Σελίδες

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019

ΣΚΥΛΙΣΙΑ ΖΩΗ... ΣΤΗΝ ΠΛΑΚΑ



Ο καλύτερος φίλος πρέπει να είναι και κομψός, γι' αυτό και το φουλάρι στο λαιμό, ακόμη και όταν είναι... εκτός υπηρεσίας, κατά τη διάρκεια της απογευματινής του σιέστας, στο παράθυρο που βλέπει τη γειτονιά.


Μια από τις εικόνες που έχουν χαθεί από το κέντρο της πόλης είναι αυτές των κατοικίδιων ζώων ή συντροφιάς λεγόμενων από τους φιλόζωους και κυρίως των σκύλων που είναι και τα μόνα ζωντανά που μπορούμε να δούμε να κυκλοφορούν με τον κύριο ή την κυρία τους κάποια στιγμή  στο δρόμο ή σε κάποιο παρκάκι για περίπατο ο οποίος είναι καλός, όταν τον απολαμβάνουν και οι δυο αλλιώς πρόκειται για αγγαρεία που δεν ευχαριστεί κανέναν.

Το ότι δεν υπάρχουν σκύλοι και συγκεκριμένα από το εμπορικό κέντρο και τις κοντινές με αυτό γειτονιές,  έχει να κάνει κυρίως με την απουσία των μόνιμων κατοίκων και των οικογενειών καθώς με το κατοικίδια ασχολούνται συχνότερα οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά μέχρι να το βαρεθούν. Βέβαια το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο, από τη δεκαετία του ’50 και δώθε που άρχισε η ανοικοδόμηση της Αθήνας και τα πατρικά σπίτια δόθηκαν αντιπαροχή για κτίρια που έγιναν γραφεία και καταστήματα, οι οικογένειες μετακόμισαν σε άλλα προάστια παίρνοντας μαζί τους και τα όποια κατοικίδια είχαν.

Όσοι έμειναν πίσω στερήθηκαν της χαράς των σκύλων λόγω υποχρεώσεων οι περισσότεροι ενώ ορισμένοι άλλοι, ηλικιωμένες γυναίκες κυρίως, αρκέστηκαν στη συντροφιά μιας γάτας που δεν έχει απαιτήσεις να βγαίνει από το σπίτι. Βασικό ρόλο επίσης στην απουσία των σκύλων στην περίπτωση είναι και η διάλυση της παραδοσιακής γειτονιάς  που χαίρονταν το πέρασμα του και χάριν αυτού συντηρούνταν και αναπτύσσονταν ποικίλες σχέσεις μεταξύ κατοικιδίων ανάμεσα σε ανθρώπους. Η βόλτα του σκύλου πέρα από τη χαρά που προσφέρει στο ζωντανό και την ικανοποίηση των αναγκών του, δίνει και στον κύριο του την ευκαιρία να παρακολουθήσει και να μάθει νέα για τη ζωή της γειτονιάς, να παρατηρήσει τις αλλαγές, να ανανεώσει το ραντεβού του με κάποιους για τον περίπατο της επομένης.

Κακά τα ψέματα, ο περίπατος με ένα σκύλο στην πόλη που επικρατεί η νευρικότητα είναι η πιο ήρεμη εικόνα να ξεκινήσει κάποιος την ημέρα του και η πιο γαλήνια να την κλείσει το βράδυ. Επί πλέον, χάρη αυτού να νοιώσει ασφαλής και τη νύχτα καθώς ανεξάρτητα από το μέγεθός του και το χρώμα του ο σκύλος αποτρέπει είτε με δόντια, είτε με αλυχτίσματα όποιον σκέφτεται κάτι κακό για τον κύριό του ή την κυρία του, κάτι που αφήνει παντελώς αδιάφορες τις γάτες. Τον ίδιο ρόλο παίζει και όταν μένει μόνος στο σπίτι, άγρυπνος φύλακας πίσω από την πόρτα και αφουγκράζεται την κίνηση έξω από αυτήν και αναλόγως με τη μυρωδιά που θα πιάσει, ειδοποιεί ότι κάποιος μπορεί να είναι ανεπιθύμητος.

Το ίδιο μπορεί να κάνει κι ένας σκύλος που έχει την τύχη να ζει σε ένα παλιό μονόροφο σπίτι στην Πλάκα και όταν μάλιστα αυτό έχει παράθυρο στο δρόμο στο περβάζι του οποίου κάθεται και χαζεύει τη κίνηση. Από το θεωρείο του ελέγχει ποιος περνάει και αναλόγως με την εκπαίδευση που έχει, αντιδρά.  Φυσικά από την οδό Πρυτανείου στην Πλάκα αυτόν τον καιρό μόνο τουρίστες βλέπει, άλλες γλώσσες ακούει και άλλες μυρωδιές αισθάνεται. Το χειρότερο γι’ αυτόν και το οποίο μεγαλώνει την πλήξη του είναι ότι απ’ όλους αυτούς τους αμέτρητους ανθρώπους που περνάνε μπροστά του, κανένας δεν συνοδεύει το σκύλο του γιατί τους έχουν αφήσει στο σπίτι τους σε κάποια μακρινή χώρα κι έτσι δεν μπορεί να βγει με το κόκκινο φουλάρι του έξω να κάνει χαρές με κανέναν κύριο και το κατοικίδιό του.

ΑΘΗΝΑ 29072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 33.

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΣΤΗΝ ΑΜΟΡΓΟ




Το πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής στην Κάτω Μεριά της Αμοργού αποτελεί τη μεγαλύτερη παραδοσιακή πανήγυρη σε όλη τη νησιωτική Ελλάδα και πίσω από την επιφάνεια των θρησκευτικών τελετών και των λαϊκών εκδηλώσεων, έχει να παρουσιάσει αρχέγονα στοιχεία γιορτής. Ο χώρος επίσης για τη συγκέντρωση και την εξυπηρέτηση των πανηγυριστών είναι μεγάλος, ενώ, το καλοκαίρι και η φύση εκεί καταμεσής στο Αιγαίο θυμίζουν μια άλλη Ελλάδα, πιο απλή και χαρούμενη, μια χώρα που ξέρει να γιορτάζει.








Η περιοχή που είναι σήμερα η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στην Κάτω Μεριά της Αμοργού, ήταν κάποτε ένα πυκνό ρουμάνι, με τεράστια σχοίνα και μεγάλους θάμνους κι εκεί κοντά βοσκούσε το κοπάδι του ένας τσοπάνης. Έτσι θέλει η τοπική μυθολογία να θεωρεί τον τόπο, όπου σήμερα λίγοι άνθρωποι επιμένουν να τον σκηνογραφούν ακόμα με μικρές καλλιέργειες και να τον ζωντανεύουν με τα λίγα ζώα τους. Σε αυτή λοιπόν την περιοχή που βρίσκεται πάνω από τον όμορφο όρμο Παραδείσια, βοσκούσε κάποτε ένας τσοπάνης. Μια λοιπόν από τις κατσίκες εκείνου του άγνωστου ανθρώπου, χάνονταν κάθε ημέρα και αυτός δεν καταλάβαινε που πήγαινε. Τον έτρωγε η περιέργεια, να μάθει που πηγαίνει η κατσίκα και έτσι κάποτε αποφάσισε και της έβαλε στο λαιμό ένα κουδουνάκι, ώστε από τον ήχο να καταλάβει που εξαφανίζεται και την είδε να μπαίνει σε μια πυκνή συστάδα από μεγάλα σχοίνα. Την ακολούθησε και την βρήκε να αναχαράζει πάνω σε μια κρυμμένη από τα χόρτα πλάκα που έμοιαζε με αγία τράπεζα ανάμεσα πεσμένες πέτρες κάποιου οικοδομήματος που φαίνονταν πως ανήκαν σε εκκλησία.







Έτσι ικανοποιήθηκε η περιέργεια του τσοπάνη σχετικά με την απουσία της κατσίκας του αλλά όταν το ανακοίνωσε και σε άλλους βοσκούς, άρχισε τότε ο προβληματισμός σχετικά με τι ιερό ήταν εκεί, ποιος άραγε το είχε κτίσει και πότε, και φυσικά, σε ποια θεότητα ή άγιο μπορεί να ήταν αφιερωμένο. Από μόνοι τους οι τσοπάνηδες, δεν μπορούσαν να δώσουν καμιά εξήγηση, ούτε στη μνήμη των παλιών αναδεύονταν κάτι και γι’ αυτό αποφάσισαν να απευθυνθούν στον παπά της χώρας να τους βοηθήσει, όπως και έγινε. 

