Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2025

ΌΣΑ ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΙ ΑΚΟΥΜΠΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΧΙΟΝΙ

 


Ο χειμώνας στη φύση δεν είναι παύση, αλλά δοκιμασία προσαρμογής. Δεν χαρίζεται· απαιτεί οικονομία κινήσεων, ακρίβεια, γνώση του χρόνου. Όσα ζουν μέσα του δεν τον πολεμούν — τον διαβάζουν. Μαθαίνουν πώς να κινούνται λιγότερο, πώς να περιμένουν περισσότερο, πώς να διακρίνουν το ουσιώδες μέσα στη στέρηση.

Η αλεπού κουλουριάζεται στο χιόνι και περιορίζει τις απώλειες. Σώμα και ουρά γίνονται ένας μικρός θερμικός κύκλος, μια μορφή μνήμης του σώματος απέναντι στο κρύο. Δεν υπάρχει εδώ άνεση, μόνο ακρίβεια. Κι όταν η ανάγκη το ζητήσει, στέκεται ακίνητη, ακούει κάτω από τη σιωπή του χιονιού, εκεί όπου η ζωή εξακολουθεί να κινείται αόρατη. Ένα άλμα αρκεί. Το χιόνι ανοίγει, όχι ως εμπόδιο αλλά ως πεδίο, όχι ως κενό αλλά ως κάλυμμα.

Ο χειμώνας θυμίζει ότι η επιβίωση δεν είναι ζήτημα δύναμης ή κυριαρχίας, αλλά σχέσης με το περιβάλλον. Είναι η ικανότητα να γνωρίζεις τα όρια του τόπου και του σώματος, να σέβεσαι τον ρυθμό των πραγμάτων, να ζεις χωρίς να εξαντλείς.

Ίσως γι’ αυτό ο χειμώνας έχει τόση σιωπή. Όχι επειδή λείπει η ζωή, αλλά επειδή μιλά χαμηλά. Και μόνο όποιος μαθαίνει να ακούει μπορεί να την ακολουθήσει.

Κι έτσι, ακουμπώντας το χιόνι, μαθαίνεται ένας άλλος τρόπος να είσαι ζωντανός.

 📷 Photo by Jim Peaco / NPS - U.S. Department of the Interior

ΑΘΗΝΑ, 17122025 

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2025

ΤΟ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΟ ΠΛΑΣΜΑ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ

Η ευρωπαϊκή αγριόγατα (Felis silvestris) ξεχωρίζει από το συμπαγές σώμα, το πυκνό τρίχωμα και την παχιά ουρά με τους χαρακτηριστικούς σκούρους δακτυλίους και το στρογγυλεμένο άκρο — σημάδια που τη διαχωρίζουν καθαρά από τις οικόσιτες γάτες.



Δεν υπάρχει περίπτωση όποιος περπατά στα χωράφια, στο δάσος και γενικότερα στο ύπαιθρο να μη βρεθεί, έστω και μία φορά, μπροστά σε ένα πλάσμα που θα τον συγκινήσει. Να σταματήσει, να το θαυμάσει και —αν προλάβει— να το φωτογραφίσει. Εκείνη τη στιγμή, η χαρά δεν μένει μόνο σε αυτόν· μοιράζεται και με όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να βρίσκονται συχνά στη φύση ή την τύχη να ζήσουν μια τέτοια συνάντηση στον δρόμο τους.

Κάθε πλάσμα εκεί έξω έχει τον δικό του τρόπο να υπάρχει και να κινείται στον κόσμο και, πάνω απ’ όλα, απαιτεί τον σεβασμό εκείνου που το αντικρίζει. Όλα είναι μοναδικά, όμως υπάρχουν στιγμές και συναντήσεις που ξεχωρίζουν — είτε λόγω ομορφιάς, είτε λόγω σπανιότητας, είτε απλώς λόγω της σιωπηλής έντασης που κουβαλούν.

Μια τέτοια συνάντηση έζησε πριν από λίγες ημέρες ο καλός φίλος και εξαίρετος φωτογράφος από την Εορδαία, Δημήτρης Καλλιακούδας. Άνθρωπος βαθιά εξοικειωμένος με τη φύση και τα στοιχεία της, βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με μια αγριόγατα (Felis silvestris) και έμεινε —όπως λέει— άφωνος.

