Πολλοί πιστεύουν πως τα βατόμουρα, τα αληθινά, και όχι αυτά
που καλλιεργούν και τα λένε «φρούτα του δάσους» για να κοστίζουν ακριβότερα,
είναι ένα είδος που μπορεί να παράγεται σε αφθονία και χωρίς να αντιμετωπίζει
κανένα πρόβλημα καθότι οι βάτοι είναι «άγριοι» επειδή έχουν αγκάθια, φυτρώνουν
οπουδήποτε και ζούν επ’ άπειρον.
Δεν έχουν έτσι όμως τα πράγματα γιατί οι βάτοι είναι κατά
κύριο λόγο είδος που ευδοκιμεί στις άκρες των χωραφιών όπου σε πυκνή διάταξη
συγκροτούν το σύνορο και γι’ αυτό και αφήνονται έτσι και σε πολλές περιπτώσεις απαντώνται
και σε άλλα σημεία της υπαίθρου όπου έχουν εγκαταληφθεί οι καλλιέργειες. Και στις
δυο περιπτώσεις όμως, οι βάτοι δεν μπορούν να ζήσουν επ’ άπειρον γιατί στην πραγματικότητα
είναι κι αυτοί ένα ήμερο είδος το οποίο ακολουθεί τον άνθρωπο στις καλλιέργειές
του και προκόβει μόνο σαν νιώθει την παρουσία του. Έτσι, αποτέλεσμα της τραγικής
εγκατάλειψης των καλλιεργειών σε όλα τα ορεινά χωριά της κεντρικής Ελλάδας, ήταν
και η υποχώρηση των βάτων που ήταν κάποτε δίπλα στα καλλιεργημένα χωράφια και
παράλληλα και η μείωση της παραγωγής βατόμουρων που κατά κύριο λόγο τρέφονταν
τα πουλιά για ένα μήνα και παραπάνω.
Έτσι βατόμουρα, μόνο σε λίγα σημεία μπορεί να βρει κάποιος
τούτο τον καιρό που είναι και στην κορύφωση της καρποφορίας τους και αυτά κοντά
στα ελάχιστα χωράφια στα όποια οι βάτοι (όπως αυτοί στη φωτογραφία, στον
Κλειτσό Ευρυτανίας) έχουν απλώσει τις βαθιές ρίζες τους και βυζαίνουν λίγο νερό
και αισθάνονται κάπως την παρουσία του ανθρώπου.
Αυτά λοιπόν τα λίγα βατόμουρα, αποτελούν και την πεμπτουσία της
γεύσης των λεγόμενων άγριων καρπών στα ορεινά χωριά και βάση για εξαιρετικά σπιτικά
λικέρ (όταν οι γυναίκες τολμούσαν να μπουν μέσα στα βάτα και να τα μαζέψουν με
γυμνά χέρια γιατί είναι πολύ ευαίσθητα στα γάντια) μπορεί να τα μαζέψει ο
καθένας, αν τα βρει βεβαίως, γιατί από τη φύση τους οι βάτοι δεν ήθελαν να
έχουν στο κεφάλι τους νοικοκύρη και φύτρωναν παντού.
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 13092014