Ήρθε λοιπόν κάποιος παπάς, ο οποίος λόγω του κινδύνου από τους πειρατές που λυμαίνονταν τότε το αρχιπέλαγος έδρευε στην οχυρωμένη Χώρα και άρχισαν οι έρευνες κι εκεί που έσκαβαν βρέθηκε η εικόνα της Αγίας Παρασκευής. Αυτό ήταν! Παραμέρισαν τα ερείπια και έχτισαν ένα μεγαλύτερο εκκλησάκι από αυτό που φαίνονταν και άρχισαν να το λειτουργούν. Πότε έγιναν αυτά, κανείς δεν ξέρει. Η αρχική εκκλησία ανακαινίστηκε δυο – τρεις φορές και καθώς άρχισε να γίνεται γνωστή,  ξεκίνησε και πανηγύρι, μικρό στην αρχή αλλά σιγά – σιγά εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο πανηγύρι των νότιων Κυκλάδων και σ αυτό συνετέλεσε και η φήμη για τη θαυματουργή ικανότητα της εικόνας που γιατρεύει, λένε, τα μάτια.







Πριν γίνουν οι δρόμοι και ο τουρισμός γίνει καλοκαιρινή μονοκαλλιέργεια σε όλα τα νησιά, έρχονταν κόσμος πολύς από την Αιγιάλη με ζώα, έρχονταν και από τα γύρω νησιά, και όλοι έρχονταν με τα χέρια γεμάτα προσφορές. Την μεγαλύτερη προσφορά έκαναν τα χωριά της Κάτω Μεριάς, που ήταν βεβαίως πιο κοντά, αλλά και οι προσφορές των άλλων δεν ήταν αμελητέες. Ο Μανώλης Κωβαίος, ο οποίος  ήταν επίτροπος στην Αγία Παρασκευή πάνω από 50 χρόνια, θυμάται να φέρνουν κριθάρι από τη Δονούσα, όπως και από τη Σχοινούσα η οποία φημίζονταν γι’ αυτό το προϊόν της. 

Έφερναν ακόμα ζωντανά από την Ηρακλειά, λάδι και κρασί από τη Νάξο, ότι δηλαδή είχε κάθε νησί, προσφορά στο πανηγύρι. Κυρίαρχο ρόλο όμως έπαιζαν και εξακολουθούν να παίζουν οι προσφορές σε ζωντανά ζώα, κάτι που αποτελεί και το αρχέτυπο του πανηγυριού και δηλώνει, όπως και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας, ευθέως τον αγροτοποιμενικό του χαρακτήρα. Αρχετυπική μπορεί να θεωρηθεί και η συμμετοχή των ανθρώπων στο πανηγύρι, οι οποίοι «υπηρετούν» την αγία και καλούνται «υπηρέτες». Άνδρες και γυναίκες από όλη την Κάτω Μεριά, αλλά και την υπόλοιπη Αμοργό, αφήνουν για μερικές ημέρες τις δουλειές τους και αναλαμβάνουν «υπηρεσία».








Τα φαγητά που έχουν βάση αυτό το κρέας βράζουν σε μεγάλα καζάνια και θέλουν διαρκώς ανακάτεμα, κάτι που αναλαμβάνουν συνήθως οι πιο χειροδύναμοι και επιτελούν αυτή την υπηρεσία κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του αρχιμάγειρα. Κυριολεκτικά, όλοι οι μάγειροι βράζουν κι αυτοί μαζί με το κρέας και τις πατάτες μέσα στο μαγειρείο, όπου αναπτύσσονται υψηλότατες θερμοκρασίες. Ενώ όλες οι προεργασίες για το πανηγύρι αρχίζουν μια εβδομάδα πριν, η παρασκευή του φαγητού, για ευνόητους λόγους περιορίζεται κατά τις δυο τελευταίες ημέρες. Την παραμονή μπαίνουν όλα τα καζάνια στη φωτιά, πρώτα τα καζάνια με το «πατάτο» και κατόπιν το «ξυδάτο» και το «κοφτό».

Όλοι δουλεύουν ρολόι κάτω από την άγρυπνη παρακολούθηση του αρχιεπιτρόπου και των αρμοδίων επιτρόπων και τα πάντα πρέπει να είναι έτοιμα στην μεγάλη ώρα του εσπερινού. Ο εσπερινός ξεκινά την  ώρα που ο ήλιος αρχίζει να κρύβεται πίσω από τη γυμνή κορυφή του βουνού που καλείται Μαυρόβουνο και οι πανηγυριστές που στέκουν όρθιοι και στριμωγμένοι μέσα στον περίβολο της εκκλησίας και σε κύκλο, γύρω από το σημείο, όπου οι άρτοι της γιορτής περιμένουν να ευλογηθούν από τους συλλειτουργούς ιερείς και να μοιραστούν κατόπιν στους συνεορτάζοντες. Το «διευχών» σε αυτή την πάνδημη τελετή είναι και το σύνθημα για το φαγητό. Ο κόσμος είναι πολύς και γι’ αυτό οι υπεύθυνοι, κάτω από τις αυστηρές οδηγίες των επιτρόπων μπαίνουν σε διάταξη άμυνας να εξυπηρετήσουν τον κόσμο που κατά πυκνές ομάδες ορμά προς τη μεγάλη αυλή με τα τραπέζια.






Παράλληλα με το σερβίρισμα του φαγητού και αφού τακτοποιηθεί η πρώτη φουρνιά στα τραπέζια αρχίζει να ετοιμάζεται και η ορχήστρα. Κουρντίζουν τα όργανα και περιμένουν τους επιτρόπους που ξεκινάνε πρώτοι το χορό. Αυτό είναι μια παλιά συνήθεια με την οποία αποδίδεται τιμή σε αυτούς τους ανθρώπους που κοπίασαν γι’ αυτή τη γιορτή. Τον πρώτο χορό σέρνει ο αρχιεπίτροπος και ακολουθούν οι υπόλοιποι βάσει ιεραρχίας. Εκείνη τη στιγμή, ακούγεται ένα τραγούδι, ειδικά γραμμένο γι’ αυτόν, τους επιτρόπους και όλους τους «υπηρέτες» του πανηγυριού.

Η μεγάλη αυλή που στρώνονται τα τραπέζια, παίζει η ορχήστρα και γίνεται ο χορός είναι ένα νέο έργο, μόλις δυο χρονών και έγινε για να μπορεί να εξυπηρετεί 1000 άτομα σε κάθε φουρνιά. Παλαιότερα, που δεν υπήρχε αυτός ο χώρος, οι πανηγυριστές έπαιρναν το φαγητό και απλώνονταν στα χωράφια ενώ οι ορχήστρες έπαιζαν μέσα σε αυτοσχέδιες καλύβες. Για να μαζευτεί λοιπόν το πανηγύρι και να εξυπηρετηθούν όλοι οι πανηγυριστές, με τη βοήθεια του μεγάλου ευεργέτη της Αγίας Παρασκευής, Νίκου Γαβαλά οι επίτροποι προχώρησαν σε αυτό το μεγάλο έργο που, χωρίς να αμφισβητεί την παράδοση,  ανταποκρίνεται πλήρως στους νέους καιρούς.