Το βλέμμα της αγριόγατας δεν είναι ούτε φοβισμένο ούτε επιθετικό· είναι ερευνητικό. Μια σύντομη, σιωπηλή συνάντηση δύο κόσμων που συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο, αρκεί να υπάρχει σεβασμός και απόσταση.



Δεν έμεινε όμως ακίνητος μόνο εκείνος. Ακίνητη έμεινε και η αγριόγατα, κοιτάζοντάς τον με έναν τρόπο που δεν θύμιζε ούτε φόβο ούτε επιθετικότητα. Σαν δύο πλάσματα που μοιράζονται ισότιμα τον ίδιο χώρο, αντάλλαξαν για λίγες στιγμές ένα βλέμμα που έμοιαζε σχεδόν με διάλογο. Έτσι προέκυψε μια εξαιρετική σειρά φωτογραφιών, με την αγριόγατα να στέκεται, να βαδίζει αργά μπροστά στον φακό και τελικά να απομακρύνεται προς τα ενδότερα του δάσους με ένα αρχοντικό, ήρεμο βήμα.

Ο Δημήτρης μοιράστηκε αυτή την εμπειρία μέσα από τις φωτογραφίες του και χάρη σε αυτές χαρήκαμε κι εμείς το πανέμορφο αγρίμι που εξακολουθεί να στολίζει τα δάση μας, συχνά αόρατο και σιωπηλό. Κοιτάζοντας τα καρέ για ώρα, δύσκολα δεν αισθάνεται κανείς ευγνωμοσύνη για την παρουσία τέτοιων πλασμάτων γύρω μας.

Πλάσματα που χρειάζονται την προσοχή και την έγνοια μας. Γιατί χωρίς αυτά, ο κόσμος θα ήταν φτωχότερος — και σίγουρα πολύ πιο αδιάφορος.

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ

Η ευρωπαϊκή αγριόγατα (Felis silvestris) αποτελεί αυστηρά προστατευόμενο είδος στην Ελλάδα. Ζει κυρίως σε δασικές και ημιορεινές περιοχές, αποφεύγει τον άνθρωπο και η παρουσία της θεωρείται ένδειξη υγιών οικοσυστημάτων. Οι σπάνιες οπτικές συναντήσεις μαζί της είναι πολύτιμες, ακριβώς επειδή βασίζονται στη διακριτική συνύπαρξη και τον σεβασμό του χώρου της.

ΑΘΗΝΑ, 16122025 

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΘΟΡΩ

 

Άγιος Παντελεήμονας: Ο λόφος απ’ όπου ξεκινά η ιστορία του χωριού.
Η εκκλησία στην κορυφή, αθέατη στο χιόνι.

 

Από τα δάση του Κόνκορντ στις πλαγιές του Τυμφρηστού

«Η θαυμαστή καθαρότητα της φύσης αυτή την εποχή είναι ένα από τα πιο ευχάριστα γεγονότα. Κάθε σάπιο κούτσουρο, κάθε πέτρα σκεπασμένη με βρύα, κάθε φράχτης και τα νεκρά φύλλα του φθινοπώρου, όλα κρύβονται κάτω από ένα καθαρό τραπεζομάντιλο χιονιού. Τον χειμώνα η φύση συγχέει τις θερινές της διακρίσεις. Ο ουρανός φαίνεται να πλησιάζει τη γη.»
— Henry D. Thoreau, A Winter Walk (1843)

Στο A Winter Walk, ο Χένρι Ντέιβιντ Θορώ προσεγγίζει τον χειμώνα όχι ως έλλειψη, αλλά ως κατάσταση αποκάλυψης. Το χιόνι δεν καταργεί τη φθορά· τη σκεπάζει και, σκεπάζοντάς την, την εξισώνει. Μέσα σε αυτή την εξίσωση, οι διακρίσεις των άλλων εποχών παύουν να έχουν σημασία και το τοπίο αποκτά ενότητα.

