είχε σκαλί και κατευθύνθηκε πιο κάτω ελπίζοντας ότι εκεί που ήταν διαμορφωμένο δεν θα υπήρχε παρκαρισμένο αυτοκίνητο να την εμποδίζει.



Ατύχησε αλλά δεν έχασε την ψυχραιμία της, κινήθηκε ανάποδα στο ρεύμα και χάρη στους οδηγούς που περνούσαν εκείνη τη στιγμή που κοντοστάθηκαν λίγο για να την αφήσουν να περάσει, κατάφερε να βγει όπως ένας ναυαγός σε κάποιο νησί, σε ένα πλατύ πεζοδρόμιο για να μαζέψει δυνάμεις να κάνει την επόμενη κίνηση που αν δεν συνοδεύεται και με λίγη τύχη μπορεί να είναι μάταιη ή σε κάποιες περιπτώσεις επικίνδυνη ως…. μοιραία. 

ΑΘΗΝΑ, 28062019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 26062019. σελ. 34.

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019

Η ΕΡΗΜΟΣ ΠΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ ΟΜΟΝΟΙΑ




Δεν έχει άλλη εξήγηση: κάποια κατάρα φαίνεται ότι βαραίνει την πλατεία Ομονοίας και δεν στεριώνει πάνω της κανένα έργο, όσο φιλόδοξο και ακριβό κι αν αυτό είναι. Δεν είναι του παρόντος να αναφερθούν πόσες απόπειρες εξωραϊσμού και ανάπλασης έγιναν τις τελευταίες δεκαετίες στην πολύπαθη πλατεία αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε γενιά Αθηναίων από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και δώθε, μια άλλη εικόνα της πλατείας παραλαμβάνει και εντελώς αγνώριστη την παραδίδει στην επόμενη. Τούτο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ως η αέναος αναζήτηση της αισθητικής τελειότητας αλλά και εύρυθμης λειτουργίας της πόλης αλλά δυστυχώς συμβαίνει το αντίθετο. Κάθε φορά που ξεκινούν να την αλλάξουν, ένας ιδιότροπος δαίμονας παρεμβαίνει και αντί να αφήσει να την φτιάξουν καλύτερη, τους εμπνέει να την κάνουν χειρότερη από ότι ήταν πριν την περιλάβουν.

Γιατί συμβαίνει αυτό κανείς δεν είναι σε θέση να δώσει απάντηση. Όλοι όσοι εμπλέκονται σε τέτοια έργα, σαφώς και είναι αναγνωρισμένοι και έχουν και κάποιες επιτυχίες στο ενεργητικό τους. Αρχιτέκτονες, μηχανικοί, πολεοδόμοι, ένα πλήθος ειδικών που υποτίθεται ότι μέσα από το διάλογο που αναπτύσσεται συνθέτουν μια πρόταση η οποία έχει λάβει υπ’ όψιν τις αλλαγές που έχουν προκύψει στην πόλη αλλά και τις ιδιαιτερότητες της πλατείας.

Από την πλευρά του Δήμου τώρα, γιατί αυτός είναι που πληρώνει σίγουρα υπάρχει μια επιτροπή που σχεδιάζει το έργο, το παραγγέλνει, μελετά τις προτάσεις των εργολάβων και εγκρίνει την καλύτερη και προσφορότερη και αφού εκτελεσθεί, το παραλαμβάνει. Όλα αυτά συνήθως γίνονται μέσα σε ένα ορισμένο χρονικό διάστημα το οποίο πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο σύντομο για να μην επηρεάσει τη ζωή στην πόλη και γίνουν κουρέλια τα νεύρα των πολιτών. Έτσι φαντάστηκαν ότι θα γίνει όταν οι Αθηναίοι είδαν στην αρχή του χρόνου συνεργεία να φράζουν με ψηλές λαμαρίνες την πλατεία  και περίμεναν ότι πολύ σύντομα θα την έβλεπαν αλλαγμένη. Είδαν και μια πινακίδα που περιέγραφε με λιτά λόγια το έργο και περίμεναν πως θα τούτο θα το απολάμβαναν τουλάχιστον μέχρι το Πάσχα.

Πέρασε μισός χρόνος από τότε  που ξεκίνησαν και οι λαμαρίνες γύρω από την πλατεία οι οποίες γέμισαν διάφορα συνθήματα καλλιεργώντας καθημερινά την περιέργεια σχετικά με το έργο δεν έπεσαν ώστε να αποκαλυφθεί τι έγινε μέσα, πράγμα που έβλεπαν μόνο όσοι είχαν θέα από τα κτήρια γύρω από την Ομόνοια. Όσοι δεν είχαν αυτή τη δυνατότητα, απλά δεν γνωρίζουν ότι επί έξι μήνες  μέσα στο εργοτάξιο δεν είχε γίνει τίποτα και η πλατεία είχε γίνει μια έρημη αλάνα στο κέντρο της πόλης που δεν κυκλοφορούσε ούτε ίσκιος γάτας.