Ο πολύς κόσμος πάντως φεύγει νωρίς, αμέσως μετά από το φαγητό και στο χώρο του πανηγυριού μένουν….. ο σκληρός πυρήνας των πανηγυριστών, οι οποίοι θα διασκεδάσουν μέχρι τη στιγμή που θα χτυπήσει η καμπάνα της εκκλησίας για την πρωινή λειτουργία. Η πρωινή λειτουργία, είναι σύντομη και ιδιαίτερα απλή καθώς από τον κόσμο που είχε εμφανιστεί στον εσπερινό, είναι πολύ λίγοι αυτοί που την παρακολουθούν και κυρίως οι ντόπιοι, οι αληθινοί πιστοί, οι επισκέπτες που έχουν έρθει από διάφορα σημεία της Αμοργού και των Κυκλάδων και έχουν φιλοξενηθεί στα κελιά της εκκλησίας, οι επίτροποι και οι υπηρέτες. Γι’ αυτούς το πανηγύρι τελειώνει μετά το φαγητό, το οποίο είναι σαν οικογενειακή συγκέντρωση στη μεγάλη σάλα του πανηγυρόσπιτου όπου γίνονται και οι πρώτες εκτιμήσεις, και βεβαίως μετά τη γενική καθαριότητα του χώρου που ακολουθεί. Μέχρι το απόγευμα που θα φύγει και ο τελευταίος πανηγυριστής, όλα στην Αγία Παρασκευή πρέπει να λάμπουν, τόσο που ο επισκέπτης να μην μπορεί να καταλάβει αν επί μια εβδομάδα εκεί είχε γίνει ένα από τα μεγαλύτερα πανηγύρια της νησιώτικης Ελλάδας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι φωτογραφίες είναι από το πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής το 2012 και ενδεχομένως κάποια από τα πρόσωπα που εμφανίζονται δεν είναι πια μαζί μας και χαίρονται την γιορτή από ψηλά στον ουρανό.  

ΑΘΗΝΑ, 26072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος" σελ. 34 - 35.

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2019

ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΦΤΑΙΕΙ Ο ΚΑΚΟΣ ΜΑΣ Ο ΚΑΙΡΟΣ




Το πιο εύκολο που μπορεί να πει κάποιος αυτές τις ημέρες ότι ευθύνεται για όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην πόλη, είναι η ζέστη, η οποία όντως επηρεάζει το σύνολο των δραστηριοτήτων των πολιτών και κυρίως αυτών που βρίσκονται ή εργάζονται στο δρόμο. Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και όταν κάνει πολύ κρύο τον χειμώνα, όταν χιονίζει και στην Ομόνοια, όταν βρέχει πολύ και όταν συμβαίνει κάτι το απρόοπτο, όπως σεισμός για παράδειγμα που να μην τον προκαλέσω, έχει καιρό να μας στείλει μήνυμά του. Έτσι μάθαμε, έτσι συνεχίζουμε ρίχνοντας για κάθε στραβό που ζούμε στον κακό μας τον καιρό!

Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, η διαρκής κακοδαιμονία που μας ακολουθεί σαν σκιά στην καθημερινή μας ζωή δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τον καιρό αλλά με τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα και κυρίως τη στάση μας στη διάρκεια μιας δύσκολης ημέρας, σαν σήμερα που η θερμοκρασία αγγίζει τα όρια του καύσωνα στην πόλη. Μιας πόλης που ποτέ δεν εκτίμησε πραγματικά το περιβάλλον που αναπτύχθηκε –ένας ξερότοπος ήταν πάντα η Αττική και έγινε ακόμα πιο αφιλόξενη όταν καλύφθηκε από άκρη σε άκρη από οικοδομές και δρόμου και όταν αυτό έγινε πλέον αντιληπτό, ήταν αργά. Δεν είχε μείνει ούτε ένα στρέμμα ελεύθερου χώρου για να φιλοξενήσει λίγα δέντρα που θα προσφέρουν τη σκιά τους τα μεσημέρια που ψήνει ο ήλιος την πόλη ενώ το ίδιο έγινε και στους δρόμους που ανοίχτηκαν όχι για να εξυπηρετήσουν μια γειτονιά αλλά τις συστάδες των αυθαιρέτων.

Στους δρόμους και κυρίως στους κεντρικούς όπου μετά βασάνων γίνεται ακόμη η κίνηση των σαραβαλιασμένων αστικών λεωφορείων και των βραδύποδων τρόλει, εκεί όταν ανεβαίνει η θερμοκρασία, για να είμαστε στο κλίμα των ημερών, φθάνουν οι πολίτες στα όρια της απελπισίας και δεν βλέπουν την ώρα να βγουν και να πάρουν αέρα ο οποίος όσο κι αυτός είναι πυρωμένος σίγουρα θα μυρίζει καλύτερα απ’ αυτόν μέσα στο όχημα.
Ένας από τους λόγους που η ταλαιπωρία των επιβατών στα αστικά λεωφορεία και στα τρόλει είναι απίστευτη, εκτός βέβαια από την πολυκοσμία και την βρώμα που επικρατεί παντού είναι η κατάληψη της λωρίδας που κινούνται αυτά τα οχήματα από λογής – λογής μηχανάκια και αυτοκίνητα αλλά κυρίως αυτά που κάνουν τροφοδοσία όποια ώρα τους καπνίσει και βεβαίως από τους ταξιτζήδες που κάνουν πιάτσα πάνω ακριβώς στις στάσεις. 

Αυτή η κατάσταση επικρατεί σε όλους τους δρόμους αλλά εκεί που δεν έχει προηγούμενο είναι η οδός Πανεπιστημίου της οποίας η δεξιά λωρίδα δεν είναι ποτέ ελεύθερη ειδικά δεν κοντά στις εξόδους του μετρό, στο Πανεπιστήμιο και στην Ομόνοια τα μέσα μαζικής μεταφοράς σταματάνε πλέον στη μέση του δρόμου με ότι αυτό σημαίνει για την ασφάλεια των επιβατών. Κορνάρουν συνέχεια και μαλώνουν με τους ταξιτζήδες οι οδηγοί αλλά αυτό δεν έχει κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Στον καυγά συνήθως συμμετέχουν και αρκετοί ζωηροί επιβάτες οι οποίοι με αυτόν τον τρόπο εκτονώνονται και ξεχνάνε προς στιγμή το δράμα που ζουν αλλά μόλις τελειώνει το επεισόδιο αρχίζουν βλαστημάνε την ώρα που βγήκαν στην πόλη να κάνουν τις δουλειές τους χωρίς να δουν πρώτα τι καιρό κάνει….  

ΑΘΗΝΑ, 24072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 37. 

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ΣΤΑ ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ




Νύχτα του Ιούλη στην Αθήνα που φέτος την φρεσκάρει το βοριαδάκι και θυμίζει παλιές εποχές, τότε που η σεμνή πόλη ζούσε και απολάμβανε το καλοκαίρι χωρίς οι κάτοικοί τους να κυριεύονται από τη μανία των διακοπών. Στο προκήπιο των Προπυλαίων του Πανεπιστημίου μυρίζει το γκαζόν που κούρεψαν το πρωί και το πότισαν μάλιστα, πράγμα που οφείλεται στον πιο συστηματικό κηπουρό του Δήμου και πολλοί φαντάζομαι τον έχετε δει να κουβαλάει με το καροτσάκι τα λάστιχα του ποτίσματος από την αποθήκη στο μέρος που ποτίζει γιατί αν τα αφήσει εκεί την άλλη μέρα κιόλας θα τα βρει στο παζάρι.

Είναι μεσάνυχτα και τα μαρμάρινα αγάλματα, οι στήλες και οι προτομές αποβάλλουν αργά – αργά από πάνω τους τη ζέστη της ημέρας για να αντέξουν το ανελέητο πύρωμα που θα επαναληφθεί αύριο. Ο Κοραής στέκει εκεί, εξ αριστερών όπως βλέπουμε τα Προπύλαια από την οδό Πανεπιστημίου και διδάσκει ενώ στην άλλη άκρη του κεφαλόσκαλου, ο Καποδίστριας στέκεται σκεπτικός. Κολλημένοι στον τοίχο του Πανεπιστημίου, δεξιά ο Γρηγόριος ο Ε’ και αριστερά ο Ρήγας Φερραίος οι δυνατοί πυλώνες του έθνους βλέπουν από ψηλά την αραιή κίνηση στην Πανεπιστημίου. Ο επιβλητικός Γλάδστων μόνος στο γκαζόν, χαιρετάει με σηκωμένο το χέρι τους περαστικούς κι ας μην τον γνωρίζουν. Όλοι τους ήσυχοι και χωρίς τον φόβο του βανδαλισμού που υφίσταντο διαρκώς τα τελευταία χρόνια από της χαϊδεμένες από την εγχώρια διανόηση ομάδες των μπαχαλάκηδων. 