Ο χειμώνας, στον Θορώ, είναι η στιγμή όπου τα στοιχεία παύουν να κρατούν αποστάσεις. Ο ουρανός φαίνεται να πλησιάζει τη γη, το νερό γίνεται πάγος, η βροχή χιόνι. Η φύση δεν επιδεικνύεται· συγκεντρώνεται. Και μέσα σε αυτή τη συγκέντρωση, αναδύεται μια μορφή ζωής πιο λιτή αλλά πιο ανθεκτική — εκείνη που δεν χρειάζεται να φαίνεται για να υπάρχει.

Ο χειμωνιάτικος περίπατος δεν είναι φυγή από τον κόσμο, αλλά αναπροσανατολισμός του βλέμματος. Αφαιρείται το περιττό, περιορίζεται το φάσμα, και έτσι η αντοχή γίνεται ορατή ως θεμελιώδης ιδιότητα της ζωής.

Αυτός ο τρόπος θέασης δεν ανήκει αποκλειστικά στον τόπο του Θορώ. Μεταφέρεται. Όχι ως σχήμα, αλλά ως εμπειρία.

Στον λόφο του Αγίου Παντελεήμονα, από όπου ξεκινά η ιστορία του χωριού, ο χειμώνας επιτελεί ένα ανάλογο έργο. Η κορυφή υπάρχει, αλλά δεν αποκαλύπτεται πλήρως. Η εκκλησία είναι παρούσα, χωρίς να φαίνεται. Το σημείο της αρχής δεν χρειάζεται ορατότητα για να λειτουργεί. Μόνο ο δρόμος που οδηγεί στο χωριό ξεχωρίζει.

  

Στο χωράφι, τα χιόνι κρατάει όσο θα διαρκέσει τα βήματα της επίσκεψης.  



Εδώ, η σιωπή του χιονιού δεν δηλώνει απουσία, αλλά διάρκεια. Το τοπίο δεν αφηγείται· συγκρατεί. Και ο περίπατος δεν οδηγεί σε θέαμα, αλλά σε επίγνωση της σχέσης ανάμεσα στον τόπο και στον χρόνο. Ο χειμώνας, έτσι, δεν απογυμνώνει μόνο τη φύση. Απογυμνώνει και τον τρόπο με τον οποίο στεκόμαστε μέσα της.

ΑΘΗΝΑ, 16122025 

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2025

Η ΦΥΣΗ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΜΟΝΟ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ, ΟΧΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ

 

Ο πίνακας του N. C. Wyeth, Fox in Winter (1935), από το Men of Concord, συνομιλεί άμεσα με το απόσπασμα του Θορώ, μεταφέροντας σε εικόνα την επιμονή της ζωής μέσα στον χειμώνα.*


«Do not despair of life. You have no doubt force enough to overcome obstacles. Think of the fox prowling through the wood and field in a winter night for something to satisfy his hunger. Notwithstanding cold, hounds and traps his race survives. I do not believe any of them ever committed suicide».

«Μην απελπίζεσαι για τη ζωή. Χωρίς αμφιβολία διαθέτεις αρκετή δύναμη για να ξεπεράσεις τα εμπόδια. Σκέψου την αλεπού που περιπλανιέται στο δάσος και στα χωράφια, μέσα σε μια χειμωνιάτικη νύχτα, αναζητώντας κάτι για να κατευνάσει την πείνα της. Παρά το κρύο, τα κυνηγόσκυλα και τις παγίδες, το είδος της επιβιώνει. Δεν πιστεύω ότι καμία τους αυτοκτόνησε ποτέ.»
Henry David Thoreau, Ημερολόγιο, 13 Δεκεμβρίου 1857


Ο Θορώ, στο ημερολόγιο της 13ης Δεκεμβρίου 1857, δεν γράφει ένα παρηγορητικό σημείωμα προς τον αναγνώστη. Γράφει κάτι πιο απαιτητικό: μια υπενθύμιση ότι η ζωή δεν ζητά δικαιολογήσεις για να συνεχιστεί. «Do not despair of life», λέει, όχι επειδή όλα θα πάνε καλά, αλλά επειδή υπάρχει αρκετή δύναμη για να ξεπεραστούν τα εμπόδια. Όχι η δύναμη της βεβαιότητας, αλλά εκείνη της κίνησης.