Τούτο βλέπει και όποιος τύχει να είναι εκεί όταν ανοίγει καμιά φορά η πόρτα του εργοταξίου. Μια ματιά αρκεί να καταλάβει ότι η γενιά που βρίσκεται τούτη την εποχή στα  πράγματα δεν θα χρεωθεί μια ακόμη αποτυχημένη παρέμβαση στην Ομόνοια. Αντίθετα, η πόλη θα θυμάται ότι την έφραξε όχι γιατί ήθελε να στερήσει από τους μετανάστες τον αγαπημένο τους χώρο για λιάσιμο όπως έλεγε η Τασία Χριστοδουλοπούλου, αλλά μάλλον γιατί δεν είχε κανένα όραμα. Έτσι δημιούργησε και άφησε πίσω από τις λαμαρίνες ένα έρημο τοπίο στο οποίο το μόνο που θυμίζει πως ήταν κάποτε η πλατεία, δυο χημικές τουαλέτες και μια σύνθεση του Ζογγολόπουλου να σκουριάζει πάνω από τα σκουπίδια.  

ΑΘΗΝΑ, 27062019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 35.

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019

Ο ΠΑΓΚΟΣ ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ ΕΓΙΝΕ ΠΑΡΕΛΘΟΝ




Γέμισε σπίθες προχθές το απόγευμα το πεζοδρόμιο της οδού Ακαδημίας λίγο πιο πριν από την γωνία με τη Χαριλάου Τρικούπη από τον τροχό με τον οποίο ένας εργάτης του Δήμου λιάνιζε τον σιδερένιο πάγκο του εφημεριδοπώλη Ιορδάνη, όπως όλοι τον ξέραμε και τον χαιρετούσαμε όταν αγοράζαμε εφημερίδες και περιοδικά απ’ αυτόν επί πολλά χρόνια.     
Ο ίδιος ο Ιορδάνης δεν ήταν εκεί να αποχαιρετήσει τον πάγκο του, ήταν τέτοια όμως η ώρα που αρκετοί από τα διπλανά καταστήματα και τα γραφεία σαν άκουσαν το στρίγγλισμα του τροχού βγήκαν να δουν τι γίνεται και έτσι αναφέρθηκε το όνομά του. Δουλεύει κάπου στην ψαραγορά στη Βαρβάκειο, είπε κάποιος και ανέλαβε να τον ενημερώσει όταν τον δει πάλι για την τύχη που είχε ο πάγκος με τις εφημερίδες από τον οποίο έζησε πολλά χρόνια.


Ήταν  η εποχή που σε όλη την οδό Ακαδημίας υπήρχαν παραπάνω από 50 περίπτερα και όλα είχαν εκτός από τα ψιλοπράγματα και τα τσιγάρα που διέθεταν πουλούσαν εφημερίδες και περιοδικά. Ήταν όμως τέτοια μάλιστα η ζήτηση τις πρώτες δεκαετίες μετά την μεταπολίτευση που για να καλυφθεί η λειτουργούσαν την ημέρα κυρίως και κάποιοι πάγκοι, όπως αυτός του Ιορδάνη. Δεν υπήρχε τότε άλλο τηλεοπτικό κανάλι εκτός από τα κρατικά, όπως και ραδιόφωνα και η ενημέρωση στηρίζονταν αποκλειστικά στις εφημερίδες που κυκλοφορούσαν άλλες το πρωί και άλλες το μεσημέρι και φυσικά δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην αγοράζει μια την ημέρα και τρεις – τέσσερις την Κυριακή καθώς και περιοδικά τα οποία κυκλοφορούσαν σε μεγάλη ποικιλία και σπουδαία θεματογραφία.



Φυσικά τότε το ιντερνέτ και οι εφαρμογές του δεν υπήρχε ούτε στα μυαλά των πιο ευφάνταστων μελλοντολόγων και κανείς δεν φαντάζονταν πως η ενημέρωση και η ψυχαγωγία θα γίνονταν από ένα κινητό ή από ένα λάπτοπ χωρίς μάλιστα να πληρώνεται. Αυτό μπορεί να μην στοιχίζει τίποτα στους αναγνώστες - θεατές αλλά πίσω απ’ αυτή την τρομακτική εξέλιξη κρύβεται μια ατέλειωτη σειρά από καταστραμμένες καριέρες δημοσιογράφων, φωτογράφων, γραφιστών, τεχνικών, υπαλλήλων γραφείου οι οποίοι βρέθηκαν μια μέρα χωρίς δουλειά καθώς το μέσο που εργάζονταν λύγισε από τις καταστάσεις που επικράτησαν στην Ελλάδα μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004.



Τη σειρά των θυμάτων της κρίσης στα παραδοσιακά ΜΜΕ έκλεισαν τα περίπτερα και οι εφημεριδοπώλες που έβλεπαν μέρα με τη μέρα να λιγοστεύουν οι αναγνώστες μέχρι που έφτασε η στιγμή που τα κέρδη από τις πωλήσεις της ημέρας δεν έφταναν ούτε για το ενοίκιο του πάγκου κι έτσι, τους άφησαν άδειους να σκουριάζουν στους δρόμους και να γίνονται εστίες συγκέντρωσης σκουπιδιών. Το φαινόμενο φαίνεται πως απασχόλησε έστω και αργοπορημένα  τις υπηρεσίες του Δήμου και όπως ξεκολλάει τα παρατημένα περίπτερα έτσι άρχισε να απομακρύνει και τους σιδερένιους πάγκους από τους δρόμους γιατί κάτι που είναι παραπάνω από βέβαιο πλέον είναι ότι η ενημέρωση και η ψυχαγωγία πλέον είναι ζητήματα που έχει αναλάβει το ιντερνέτ και οι εφημερίδες στο εξής θα είναι σπάνιο πράγμα ενώ κανένας δεν θα θυμάται πως αυτές πουλιούνταν σε πάγκους στους δρόμους.