Το σιντριβάνι πεισματικά παραμένει σιωπηλό, δεν το βάζουν να λειτουργήσει μη και γλιστρήσει κανένας τουρίστας που θα περπατήσει εκεί. Καταδικασμένο, όπως και πολλά άλλα σιντριβάνια της πόλης παραμένει ανενεργό γιατί μπορεί να μην υπάρχει κάποιος υπάλληλος του Πανεπιστημίου που να γνωρίζει πως μπαίνει σε λειτουργία ή απλά να μην κλήθηκε ο συντηρητής να το διορθώσει ή ακόμη να περιμένουν πότε θα αρχίσει το νέο ακαδημαϊκό έτος να το δούμε να σηκώνει ψηλά το νερό και να βρίσκουν και τα περιστέρια που κορακιάζουν από την λειψυδρία της πόλης μια σταγόνα νερό να ξεδιψάσουν.

Δοκιμάζω μια μηχανή να δω τι μπορεί να κάνει με ιδιότροπους φωτισμούς και το μάτι μου στέκεται στην κομψή φιγούρα μιας νέας γυναίκας που κοιτάζει την οθόνη του κινητού της αναζητώντας πιθανόν πληροφορίες για αυτό που την ενδιαφέρει. Μπορεί αυτό να είναι στοιχεία για το κτίριο ή τον ζωγραφικό διάκοσμο που κοσμεί την οροφή των Προπυλαίων ή τα αγάλματα επίσης που είναι μπροστά της. Μπορεί επίσης η ωραία κυρία που έκλεψα τη στιγμή της περισυλλογής της να είναι ιστορικός ή φιλόλογος έστω και να προσπαθεί να μάθει κάποια πράγματα περισσότερα για το χώρο που βρίσκεται. Πιθανολογώ πως κάτι τέτοιο συμβαίνει γιατί δεν διάλεξε να κάτσει σε ένα σημείο που να φαίνεται, αν στην περίπτωση περιμένει να συναντήσει κάποιον. Μπορεί όμως να είναι και έτσι, να διάλεξε να κάτσει στο βάθρο του Ρήγα Φερραίου δίνοντας έτσι ένα άλλο νόημα στη συνάντηση.

Όπως και να έχει όμως το πράγμα, η εικόνα της ωραίας νέας γυναίκας που προχθές λίγο πριν από τα μεσάνυχτα κάθονταν κάτω από το άγαλμα του Ρήγα Φεραίου στα Προπύλαια ήταν από τις πιο όμορφες στην Αθήνα και αν επρόκειτο για τουρίστρια, έκανε σαφώς τη διαφορά. Επιλέγοντας ένα χώρο που λίγοι τιμούν με την παρουσία τους την ημέρα, πόσο δε περισσότερο τη νύχτα στο κέντρο της πόλης και όχι στα πολύβουα σημεία που συχνάζουν οι τουρίστες στην Πλάκα και στο Μοναστηράκι. Φαντάζομαι δεν πως αυτοί είναι πολλοί αλλά στην κίνηση της ημέρας δεν διακρίνονται όσο σε μια ζεστή νύχτα στην Αθήνα… 

ΑΘΗΝΑ 24072019, Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 24072019, σελ. 32.

Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΗΣ ΣΤΑΓΟΝΑΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ




Είναι μακρύς ο κατάλογος απ’ αυτά που λείπουν ή υπολειτουργούν στην πόλη, η οποία, παραδόξως επιμένει να είναι ζωντανή και να ονειρεύεται καλύτερες ημέρες, ειδικά όταν αλλάζει η δημοτική αρχή και η αισιοδοξία περισσεύει τουλάχιστον τους πρώτους μήνες μέχρι να προσαρμοστούν οι νέοι δημοτικοί άρχοντες στην κατάσταση. Μια άλλη περίοδος που η πόλη ονειρεύεται πως θα γίνει μια άλλη είναι το καλοκαίρι στο τέλος του οποίου και με την επιστροφή τους οι παραθεριστές πιστεύουν πως θα τα βρουν όλα αλλαγμένα…

Και είναι η περίοδος του καλοκαιριού τόσο λίγη που πραγματικά πολλές φορές οι περισσότεροι δεν προλαβαίνουν να το απολαύσουν. Τόσο που και οι λίγες ημέρες που θα λείψουν από την πόλη ούτε καν καταγράφονται στα πεπραγμένα της ζωής κι έτσι αφού το πρώτο περπάτημα στην πόλη τον Σεπτέμβριο δεν πρόκειται να φανερώσει τίποτα το καινούργιο οι ελπίδες για όποια αλλαγή, μετατίθενται προς ευόδωση το άλλο καλοκαίρι.
Στο μεταξύ, το φετινό καλοκαίρι βρίσκεται στην αποθέωσή του και στην πόλη όπου για να βρει κάποιος μια σταγόνα νερό να ξεδιψάσει πρέπει οπωσδήποτε να πάει σε ένα περίπτερο ή άλλο μαγαζί να αγοράσει ένα μπουκαλάκι πληρώνοντας μισό ευρώ το οποίο δεν είναι βέβαιο ότι περισσεύει σε όλους και η ιδέα ότι αυτό αδειάζει σε δυο γουλιές οξύνει τη δίψα αλλά στην περίπτωση η τσέπη συνήθως βάζει τους δικούς της αυστηρούς περιορισμούς.

Ένα μπουκαλάκι νερό την ημέρα επί δυο – τρία εκατομμύρια κατοίκους της Αθήνας (μη κάνω αναγωγή σε όλη τη χώρα και υπολογίσω και τα εκατομμύρια τουρίστες) κάνει τις βιομηχανίες εμφιάλωσης και το κύκλωμα εμπορίας νερού να τρίβει τα χέρια του αλλά από την άλλη πλευρά, αυτοί που βλέπουν να μας πνίγει το πλαστικό έχουν να πουν πολλά για την επιβάρυνση του περιβάλλοντος από τα άδεια μπουκάλια που πλημμυρίζουν κάθε γωνιά της Ελλάδας και κυρίως περιοχές όπου έντονος παρατηρείται ο τουρισμός.

Το νερό λοιπόν είναι ένα από τα κορυφαία προβλήματα της πόλης το καλοκαίρι αφού δεν υπάρχουν βρύσες για να σκύψει όποιος διψάει ή θέλει να δροσιστεί. Είναι παράξενο, μια πόλη που όλοι γνωρίζουν πως η ζέστη δημιουργεί τέτοια προβλήματα να μην έχει βρύσες σε κεντρικά της σημεία ή σε κάποιες πλατείες να ξεδιψάει ο κόσμος δωρεάν και να δροσίζει τα χέρια και το πρόσωπό του. Σίγουρα θα πουν κάποιοι πως αυτές οι βρύσες δεν θα βγάζουν παγωμένο νερό αλλά δεν είναι εκεί το ζήτημα. Το νερό όταν τρέχει είναι δροσερό από μόνο του και σαν ιδέα μόνο ότι μπορεί κάποιος να το έχει διαθέσιμο τον δροσίζει.

Παλιότερα κάποιος δήμαρχος είχε την ιδέα να φυτέψει κάποιες μεταλλικές βρύσες σε διάφορα σημεία της πόλης αλλά απ’ αυτές σήμερα δεν λειτουργεί σχεδόν καμία και τα κουφάρια τους, όπου δεν τα έχουν ξεκολλήσει οι γνωστοί ανακυκλωτές έχουν γίνει σημεία όπου συγκεντρώνονται σκουπίδια. Εκείνες οι βρύσες απασχόλησαν θυμάμαι τότε τους Αθηναίους, όχι για τόσο για το ρόλο τους αλλά από τον περίεργο σχεδιασμό τους αλλά γρήγορα ξεχάστηκαν γιατί ήταν άβολες και βαλμένες σε λάθος σημεία ενώ η κατασκευή τους δεν βοηθούσε καθόλου την καθαριότητα που απαιτεί το νερό σε δημόσιο χώρο.

Έτσι, για να ξεδιψάσει κάποιος στην πόλη μπορεί μόνο αν γνωρίζει που είναι οι βάνες που χρησιμοποιούν οι κηπουροί στα παρκάκια κι από εκεί τραβάει το λάστιχο και απολαμβάνει το νερό όπως αυτός θέλει και χωρίς να νοιάζεται αν τον βλέπουν περίεργα οι άλλοι…

ΑΘΗΝΑ, 23072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος" σελ. 32.

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2019

ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΕΞΟΔΟ ΚΙΝΔΥΝΟΥ...




