Ο κυρ Πέτρος Ζαχαρώδης (1922) είναι ο τελευταίος μιας γενιάς Ανδριωτών που σε αντίθεση με άλλους συντοπίτες του η σχέση με τη θάλασσα και τα ταξίδια ήταν περιορισμένη. Δυο τρεις φορές μόνο θυμάται στην παιδική του ηλικία που έβρεξε με αλμυρό νερό το κορμί του και από τότε, ούτε που την πεθύμησε ποτέ και στο πλοίο έμπαινε μόνο από ανάγκη.
Δεν ήταν γεννημένος αυτός για ταξίδια, σαν τον σπουργίτη έφτιαξε τη φωλιά του μαζί με την κυρά του Ειρήνη (1937), στα κτήματα που τους έδωσε προίκα ο μπάρμπας τους, ο περίφημος Σταυράς στον Αμόλοχο, το μεγάλο χωριό της βόρειας Άνδρου που έσφυζε κάποτε από ζωή και τώρα οι κάτοικοί του μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Πενήντα πέντε χρόνια μετά το γάμο τους, το ζευγάρι κατοικεί ακόμα μόνιμα στον Αμόλοχο και διατηρεί το σπίτι τους ανοιχτό όλο το χρόνο και παρά τα χρόνια που κουβαλάει στην πλάτη του ο κυρ Πέτρος όλα ακόμη εκεί λειτουργούν σαν τα πρώτα τους χρόνια που δεν τρόμαζε καμιά δουλειά, είτε στα χωράφια, είτε στα ζωντανά. Από Τη φροντίδα του και τη δούλεψή του πέρασαν κοπάδια οι αγελάδες, τα βόδια και τα μοσχάρια, εκατοντάδες τα αιγοπρόβατα, μουλάρια, γαιδούρια. Έφτιαχνε μελίσσια, έκανε κρασί και τσίπουρο από τα αμπέλια του, μούρο από τις 300 μουριές, καλλιεργούσε πατάτες και κηπευτικά, μάζευε σύκα, μήλα και καρύδια και τροφοδοτούσε τις αγορές της Άνδρου αλλά και της Αθήνας.
Ακόμη σήμερα δεν λέει να ησυχάσει και ακούραστος από το πρωί μέχρι το βράδυ τρέχει από τις βοσκές (διατηρεί ακόμα ένα κοπάδι με 200 κατσίκια) και στις καλλιέργειες που είναι απλωμένες γύρω από το καινούργιο σπίτι τους. Φυσικά και δεν παράγει τις ποσότητες που ήθελε άλλες εποχές να συντηρήσει την οικογένειά του αλλά δεν υπάρχει είδος που να μην είναι εκεί φυτεμένο. Νερό έχει άφθονο και ποτίζει φασόλια όλων των ειδών, πατάτες, μποστανικά, κηπευτικά, όλα στη θέση τους προσεγμένα και περιποιημένα. Κάθε χρόνο τους αλλάζει θέση για να βρίσκουν καλύτερο έδαφος και ευλαβικά προσέχει το σπόρο τους γιατί δεν θέλει να χάσει τη σειρά που έχει. Εκείνον δε το σπόρο που φροντίζει περισσότερο απ’ όλα και προσέχει σαν τα μάτια του είναι οι ντομάτες – μεγάλες, ευωδιαστές και γεμάτες χυμό, ίδιες σαν αυτές που καλλιεργούσαν και οι παππούδες του. Τελετουργικά κάθε χρόνο μαζεύει από ορισμένες ντομάτες τον σπόρο, τον πλένει, τον στεγνώνει και τον κρατάει σε μέσα σε σακκουλάκια σε ξηρό μέρος. Την άνοιξη φτιάχνει μόνος του φυτώριο και βάζει στον κήπο τα φυτά σαν μεγαλώσουν και τα μεγαλώνει χωρίς λιπάσματα και φάρμακα. Για το αποτέλεσμα δεν μιλά ο ίδιος, το λένε όλοι στο Γαύριο που αναζητούν τα κηπευτικά του πως οι ντομάτες του κυρ Πέτρου Ζαχαρώδη ήταν ζάχαρη, όπως το όνομά του.