ΑΘΗΝΑ, 25062019, Έφημερίδα "Φιλελεύθερος" σελ. 37.

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019

ΜΕ ΦΩΣ ΚΑΙ ΣΚΙΑ Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ



Δεν είναι κάτι καινούργιο, η μεταφορά θεμάτων από την θρησκευτική ζωή και ιδιαίτερα βίων των αγίων στη σκηνή και μάλιστα στο θέατρο σκιών, τον γνωστό σε όλους Καραγκιόζη. Υπάρχουν πολλές αναφορές στο πρόσφατο παρελθόν και αρκετά ανέκδοτα από τους σπουδαίους καραγκιοζοπαίχτες γι’ αυτό το θέμα και ενώ η αποδοχή από το κοινό, πάντα ήταν ευμενής.




Αυτή την παράδοση καλλιεργεί με ωραίο τρόπο η επιστημονική και καλλιτεχνική ομάδα «Οθόνιον»  η οποία παρουσίασε την Τρίτη 18 Ιουνίου στο αίθριο του αρχοντικού των Μπενιζέλων – Σπίτι Αγίας Φιλοθέης στην οδό Αδριανού 96, παράσταση σκιών με ένα δράμα που έχει θέμα τον μαρτυρικό βίο της Αγίας Φιλοθέης. Το έργο με τίτλο «Φιλοθέη, η αρχοντοπούλα των Αθηνών» και είναι εμπνευσμένο από τον αγώνα της Αγίας Φιλοθέης για αλληλεγγύη στην πόλη της Αθήνας και τον θάνατό της, έγραψε και σκηνοθέτησε ο Ιωσήφ Βιβιλάκης. Τον μουσικό σχεδιασμό έκανε ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος, τις φιγούρες έφτιαξε ο Νικόλαος Τζιβελέκης ο οποίος έπαιξε πίσω από το πανί με τον Άθω Δανέλλη ενώ έπαιξαν μουσική και τραγούδησαν οι Γεράσιμος Παπαδόπουλος, Θεολόγος Παπανικολάου και Κατερίνα Μιχαλάκη.



Ήταν πράγματι μια πολύ ωραία εμπειρία για όσους γέμισαν προχθές στο αίθριο του πιο παλιού σπιτιού της Αθήνας δίπλα στα ερείπια της αρχαίας Αθήνας, την ωραία παράσταση, της οποίας μέρος των εσόδων διατέθηκε στην ενορία του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά η οποία υποστήριξε την ομάδα «Οθόνιον» στην προετοιμασία του έργου.



Το έργο θα παρουσιασθεί στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, Ερμού 134 την: Κυριακή 23, Τρίτη 25 Ιουνίου, Τρίτη 2 Ιουλίου, Τρίτη 9 Ιουλίου 2019 στις 9 μ. μ. Πληροφορίες για την παράσταση: 6987 358561.

ΑΘΗΝΑ 21062019, Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 34

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2019

ΣΤΗΝ ΑΧΑΡΝΩΝ ΠΟΥΛΑΝΕ ΚΑΙ ΖΩΝΤΑΝΕΣ ΚΟΤΕΣ



Ούτε οι ώριμοι Αθηναίοι θα θυμούνται ότι κάποτε στις αυλές των σπιτιών, στις απόμακρες αλλά και σε πολλές κεντρικές γειτονιές όπου κυριαρχούσαν τα χαμόσπιτα και οι μονοκατοικίες υπήρχαν κοτέτσια με πουλερικά και κλουβιά με κουνέλια με τα οποία οι νοικοκυραίοι εκείνης της εποχής συμπλήρωναν με φρέσκα αυγά και κρέας το τραπέζι τους. Παράλληλα μείωναν τον όγκο των απορριμμάτων της κουζίνας, αξιοποιούσαν τα αποφάγια και με την κοπριά διατηρούσαν ωραία λουλούδια σε γλάστρες και μικρά παρτέρια. 

Έτσι είχαν τα πράγματα στις αθηναϊκές γειτονιές όπου το σκηνικό συμπλήρωναν και διάφοροι επιτήδειοι που έμειναν στην αστική μυθολογία της πόλης ως κλεφτοκοτάδες τους οποίους τίμησαν δεόντως οι χρονογράφοι όλων των εποχών. Την ωραία αυτή περίοδο ήρθε και τέλειωσε η αντιπαροχή καθώς οι η πλημμύρα των πολυκατοικιών κάλυψε κάθε αυλή και ελεύθερο χώρο ενώ τα μπαλκόνια δεν προσφέρονται ούτε για κλουβιά με καναρίνια.  