Πρέπει να νιώσουμε να κουνιέται η γη για να θυμόμαστε κάποια πράγματα που μας απασχολούν καθημερινά και τα συζητάμε επί μακρόν, αλλά τη λύση τους την αφήνουμε στην καλή διάθεση όσων ρημάζουν με τον τρόπο τους τη ζωή της πόλης και δημιουργούν καταστάσεις που και ο νόμος μπροστά τους στομώνει. Καταστάσεις που κάνουν τον πολίτη να σηκώνει ψηλά τα χέρια και να νιώθει ότι  είναι αβοήθητος σε μια πόλη όπου ο καθένας κάνει ότι θέλει χωρίς να λογαριάζει καν τις συνέπειες εκείνης της στιγμής ή το χειρότερο, να μην σκέφτεται πως η στάση του θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα όταν εκδηλωθεί ένα έκτακτο ή έντονο φυσικό φαινόμενο που η διαχείρισή του απαιτεί άλλη ετοιμότητα.

Εξαιτίας λοιπόν του σεισμού που ταρακούνησε προχθές την Αθήνα όλος ο κόσμος βγήκε τρομαγμένος από τα σπίτια και τα γραφεία αναζητώντας έναν ελεύθερο χώρο να νιώσει ασφαλής και να μην κινδυνεύει να του έρθει στο κεφάλι ένας τοίχος ή κάποιο αντικείμενο απ’ αυτά που είναι στοιβαγμένα στα μπαλκόνια, μάρμαρα ή γυαλιά που είναι ντυμένα πάμπολλα κτίρια. Που όμως να βρεθεί τέτοιος χώρος στην πόλη στην Κυψέλη, στα Εξάρχεια ή στην Αχαρνών; Ναι, είναι κοντά σε αυτές της γειτονιές το Πεδίον του Άρεως, ο πιο ασφαλής σε περίπτωση σεισμού στην Αθήνα αλλά ποιος τολμάει να διασχίσει την οδό Δροσοπούλου για παράδειγμα να φτάσει ως εκεί ή την Ανδρέου Μεταξά; Και στο Παγκράτι και στους Αμπελοκήπους και σε όποια άλλη γειτονιά της Αθήνας το ίδιο συμβαίνει. Δεν υπάρχουν χώροι όπου μπορεί να συγκεντρωθεί ο κόσμος σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και αν υπάρχουν είναι εξαιρετικά δύσκολο και επικίνδυνο να φτάσει κάποιος σε αυτούς.

Μοιάζει βέβαια με αστείο να μιλάμε για ελεύθερους χώρους που να πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις στην Αθήνα στην οποία, οι κανόνες ασφαλείας για κάθε ενδεχόμενο δεν τηρούνται από κανέναν και αν υπάρχουν αρχές επιφορτισμένες για κάτι τέτοιο δεν μπορούν να κάνουν τίποτα μπροστά στο μέγεθος της αδιαφορίας ή ανομίας που επικρατεί.

Και δεν είναι μόνο οι ελεύθεροι χώροι αλλά και κάθε άλλο σημείο που ενώ θα έπρεπε να είναι απαλλαγμένο από διάφορα στοιχεία και υλικά προκειμένου να μπορέσουν ευκολότερα οι πολίτες να το περάσουν σε μια δύσκολη στιγμή, μοιάζει αδιάβατο και επικίνδυνο όταν έρθει η κακιά ώρα. Και δεν μιλάμε φυσικά για δρόμους και πεζοδρόμια όπου ο καθένας (αρκετοί μάλιστα πληρώνοντας και ένα σημαντικό ποσό στο Δήμο για άδεια τραπεζοκαθισμάτων) βάζει ότι θέλει και το αφήνει εκεί όσο χρόνο τον βολεύει.  

Φυσικά και για τα πεζοδρόμια υπάρχουν κανόνες αλλά όπως σημειώθηκε πιο πάνω, κανένας δεν αναλαμβάνει να τα καθαρίσει από τα περιττά και επικίνδυνα στοιχεία. Κατά καιρούς παρεμβαίνει η Τροχαία και μαζεύει τα δίκυκλα αλλά ο χώρος ξαναγεμίζει αμέσως καθώς ο αριθμός τους που κινείται στην πόλη είναι ανυπολόγιστος και οι χώροι να τα φιλοξενήσουν δεν επαρκούν. Γι’ αυτό και το πιο εύκολο είναι να παρκάρουν και μέσα στις στοές όπου συνδυάζεται και η προστασία τους από τις καιρικές συνθήκες αδιάφορα αν μπορεί να περάσει κάποιος να μπει στο κτίριο, όποιο κι αν είναι αυτό κι ακόμα στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους στην οδό Ακαδημίας συμπληρώνοντας την άθλια εικόνα της εισόδου του που μοιάζει περισσότερο με είσοδο αποθήκης παρά δημοσίου κτιρίου. 

ΑΘΗΝΑ, 22072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 32.    

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

ΜΙΑ ΟΑΣΗ ΣΤΟ ΒΥΘΟ ΤΟΥ ΦΩΤΑΓΩΓΟΥ




Τα  μπαλκόνια στα διαμερίσματα και οι βεράντες στα ρετιρέ αποτελούν για την Αθήνα την προέκταση του νοικοκυριού και φυσικά φανερώνουν και την προσωπικότητα του ιδιοκτήτη ή του νοικάρη η οποία μπορεί να είναι παράδειγμα προς μίμηση αλλά πολλές φορές δημιουργούν κι ένα αίσθημα απώθησης. Έτσι χαιρόμαστε όταν βλέπουμε φροντισμένα μπαλκόνια γεμάτα λουλούδια αλλά τραβάμε το βλέμμα μας μακριά όταν βλέπουμε αυτά να είναι γεμάτα άχρηστα και παλιά αντικείμενα και να παίζουν το ρόλο της αποθήκης.


Ως κομμάτι του σπιτιού το μπαλκόνι τα παλιότερα χρόνια που η τηλεόραση δεν είχε μπει σε κάθε στη ζωή μας αποτελούσε ένα σημείο που οι νοικοκυραίοι έβγαιναν τα απογεύματα του καλοκαιριού και δροσίζονταν διαβάζοντας εφημερίδες, περιοδικά ή βιβλία ενώ αποτελούσε και αφορμή για επισκέψεις φίλων οι οποίες κρατούσαν μέχρι αργά το βράδυ και πολλές φορές σταματούσαν από τις διαμαρτυρίες των γειτόνων που ενοχλούνταν από τις συζητήσεις και δεν μπορούσαν να κοιμηθούν. Η γιγάντωση της πόλης, η αύξηση της κυκλοφορίας, η ρύπανση καθώς και άλλες εξελίξεις στην ψυχαγωγία και την ενημέρωση έβγαλαν τα μπαλκόνια από την προσοχή ενώ τα συστήματα κλιματισμού που μπήκαν σε κάθε σπίτι και θέλουν σφραγισμένα τα πορτοπαράθυρα τους έδωσαν την χαριστική βολή και σπάνια πια βλέπουμε κόσμο να κάθεται σε αυτά να απολαύσει μια στιγμή της ημέρας.

 Εκείνο δε που τα χαρακτήριζε και τα ανέβαζε ψηλότερα απ’ όπου κρέμονταν τα μπαλκόνια στην εκτίμηση των γειτόνων και των περαστικών στη γειτονιά, ήταν τα λουλούδια και τα φυτά που γέμιζαν τις γλάστρες και πολλές φορές φαίνονταν σαν οάσεις που αιωρούνταν πάνω από το κενό του δρόμου. Όλοι σήκωναν το κεφάλι να δούνε αυτά τα μπαλκόνια και φυσικά αναρωτιόνταν πόσο χρόνο διαθέτει αυτός ή αυτή που τα περιποιείται. Δεν είναι και λίγο πράγμα να ποτίζει κάθε μέρα σχεδόν γιατί η εξάτμιση του νερού στις γλάστρες σε ένα μπαλκόνι που είναι σε ψηλό όροφο είναι πιο εύκολη απ’ όταν αυτές βρίσκονται στο έδαφος και να φροντίζει συνέχεια τα φυτά και τα λουλούδια που ταλαιπωρεί ο αέρας. Χώρια δε που για να ανέβει τόσο χώμα εκεί ψηλά θέλει και κόπο και χρήμα. Τα ίδια επαινετικά σχόλια άκουγαν και διάφορα μικρότερα μπαλκόνια που φιλοξενούσαν που διέθεταν λίγα αλλά προσεγμένα φυτά  αλλά έδειχναν πως αν ο νοικοκύρης είχε περισσότερο χώρο θα έφτιαχνε κι αυτός τον δικό του κρεμαστό κήπο στην πολυκατοικία που μένει.