Η εικόνα που επιστρατεύει είναι λιτή και ανελέητη: μια αλεπού που περιπλανιέται σε νύχτα χειμωνιάτικη, μέσα σε δάσος και χωράφια, αναζητώντας κάτι να κορέσει την πείνα της. Κρύο, σκυλιά, παγίδες. Και όμως, το είδος της επιβιώνει. Ο Θορώ δεν εξιδανικεύει τη φύση· δεν της αποδίδει ηρωισμό. Παρατηρεί απλώς ότι η ζωή, όταν εκτίθεται στον κίνδυνο, δεν στρέφεται εναντίον του εαυτού της. «I do not believe any of them ever committed suicide». Η φράση είναι σκληρή, σχεδόν ανυπόφορη, γιατί αφαιρεί από τον άνθρωπο το άλλοθι της απόγνωσης ως φυσικού νόμου.

Ο πίνακας του N. C. Wyeth μοιάζει να συνομιλεί σιωπηλά με αυτή τη σκέψη. Το τοπίο είναι απλωμένο, ψυχρό, σχεδόν αδιάφορο. Το χιόνι δεν αγκαλιάζει· απογυμνώνει. Κάπου μακριά, μια ανθρώπινη φιγούρα — μικρή, σχεδόν τυχαία — διασχίζει τον χώρο. Η αλεπού, αντίθετα, βρίσκεται στο προσκήνιο: όχι ως κυρίαρχη, αλλά ως ενεργή παρουσία. Το κόκκινο του σώματός της δεν είναι σύμβολο θριάμβου· είναι ίχνος θερμότητας μέσα σε έναν κόσμο που δεν υπόσχεται τίποτα.

Εδώ συναντιούνται ο Θορώ και ο Wyeth: στην ιδέα ότι η ζωή δεν χρειάζεται νόημα για να συνεχιστεί. Η αλεπού δεν ελπίζει, δεν αναλογίζεται το μέλλον, δεν αφηγείται τον εαυτό της. Κινείται. Αναζητά. Αντέχει. Η επιμονή της δεν είναι αρετή — είναι συνθήκη ύπαρξης.

Και ίσως αυτό είναι το πιο ανήσυχο μάθημα του αποσπάσματος: ότι η απόγνωση δεν είναι φυσικό γεγονός, αλλά πολιτισμική επινόηση. Ότι η φύση —αυτή που παρατηρεί ο Θορώ με σχεδόν ηθική ακρίβεια— γνωρίζει μόνο τη συνέχεια, όχι την παραίτηση. Μέσα στον χειμώνα, μέσα στον κίνδυνο, μέσα στη σιωπή, η αλεπού προχωρά. Και μαζί της, χωρίς ρητορική, χωρίς παρηγοριά, μας δείχνει έναν δρόμο: όχι προς τη νίκη, αλλά προς τη ζωή.

ΑΘΗΝΑ, 14122025 

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΠΟΥ ΣΤΕΝΕΥΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΛΥΚΟΦΩΣ ΤΟΥ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ


Στοχασμός με αφορμή το ημερολόγιο του Θορώ, 1 Νοεμβρίου 1858

(Σειρά: Ο χρόνος των φύλλων)

«Καθώς τα απογεύματα μικραίνουν και το πρώιμο σούρουπο μάς σπρώχνει να γυρίσουμε στο σπίτι και να τελειώσουμε τις δουλειές μας, μας υπενθυμίζεται η βραχύτητα της ζωής». Με αυτή τη φράση, γραμμένη στο ημερολόγιο της 1ης Νοεμβρίου 1858, ο Θορώ δεν περιγράφει απλώς μια εποχική μεταβολή. Περιγράφει μια εσωτερική μετατόπιση: το αργό σβήσιμο του φωτός γίνεται υπενθύμιση του χρόνου που μας απομένει. Το φθινόπωρο, για τον Θορώ, δεν είναι μια μελαγχολική εικόνα. Είναι ένα καμπανάκι συνείδησης.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που το έγραφε. Στις 3 Νοεμβρίου 1853 σημείωνε: «The year is preparing for its sleep, and yet how wakeful it seems at sunset»· ο χρόνος ετοιμάζεται για τον ύπνο του, κι ωστόσο το ηλιοβασίλεμα μοιάζει πιο ξάγρυπνο από ποτέ. Η φύση δεν αδρανοποιείται· αλλάζει ένταση, ρυθμό, νόημα. Η μέρα στενεύει, αλλά ο στοχασμός πλαταίνει.