Η ζωή όμως κάνει κύκλους και αυτό φανερώνουν οι εικόνες που συχνά – πυκνά επαναλαμβάνονται σε ένα μεγάλο μήκος της οδού Αχαρνών και οι οποίες ήταν γνώριμες στην επαρχία, στα χωριά όπου ακόμη διατηρούν κοτέτσια. Έτσι βλέπουμε κάτι τρισάθλια αυτοκίνητα να τη διασχίζουν αργά – αργά και πολλές φορές την ημέρα και να διαλαλούν από τα μεγάφωνά τους ότι πουλάνε ζωντανές κότες και κοτόπουλα. Σαν να περιμένουν οι πελάτες, αλλοδαποί από διάφορα μέρη της γης που είναι και η πλειοψηφία στην περιοχή αυτά τα αυτοκίνητα, σηκώνουν απλά το χέρι όπως στα ταξί και σταματάνε. Ο βοηθός που είναι μόνιμα στην καρότσα πιάνει την κότα που διαλέγει ο πελάτης, της δένει τα πόδια να μην μπορεί να κινηθεί και αφού πρώτα πάρει το αντίτιμό της που έχει να κάνει με το βάρος και την κατάστασή, του την παραδίδει για την όποια συνέχεια και τύχη μπορεί να έχει.  

Από εκεί και πέρα το μέλλον της κότας είναι άγνωστο. Αυλές στην περιοχή για να λειτουργήσουν κοτέτσια δεν υπάρχουν ούτε οι φωταγωγοί πάλι είναι χώροι να συμβεί κάτι τέτοιο γιατί τα πουλερικά θα σκάσουν χωρίς φως και αέρα. Στα μπαλκόνια πάλι είναι δύσκολο γιατί το είδος τους μπορεί μεν να έχει ξεχάσει πως είναι η ελευθερία αλλά ποτέ δεν αποκλείεται να θελήσουν κάποια στιγμή να δοκιμάσουν τα φτερά τους και να βρεθούν στο δρόμο, οπότε ούτε αυγά έχει κάποιος να περιμένει και σίγουρα θα χάσει και το κεφάλαιο που διέθεσε να αποκτήσει κάποια κότα ή και κόκορα να τον ξυπνάει το πρωί. Η άλλη εκδοχή για το μέλλον της είναι το μαχαίρι και μετά ο φούρνος ή η κατσαρόλα, πράγμα που φαίνεται πιο πιθανό.



Γιατί όμως να καταφύγει κάποιος στην αγορά μιας ζωντανής κότας αντί να την πάρει από το σούπερ μάρκετ ή το κρεοπωλείο; Απλά είναι πιο φθηνή γιατί οι περισσότερες απ’ αυτές έχουν εκπληρώσει την θητεία τους στα πτηνοτροφεία και προκειμένου να είναι βάρος στους πτηνοτρόφους, τις αδειάζουν χύμα σε στην καρότσα του τσιγγάνου γυρολόγου κι από εκεί και πέρα, κανένας δεν ξέρει που θα καταλήξουν. Συνήθως τις έκαναν περιοδεία στα χωριά αλλά ως φαίνεται αυτοί που τις εμπορεύονται ανακάλυψαν και έβαλαν και την Αχαρνών στις περιοδείες τους καθώς εκεί, όπως συμβαίνει με τις τρύπες στο χρόνο, μια εποχή που έχει λησμονηθεί για την Αθήνα επιστρέφει με άλλο χρώμα και γλώσσα…

ΑΘΗΝΑ, 19062019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 34.

Σάββατο 15 Ιουνίου 2019

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΔΙΑ




Έφυγε χθες πλήρης ημερών για τον ουρανό της μικρής της πατρίδας, τον Πρόδρομο Πρασιάς Ευρυτανίας η Ελένη Παπαδιά ή Αποστόλαινα (1927 – 2019) κι έτσι φέτος το καλοκαίρι δεν θα μας περιμένει στην αυλή της στο χωριό με τις μεγάλες ορτανσίες.

Τέτοιες ημέρες η κυρά Λένη ήθελα πάντα να βρίσκεται στον Πρόδρομο, να ανοίγει το σπίτι της, να φτιάχνει τον κήπο της κάτω από την μεγάλη καστανιά, να περνάει όλο το καλοκαίρι εκεί, να μιλάει με τους συγχωριανούς της, να ανάβει κερί στον Αη - Γιάννη και να επιστρέφει να ξεχειμωνιάσει κοντά στις κόρες της και τους γιούς της. Μόνο πέρσι και πρόπερσι δεν έφτιαξε τον κήπο και στεναχωριόνταν καθώς καταλάβαινε πως οι δυνάμεις της λιγόστευαν και αρκούνταν να ασχολείται με τις γλάστρες και τα μυριστικά της.

Η Ελένη, κόρη του μεγαλοτσέλιγκα Γιαννούλη μεγάλωσε και έζησε όλες τις περιπέτειες της πατρίδας της στα βουνά της Πρασιάς και στα χειμαδιά της Αιτωλοακαρνανίας. Παντρεύτηκε τον Αποστόλη Παπαδιά και ζούσαν στο εγκαταλελειμμένο σήμερα οικισμό που άκουγε στο όνομα Στ’ Λιεν, αντίκρυ ακριβώς από τον Πρόδρομο. Ο Αποστόλης πέθανε το 1967 και η Ελένη τότε επιστράτευσε όλες τις δυνάμεις της και μεγάλωσε τα παιδιά της τα οποία μέχρι την τελευταία στιγμή δεν έπαψαν να την τιμούν και να την φροντίζουν. Στον Πρόδρομο πηγαίναμε και την βλέπαμε με τους γιούς της Δημήτρη και Βασίλη και στην αυλή της καθόμασταν ώρες και κουβεντιάζαμε για τα παλιά χρόνια, τους ανθρώπους που γνώρισε και τα γεγονότα που έζησε και ήταν για όλους μας ένας θησαυρός πληροφοριών.

Η οικογένειά της, οι συγχωριανοί και όσοι την αγαπήσαμε σήμερα το απόγευμα στις 5 την αποχαιρετούμε, στο μικρό κοιμητήριο με θέα τα βουνά της Πρασιάς, πάνω από την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.  Ας είναι ελαφριά η γη που θα την σκεπάσει…

ΑΘΗΝΑ, 15062019

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2019

ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΜΥΡΙΒΗΛΗ ΣΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ

Ο Νίκος Βατόπουλος μας συστήνει κάποια αφανή μνημεία της Αθήνας

Ένας λογοτεχνικός περίπατος στα Εξάρχεια, στα χνάρια που Στράτη Μυριβήλη ο οποίος έζησε πολλά χρόνια στη γειτονιά, συγκεκριμένα στο σπίτι της Ερεσού 57 που έγινε προχθές το απόγευμα υπό την απειλή μάλιστα μιας νεροποντής ήταν μια ευκαιρία για πολύ κόσμο που αγαπά την Αθήνα και θέλει να γνωρίσει στοιχεία από την ιστορία της αλλά πράγματα και πρόσωπα που ενσωματώθηκαν στη λογοτεχνία από την πένα ξεχωριστών ανθρώπων.


Στην αυλή του σπιτιού του Μυριβήλη στην οδό Ερεσού στα Εξάρχεια.
 
Γνωριμία με τα παλιά σπίτια της οδού Ερεσού.
Ο δημοσιογράφος Νίκος Βατόπουλος που ασχολείται συστηματικά με την ιστορία της Αθήνας και τα κείμενά του για γειτονιές, σπίτια και ανθρώπους της πόλης, αποτελούν ένα εξαιρετικό υλικό ανάγνωσης και θησαυρός πληροφοριών για όσους θέλουν να γνωρίσουν φανερές και κρυφές γωνιές της, ξεκίνησε την ενδιαφέρουσα ξενάγηση από την αυλή του  σπιτιού του οδού Ερεσού 57 όπου ο συγγραφέας Στράτης Μυριβήλης έμεινε την δεκαετία του ’40. Ένα παλιό σπίτι χωμένο ανάμεσα στις καινούργιες πολυκατοικίες αλλά και άλλα κτίρια που χρονολογούνται από τις αρχές του 20ου αιώνα και στη συνέχεια μας σύστησε ένα – ένα τα σπίτια όλου του δρόμου, από την Θεμιστοκλέους ως την Ασκληπιού και τον Άγιο Νικόλαο.

Ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος διαβάζει κείμενα του Μυριβήλη στο προαύλιο του Αγίου Νικολάου.

 
Πρόκειται για σπίτια που αν και ξεχωρίζουν, συνήθως τα προσπερνάμε καθώς τα περισσότερα απ’ αυτά είναι κλειστά σε μια γειτονιά όπου η φήμη της συνέχεια υπονομεύεται από διάφορα γεγονότα που στεναχωρούν την πόλη. Ο Νίκος Βατόπουλος στάθηκε μπροστά σε κάθε ένα απ’ αυτά και σαν να ήταν παλιός ένοικός τους μας μίλησε για την αρχιτεκτονικής τους αξία, τα ιδιαίτερα στοιχεία τους και μέσα απ’ αυτή την αισθητική προσέγγιση φανερώνονταν ο πολιτισμός μιας άλλης, όχι και πολύ μακρινής εποχής από σήμερα, σπαράγματα της οποίας διακρίνουμε και στα κείμενα του Στράτη Μυριβήλη. Μέσα από τα λόγια του έμοιαζε να ανασταίνονταν κατά στρώματα η ιστορία και η εξέλιξη της γειτονιάς και η οποία συμπληρώθηκε με τις αναγνώσεις που ακούσαμε στις στάσεις που έγιναν στο προαύλιο του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Πευκακίων και το σχολικό συγκρότημα, το λεγόμενο σχολείο του Πικιώνη το οποίο χτίστηκε στην περίοδο του μεσοπολέμου σε σχέδια του μεγάλου αρχιτέκτονα, στις υπώρειες του Λυκαβηττού. 

Ο Νίκος Βατόπουλος στην ταράτσα του σχολείου του Πικιώνη μας μιλά για την ιστορία του.

 
Ο περίπατος ήταν μια δράση στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου με πρωτοβουλία της Ελληνικής Εταιρείας και των εγγονών του Μυριβήλη, Χριστίνας Αγγελοπούλου και Λενιώς Μυριβήλη και η διαδρομή σχεδιάστηκε με αγάπη από τον ηθοποιό Κωνσταντίνο Γιαννακόπουλο ο οποίος διάβασε αθηναϊκά διηγήματα του Μυριβήλη. Στο σχολείο του Πικιώνη όπου κατέληξε η συντροφιά, ψηλά στη Σίνα, ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος έκανε τον ιδανικό επίλογο για τον συγγραφέα και το έργο του που εκτός από τις σελίδες για την Λέσβο, έγραψε και σπουδαία κείμενα για την Αθήνα.