Φυσικά όσα γράφτηκαν μέχρι αυτή την αράδα αφορούν τα μπαλκόνια στο κέντρο της πόλης που τα περισσότερα χρησιμοποιούνται για αποθήκες ή να απλώνουν τις μπουγάδες τους οι ένοικοι απ’ όλο τον κόσμο γιατί από τους παλιούς νοικοκυραίους ελάχιστοι πλέον έχουν μείνει που κατοικούν στα πατρικά τους. Στα προάστια, όπως και να έχει είναι περισσότερα τα πράσινα μπαλκόνια καθώς και το πράσινο στους δρόμους και τις πλατείες.

Στο κέντρο της πόλης όμως είναι που μπορούμε να δούμε και εξαιρέσεις, από ανθρώπους που μπορεί το σπίτι όπου ζουν να μην διαθέτει μπαλκόνι ή να είναι στο υπόγειο που δεν το βλέπει καθόλου ο ήλιος, όπως κάποια μικρά διαμερίσματα που νοίκιαζαν κάποτε σε φοιτητές ή εργάτες στα Εξάρχεια, αλλά προσπαθούν με κάθε τρόπο να ζωντανέψουν τον ακάλυπτο που είναι η αυλή τους με φυτά τα οποία χωρίς να έχουν πολλές απαιτήσεις σε φως  προσφέρουν την πρασινάδα τους και δίνουν την αίσθηση μιας όασης στο βυθό του φωταγωγού.  

ΑΘΗΝΑ, 18072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 35.

Τρίτη 16 Ιουλίου 2019

ΣΚΗΝΙΚΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ




Κανονικά το καλοκαίρι για τους περισσότερους ανθρώπους άρχιζε με το κλείσιμο των σχολείων και την έξοδο των συνταξιούχων στα χωριά για να ανοίξουν τα εξοχικά  όπου θα περάσουν δυο τρεις μήνες μακριά από την πόλη με παρέα τα εγγόνια και αναπολώντας με τους συνομήλικούς τους τα χρόνια που ήταν ο τόπος τους γεμάτος ανθρώπους. Για άλλους το καλοκαίρι αρχίζει με την πρώτη ημέρα της άδειας από τη δουλειά –όσοι έχουν εννοείται και φυσικά δικαιούνται λίγες μέρες γιατί άλλαξαν πολλά τα τελευταία χρόνια σε αυτό το μέτωπο της κοινωνίας– και τελειώνει ανάλογα με το πορτοφόλι που διαθέτει ο καθένας.

Ήταν πάντα το καλοκαίρι μια εποχή που όλοι ονειρεύονται να απολαύσουν, όπως μπορεί ο καθένας και προς αυτού γίνονται σχέδια όλο το χρόνο. Απ’ όσους βέβαια έχουν αυτή την πολυτέλεια γιατί από εκεί που το καλοκαίρι ήταν μια εποχή ανεμελιάς που μπορούσαν να τη ζήσουν όλοι χωρίς εξαιρέσεις έγινε η ακριβότερη του χρόνου. Τα μεταφορικά, τα ενοίκια, η διατροφή και η ψυχαγωγία που πάντα στην περίπτωση ήταν ακριβά, έχουν γίνει πλέον απλησίαστα για  μεγάλο μέρος της κοινωνίας η οποία τα τελευταία χρόνια  μέσα από ένα πλήθος εξελίξεων θεωρεί τις διακοπές αναπόσπαστο κομμάτι του ετήσιου κύκλου της ζωής.

Από την άλλη μεριά ένα πλήθος επαγγελματιών προετοιμάζονται όλο το χρόνο, σε ολόκληρη τη χώρα και ιδιαίτερα στα νησιά και τις παραθαλάσσιες περιοχές έτσι ώστε να είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν στην επιθυμία ντόπιων και αλλοδαπών για διακοπές. Προσδοκώντας δε πάντα στο μεγαλύτερο κέρδος που μπορούν να αποκομίσουν μέσα στο δίμηνο που κρατάει πια η περίοδος, έχουν επιβάλλει μέσω των υπηρεσιών του κράτους και των δήμων μια σειρά κανόνων που αποτρέπουν πια την απόλαυση του καλοκαιριού όπως συνέβαινε πριν από κάποιες δεκαετίες που η κατασκήνωση ήταν η πιο φθηνή λύση.

 Έτσι σε ελάχιστα πλέον σημεία της χώρας, σε απομακρυσμένα νησιά και παραλίες της ηπειρωτικής χώρας όπου δύσκολα φτάνει αυτοκίνητο ή και βαρκάκι μπορούν όσοι θέλουν να κατασκηνώσουν ελεύθερα και να περάσουν όσες ημέρες επιθυμούν δίπλα στη θάλασσα ζώντας με ότι εύρισκαν στα μποστάνια της περιοχής και το μικρό μαγαζί του χωριού. Αυτός ο τρόπος διακοπών είναι πια ξεχασμένος και παντού πλέον υπάρχει ένα μάτι που θα προκαλέσει ζήτημα αν δει κάποιους να στήνουν σκηνές οπουδήποτε καθώς ο τουρισμός που έχει εξελιχθεί σε μονοκαλλιέργεια σε κάθε περιοχή, αφορά όλους όσους εμπλέκονται με αυτόν και κάθε που δεν αποδίδει θεωρείται ανεπιθύμητο και μη αποδεκτό.

Έτσι για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο από τέτοια πράγματα πολλοί αποφασίζουν να κάνουν διακοπές στην πόλη και προς τούτο είναι ικανοί να στήσουν και σκηνικό ώστε να νιώθουν κι αυτοί καλύτερα αλλά και να κάνουν τους άλλους να ζηλεύουν για την επιλογή τους. Στην περίπτωση δε που αυτός που κάνει διακοπές στην πόλη ανήκει στη μεγάλη κατηγορία των αστέγων των οποίων ο αριθμός έχει αυξηθεί τρομακτικά τα τελευταία χρόνια, τότε η επιλογή του να στήσει ένα ονειρεμένο σκηνικό διακοπών στη γωνιά που κατοικεί αποκτά και εικαστικό ενδιαφέρον και αποτελεί και σημείο όπου οι επιτήδειοι ξεναγούν τουρίστες που θέλουν να γνωρίσουν και την άλλη πλευρά μιας πόλης που είναι εμφανή τα σημάδια μιας παρατεταμένης κρίσης σε όλες τις πλευρές της ζωής της.  

ΑΘΗΝΑ 16072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 34.    

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

ΤΑ ΠΟΝΤΙΚΙΑ ΚΑΝΟΥΝ ΒΟΛΤΑ ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ





Ότι εκεί που έχτισαν κάποτε οι άνθρωποι τις πόλεις τους ήταν, από κτήσεως κόσμου, βιότοποι  διαφόρων ζώων και φυτών είναι γνωστό και πολλές φορές, όταν μια γειτονιά ή μια συνοικία αφήνετε στην τύχη της τότε ευνόητο είναι να αρχίσει η φύση να επιστρέφει διεκδικώντας τον χώρο που της πήραν.  Έτσι βλέπουμε ότι αν και είναι καλυμμένοι από τσιμέντο το έδαφος ή από άσφαλτο οι δρόμοι, από μια ρωγμή που θα προκύψει, μπορεί να βγει ένα δέντρο ή μπορεί ακόμα και κάποιο ζωντανό να μπει να κάνει εκεί μέσα τη φωλιά του κι έτσι να ξεκινήσει ένα ταξίδι επιστροφής στην εποχή που ο πλανήτης ήταν ένα δάσος!

Φυσικά ο άνθρωπος, όταν άρχισε να υποτάσσει τη φύση και από κυνηγός να γίνεται αγρότης και κτηνοτρόφος επέλεξε και κάποια ζώα, όπως πρόβατα, κατσίκες, άλογα, πουλερικά, σκυλιά, γάτες και άλλα διάφορα τα οποία εξημέρωσε και τα υποχρέωσε να ζουν κοντά του προσφέροντας του είτε υπηρεσίες, είτε προϊόντα. Από την άλλη, μια μεγάλη ομάδα ζώων είδε πως είχε συμφέρον να ζήσει κοντά στον άνθρωπο αρπάζοντας κάτι από το νοικοκυριό του ή ενοχλώντας τον μέχρι σημείου που προκαλούν την αγανάκτησή του. Αποτέλεσμα αυτής της συμβίωσης είναι ο διαρκής πόλεμος μεταξύ ανθρώπων και αυτών των πλασμάτων ο οποίος διεξάγεται με διάφορα μέσα σε βάρος και των δύο πλευρών όταν για παράδειγμα χρησιμοποιούνται χημικά μέσα χωρίς τις σωστές προφυλάξεις. 