Ο Θορώ βλέπει τη ζωή μέσα από ένα είδος διπλού φακού: παρατηρεί και συμμετέχει. «It appeared like a part of a panorama at which I sat spectator», γράφει στο ίδιο απόσπασμα: κοιτάζει το λυκόφως του Νοεμβρίου σαν κάτι γνώριμο που όμως εμφανίζεται ξανά μπροστά του, σαν ταινία που ξαναπροβάλλεται με νέο βάθος. Γνωρίζει το τοπίο και ταυτόχρονα το ξαναβλέπει από την αρχή. Η επανάληψη δεν είναι φθορά αλλά δώρο: μάς ξαναδίνει αυτό που νομίζαμε ότι ξέραμε.

Αυτή η μεταβατική ώρα —ούτε μέρα ούτε νύχτα— είναι για τον Θορώ η πιο γόνιμη φιλοσοφικά. Οι καλοκαιρινές ώρες είναι πλήρεις, οι χειμωνιάτικες συμπυκνωμένες· ο Νοέμβρης όμως είναι ενδιάμεσος, ένας χρόνος-διάδρομος. Το φως που λιγοστεύει γίνεται η πιο αθόρυβη υπενθύμιση: ό,τι μένει, πρέπει να το δούμε τώρα. «Make haste», γράφει. Όχι αγχωθείτε· αλλά μην αμελείτε.

Στις παλιές κοινωνίες —και στην Ελλάδα, όπως και στη Νέα Αγγλία— ο Νοέμβρης είχε αυτή την ηθική του χρόνου: επιτάχυνση πριν τον χειμώνα. Οι δουλειές δεν τελείωναν επειδή «έπρεπε»· τελείωναν επειδή το σκοτάδι τις περιόριζε. Ο άνθρωπος ζούσε όχι με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να συνεχίσει όποτε θέλει, αλλά με την επίγνωση ότι το φως δεν τον περιμένει. Γι’ αυτό ο Νοέμβρης ήταν μήνας πράξεων, όχι αναστολής.

Κι όμως, άλλο πράγμα η βιασύνη της ανάγκης και άλλο η βιασύνη της συνείδησης. Ο Θορώ —ακόμη και όταν σημειώνει το πρακτικό («να τελειώσουμε τις δουλειές μας»)— δεν χάνει το ηθικό βάθος: η φύση τού θυμίζει ότι το έργο του ανθρώπου δεν είναι απλώς να παράγει, αλλά να προλαβαίνει να δει, να σκεφτεί, να κατανοήσει. Αυτός ο Νοέμβρης είναι μια ηθική σκηνή.

Ακόμη και η απώλεια —τα πεσμένα φύλλα, η γυμνή γη— δεν τον οδηγεί στη μελαγχολία αλλά στην αποκάλυψη. Στις 8 Νοεμβρίου 1850 γράφει: «The leaves lie like thriftless heirs, shed all at once, and yet the forest is richer in bareness.» Τα φύλλα, λέει, πέφτουν σαν άμυαλοι κληρονόμοι — και όμως το δάσος δεν φτωχαίνει, πλουτίζει μέσα στη γύμνια του. Η απώλεια δεν είναι στέρηση αλλά ένα άνοιγμα θέασης. Η ομορφιά δεν βρίσκεται στη διακόσμηση αλλά στην απογύμνωση.

Έτσι κι εμείς —έστω μέσα σε μια σύγχρονη ζωή φωτισμένη με τεχνητό φως και προγραμματισμούς— νιώθουμε ακόμη, ασυναίσθητα, το κάλεσμα της εποχικής συρρίκνωσης. Όταν η μέρα μικραίνει, κάτι μέσα μας γίνεται πιο έντονο: η προσοχή. Δεν το γεννά η νοσταλγία αλλά η βιολογία. Το σώμα αναγνωρίζει την αλλαγή πριν την αναλύσει ο νους. Κι εκεί ίσως βρίσκεται η αλήθεια που μας θυμίζει ο Θορώ: ότι υπάρχει μια γνώση παλαιότερη από την σκέψη — η γνώση του χρόνου.

Δεν υπάρχει τίποτε απαισιόδοξο σε αυτό. Ο Θορώ δεν γράφει για τον Νοέμβρη με τον τόνο του τέλους, αλλά με τον τόνο της προετοιμασίας. Αυτό που αλλάζει δεν είναι ο κόσμος, αλλά o τρόπος που τον βλέπουμε. Αν ο Αύγουστος μάς κάνει να ξεχνάμε τον χρόνο, ο Νοέμβρης μας υπενθυμίζει ότι τον έχουμε.

Γι’ αυτό στο τέλος του αποσπάσματος γράφει κάτι απίστευτα απλό: «Prepared to be pleased» — προετοιμάστηκα να ευχαριστηθώ. Δεν περιμένει τη χαρά, την προετοιμάζει. Η ζωή δεν του χαρίζεται· την υποδέχεται.

Ο χρόνος στενεύει. Και επειδή στενεύει, πλαταίνει η προσοχή. Αυτό δεν είναι απειλή αλλά πρόσκληση: να δούμε ό,τι δεν θα ξαναδούμε, να σκεφτούμε ό,τι δεν θα ξανασκεφτούμε, να πράξουμε ό,τι δεν θα μπορούμε να πράξουμε για πάντα. Το φως λιγοστεύει — αλλά η κατανόηση μπορεί ακόμη να μεγαλώσει πριν πέσει η νύχτα.

Πηγή: The Thoreau Society. Φωτογραφία: Richard Smith

ΑΘΗΝΑ, 01112025

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2025

TO ΤΕΧΝΑΣΜΑ ΤΟΥ ΓΑΛΑΖΙΟΥ ΕΡΩΔΙΟΥ



Στην επιφάνεια του νερού, η κίνηση του μεγάλου γαλάζιου ερωδιού μοιάζει με χορευτική φιγούρα: τα φτερά απλώνονται αρμονικά, τα πόδια αγγίζουν ελαφρά το κύμα, η αντανάκλαση σχηματίζει έναν δεύτερο, σιωπηλό χορευτή. Κι όμως, αυτό που μοιάζει με παράσταση είναι στην ουσία ένα τέχνασμα. Ο ερωδιός σηκώνει τα φτερά του για να σκιάσει το νερό· η σκιά σπάει τις αντανακλάσεις να δει καθαρότερα τα ψάρια που κινούνται από κάτω.
Ο μεγάλος γαλάζιος ερωδιός (Ardea herodias), με ύψος που φτάνει το ένα μέτρο και άνοιγμα φτερών σχεδόν δύο, είναι ο μεγαλύτερος ερωδιός της Βόρειας Αμερικής. Παρά το επιβλητικό του μέγεθος, οι κινήσεις του είναι γεμάτες χάρη. Κυνηγά με υπομονή, πότε ακίνητος σαν άγαλμα και πότε με αργά, μετρημένα βήματα. Οι υγρότοποι και οι λιμνοθάλασσες της Νεμπράσκα, όπου συγκεντρώνεται πλήθος αποδημητικών πουλιών, του προσφέρουν καταφύγιο και άφθονη τροφή.
Εδώ, η χάρη και η ανάγκη γίνονται ένα. Η φύση δεν ξεχωρίζει το ωραίο από το χρήσιμο· η ίδια η επιβίωση έχει μορφή χορού. Αυτός ο ερωδιός μας θυμίζει ότι κάθε ζωντανό πλάσμα είναι ταυτόχρονα καλλιτέχνης αλλά έχει και ανάγκες: η κίνηση που θα θρέψει το σώμα είναι η ίδια που μαγεύει το βλέμμα. Ένας ύμνος στην αδιάρρηκτη ενότητα ζωής και τέχνης, γραμμένος όχι με λέξεις αλλά με φτερούγες πάνω στο νερό.
Φωτογραφία: Chris H Petersen
Από την σελίδα «Nebraska through the lens».