Ο Κώστας Ακρίβος με τον Νίκο Βατόπουλο 
Κώστας Ακρίβος, Λενιώ Μυριβήλη, Νίκος Βατόπουλος, Χριστίνα Αγγελοπούλου, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος

- Δράσεις σαν αυτό τον λογοτεχνικό περίπατο στα Εξάρχεια θα γίνουν το επόμενο διάστημα και σε άλλα σημεία της Αθήνας και όσοι επιθυμούν να συμμετάσχουν μπορούν να πληροφορηθούν από το πρόγραμμα του Φεστιβάλ. 

ΑΘΗΝΑ, 13062019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 34. 

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

ΤΑ ΜΟΥΡΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΗΠΟΥ




Οι μουριές είναι από τα πιο διαδομένα δέντρα της πόλης καθώς αυτές μπορούν να κλαδευτούν βαθιά και να μείνουν κούτσουρα το χειμώνα αλλά το καλοκαίρι, είναι ικανές να τεντώσουν μέσα σε λίγες ημέρες τα κλαριά τους και να ρίξουν με τα πλατιά φύλλα τους σκιά σε ολόκληρο το δρόμο που είναι φυτεμένες. Αυτός είναι πάνω – κάτω ο λόγος που τις προτιμούσαν κάποτε να τις βάζουν στους δρόμους έχοντας υπ’ όψιν βέβαια πως είναι και εξαιρετικά λιτοδίαιτο δέντρο και οι απαιτήσεις του σε νερό είναι ελάχιστες. Στα θετικά του πάλι είναι και η τεράστια αντοχή που έχει απέναντι στη ρύπανση καθώς επίσης και στο ότι οι ρίζες τους καταφέρνουν να επουλώσουν πολύ γρήγορα τις πληγές που τους ανοίγουν τα συνεργεία όταν επισκευάζουν τα δίκτυα που είναι χωμένα κάτω από τα πεζοδρόμια. 

Στα αρνητικά αυτού του δέντρου όταν φυτεύεται στους δρόμους ήταν πάντα η καρποφορία γιατί πλημμυρίζουν από καρπό και όταν αυτός πέφτει από τα κλαριά της πατιέται από τους περαστικούς, γεμίζουν ζουμιά και γλιστράνε τα πεζοδρόμια ενώ οι μύγες κάνουν πανηγύρι. Για να αντιμετωπίσουν το ζήτημα διάλεγαν τις μουριές που θα φύτευαν να είναι στείρες καθώς αυτό το δέντρο έχει αυτό το προνόμιο. Αν δε τους ξέφευγε κάποια, τότε την έκοβαν αμέσως και την αντικαθιστούσαν με κάποια που δεν έκανε καρπό κι έτσι ησύχαζαν όλοι.



Τα μούρα τώρα είτε πρόκειται για τα άσπρα ή τα μαύρα είναι ένας εξαιρετικός καρπός, με πολλές βιταμίνες και άλλα πολύτιμα για τον οργανισμό του ανθρώπου στοιχεία αλλά με την πρακτική των δενδροκόμων του Δήμου να διαλέγουν μόνο στείρες μουριές να φυτεύουν στους δρόμους και τα παρκάκια, οι Αθηναίοι τους στερούνται. Από τη στιγμή μάλιστα που τα μούρα λόγω της ευαισθησίας δεν φθάνουν στην αγορά, ούτε συνηθίζεται να γίνονται γλυκά ή μαρμελάδες, είναι αρκετοί εκείνοι που τα γνωρίζουν μόνο από τις φωτογραφίες τους στα βιβλία και στα περιοδικά. Εννοείται ότι γι’ αυτούς είναι και η γεύση τους άγνωστη.

Τον κανόνα της στειρότητας που επιβάλουν στις μουριές της πόλης οι δενδροκόμοι, παραβαίνουν κάποιες φορές και αφήνουν κάποια δέντρα που βγάζουν μούρα. Μια σειρά από τέτοιες μουριές βρίσκεται στον Εθνικό Κήπο, στο ξέφωτο προς την περίφραξη του στρατοπέδου της Προεδρικής Φρουράς και των οποίων τα κλαριά τους είναι μάλιστα κλαδεμένα έτσι ώστε να δημιουργούν ένα ανάποδο κύπελλο. Το γεγονός, που σαφώς και αποτελεί καλλιτεχνία εκ μέρους των δενδροκόμων είναι αυτό που αποτρέπει το κλάδεμά της σύριζα όπως και στις άλλες μουριές κι έτσι καταφέρνει και κάνει μούρα, κάτι γλυκά μαύρα τα οποία και δοκίμασα προχθές ακολουθώντας το παράδειγμα ενός άλλου που το είδα χωμένο κάτω από τα κλαδιά να μαζεύει μούρα και να τα βάζει άπλυτα στο στόμα.

«Εδώ μέσα στον Κήπο δεν φτάνει η ρύπανση» μου είπε όταν τον ρώτησα πως είναι για να δοκιμάσω κι εγώ. «Την κρατάνε τα ψηλά δέντρα και δεν φτάνει σε αυτές τις μουριές. Ξέρω και άλλες που κάνουν μούρα, αλλά προτιμώ τούτες και γι’ αυτό περνάω κάθε μέρα και τις παρατηρώ πότε θα ωριμάσουν!».
 Όση ώρα μιλούσαμε δεν έβγαλε το κεφάλι του μέσα από τα κλαριά λες και ήθελε να κρυφτεί,  σαν να έκανε κάτι παράνομο που τρυγούσε μια μουριά στον Εθνικό Κήπο και η σκηνή δεν άφησε αδιάφορη και τη νεαρή τουρίστρια που μάζευε ήλιο στο παγκάκι.

