Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2022

ΟΤΑΝ ΣΙΩΠΟΥΝ ΟΙ ΚΑΤΑΡΡΑΚΤΕΣ

 


Ο παγωμένος καταρράκτης στη Θέση Λογγούλα, στον Τόρνο μετά τον Προυσό προς την Καστανιά Ευρυτανίας. Τα νερά του φέρνει το Τορνόρεμα από ψηλά και κάποτε πότιζαν τα κήπια του χωριού. (Φωτογραφία: Πάνος Παλαιός). 

 

Μονοπώλησε αυτές τις ημέρες το ενδιαφέρον μας ο χειμώνας που μας ξάφνιασε με τα πολλά χιόνια που έπεσαν στην Αττική και χάρη στα κοινωνικά δίκτυα που οι χρήστες τους διαθέτουν το προνόμιο της διασποράς είδαμε εικόνες απελπισίας αλλά και εικόνες εξαιρετικής ομορφιάς από δρόμους και γειτονιές της Αθήνας και της υπόλοιπης Αττικής. 

Μια κατηγορία ανθρώπων είδε το φαινόμενο με τρόμο και βίωσε ανάλογα με την ετοιμότητα και την πείρα που είχε ο καθένας ενώ μια άλλη σειρά, το απόλαυσε και στις εξορμήσεις που έκανε σε διάφορα σημεία της πόλης και της υπαίθρου, το «κλείδωσε» σε ωραίες φωτογραφίες που θα μείνουν στην προσωπική αλλά και στη συλλογική μνήμη. Είναι πολλές οι περιπτώσεις που θα μπορούσε να προβάλλουμε γιατί πράγματι αξίζουν να τις βλέπουμε αλλά και να μαθαίνουμε απ’ αυτές για την έκφραση αυτών των φαινομένων.

Θα ξεκινήσουμε όμως με κάτι πολύ συνηθισμένο που παρατηρούμε τους περισσότερους χειμώνες στην ύπαιθρο όταν η θερμοκρασία πέφτει πολύ χαμηλά και αυτό δεν είναι καθόλου σπάνιο. Ολικός παγετός λέγεται το φαινόμενο, συμβαίνει όταν επικρατούν οι βόρειο άνεμοι και διατηρείται από λίγες έως πολλές ημέρες. Τότε παγώνει όλη η γη, χωράφια και τα  δέντρα και το γεγονός δημιουργεί και δυσκολίες για το περπάτημα καθώς και στα άγρια και ήμερη πανίδα γιατί η αναζήτηση τροφής είναι πολύ δύσκολη. Ο ήλιος στην περίπτωση είναι αδύναμος να ζεστάνει και όπου δεν φαίνεται, το κρύο είναι πολικό 

Τότε είναι που παγώνουν και τα νερά, οπωσδήποτε τα στάσιμα αλλά είναι φορές που παγώνουν και στα ρέοντα επιφανειακά. Μια φλούδα πάγου σκεπάζει την επιφάνεια του νερού στις στέρνες και τα αυλάκια, ακόμη και στις λίμνες. Το βλέπουμε συχνά σε φωτογραφίες από χώρες του Βορά να συμβαίνει όπως και στα μεγάλα ποτάμια τους. Στα δικά μας ποτάμια σπάνια συμβαίνει αυτό και αν τύχει, το βλέπουμε στις άκρες της κοίτης τους και ανάλογα με ότι τυλίγει ο πάγος, δημιουργούνται απίστευτες αισθητικές συνθέσεις.

Το βλέπουμε όμως συχνά όταν η θερμοκρασία κατέβει κάτω από τους -10 βαθμούς στα ρέοντα νερά και πιο πολύ στους καταρράκτες που σχηματίζονται σε πολλά σημεία της διαδρομής των ρεμάτων όπως αυτά κατεβαίνουν από τα βουνά. Κι εδώ πάλι ανάλογα την κλίση και τον περιβάλλοντα χώρο δημιουργούνται εξαιρετικές αισθητικές συνθέσεις. Οι σταγόνες που πέφτουν έξω από τον κορμό του καταρράκτη και οι αφροί από τον παφλασμό των νερών παγώνουν και σιγά – σιγά τον καλύπτουν με ένα χοντρό στρώμα πάγου που μοιάζει με χυμένο γάλα. Ανάλογα δε με το μέγεθος, το ύψος και τον όγκο των νερών, ο πάγος αυξάνεται και τον καλύπτει πλήρως κάνοντας τον αόρατο.

Ο καταρράκτης στα Ζιακέϊκα, λίγο έξω από την Υπάτη παγωμένος. Τα νερά του που φέρνει το ρέμα Κάκαβος κινούσαν κάποτε τον μύλο του Νίκου Ζιάκα σήμερα αποτελεί ένα πολιτιστικό μνημείο της περιοχής και το απολαμβάνουν όσοι πηγαινοέρχονται στην Υπάτη και φυσικά όσοι επισκέπτονται την υπέροχη ταβέρνα «Το Χάνι του Ζιάκα» (τηλ. 2231098080). Τον προλαβαίνετε παγωμένο… (Φωτογραφία: Νίκος Ζιάκας).  



Τότε είναι που σιωπούν ακόμη και δυνατοί καταρράκτες και το νερό τους ακούγεται να κυλάει υπόκωφα κάτω από το στρώμα του πάγου, να τρέχει αόρατο και να τον τρώει για να εμφανιστεί κατόπιν σε χαμηλότερα σημεία, όπου βρίσκει διέξοδο. Το φαινόμενο διαρκεί όσο η παγωνιά και καθώς ανεβαίνει η θερμοκρασία, ο πάγος λιώνει και έτσι πάλι ο καταρράκτης ξαναβρίσκει τη φωνή του και συνεχίζει να κρεμάει τα νερά του.

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 31012022

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

ΜΙΑ ΜΑΥΡΗ ΚΑΤΣΑΡΟΛΑ ΣΤΟ ΤΖΑΚΙ

 


Τα μέρη μας η «Ελπίδα» και να περνούσε δεν θα εύρισκε πολύ κόσμο να ταλαιπωρήσει αφού οι περισσότεροι έχουν μετακινηθεί να ξεχειμωνιάσουν στις πόλεις. Όσοι δε μετριόμαστε εδώ εξάλλου ξέρουμε από τα παιδικά μας χρόνια να αντιμετωπίσουμε τέτοια δύσκολα καιρικά φαινόμενα και να βάλουμε πλάτη στην ανάγκη του άλλου αν χρειαστεί.

Η «Ελπίδα» έπληξε την πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή της χώρας με τις πιο σύγχρονες υποδομές υποτίθεται και πέρα από τις συνέπειες που είχε η καθημερινότητα  του κόσμου, ξεγύμνωσε αυτό που λέμε κράτος αλλά πολύ περισσότερο τον τρόπο της ζωής που κάνουμε. Μπορεί να είναι και σημαδιακό, λένε κάποιοι και μάλλον δεν έχουν άδικο να πλήξει την εμβληματική, για μια εποχή Αττική Οδό και τις γειτονιές που αυτή διασχίζει.

Στο χωριό η ζωή δεν παρουσίασε τίποτα διαφορές εκτός από την ανάγκη για περισσότερη θέρμανση, πράγμα που κατορθώνουμε με ξύλα που έχουμε άφθονα εδώ και αν διαθέσουμε χρόνο το καλοκαίρι να τα μαζέψουμε από τα χωράφια και το δάσος και φροντίσουμε να είναι σε στεγνό χώρο, μπορούμε να κάνουμε με αυτά ένα σωρό δουλειές και να αφήσουμε στην άκρη το ηλεκτρικό που τρομάζουμε να ανοίξουμε τον λογαριασμό. Το να είναι στεγνά τα ξύλα, είναι προϋπόθεση για αποδώσει η καύση τους στην σόμπα και πιο πολύ στο τζάκι γιατί ο καπνός που βγαίνει όταν είναι πολύ υγρός οδηγεί στην ασφυξία.

Είναι μια τέχνη και το τζάκι, τόσο για την απόδοση των καμένων ξύλων όσο και για την οικονομία τους. Αυτός που το ανάβει πρέπει να ξέρει ότι τα ξύλα της καστανιάς παράγουν περισσότερη θέρμανση αλλά σύντομη, χώρια που «πηδάνε» και μπορεί να κάψουν το σπίτι όταν δεν προσέχει. Τα ξύλα του κέδρου επίσης αποδίδουν άμεσα και μάλιστα μυρίζουν και ωραία, όπως πάνω κάτω και αυτά των ελάτων. Γρήγορη επίσης φωτιά παράγουν και τα ξύλα των πλατάνων άμα είναι ξερά. Τα ξύλα από τις καρυδιές κάνουν καλή φωτιά αλλά παράγουν πολύ στάχτη, όπως και όλων των καρποφόρων τη οποία δεν πετάμε οπουδήποτε γιατί άμα την κοσκινίσουμε μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε σαν λίπασμα και σαν απωθητικό εντόμων και μυκήτων από πολλά φυτά . Τα καλύτερα απ’ όλα στην περιοχή μας είναι τα ξύλα της βελανιδιάς που καίγονται αργά και δημιουργούν μεγάλα κάρβουνα. Σε άλλα μέρη, τα πουρνάρια και οι ελιές κάνουν τέτοια φωτιά αλλά εμείς είμαστε έχουμε μόνο βελανιδιές και αυτές προτιμούμε να βάζουμε στο τζάκι και τη σόμπα. Στην τέχνη του ανάματος του τζακιού επίσης περιλαμβάνεται και ο τρόπος που το ανάβει και το τροφοδοτεί κάποιος , με προσανάμματα, ψιλά κλαδιά και μεγάλα κούτσουρα για καλύτερο αποτέλεσμα και να είναι και σίγουρος πως όσα μάζεψε θα του φτάσουν μέχρι την άνοιξη και δεν θα αναγκαστεί τον Μάρτη να καίει παλούκια, όπως πολύ συχνά συμβαίνει.

Το τζάκι όμως το οποίο απαιτεί μια άλλη τέχνη, για το πιο σημείο του χώρου θα χτιστεί, τι βάθος και τι πλάτος θα έχει, πως θα γίνει η καμινάδα και με πιο προσανατολισμό για να μην γυρνάει τον καπνό, τι παραστιά θα απλώσει ο μάστορας δεν προορίζεται μόνο για την θέρμανση αλλά και για το μαγείρεμα. Μη ξεχνάμε ότι τα τζάκια πριν την ανάπτυξη του δικτύου του ηλεκτρικού και της διανομής υγραερίου άναβαν κάθε μέρα, όλο το χρόνο για το μαγείρεμα και το ζεστό νερό. Το χειμώνα όμως καλούνταν να συνδυάσουν και τα δυο. 

Γι’ αυτό δίπλα σε κάθε τζάκι υπήρχαν πάντα μια σιδεροστιά, σχάρες και σούβλες. Η σιδεροστιά, τρίγωνη ή τετράγωνη ήταν σχεδόν μόνιμη στην παραστιά ή φωτογόνι για πολλούς και πάνω σε αυτή υπήρχε μια μαύρη μεγάλη κατσαρόλα για να ζεσταίνεται το νερό, είτε αυτό προορίζονταν για την κουζίνα, είτε για το πλύσιμο ρούχων και σωμάτων. Στα σπίτια με πολυμελείς οικογένειες την κατσαρόλα αντικαθιστούσε ένα μεγάλο καζάνι κι αρκετές φορές αυτό στήνονταν σε κάποιο παράγκα κολλημένη στο σπίτι. Το πιο συνηθισμένο πάντως ήταν στο τζάκι η κατσαρόλα που έβραζε το φαγητό και ανακατεύονταν οι μυρωδιές του με τα καμένα ξύλα. Μια κατσαρόλα κατάμαυρη από την καπνιά που την άνοιξη βλαστημούσε η νοικοκυρά να την καθαρίσει. Στο ίδιο τζάκι ή σε μεγαλύτερο αφού είχαν προνοήσει να φτιάξουν μεγαλύτερη παραστιά πολλές φορές έψηναν και ψωμί ή πίττες κάτω από τη γάστρα ενώ συχνά έπαιζε το ρόλο της ψησταριάς αν υπήρχε διαθέσιμο κρέας ή έβαζαν κουλούρες και πατάτες κάτω από τη χόβολη.

Μια εξέλιξη των τζακιών, οι στόφες ή μασίνες που ήταν έτσι φτιαγμένες να έχουν και μάτια να ακουμπάνε οι κατσαρόλες και φούρνο διαδέχθηκε τα τζάκια αλλά η περίοδός τους έληξε με το ηλεκτρικό και το υγραέριο. Στο μεταξύ, οι γενιά που ήταν μαθημένη να ζεσταίνεται και να μαγειρεύει στο τζάκι, πέταξε στον ουρανό και μιας και οι επισκέψεις στα πατρικά σπίτια (στα εξοχικά ούτε λόγος) περιορίστηκαν στα καλοκαίρια, τέτοια αντικείμενα θεωρήθηκαν ότι έπιαναν χώρο και είτε μπήκαν στις αποθήκες ή τα έριξαν στα ρέματα.