ΑΘΗΝΑ, 06102025

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΙΑ ΙΑΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΝΑΣΣΟΥ

 

Με την Δέσποινα Νάσσου στην 53η Έκθεση Βιβλίου

Διάβασα πρόσφατα με πολύ ενδιαφέρον το βιβλίο της Δέσποινας Νάσσου «Δεκαέξι καταβυθίσεις — Μια ιαματική ιστορία» (Εκδόσεις «Συρτάρι») και προχθές που θα βρίσκονταν στο περίπτερο των εκδόσεων στο 53 Φεστιβάλ Βιβλίου στο Πεδίον του Άρεως πήγα να την γνωρίσω με το βιβλίο στην τσάντα να μου το υπογράψει. Ήθελα πολύ να έχω μια υπογραφή της στο πολύ ιδιαίτερο βιβλίο της - ένα θεραπευτικό, σύντομο αλλά βαθιά συμβολικό αφήγημα για τον πόνο, την αντοχή και την ίαση.

Στο αρχετυπικό δάσος που βαφτίζει Εσπεράντζα, η Δέσποινα Νάσσου μας συστήνει την Ελαφίνα, που τραυματίζεται βαριά στο πόδι. Ο τραυματισμός της όμως δεν είναι μόνο σωματικός· γίνεται το έναυσμα και για ένα ταξίδι αυτογνωσίας και αποδοχής.

Οι «δεκαέξι καταβυθίσεις» που δίνει ο τίτλος παραπέμπουν σε ισάριθμα διαδοχικά βυθίσματα την σκοτεινή λίμνη του πόνου, του φόβου και της σιωπής η οποία όμως τις δίνει τις αντίστοιχες ευκαιρίες ανάδυσης. Η Δέσποινα αξιοποιεί τη μεταφορά της κατάδυσης για να μιλήσει για τις σκοτεινές περιόδους που όλοι καλούμαστε κάποια στιγμή της ζωής μας να διαβούμε, και για την προοπτική της ίασης που γεννιέται μέσα από την ειλικρίνεια, τη φιλία και την αγάπη που κρύβονται γύρω μας.

Με λόγο αλληγορικό η Δέσποινα αγγίζει ζητήματα που αφορούν τον καθένα: την εμπειρία της απώλειας, το αίσθημα της αδυναμίας, την αναζήτηση ασφάλειας και αυθεντικότητας. Η Ελαφίνα της, ως συμβολική μορφή, γίνεται καθρέφτης κάθε ανθρώπου που έρχεται αντιμέτωπος με σωματικά ή ψυχικά τραύματα ενώ δεν κρύβει ότι πρόκειται για ένα κείμενο βαθιά προσωπικό. Μέσα από τη μορφή της Ελαφίνας μιλά για κάθε άνθρωπο που έχει βιώσει απώλειες, ασθένεια, τραύμα σωματικό ή ψυχικό. Η γραφή της, απλή αλλά διεισδυτική, επιχειρεί να δείξει πως η «κατάδυση» στον πόνο μπορεί να γίνει και πέρασμα προς την αυθεντικότητα, τη φιλία, την τρυφερότητα στο δάσος που δεν είναι γεμάτο τέρατα και φόβους, αλλά από αγαθά πλάσματα που συμβιώνουν με αλληλοβοήθεια και κατανόηση, προσφέροντας άλλο την δύναμή του, άλλο την πείρα του, συνθέτοντας όλα μαζί μια κοινότητα αγάπης.

Παρά το μικρό της μέγεθος (56 σελίδες), η αφήγηση λειτουργεί σαν θεραπευτικό παραμύθι για μεγάλους. Η Δέσποινα Νάσσου συνθέτει ένα κείμενο που δεν προσφέρει εύκολες λύσεις, αλλά προτείνει δρόμους ενδοσκόπησης και συμφιλίωσης με τον εαυτό. Ένα βιβλίο τρυφερό και ανακουφιστικό, που διαβάζεται σαν εσωτερικό ταξίδι· ένας μικρός ύμνος στη δύναμη της αγάπης και της αποδοχής.

ΑΘΗΝΑ, 20092025