ΑΘΗΝΑ, 12062019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος",10062019, σελ. 37.

Τετάρτη 5 Ιουνίου 2019

ΜΕΝΕΞΕΔΕΝΙΟ ΣΥΝΝΕΦΟ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Η δεντροστοιχία με τις τζακαράντες στο Ζάππειο


Είναι οι τζακαράντες (Ιακαράνδη η μιμηλήφυλλος (Jacaranda mimosifolia) γνωστλη ως το δέντρο φτέρη (fern tree) ένα ιθαγενές της Νότιας Αμερικής δέντρο που έφτασε στην Ελλάδα μέσω της Νότιας Αφρικής. Με τέτοιες σχηματίστηκαν δεντροστοιχίες σε ορισμένους δρόμους, όπως στην Αθηνάς, τη Ρηγγίλης και βεβαίως η μεγάλη στο Ζάππειο η οποία παραμένει ακέραια παραπάνω από έναν αιώνα και τούτες τις ημέρες αποτελεί αξιοθέατο της πόλης και προσελκύει πλήθος Αθηναίων και τουριστών για να τις απολαύσουν.
Ανθισμένες τζακαράντες στην Καπνικαρέα


Οι τζακαράντες υπολογίζεται πως ήρθαν στην Ελλάδα μαζί με άλλα εξωτικά δέντρα και φυτά που παραγγέλθηκαν από όλο τον κόσμο για την δημιουργία, περί το 1840, του Βασιλικού τότε λεγόμενου Κήπου που ήταν πρωτοβουλία της βασίλισσας Αμαλίας. Από εκείνα λοιπόν τα δέντρα προέρχονται και οι τζακαράντες που φυτεύτηκαν σε διάφορα άλλα σημεία της Αθήνας, όπως στο Πεδίον του Άρεως και σε άλλες πλατείες και δρόμους. 
Τζακαράντες πίσω από την Μητρόπολη Αθηνών


Οι τζακαράντες ξεχωρίζουν ανάμεσα σε όλα τα άλλα δέντρα της πόλης γιατί ανθίζουν τις τελευταίες ημέρες της άνοιξης πριν ακόμη βγάλουν φύλλα και διατηρούν τα άνθη τους που μοσχομυρίζουν για πολλές ημέρες. Όταν αυτά μαραθούν πέφτουν σαν γαλάζιο χιόνι στο δρόμο και πάνω στα αυτοκίνητα που είναι σταθμευμένα από κάτω. Σε ορισμένα δε σημεία της πόλης, όπως τα παλιά κτίρια στην Αθηνάς ο συνδυασμός του μελαγχολικού χρώματος των λουλουδιών με τις μνήμες που έχει αυτός ο δρόμος φέρνει στο νου άλλες στιγμές από την ιστορία της αλλά και τις προσωπικές αναζητήσεις καθενός που την περπατάει.

Η δεντροστοιχία με τις τζακαράντες στην Αθηνάς και η Ακρόπολη στο βάθος 

Δεν υπάρχουν αναφορές που να συνδέουν τις τζακαράντες με την ιστορία της Αθήνας. Οι περισσότεροι τις έμαθαν από το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη που δημοσιεύουμε σε διπλανή στήλη. Έτσι και δεν υπάρχει ενδιαφέρον γι’ αυτές εκτός από τις ημέρες που ανθίζουν και σκεπάζουν τους δρόμους με ένα μενεξεδί σύννεφο. Φέτος βέβαια αυτό δεν συμβαίνει στην οδό Αθηνάς γιατί όπως ξαναγράψαμε, έπεσε γερό κλάδεμα στα δέντρα και παρά τις διαμαρτυρίες των δημοτών αυτό συνεχίστηκε. Υπολογίζεται πως θα τις δούμε πάλι ανθισμένες  σε δυο τρία χρόνια αν βέβαια τις αφήσουν ήσυχες. 


Η δεντροστοιχία με τις τζακαράντες στην Αθηνάς πριν το κλάδεμα
Η δεντροστοιχία της Αθηνάς μετά το κλάδεμα!

Στην Αθηνάς παρατηρείται επίσης και μια κραυγαλέα αδιαφορία για τη συμπλήρωση της δεντροστοιχίας και αυτό φαίνεται να έχει να κάνει με το πιάσιμο από τα δέντρα ωφέλιμου για τους καταστηματάρχες αλλά και από τα καφενεία που γέμισαν τα πεζοδρόμια χώρου. Έτσι, η ωραία δεντροστοιχία με τις τζακαράντες κάθε χρόνο αραιώνει όλο και περισσότερο και αν συνεχιστεί έτσι το πράγμα σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχει κανένα δέντρο εκεί.