Στην περίπτωση αναφερόμαστε σε διάφορα έντομα, όπως μύγες, κουνούπια, κατσαρίδες τα οποία όσο και να έχει παλέψει μέχρι σήμερα ο άνθρωπος δεν κατάφερε να περιορίσει τη δράση τους και επειδή πολλές φορές αυτά επηρεάζουν και την υγεία του βρίσκεται σε διαρκή επιφυλακή και έτοιμος να αντιδράσει. Σε επιφυλακή επίσης βρίσκεται διαρκώς και για τις συνέπειες που μπορεί να έχει από την παρουσία ποντικών στην πόλη καθώς και απ’ αυτούς μπορούν να προκύψουν διάφορες ασθένειες αλλά και γιατί αποτελούν και κριτήριο ευταξίας και αισθητικής του δημόσιου χώρου. Έτσι θεωρείται ανεπίτρεπτο να κυκλοφορούν στα πεζοδρόμια του κέντρου ή να βγαίνουν από τους κάδους σκουπιδιών ποντίκια. 

Γι’ αυτό προκάλεσε έκπληξη στους περαστικούς χθες το απόγευμα μπροστά από την Εθνική Βιβλιοθήκη όταν είδαν καμιά τριανταριά ποντίκια όλων των ηλικιών που φαίνεται αποτελούν οικογένειες να βγαίνουν από μια τρύπα που ήταν δίπλα σε μια συστάδα από ψηλές δάφνες και άρχισαν να παίζουν στο γκαζόν. Έδειχναν τόσο χαρούμενα, τόσο ευτυχισμένα και παντελώς αδιάφορα για τον κόσμο που στάθηκε απορημένος για το από πού ξεφύτρωσαν αυτά και άρχισε να τα φωτογραφίζει και να στέλνει την εικόνα τους όπου ήθελε εκτιμώντας έτσι την σπάνια σκηνή . Μια κυρία η οποία όπως δήλωσε περνάει καθημερινά από εκεί είπε ότι τα βλέπει συχνά να βγαίνουν και να παίζουν στο γκαζόν.



Φαντάζομαι πως κάτι τέτοιες σκηνές, ενισχύουν την άποψη ότι μόλις αφήσουμε την πόλη χωρίς φροντίδα, θα γίνει ζούγκλα και σε μερικές δεκαετίες τα άγρια δέντρα θα την καταπιούν ενώ θα εμφανιστούν και θηρία. Μην σπέρνουμε όμως τέτοιες απαισιόδοξες σκέψεις, προς το παρόν λείπει η καθημερινή φροντίδα και η προσοχή στις λεπτομέρειες που συνθέτουν την καθημερινότητα της πόλης και επί του προκειμένου με τα ποντίκια, οι γάτες που για ένα παράξενο τρόπο έχουν εξαφανιστεί από το κέντρο της Αθήνας.

ΑΘΗΝΑ, 11072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 37. 

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2019

ΚΙΝΕΖΙΚΑ ΚΑΠΕΛΑΚΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΗΛΙΟ




Το καπέλο ήταν πάντα και σε όλες τις εποχές ένα στοιχείο που έδινε στον άντρα που το φορούσε κάποιο ιδιαίτερο κύρος ενώ η ποιότητά του και το είδος του ήταν αυτά που του έδιναν και κοινωνική υπόσταση ενώ ο τρόπος που το φορούσε ο καθένας φανέρωνε και άλλες συνήθειές του. Έτσι αλλιώς έβλεπε κάποιος και αντιμετώπιζε έναν που φορούσε ρεμπούμπλικα, μπορσαλίνιο, καβουράκι, υμίψηλο, κασκέτο, αλλιώς σκουφί ή τζόκευ.

Στην ουσία, το καπέλο στο κεφάλι ενός άντρα ήταν αυτό που έδινε όλες τις πληροφορίες για την οικονομική του κατάσταση, τις πολιτικές του πεποιθήσεις, το γούστο του, την πνευματική και καλλιτεχνική καλλιέργειά του ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που κάποιο καπέλο γίνονταν μόδα επειδή το φορούσε ο τάδε διάσημος ηθοποιός ή τραγουδιστής. Όπως έγινε για παράδειγμα με το καπέλο που φορούσε ο Χάμφρει Μπόγρκαρτ στην περίφημη ταινία «Καζαμπλάνκα» και φόρεσε ο Αλαίν Ντελόν στην αστυνομική ταινία του Ζακ Ντερέ «Μπορσαλίνο» που γυρίστηκε το 1974.  Φορέθηκε μετά μανίας εκείνη την εποχή αλλά γρήγορα ξεχάστηκε καθώς ξεκινούσε μια μακρά περίοδος που οι άντρες εκφράζοντας μια έντονη διάθεση αντικομφορισμού κυκλοφορούσαν ακάλυπτοι και όσοι τολμούσαν να εμφανιστούν με ένα καπέλο στο κεφάλι γίνονταν αμέσως θέμα σχολιασμού.  

Η εποχή αυτή εξαφάνισε σχεδόν τα καπέλα από τα κεφάλια των ανδρών και οι μόνοι που τα φορούσαν ήταν όσοι ανήκαν στα σώματα ασφαλείας, οι στρατιωτικοί, οι παπάδες και λίγοι συνταξιούχοι. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν να κλείσουν και πολλά από τα καταστήματα που πουλούσαν καπέλα, τα περισσότερα μάλιστα εισαγόμενα καθώς ο κλάδος της πιλοποιίας είχε σχεδόν σβήσει στην Ελλάδα. Ελάχιστα έμειναν και αυτά δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τις μόδες ή να φέρουν ποιοτικά ακριβά καπέλα γιατί ήξεραν πως θα έμειναν απούλητα. Έτσι βλέπαμε το χειμώνα που ξύριζε το κρύο τα κεφάλια κάποιους να φοράνε χιλιοταλαιπωρημένα καπέλα ενώ το καλοκαίρι, πάλι κάτι ψαθάκια τύπου παναμά που δεν κολάκευαν κανένα. Η πρόχειρη λύση για τον ήλιο ήταν κάτι πάνινα τζόκει από τα οποία μάλιστα τα περισσότερα ήταν δώρα από εταιρείες που ήθελαν με αυτό τον τρόπο να κυκλοφορεί η φίρμα τους σε όλη την πόλη πάνω σε ένα κεφάλι.

Τα τελευταία χρόνια όμως παρατηρείται μια άνθηση της αγοράς καπέλων στην Αθήνα κυρίως στους τουριστικούς χώρους και φυσικά στα σχετικά καταστήματα. Το γεγονός σαφώς και οφείλεται στον ήλιο που χωρίς να πάψει να είναι φίλος του ανθρώπου η υπερβολική έκθεση στις ακτίνες του δημιουργεί συνεχώς περισσότερα προβλήματα υγείας και το καπέλο είναι πια απαραίτητο στο κεφάλι όλων το καλοκαίρι. Τούτο φαίνεται πως γνωρίζουν περισσότερο οι τουρίστες, κυρίως οι Κινέζοι που πλημμυρίζουν πλέον την Αθήνα και άλλοι ασιάτες οι οποίοι είναι και οι καλύτεροι πελάτες αυτών των καταστημάτων.

Οι Κινέζοι είναι καλύτεροι και οι πιο απαιτητικοί πελάτες καπέλων στο Μοναστηράκι που κάθονται και τα δοκιμάζουν με τις ώρες μέχρι να καταλήξουν να αγοράσουν αυτό που τους αρέσει. Δείχνουν μάλιστα ιδιαίτερα ικανοποιημένοι όταν βλέπουν πως το καπέλο που αγόρασαν είναι φτιαγμένο από χέρια συμπατριωτών τους κάπου στην αχανή χώρα τους και σίγουρα αισθάνονται υπερήφανοι για την επιτυχία της πατρίδας τους να πουλάει αμέτρητα καπελάκια σε μια χώρα που ο ήλιος δεν την ξεχνά ούτε δέκα ημέρες το χρόνο! 