Από τότε που άλλαξαν τα πράγματα και στην επαρχία, το μαγείρεμα στο τζάκι σταμάτησε αλλά από συνήθεια, κάποιες νοικοκυρές δεν έπαψαν να βάζουν ένα ντενεκέ να ζεσταίνεται νερό για να μην πάει χαμένη η φωτιά και να γίνεται οικονομία στο ηλεκτρικό ή το γκάζι. Τα περισσότερα τζάκια σήμερα αποτελούν διακοσμητικά στοιχεία στα σαλόνια των σπιτιών, είναι ασύμφορα γιατί καίνε πολλά ξύλα τα οποία κοστίζουν όσο σχεδόν και οι άλλες πηγές ενέργειας και δεν αποδίδουν σε θέρμανση. Θέρμανση και μάλιστα ικανοποιητική αποδίδουν τα λεγόμενα ενεργειακά αλλά αυτά δεν έχουν την θαλπωρή της φωτιάς και δεν φαίνεται το παιχνίδισμα που κάνουν οι φλόγες καθώς τα ξύλα καίγονται πίσω από το τζάμι.  

Δεν χρειάζονταν λοιπόν να περάσει η «Ελπίδα» από τα μέρη μας να βάλουμε να μαγειρέψουμε στο τζάκι, όπως το είδαμε σαν παρωδία ή σαν πικρό σχόλιο για την σύγχρονη ζωή και την εξάρτηση από τις πηγές ενέργειας. Το συνηθίζουμε ακόμα στο σπίτι και έχουμε εκτός από θέρμανση και ζεστό νερό όλη τη μέρα και φυσικά συνεχίζουμε να ακούμε να τρίζουν τα ξύλα και να απολαμβάνουμε την ζέστα από τη φωτιά στο τζάκι.  

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 28012022

Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2022

ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΜΕ 2.000.000 ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΚΤΗΜΟΝΑ

 


Καθώς έβλεπα να έρχονται η «Ελπίδα» να πλήξει την Αττική χωρίς να υπολογίζω τις συνέπειες, παρατηρούσα παράλληλα να ανεβαίνει και ο αριθμός των προβολών στη σελίδα του Ακτήμονα (actimon.blogspot.com) και να πλησιάζει τον μαγικό αριθμό των 2.000.000!

Δυο εκατομμύρια προβολές μέσα σε 10 χρόνια και 3.000 σχεδόν αναρτήσεις δεν είναι και λίγο πράγμα. Με μέσο όρο τις 300 λέξεις η κάθε μία μας κάνουν 10.000.000 λέξεις, τόσες που θα μπορούσαν να γίνουν 20 μυθιστορήματα των 500.000 λέξεων ή 40 των 250.000. Ούτε που το πιστεύω πως όλα αυτά τα χρόνια έγραψα τόσα εκατομμύρια λέξεις και αναλογίζομαι με τρόμο τον χρόνο που διέθεσα γι’ αυτά τα κείμενα χώρια δε εκείνον για τις φωτογραφίες, γιατί δεν υπάρχει κανένα που να μην συνοδεύεται με κάποια.

Δέκα χρόνια λοιπόν ο Ακτήμων παρήγαγε αυτό το ιδιότυπο δημοσιογραφικό έργο, στην Αθήνα και στην περιφέρεια και χάρη στους αναγνώστες που το εκτίμησαν από την αρχή έφθασε σε αυτή την επιτυχία. Οι αναγνώστες και ορισμένοι εκλεκτοί φίλοι ήταν αυτοί που μου έδωσαν την δύναμη, μέσα σε αντίξοες συνθήκες για τις οποίες κάποια στιγμή θα πω τι ήταν, να μην διακόψω αυτό το έργο. Στην αρχή και πριν το facebook μέσω του οποίου προέβαλα τις αναρτήσεις μου πονηρέψει, η αναγνωσιμότητα ήταν σταθερή. Τα τελευταία χρόνια όμως που πονήρεψε, με έκοψε και ούτε θέλει να βλέπει την δικτυακή διεύθυνση. Παρά τον αποκλεισμό, οι αναγνώστες μου συνεχίζουν να ανεβάζουν την αναγνωσιμότητα, η οποία, πρέπει να το πω κι αυτό μέχρι στιγμής μου έβγαλε και 61 ολόκληρα ευρώ από κάποιες τις διαφημίσεις αλλά σκέφτομαι μήπως θα ήταν καλύτερα να τις αφαιρέσω.    

Πάντως εκείνο που με απασχολεί περισσότερο και δεν είμαι και βέβαιος πως μπορεί κάποια μέρα να γίνει ένα τσαφ και να σβήσει ή να χαθεί στο ψηφιακό χάος αυτό το έργο είναι να οργανώσω τις δημοσιεύσεις κατά θέματα, να τις περάσω στο χαρτί που είναι και πιο σίγουρο και να κάνω κάποιες εκδόσεις. Θα φανεί από τις αντοχές και τις δυνάμεις μου.

Μετά από αυτή την κορυφή ο Ακτήμων βάζει στόχο την επόμενη, χωρίς να λογαριάσει το ύψος στηριζόμενος πάντα στην εκτίμηση των αναγνωστών και των φίλων του και την υποστήριξη ορισμένων φίλων που με τον τρόπο τους υποστηρίζουν τον Ακτήμονα.

Σας ευχαριστώ όλους…

ΥΓ. Η περίσταση απαιτεί κι ένα εορτασμό αλλά κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες είναι δύσκολο. Αργότερα, να ζεστάνει ο καιρός και όταν κυκλοφορήσουν δυο βιβλία από τα βιβλία που δούλεψα μέσα στην διετή καραντίνα στο χωριό θα σας καλέσω να το γιορτάσουμε.

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 27012022

ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΣΤΑ ΧΙΟΝΙΑ

 


Το χωριό μου είναι χτισμένο στις ανατολικές πλαγιές του Τυμφηστού, σε ύψος από 750 – 850 μέτρα από τη θάλασσα του Μαλιακού κόλπου την οποία βλέπουν όσοι κατοικούν στην κορυφή και σε έκταση περί τα 400 στρέμματα ενώ πολύ μεγαλύτερη είναι η περιοχή με τις εξοχές, τις καλλιέργειες και τις βοσκές και από τις δυο πλευρές του Σπερχειού ποταμού.

Πάνω κάτω έτσι είναι και τα περισσότερα χωριά της χώρας και η έκταση που κατείχε για τις οικονομικές δραστηριότητες των κατοίκων του είναι ανάλογη του πληθυσμού και της διασποράς αυτού στο ζωτικό χώρο που απαιτούνταν να προκόψει η Κοινότητά τους.  Στον οριζόμενο από συγκεκριμένα σύνορα με τα διπλανά χωριά χώρο και για τα οποία δημιουργούνταν συχνά ποικίλα προβλήματα, καλούνταν να περάσουν τη ζωή τους και να αγωνιστούν για την προκοπή και της συνέχειά τους, χειμώνα - καλοκαίρι οι χωριανοί.