Οι ανθισμένες τζακαράντες στη Ρηγγίλης
Ανθισμένες τζακαράντες στην Ηρώδου Αττικού
Ανθισμένες τζακαράντες στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας

Παρατημένη φωλιά πουλιών σε ανθισμένη τζακαράντα στην Καπνικαρέα

Έτσι η μόνη δεντροστοιχία στην Αθήνα που μπορεί αυτές τις ημέρες να απολαύσει τις τζακαράντες είναι αυτή που οδηγεί από τη Βασιλίσσης Αμαλίας στο Ζάππειο. Κάποιες άλλες ωραίες γωνιές της πόλης που παίρνουν άλλο αέρα από την ανθοφορία τους είναι η Καπνικαρέα, η πλατεία πίσω από την Μητρόπολη Αθηνών, στη Ρηγγίλης, το τέλος της Ηρώδου Αττικού, το προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Κωνσταντίνου καθώς και άλλα που είναι φυτεμένα μεμονωμένα δέντρα που δίνουν ένα ξεχωριστό τόνο στη χλωρίδα της πόλης τις τελευταίες ημέρες της άνοιξης.



Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΜΙΑ ΜΑΔΗΜΕΝΗ ΤΖΑΚΑΡΑΝΤΑ

Η προτομή του Γιώργου Σεφέρη με την ανθισμένη τζακαράντα

 
Η προτομή του Γιώργου Σεφέρη με την κλαδεμένη τζακαράντα  
Δεν υπάρχουν αναφορές που να συνδέουν τις τζακαράντες με την ιστορία της Αθήνας. Οι περισσότεροι τις έμαθαν από ένα ποίημα του Γιώργου Σεφέρη η προτομή του οποίου μπροστά στην είσοδο του Υπουργείου Εξωτερικών στην πεζοδρομημένη οδό Σέκερη σκιάζεται από μια τζακαράντα η οποία ούτε κι αυτή γλίτωσε τον ακρωτηριασμό που έχει επιβληθεί σε όλα τα δέντρα της πόλης. Πιθανόν να μην λερώνουν τα λουλούδια της τα τζάμια των αυτοκινήτων των διπλωματών που παρκάρουν εκεί.



KERK STROOSTPRETORIATRANSVAAL

Οι τζακαράντες παίζοντας καστανιέτες και χορεύοντας
ρίχναν γύρω στα πόδια τους ένα μενεξεδένιο χιόνι.
Αδιάφορα όλα τ’ άλλα, κι αυτό
το Βένουσμπεργκ της γραφειοκρατίας με τους διπλούς
του πύργους και τα διπλά του επίχρυσα ρολόγια
ναρκωμένο βαθιά σαν ιπποπόταμος μες στο γαλάζιο.
Και τρέχαν τ’ αυτοκίνητα δείχνοντας
γυαλιστερές πλάτες όπως τα δελφίνια.
Στο τέλος του δρόμου μας περίμενε
δρασκελώντας αργόσχολα μες στο κλουβί του
ο ασημένιος φασιανός της Κίνας
ο Ευπλόκαμος Νυχθήμερος, όπως τον λένε.

Και να σκεφτείς πως ξεκινήσαμε αποχαιρετώντας
με την καρδιά γεμάτη σκάγια
τον Ονοκρόταλο τον Πελεκάνο – αυτόν
που είχε ένα ύφος τσαλαπατημένου πρωθυπουργού
στο ζωολογικό κήπο του Καίρου.

                                                              Οχτώβρης  ’41 

ΥΓ. Για το πόσο επίκαιρο παραμένει το ποίημα, δείτε: KERK STR. OOST, PRETORIA, TRANSVAAL, Γιώργος Σεφέρης, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Ίκαρος, σελ. 199.


ΟΙ ΤΖΑΚΑΡΑΝΤΕΣ ΤΗΣ ΠΡΑΙΤΩΡΙΑ


Οι ποιο γνωστές τζακαράντες στον κόσμο είναι αυτές της Πραιτώρια, πόλης της Νότιας Αφρικής, στην περιοχή Τράνσβααλ. Αποτελεί μια από τις τρεις πρωτεύουσες της Ν. Αφρικής και συγκεκριμένα την εκτελεστική και de facto πρωτεύουσα της χώρας Αφρικής είναι και ποιητικά γνωστή ως «Jacaranda City» («Πόλη της Τζακαράντα») ή στα Αφρικάανς «Jakarandastad», λόγω του μεγάλου αριθμού των δένδρων τα οποία όταν ανθίζουν την άνοιξη, μετατρέποντας την πόλη μπλε. Ιδρύθηκε το 1855 από τον Μαρτίνους Πρετόριους και το αρχικό της όνομα ήταν Πρετοριάνα Φιλαδέλφεια. Η πόλη έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια του πολέμου των Μπόερς. Σε αυτή υπογράφηκε η πρώτη συνθήκη ειρήνης μεταξύ των πλευρών, με την οποία έληξε ο πρώτος από τους δύο αυτούς πολέμους, στις 3 Αυγούστου 1881, αλλά και η ειρήνη του Βερινέγκενγκ στις 31 Μαΐου 1902, με την οποία έληξε ο δεύτερος. (Πηγή Wikipedia).



Στην Πραιτώρια ζει τα τελευταία χρόνια και διδάσκει  στο εκεί ελληνικό σχολείο ο φίλος Νίκος Κομματάς ο οποίος μας έστειλε κάποιες φωτογραφίες με ανθισμένες τζακαράντες που εκεί ανθίζουν τον Οκτώβριο. Τις δημοσιεύουμε για να κάνουμε κάποιες συγκρίσεις…

ΑΘΗΝΑ, 05062109. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 2 - 3.