ΑΘΗΝΑ, 10072019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 08072019, σελ. 34.

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2019

ΔΥΟ ΠΛΑΤΑΝΟΙ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΕΝΑΣ…




Κατά κανόνα, τα μεγάλα δέντρα μεγαλώνουν και πεθαίνουν καθένα μοναχό του και στο σημείο που φύτρωσαν. Λίγες φορές όμως και σε ορισμένα είδη παρατηρείται το φαινόμενο των ξενιστών, ήτοι διάφορα άλλα είδη, αναρριχητικά κυρίως που σκαρφαλώνουν σε μεγαλύτερα και ψηλότερα για να επιβιώσουν γιατί δεν μπορούν να σταθούν όρθια μόνα τους ενώ υπάρχουν και ορισμένα, παράσιτα τα λένε, που τρέφονται κιόλας από τους χυμούς ή το σώμα εκείνων που τα φιλοξενούν.



Είναι σπάνιο, κάποια δέντρα που ενώ φυτρώνουν καθένα ξεχωριστά να ενωθούν σε ένα σώμα και τούτο ασφαλώς αποτελεί θαύμα εκτός από τις περιπτώσεις των εμβολιασμών που αποτελούν μέθοδο βελτίωσης των ειδών. Ένα τέτοιο θαύμα είδα πριν από λίγες μέρες δίπλα από τον ωραίο, παλιό δρόμο που οδηγεί από το χωριό Άγιος Νικόλαος (Λάσπη) προς το Καρπενήσι. Δυο πλάτανοι με ξεχωριστές ρίζες είχαν ενωθεί και αποτέλεσαν ένα δέντρο. Πώς έγινε αυτό; Πιθανόν κάποτε που ακόμη ήταν δυο βλαστάρια κάποιος να πήγε και να τα έκανε κόμπο αλλά επειδή δεν έσπασαν τα αγγεία τους, αυτά καθώς αύξαιναν, εξελίχθηκαν ως ένας κορμός που κατόπιν έγινε ένα μεγάλο και δυνατό δέντρο το οποίο ξεχωρίζει ανάμεσα στα άλλα στο ωραίο δάσος….

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 04072016

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2019

ΟΙ ΦΩΛΙΕΣ ΣΤΑ ΑΜΠΕΛΙΑ ΤΟΥ ΦΩΤΗ




Εκεί που είναι το αμπέλι του Φώτη Γκατζούνη ανάμεσα στα χωριά Καλλίθηρο (Σέκλιζα) και Αμπελικό, στο τέλος του καρδιτσιώτικου κάμπου και πριν αρχίσουν να ανεβαίνουν τα Άγραφα ο τόπος πάντα προσφέρονταν για την αμπελουργία και το κρασί που βγαίνει από τα κλήματα της περιοχής είναι ονομαστό σε όλη την Καρδίτσα και πέρα απ’ αυτή ακόμη.
Τούτο οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, τόσο της φύσης αλλά κυρίως από το μεράκι την πείρα των αμπελουργών και των οινοποιών, πράγματα που για πολλούς ντόπιους δεν αμφισβητούνται καθώς η παράδοση που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά στηρίζει τις καινοτομίες κι έτσι τους δίνεται το προνόμιο να καμαρώνουν για το αποτέλεσμα.

Πότε έγινε το πρώτο αμπέλι στην περιοχή, κανένας δεν γνωρίζει. Ούτε φυσικά πότε και ποιος ημέρωσε το πρώτο κλήμα και το έκανε να βελτιώνεται συνεχώς μέχρι να φτάσει στις σημερινές εξαιρετικές ποικιλίες. Ένας άνθρωπος έκανε το πρώτο βήμα και σιγά – σιγά η περιοχή που ήταν κάποτε ρουμάνι έγινε αμπελότοπος. Μπορεί βέβαια τα δέντρα να έδωσαν τη θέση τους στα αμπέλια αλλά δεν έφυγαν μακριά, μένουν στις άκρες ή στριμώχνονται στο λόγγο που αβόσκητος και απάτητος σφίγγει όλο πιο πολύ το τοπίο.



Το ίδιο έγινε και με τα άγρια ζωντανά όταν ο αρχαίος άνθρωπος όρισε τον τόπο που ξεχέρσωσε ως δικό του, του έδωσε όνομα και τον έφραξε όπου μπορούσε για να έχει σίγουρη τροφή για τα δικά του.  Απομακρύνθηκαν προς το βουνό, λιγόστεψαν από τον φόβο και το κυνήγι και σπάνια πλέον πλησίαζαν τα χωράφια και τις περισσότερες φορές τους έβγαινε σε κακό. Και τα νερά από τα ρέματα και τις πηγές ακόμη μάζεψε εκείνος ο άνθρωπος να ποτίζει τα δικά του ζωντανά και να αρδεύει τα χωράφια του αδιαφορώντας αν έχουν μια σταγόνα να ξεδιψάσουν τα ζωντανά του λόγγου και τα πουλιά των αγρών. 
Και τα πουλιά στριμώχτηκαν από αυτή την κατάσταση, μπορούσαν να πετάνε όμως πάνω από τις ιδιοκτησίες και να φτιάχνουν τη φωλιά τους όπου τα βόλευε, πράγμα που συνηθίζουν να κάνουν μέχρι σήμερα, όπως φανερώνουν τα πράγματα στο αμπέλι που έφτιαξε το 2004 με διάφορες ποικιλίες ο Φώτης Γκατζούνης ο οποίος είναι και πρόεδρος του δυναμικού και δραστήριου Συλλόγου Αμπελουργών Καρδίτσας «Διόνυσος Α.Σ.». 
Έτσι δεν ένιωσε έκπληξη όταν περπατούσε στο αμπέλι πριν από καμιά δεκαριά ημέρες  και είδε στα κλαδιά ενός κλήματος μια περιποιημένη φωλιά κότσυφα με ένα αυγό. 

Κοίταξε γύρω δεν είδε τους γονείς πουθενά, από κάπου όμως κουρνιασμένοι σε κρυφό κλαρί θα τον παρακολουθούσαν. Στάθηκε λίγο, την καμάρωσε και έφυγε να προλάβει τη δουλειά και σαν ξαναπέρασε από αυτό το σημείο είδε με λύπη πως κάποιο άλλο ζωντανό που δεν είχε την δική του ευαισθησία το έσπασε και με το περιεχόμενό του έδιωξε την πείνα του. Κάποιο αρπακτικό θα ήταν, μπορεί όμως και αλεπού ή κουνάβι που αφθονούν στην περιοχή. Κοίταξε πάλι γύρω του, πουθενά οι γονείς του, κάπου θα παρακολουθούσαν κρυμμένοι το δράμα και φέτος μάλλον δεν θα κελαηδάνε χαρούμενα γύρω από το αμπέλι.



Την επομένη ημέρα που ξαναπήγε ο Φώτης για κορφολόγημα στο αμπέλι, στη ρίζα ενός άλλου κλήματος είδε μια φωλιά, ορτυκιών αυτή τη φορά με τέσσερα λαμπερά αυγά μέσα. Στάθηκε λίγο, τα χάζεψε και απομακρύνθηκε κάνοντας την ευχή να μην έχουν την τύχη των αυγών του κότσυφα και από εκείνη την ημέρα τα έχει στο νου του περιμένοντας να σκάσουν, να μεγαλώσουν τα ορτυκόπουλα που θα βγουν ενώ είναι διατεθειμένος του χρόνου να τους προσφέρει πάλι φιλοξενία αλλά για την ασφάλεια δεν μπορεί να εγγυηθεί τίποτα.  Όλα τα πλάσματα και ιδιαίτερα τα άγρια ακολουθούν τις δικούς τους κανόνες στη ζωή και κανένας δεν μπορεί να παρέμβει να τους αλλάξει προς όφελος της μιας μεριάς ή της άλλης κι ας η μάχη της επιβίωσης που δίνουν γίνεται στο δικό του χωράφι... 
  
Φωτογραφίες: Φώτης Γκατζούνης

ΑΘΗΝΑ, 03072019. Δημοκρατία - Κυνήγι, 27062019.