Για να φτάσουν να κατέχουν αυτόν τον συγκεκριμένο χώρο προϋπόθεση ήταν η δημιουργία Κοινότητας, πράγμα που στην μακρά πορεία της είχε και τις καλές και τις άσχημες στιγμές του ενώ από την συγκρότησή της και κατόπιν απαιτείτο άλλος διαρκής αγώνας για να μην διαλυθεί. Στον αγώνα αυτό, βασικό ρόλο πάντα έπαιζε η ενορία· ανέκαθεν στον εκκλησιασμό  της Κυριακής μετά τη λειτουργία αντάμωναν και συζητούσαν διάφορα ζητήματα που απασχολούσαν την Κοινότητα και αποφάσιζαν τι από κοινού θα πράξουν για την αντιμετώπισή τους. Τα νεώτερα χρόνια η συζήτηση και η λήψη αποφάσεων μετατέθηκε στα καφενεία όπου πάλι ο λόγος του παπά, όπως του προέδρου και του δασκάλου είχε πάντα περισσότερο κύρος και λειτουργούσε ενωτικά για το καλό όλων των συγχωριανών όπως και των γεροντότερων των οποίων η γνώμη πολλές φορές ήταν και νόμος.

Στα ζητήματα που διαρκώς απασχολούσαν την  Κοινότητα, ο καιρός ήταν πάντα το βασικό στοιχείο καθώς απ’ αυτόν εξαρτιόνταν η παραγωγή και κατά συνέπεια η ευημερία της. Έτσι από κοινού αντιμετωπίζονταν ζητήματα που προέρχονταν από την ξηρασία, τις πλημμύρες, τις πυρκαγιές και φυσικά τον χειμώνα για τον οποίον μάλιστα γίνονταν και οι περισσότερες προετοιμασίες όλο το χρόνο και ο οποίος έπρεπε να περάσει με τις λιγότερες απώλειες.

Έτσι λοιπόν οι νεώτεροι άντρες του χωριού όπως και οι γυναίκες ήταν πάντα σε επιφυλακή όταν έπεφτε βαρύ χιόνι και πλάκωνε το χωριό. Καθάριζαν τις αυλές τους, τους δρόμους της γειτονιάς κι εκείνους που οδηγούσαν στην εκκλησία και το σχολείο, άνοιγαν τα μονοπάτια προς τα μαντριά και τις βρύσες τον καιρό που δεν είχαν γίνει ακόμη δίκτυα. Δεν χρειάζονταν να τους πει κανένας να το κάνουν αυτό γιατί το υπαγόρευε η ζωή τους και η Κοινότητα που ανήκαν. Όλοι μαζί πάλι είχαν τον νου τους και στους αδύναμους και άνοιγαν το δρόμο προς τα σπίτια τους, φρόντιζαν να έχουν ξύλα, προμήθειες, και συντροφιά. Ακόμη, αναλάμβαναν αν τύχαινε τίποτα μοιραίο να ανοίξουν τάφο στο χιονισμένο κοιμητήριο αλλά και να συνοδέψουν κάποιον που ήθελε να πάει μακρύτερα, σε κάποια καλύβα ή και στο διπλανό χωριό γιατί τα μηχανήματα των Νομαρχιών τότε δεν προλάβαιναν να ανοίξουν τον δρόμο. Επίσης, όταν είχε πολύ χιόνι ούτε στο κυνήγι που αφθονούσε τότε πήγαινε μόνος και για κάθε ενδεχόμενο φρόντιζε να έχει συντροφιά.

Όλα αυτά δεν συνέβαιναν σε κάποια μακρινή χώρα του βορρά αλλά στα ορεινά χωριά της Ελλάδας μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου αιώνα και οι ωριμότεροι τα προλάβαμε σαν κομμάτι της ζωής μιας κοινότητας τον χειμώνα. Με την πορεία όμως που είχε πάρει ο κόσμος, πολύ γρήγορα άλλαξαν και η ζωή τον χειμώνα στα χωριά βελτιώθηκε αλλά από την άλλη, όλο και λιγότεροι έμειναν να τον αντιμετωπίσουν. Κάποια μάλιστα έφτασαν στο σημείο να μην ζει κανένας τον χειμώνα σε αυτά καθώς η εμπειρία του ήταν και μια από τις κυριότερες αιτίες να τα εγκαταλείψουν. Έτσι σταμάτησε αυτή να μεταδίδεται και να ξεχαστούν ακόμη και τα στοιχειώδη ως προς την αντιμετώπισή του.

Τα όσα προηγήθηκαν και έγιναν μετά το πέρασμα της «Ελπίδας» απέδειξαν πως η εμπειρία να σταθούμε απέναντι σε τέτοια δυναμικά φαινόμενα δεν υπάρχει πια. Μπορεί η εξέλιξη σε ένα σωρό πράγματα της ζωής να έχει προχωρήσει σε εκπληκτικά στάδια αλλά αυτό που χαρακτηρίζει την αυτοσυντήρηση και την ασφάλεια των οικείων και των υπόλοιπων συνανθρώπων και δεν είναι τίποτα παραπάνω από τον σεβασμό απέναντι στα καιρικά φαινόμενα και το πνεύμα της Κοινότητας, δυστυχώς δεν συμβαδίζει με αυτή...   

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 27012022

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2022

Η ΧΑΜΕΝΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

 


Η συνέχεια μιας ομάδας ανθρώπων, από την πρώιμη ιστορία μέχρι την στιγμή που δημιουργήθηκε η οικογένεια, η πατριά (φατριά), η κοινότητα και η κοινωνία αργότερα στηρίζονταν πάνω στην εμπειρία που αποκτούσε κάθε γενιά και ο τρόπος που την παρέδιδε στην επόμενη – αθροιζόμενη δε αυτή έφτασε ως τις ημέρες και καλείται πολιτισμός, τους καρπούς του οποίοι γεύονται, υποτίθεται και απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι.

Στην εξέλιξη του πολιτισμού, αναμφίβολα έπαιξαν σημαντικό ρόλο ορισμένα άτομα που χάρη στην παρατηρητικότητά τους, την έμπνευση και το ανήσυχο πνεύμα έκαναν κάποια βήματα παραπάνω από τους άλλους. Έτσι περπάτησε η ανθρωπότητα και σιγά – σιγά εξελίχθηκαν οι κοινότητες, τα βασίλεια, οι πόλεις, οι πολιτείες και φτάσαμε στα κράτη. Στην πορεία αυτή, ιδιαίτερο ρόλο είχαν οι πιο δημιουργικοί, στα έργα και στο πνεύμα και οι οποίοι σε διαδοχικές φάσεις και διάφορους τρόπους, απέκτησαν εξουσία πράγμα που δεν το έβλεπαν όλοι με καλό μάτι αλλά στο τέλος συμφώνησαν σε ένα σχεδόν αποδεκτό τρόπο άσκησής της, με την ελπίδα ότι  αυτή δεν θα ασκείται σε βάρος και υπό κρίση του κοινωνικού συνόλου για την ανεπάρκεια και όποιες ατασθαλίες προκύψουν.