Η κυρά Ειρήνη δεν ασχολείται πλέον με τα χωράφια, έχει περιορίσει τις δραστηριότητές της στην αυλή του σπιτιού και δεν υπάρχει γωνιά που να μην την έχει στολίσει με μυριστικά και λουλούδια ενώ αυτό που δεν ξεχνά κανένας άμα περάσει από το σπίτι τους, είναι το γλυκό καρυδάκι που δεν το δένει όπως άλλες νοικοκυρές με ζάχαρη αλλά με μέλι!.
Δεν ήταν γεννημένος αυτός για ταξίδια, σαν τον σπουργίτη έφτιαξε τη φωλιά του μαζί με την κυρά του Ειρήνη (1937), στα κτήματα που τους έδωσε προίκα ο μπάρμπας τους, ο περίφημος Σταυράς στον Αμόλοχο, το μεγάλο χωριό της βόρειας Άνδρου που έσφυζε κάποτε από ζωή και τώρα οι κάτοικοί του μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Πενήντα πέντε χρόνια μετά το γάμο τους, το ζευγάρι κατοικεί ακόμα μόνιμα στον Αμόλοχο και διατηρεί το σπίτι τους ανοιχτό όλο το χρόνο και παρά τα χρόνια που κουβαλάει στην πλάτη του ο κυρ Πέτρος όλα ακόμη εκεί λειτουργούν σαν τα πρώτα τους χρόνια που δεν τρόμαζε καμιά δουλειά, είτε στα χωράφια, είτε στα ζωντανά. Από Τη φροντίδα του και τη δούλεψή του πέρασαν κοπάδια οι αγελάδες, τα βόδια και τα μοσχάρια, εκατοντάδες τα αιγοπρόβατα, μουλάρια, γαιδούρια. Έφτιαχνε μελίσσια, έκανε κρασί και τσίπουρο από τα αμπέλια του, μούρο από τις 300 μουριές, καλλιεργούσε πατάτες και κηπευτικά, μάζευε σύκα, μήλα και καρύδια και τροφοδοτούσε τις αγορές της Άνδρου αλλά και της Αθήνας.
Ακόμη σήμερα δεν λέει να ησυχάσει και ακούραστος από το πρωί μέχρι το βράδυ τρέχει από τις βοσκές (διατηρεί ακόμα ένα κοπάδι με 200 κατσίκια) και στις καλλιέργειες που είναι απλωμένες γύρω από το καινούργιο σπίτι τους. Φυσικά και δεν παράγει τις ποσότητες που ήθελε άλλες εποχές να συντηρήσει την οικογένειά του αλλά δεν υπάρχει είδος που να μην είναι εκεί φυτεμένο. Νερό έχει άφθονο και ποτίζει φασόλια όλων των ειδών, πατάτες, μποστανικά, κηπευτικά, όλα στη θέση τους προσεγμένα και περιποιημένα. Κάθε χρόνο τους αλλάζει θέση για να βρίσκουν καλύτερο έδαφος και ευλαβικά προσέχει το σπόρο τους γιατί δεν θέλει να χάσει τη σειρά που έχει. Εκείνον δε το σπόρο που φροντίζει περισσότερο απ’ όλα και προσέχει σαν τα μάτια του είναι οι ντομάτες – μεγάλες, ευωδιαστές και γεμάτες χυμό, ίδιες σαν αυτές που καλλιεργούσαν και οι παππούδες του. Τελετουργικά κάθε χρόνο μαζεύει από ορισμένες ντομάτες τον σπόρο, τον πλένει, τον στεγνώνει και τον κρατάει σε μέσα σε σακκουλάκια σε ξηρό μέρος. Την άνοιξη φτιάχνει μόνος του φυτώριο και βάζει στον κήπο τα φυτά σαν μεγαλώσουν και τα μεγαλώνει χωρίς λιπάσματα και φάρμακα. Για το αποτέλεσμα δεν μιλά ο ίδιος, το λένε όλοι στο Γαύριο που αναζητούν τα κηπευτικά του πως οι ντομάτες του κυρ Πέτρου Ζαχαρώδη ήταν ζάχαρη, όπως το όνομά του.
Η κυρά Ειρήνη δεν ασχολείται πλέον με τα χωράφια, έχει περιορίσει τις δραστηριότητές της στην αυλή του σπιτιού και δεν υπάρχει γωνιά που να μην την έχει στολίσει με μυριστικά και λουλούδια ενώ αυτό που δεν ξεχνά κανένας άμα περάσει από το σπίτι τους, είναι το γλυκό καρυδάκι που δεν το δένει όπως άλλες νοικοκυρές με ζάχαρη αλλά με μέλι!.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου