Στα ΄Αγραφα πρόλαβα να γνωρίσω κάποιους ανθρώπους που η φύτρα φαίνεται να κρατάει από τα παλληκάρια του τόπου που γέννησε τον Κατσαντώνη, τον Βελή, τον Καραϊσκάκη και τόσους άλλους ήρωες και πολεμιστές που έδωσαν την ζωή τους και πότισαν τη γη με αίμα για να λευτερωθεί η πατρίδα, όχι μόνο 1821 αλλά και στα μετά το 1940 χρόνια, στην Κατοχή για να διώξει η μικρή πατρίδα τους τον κατακτητή, όποιος κι αν αυτός ήταν.
Τούτους τους ελάχιστους -όπως τους υπέροχους γέροντες από τον Κλειτσό Ευρυτανίας που χόρεψαν πρόπερσι στη γιορτή για τον Κατσαντώνη που γίνεται κάθε χρόνο στο Μάραθο- θέλησα να τιμήσω με τούτο το σημείωμα σήμερα. Και να πω ακόμα πως αυτοί οι άνθρωποι είναι και οι τελευταίοι από τους συμπατριώτες μας που καθώς έζησαν και μεγάλωσαν μέσα τις περιπέτειες της ιταλογερμανικής κατοχής και του αντιστασιακού αγώνα, είναι οι μόνοι που μπορούν να μιλήσουν τι είναι αληθινά ο πόλεμος, το αίμα και η καταστροφή.
Κι όχι μόνο, αλλά να πούνε πως ο τόπος τους που υπέφερε όλα τα δεινά από τον κατακτητή αλλά και την πενταετή δυστυχία του τραγικού εμφυλίου που ακολούθησε, κατάφερε πάλι να ζωντανέψει και να νοικοκυρευτεί μέχρι που στο τέλος υποτάχθηκε στο κράτος των Αθηνών και όπως δείχνουν τα πράγματα τώρα είναι που θα σβήσει οριστικά και για πάντα.
Είναι οι τελευταίοι μιας ανεπανάληπτης γενιάς αυτοί οι άνθρωποι που δυστυχώς τους επιστρατεύουμε και τους καμαρώνουμε βεβαίως, μόνο σε πατριωτικές εκδηλώσεις αλλά ποτέ δεν τους βάλαμε να ιστορήσουν πως κατάφεραν να κάνουν την Ελλάδα μετά την καταστροφή να ανθίσει. Έτσι δε όπως αποψιλώνεται η γενιά τους και ο ένας μετά τον άλλο μας αποχαιρετά, τόσο πιο έντονη γίνεται η απουσία τους και μας λείπει η εμπειρία τους…