Να έρθουμε στην επικαιρότητα, αυτοί που έχουν την ευθύνη για τον τρόπο της αντιμετώπισης του χειμερινού καιρικού φαινομένου που τόσο χαριτωμένα ονόμασαν «Ελπίδα» και οι οποίοι μάλιστα πληρώνονται από το δημόσιο ταμείο, έπρεπε να έχουν ετοιμαστεί με τρόπο τέτοιο που κανένας πολίτης, σε οποιοδήποτε  σημείο της χώρας να μην νιώσει ανασφαλής ή κινδυνεύσει από τις επιπτώσεις. Τα μέσα που τους διέθετε ο πολιτισμός (μετεωρολογικές προβλέψεις, ειδικά μηχανήματα, ψηφιακή διακυβέρνηση και πληρωφόρηση, Μέσα Ενημέρωσης, σιτιζόμενες από το Κράτος ομάδες  «ευαίσθητων» πολιτών και πλείστα άλλα πληρωμένα από το κράτος συστήματα) ήταν επαρκή.

Τίποτα ή μάλλον ελάχιστα απ’ αυτά λειτούργησαν όπως πρέπει και θέμα έχει προκαλέσει δημόσια αγανάκτηση η οποία εκφράζεται και εκτονώνεται μόνο στα κοινωνικά δίκτυα. Έτσι έγινε και με τις πυρκαγιές το περασμένο καλοκαίρι, έτσι έγινε και με τις πλημμύρες. Τα κακά φαινόμενα, αποδόθηκαν στην αμφισβητούμενη κλιματική αλλαγή και όλοι, διαμαρτυρόμενοι και υπεύθυνοι ησύχασαν. Οι εξάρσεις αυτές του κλίματος, παρά τις παρατηρήσεις των ειδικών επιστημόνων ότι στους αιώνες που προηγήθηκαν πάντα κάτι απρόοπτο συνέβαινε, έγιναν το άλλοθι για την ανικανότητα των υπευθύνων –για τη ζωή μας, την περιουσία μας και τη συνέχειά μας. Ένα άλλοθι που τείνει να γίνει ακράδαντο καθώς γύρω από στην «κλιματική αλλαγή» τρέχει και όλο το χρήμα του πλανήτη. Έτσι εύκολα μπορούν να δοθούν κάποιες αποζημιώσεις για να μην ξεσηκωθεί ο κόσμος, να κλείσουν στόματα, να πληρωθούν ομάδες προπαγανδιστών ενώ σχεδιάζονται έργα που υποτίθεται θα αποτρέψουν μια επόμενη καταστροφή και θα κοστίζουν πολλαπλάσια.

Όλα κοστίζουν και όλα πληρώνονται από κοινού. Εκείνο που θα κόστιζε λιγότερο σε χρήμα και πολύ περισσότερο σε προθέσεις, είναι η προσπάθεια να μάθει ο κόσμος από την αρχή πως είναι να ζει αρμονικά και να φοβάται την φύση όταν πρέπει. Να ξέρει δηλαδή, μια και χάθηκε η πολύτιμη εμπειρία των προηγούμενων γενεών ή να έχει εγγυήσεις από το πλήθος των ειδικών για το πώς και που θα χτίσει το σπίτι του. Πως θα πάει και θα γυρίσει στη δουλειά του ασφαλής και το ίδιο να αισθάνεται και για τα παιδιά του. Που και σε ποιόν γιατρό θα πάει και τι θα κάνει όταν αντιληφθεί ότι κινδυνεύει από κάποιο λόγο.

Για όλα αυτά και πολλά άλλα ακόμη περισσότερο, ο κόσμος έχει επιλέξει και έχει δώσει εξουσία και καλούς μισθούς σε μια σειρά ανθρώπων που κακά τα ψέματα, δεν διακρίνονται όλοι για την ακεραιότητα του χαρακτήρα τους και οι προθέσεις τους δεν είναι οι αρμόζουσες. Βρίθει η καθημερινή ειδησιογραφία από τέτοιες περιπτώσεις, σε βαθμό μάλιστα που ο ανίσχυρος πολίτης αντιλαμβάνεται πως όλοι αυτοί αποτελούν μια συντεχνία και τον απελπίζει η ιδέα πως δεν έχει ποιον να επιλέξει για να νιώθει καλύτερα. Η απελπισία τον αδρανοποιεί, του κόβει τα πόδια, του θολώνει το βλέμμα και την διάθεση.

Η «Ελπίδα» έφερε πάλι στην επικαιρότητα τον ατέλειωτο διάλογο για τις ευθύνες του κράτους και τον τρόπο που διαχειρίζεται  τις όποιες κρίσεις και η κριτική είναι απογοητευτική. Σαφώς και υπάρχουν και εξαιρέσεις αλλά απ’ αυτή την περίπτωση ας κρατήσουμε προς το παρών την προσωπική ευθύνη η οποία πιστεύω πως θα μας οδηγήσει, όταν έρθει η ώρα να επιλέξουμε και αυτούς που θέλουμε να νοιάζονται για τη ζωή μας.

Για να αποδεχτούμε όμως την προσωπική ευθύνη, πρέπει πρώτα απ’ όλα να παραδεχτούμε ότι δεν έχουμε πια καθόλου πείρα ζωής και ότι ξεχάσαμε τον τρόπο που αυτή περνούσε από την μια γενιά στην άλλη. Για τον ένα ή τον άλλο λόγο, αυτή την πολύτιμη, μοναδική αίσθηση που απέκτησε ο άνθρωπος στη διάρκεια δεκάδων αιώνων πάνω στη γη απαξιώθηκε από την στιγμή που δόθηκε να την διαχειριστούν οι λογής λίγοι και λιγοστοί της κάθε εξουσίας. Για να την ξαναβρούμε, γιατί χωρίς αυτή δεν πρόκειται ούτε να πάμε παρακάτω, ούτε και τα πράγματα να βλέπουμε καθαρά δεν απαιτείται παρά να κοιτάξουμε λίγο πίσω μας και αν το πιστέψουμε, θα μπορέσουμε θα διδαχτούμε και θα μπορέσουμε να να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το οφείλουμε στην γενιά μας και στις επόμενες που θα ακολουθήσουν γιατί αλλιώς κάποια δεν θα μπορέσει να προχωρήσει παρακάτω.  

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 25012022  

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022

ΕΤΟΙΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΧΙΟΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΜΟΡΓΟΥ!

 


Η επιστράτευση που μαθαίνω ότι προετοιμάζεται ώστε να αντιμετωπισθεί ο χειμώνας στα χαρακώματα των βορείων και νοτίων προαστείων της Αθήνας, της Εθνικής Οδού και της γέφυρας Καλυφτάκη, των νησιών του Αιγαίου και της Κρήτης, με βρίσκει πανέτοιμο για  τα παγωμένα χαρακώματα του Συντάγματος και τα ανεμοδαρμένα φυλάκια της Μεσογείων. Δεν μου αρέσει όμως και θα βάλω τα «βύσματα» στο σώμα εκχιονιστών που ετοιμάζεται για τις Κυκλάδες όπου πιστεύω ότι και θα διακριθώ λόγω του ορεινού φρονήματος και της πρόσφατης εμπειρίας στο χωριό. Το νησί δε που θα προτιμήσω, εννοείται ότι θα είναι η αγαπημένη μου Αμοργός  όπου δεν αποκλείεται να μείνω ως το καλοκαίρι…

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 24012022

ΤΙ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ;

 


Γνωρίζω πολύ καλά τι σημαίνει χειμώνας –όπως και καλοκαίρι– γιατί μεγάλωσα σε ένα χωριό και εκτιμώ τις συνέπειες έχει κάθε εποχή στη ζωή των ανθρώπων στο ύπαιθρο. Έχω επίσης ωριμάσει αρκετά και έμαθα πως κάποια πράγματα δεν χωρούν αμφισβήτηση αλλά χρόνο με το χρόνο αμφιβάλω όλο και περισσότερο αν πράγματι ζούμε σε μια περίοδο που υπάρχει η στοιχειώδης ευθύνη για τη ζωή μας και των άλλων και όσων έχουμε αποκτήσει.

Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις είναι η επιδρομή της «Ελπίδας», αυτού του ιδιαίτερου κλιματολογικού φαινομένου και στη χώρα μας και η αποκάλυψη άλλη μια φορά της προχειρότητας  του κρατικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων, της έλλειψης οποιαδήποτε πλέον προετοιμασίας από μέρους των εφησυχασμένων πολιτών για τέτοιες περιπτώσεις. Από κοντά και η απύθμενη βλακεία των Μέσων Ενημέρωσης που αναλαμβάνουν να ενημερώσουν τον κόσμο με τον χειρότερο τρόπο χρησιμοποιώντας ταλαιπωρημένους δημοσιογράφους και επικεντρώνοντας το πρόχειρο ρεπορτάζ σε ακραίες περιπτώσεις πληροφορητών ή συχνά, υπερτονίζοντας ορισμένα περιστατικά.  Στην περίπτωση μοιάζει σαν να εκθέτουν τους δημοσιογράφους στο χιόνι και την παγωνιά για ένα ρεπορτάζ στις επάλξεις του χειμώνα (και του καύσωνα επίσης το καλοκαίρι) να εξιλεωθούν από την ανεπάρκειά τους στην αντιμετώπιση άλλων θεμάτων και να θάψουν κάτω από τις χιονισμένες εικόνες, άλλα ζητήματα που έχουν ρόλο να αναδεικνύουν.

Να τα πάρουμε με τη σειρά: Το κράτος αυτό ήταν και ποτέ δεν νομίζω πως πρόκειται να αλλάξει αφού εμείς οι ίδιοι το φτιάξαμε και είναι το συμπύκνωμα των αντιλήψεων που έχουμε για την ζωή μας και τον κόσμο που θέλουμε να ζούμε εμείς και τα παιδιά μας. Το λέμε και το διατυμπανίζουμε αλλά κανένας δεν έχει φροντίσει για παράδειγμα μιας και μιλάμε για χιονιά τη σωστή μόνωση του σπιτιού του μη πω για του που είναι τα θεμέλιά του. Ούτε έχει φροντίσει (επειδή το άκουσα σε δελτίο ειδήσεων) σε ένα ρεπορτάζ να έχει τροφή για παραπάνω από τρεις ημέρες στο ψυγείο του ή στην αποθήκη του ενώ ξέρει πως στην περιοχή του τέτοια εποχή συχνά χαλάει το δίκτυο του ηλεκτρικού από τα χιόνια το γεμίζει με ευπαθή προϊόντα και τώρα φωνάζει στην κάμερα ότι θα του χαλάσουν. Η περίπτωση των αρρώστων, είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία που πίσω της δεν αποκλείεται αν κρύβονται και διάφορα τοπικά συμφέροντα, μεταφορείς, φύλαξη, τροφοδοσία και άλλα τερπνά που χρωματίζουν τις τοπικές κοινωνίες. Το κορυφαίο βέβαια είναι η λειψυδρία που παρατηρείτε σε τέτοιες περιπτώσεις λόγω των παγωμένων δικτύων νερού γιατί τα τελευταία χρόνια στα περισσότερα σημεία της χώρας κατάργησαν, τα υπόγεια δίκτυα και μεταφέρουν νερό με πλαστικά λάστιχα τα οποία είναι εκτεθειμένα και μοιραία παγώνουν όσες μέρες κρατάει ο πάγος και ξεπαγώνουν μόνο όταν ανέβει η θερμοκρασία.

Τέτοια και πολλά άλλα ακούγονται στα δελτία και όλοι, απευθύνονται στο κράτος – πατερούλη (δεν έχει γίνει ακόμη αλλά έτσι έμαθαν και έτσι θέλουν να το βλέπουν οι περισσότεροι) για κάθε τι που τους απασχολεί ή διαταράζει τη μακαριότητά τους χωρίς να θέλουν να κουνήσουν το δαχτυλάκι τους. Αν ήταν τρόπος, μιας και μιλάμε για χιόνια, θα ζητούσαν κι από έναν υπάλληλο να τους αλλάζει τις αλυσίδες στα αυτοκίνητα καθώς θεωρούν απαραίτητο να κινηθούν, σε κάποιες περιοχές, μέσα στον πάγο και να μην κάτσουν μια δυο – μέρες να τους στο σπίτι τους που μπορεί να τους δοθεί και η ευκαιρία να σκεφτούν αν όλα αυτά του ζουν είναι μια πραγματικότητα που εμπεριέχει και κάποια ψήγματα ελπίδας ή είναι μια εικονική πραγματικότητα που έχουμε συνηθίσει.

Είναι μια ατέλειωτη σειρά παρατηρήσεων πάνω στο επίκαιρο φαινόμενο του χειμώνα (και του καύσωνα όταν έρχεται βεβαίως) που χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά μας και η οποία εκφράζεται με τον χειρότερο τρόπο και παρά την αισιοδοξία που σποραδικά δυστυχώς εμφανίζεται, φοβάμαι πως τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει σε αυτόν τον μάταιο κόσμο είτε μας παγώσει ο χειμώνας, είτε μας ψήσει ο ήλιος. Με λίγα λόγια, είμαστε άξιοι της μοίρας μας και αν δεν αρχίσουμε να παίρνουμε κάποια πράγματα από την αρχή στα σοβαρά και να αναλαμβάνουμε την ευθύνη που μας αναλογεί, όλο και πιο βαθιά θα μπαίνουμε στο λάκκο της εξάρτησης από τους άλλους και ειδικά από αυτό που λέμε Κράτος.

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 24012022

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2022

Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ

 


Όπως και να’ χει το πράγμα, ο χειμώνας είναι κάπως άγριο πράγμα και όσα χαριτωμένα δίνουν εσχάτως ονόματα στα φαινόμενά του, ο άνθρωπος παρά τις εγγυήσεις που του παρέχει υποτίθεται η τεχνολογία, ποτέ δεν θα πάψει να νιώθει αδύναμος απέναντί του και να προσπαθεί διαρκώς να μετριάσει τις περιπτώσεις που μπορεί να είναι θύμα του.

Ο τρόπος ζωής των σημερινών κοινωνιών ασφαλώς και έχει εξασφαλίσει σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό την κάλυψη των βασικών αναγκών του ανθρώπου σε στέγαση, θέρμανση, επικοινωνία αλλά οποιαδήποτε έξαρση των καιρικών φαινομένων τον αποσυντονίζει. Η αποτίμηση δε των συνεπειών αυτών των ακραίων φαινομένων πολλές φορές είναι οδυνηρή, τόσο σε ζωές, όσο και σε έργα και εγκαταστάσεις. Ένα κύμα πολικού ψύχους για παράδειγμα, όπως αυτό που θα πλήξει τη χώρα αυτές τις ημέρες φέρνει στην επιφάνεια πλείστα όσα προβλήματα γνωρίζουν οι άνθρωποι και το κράτος, τα βιώνουν όλοι αλλά αποτιμώνται με ένα τρόπο που απέχει πολύ της εμπειρίας που θα μπορούσε, συσσωρευόμενη και από πολλές πηγές να συνθέσει ένα σχέδιο πρόληψης και προστασίας.

Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο, σε όλες τις εποχές όλο και κάποιο ακραίο καιρικό φαινόμενο συνέβαινε και αναστάτωνε τη ζωή και την πορεία πολλών κοινωνιών. Έτσι εκτός από τους πολέμους που έχουν όλοι μια αιτία, ακούμε για μεγάλες παγετώδεις περιόδους, εποχές ξηρασίας,  τρομακτικές πλημμύρες, σαρωτικές πυρκαγιές, καταστροφικοί σεισμοί, εκρήξεις ηφαιστείων, πράγματα που δημιουργεί η φύση και ποτέ δεν θα πάψουν να απασχολούν τον  άνθρωπο, να τα εξετάζει και να προσπαθεί να τα ερμηνεύσει.

Όποιο όμως δρόμο μελέτης και έρευνας ακολουθήσει, στο συμπέρασμα που θα καταλήξει είναι ότι αυτά τα δημιουργεί η φύση, είτε ως εξέλιξη είτε και ως αντίδραση λένε τα τελευταία χρόνια και μάλιστα έχουν βρει και τον όρο «κλιματική κρίση», αναθεματίζουν τον άνθρακα και έχουν στήσει μια σειρά επιχειρήσεων που θησαυρίζουν προτείνοντας και εφαρμόζοντας αμφίβολες πρακτικές που υποτίθεται θα εμποδίσουν την περαιτέρω εξέλιξή τους. Δεν επεκτείνομαι στο θέμα, αναφέρω ως παράδειγμα της παραγωγή ενέργειας που προωθείται με εναλλακτικούς τρόπους (αιολική, φωτοβολταϊκά) οι οποίοι όμως καταστρέφουν ολόκληρα ορεινά συγκροτήματα, νησιά και τσιμεντώνουν τους κάμπους.

Το ζητούμενο είναι η παραγωγή ενέργειας που δεν λένε θα είναι φτηνή και θα διανέμεται σε όλο τον κόσμο, αλλά επειδή θα σώσει τον πλανήτη θα είναι ακριβή και τα αγαθά της θα απολαμβάνει όποιος μπορεί να την πληρώσει. Η άνοδος των τιμών ηλεκτρικού και καυσίμων τον τελευταίο καιρό που είχαν συνέπεια την αύξηση σε όλα τα αγαθά, κάτι τέτοιο δείχνει και φοβάμαι πως ακόμη δεν έχουμε δει τίποτα σε αυτό το θέμα μέχρι να καταλάβει ο άνθρωπος ότι το ζητούμενο δεν είναι η άφθονη ενέργεια αλλά η διαχείρισή της και το παράδειγμα μπορούν να το αναζητήσουν στον τρόπο ζωής πριν από λίγες δεκαετίες.   

Εκείνος ο κόσμος, για να έρθουμε και στον τρόμο που προκαλεί η ελαύνουσα πολική «Ελπίδα», φυσικά και δεν διέθετε τα σημερινά μέσα που παρέχει η τεχνολογία, ζούσε και πορεύονταν με έναν πιο απλό τρόπο και κατά συνέπεια είχε και διαφορετικούς τρόπους να τα αντιμετωπίζει, στα υποτυπώδη γιατί τέτοια ήταν πάντα τα περισσότερα σπίτια του.  

Κατ’ αρχάς και ανεξάρτητα αν ήταν φτωχός ή πλούσιος, δεν εκτίθονταν στους κινδύνους ενός τέτοιου παγετού εκτός και αν υπήρχε μεγάλη ανάγκη  κι αυτό με χίλιες προφυλάξεις. Έφτανε στο σημείο, κάτι που δεν ήταν μόνο ζήτημα του χειμώνα αλλά ασφάλειας γι’ αυτό να διατηρεί κάποια ζωντανά στο διπλανό δωμάτιο με το τζάκι από εκείνο που έμεινε η οικογένεια αν ήταν ισόγειο το σπίτι ή σ’ αυτό αν επρόκειτο για δίπατο. Έτσι, αφενός τα προφύλασσε από το κρύο και αφετέρου, αυτά με την παρουσία τους και την κοπριά ζέσταιναν το χώρο. Με αυτό τον τρόπο περιόριζε τις μετακινήσεις στις λιγότερες, κυρίως για νερό γιατί τότε ήταν άγνωστα τα δίκτυα που το έφερναν στο σπίτι. Ακόμη, επειδή αυτόν τον καιρό γεννούσαν τα πρόβατα, τα νεογέννητα, για να μην παγώσουν πρώτα γνώριζαν την θαλπωρή του τζακιού και μετά παραδίδονταν στις μανάδες τους. Αυτά ήταν κυριολεκτικά τα κατοικίδια ζώα στα οποία κάθε νοικοκυριό στήριζε την επιβίωσή του.

Οι περισσότεροι σήμερα, αν και τα έχουν ακούσει από γιαγιάδες και παππούδες τους, αγνοούν παντελώς τις συνθήκες και τους τρόπους που αντιμετώπιζαν το κρύο οι παλιότερες γενιές και τρομάζουν με την ιδέα της συγκατοίκησης στον διπλανό χώρο με μια αγελάδα ή ένα κοπαδάκι από πρόβατα. Θεωρούν αυτονόητο το καλοριφέρ, εσχάτως το κλιματιστικό, τρομάζουν με τους λογαριασμούς που θα πληρώσουν μετά αλλά δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί μαζεύονταν όλη η οικογένεια σε ένα δωμάτιο που έκαιγε το τζάκι  να περάσουν την ημέρα τους, να φάνε και να κοιμηθούν. Όπως παράξενο τους φαίνεται, αν το παρατηρούν ότι όλα τα σπίτια στα χωριά της ορεινής Ελλάδας η πρόσοψη και τα ανοίγματα ήταν προς την ανατολή ή το νότο και ότι στο βορινό τμήμα δεν είχαν κανένα παράθυρο!

Στέκομαι στο τελευταίο για να σημειώσω ότι η πείρα είχε δείξει στον άνθρωπο, όταν αυτός βγήκε από τα σπήλαια όπου οι επιλογές του ήταν περιορισμένες, ότι το πολύ κρύο έρχονταν από τον βοριά κι στο σπίτι που έχτισε, δεν του άφησε κανένα πέρασμα να μπει να τον παγώσει. Την πόρτα του ή το μπαλκόνι τα έβαλε προς την ανατολή, να βλέπει τον ήλιο και να ζεσταίνεται ακόμη και τις πιο κρύους χειμώνες. Κι ακόμη, ότι αυτές τις ανάγκες της θαλπωρής, μπορεί να μην τις μοιράζονταν με τους γείτονες, αλλά με τα ζωντανά του τις έβαζε σ την ίδια μοίρα που είχαν στον κόσμο που ζούσαν. Έτσι με την απλή ελπίδα για το ξημέρωμα της επομένης ημέρα πορεύτηκαν στους αιώνες που προηγήθηκαν αλλά κανένας δεν σκέφτηκε ότι το λιθαράκι της πείρας που έβαζαν θα γίνονταν βουνό που οι απόγονοί τους δεν θα μπορούσαν πια να σηκώσουν και το κυριότερο, να αδυνατούν να πληρώσουν.   

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 21012022


 

https://www.nextdeal.gr/epikairotita/politismos/125044/arariskontas-ilias-provopoylos-ta-palia-spitia-kai-o-heimonas

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2022

ΕΝΑΣ ΑΚΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ ΕΣΗΕΑ

 


H ακτημοσύνη ήταν κάτι που με χαρακτήριζε από την νεανική ηλικία και είναι μια στάση ζωής που υπηρέτησα πιστά μέχρι σήμερα. Φυσικά κάτι τέτοιο, όπως πηγάζει και εκφράζεται  ταιριάζει περισσότερο στην αγροτική ζωή την οποία έζησα και διδάχθηκα από παιδί και γνωρίζω αρκετά απ’ αυτή. Η δυνατή εμπειρία που απέκτησα στο ύπαιθρο δεν έσβησε τα χρόνια που πολύ νέος μάλιστα μπήκα στη δημοσιογραφία και τολμώ να πω πως με ωφέλησε πολύ, με βοήθησε να αποφύγω κακοτοπιές και το πιο σπουδαίο να δημιουργήσω ένα δικό μου είδος δημοσιογραφίας που με κέρδισε και έτσι από συντάκτης ύλης  κατέληξα ένας οδοιπόρος της ελληνικής υπαίθρου και συνομιλητής με ανθρώπους που είχαν να πουν σπουδαία και μοναδικά πράγματα. Ήταν κάτι που μου άρεσε πολύ και με την εμπειρία που είχα από την ζωή των χωριών, κατάφερα να κάνω αρκετές επιτυχίες ενώ το ίδιο στην Αθήνα που μου αρέσει να περπατώ και να παρατηρώ τη ζωή της.  

Αυτό δεν σημαίνει πως έπαψα να έχω το νου μου στην μάχιμη δημοσιογραφία ούτε να εκφράζομαι σε αυτό που λέμε δημόσια σφαίρα.  Απεναντίας, η απόσταση πολλές φορές από τα κέντρα με βοήθησε να έχω μια πιο καίρια γνώμη πάνω στην επικαιρότητα και τα πράγματα που αφορούν τον χώρο της δημοσιογραφίας. Με αυτή την αίσθηση λοιπόν και τη στιγμή που επιστρέφω από την καραντίνα στο χωριό πάλι στην Αθήνα και στη μάχιμη δημοσιογραφία, αποδέχτηκα πρόσκληση των συναδέλφων να συμμετάσχω με τους άλλους υποψηφίους του συνδυασμού «ΕΝΩΜΕΝΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ» στις εκλογές για το Δ.Σ της ΕΣΗΕΑ στις 27-30 Ιανουαρίου και για το 9ο Συνέδριο της ΠΟΕΣΥ στις 27 – 31 Ιανουαρίου 2022. Πιστεύω πως με αυτό τον τρόπο θα βοηθήσω και τον κλάδο και την δημοσιογραφία που μια νότα ακτημοσύνης φαντάζομαι την έχει ανάγκη.

Καλή επιτυχία να έχουμε όλοι…        

ΜΗ ΤΥΧΕΙ ΚΑΙ ΑΡΡΩΣΤΗΣΕΙΣ ΧΕΙΜΩΝΑ

 


Όταν έλεγαν οι παλιότεροι «καλό χειμώνα» εννοούσαν βέβαια να περάσει αυτός με ήπιες χιονοπτώσεις, λίγο πάγο και προπαντός, να μην προκύψει κάποιο ζήτημα υγείας στην οικογένεια ή το χωριό που να θέλει μετακίνηση ο ασθενής εκεί που υπήρχε γιατρός γιατί κάτι τέτοιο ήταν πρακτικά αδύνατο και σίγουρα ατελέσφορο. Η ταλαιπωρία θα απέβαινε μοιραία και θα κινδύνευαν και όσοι επιχειρούσαν να διαβούν τα χιονισμένα βουνά.

Σε περίπτωση όμως που κρίνονταν αναγκαίο, τότε επιστρατεύονταν  οι νεότεροι άντρες του χωριού, έφτιαχναν μια καζιάκα (ένα υποτυπώδες φορείο που το κρατούσαν τέσσερα άτομα) έβαζαν τον ασθενή και ξεκινούσαν για το κοντινότερο μεγαλοχώρι που είχε γιατρό ή την πλησιέστερη πόλη. Η πορεία μέσα στα χιόνια ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνη, ειδικά ότανεπρόκειτο να διαβούν περάσματα και κορυφές καθώς εκδηλώνονταν πολλές χιονοστιβάδες και σε πολλά σημεία τα μονοπάτια ήταν κλειστά από χιόνι πολλών μέτρων.

Έπρεπε όσοι αναλάμβαναν αυτή την αποστολή να είναι έμπειροι από τα χιόνια των βουνών, να γνωρίζουν καλά τον τόπο που επρόκειτο να περπατήσουν και φυσικά να έχουν τον Θεό βοηθό τους σε αυτό το τολμηρό εγχείρημα. Τις περισσότερες φορές αυτές οι επιχειρήσεις γίνονταν αν επρόκειτο για νέο άτομο ή παιδί παρά για ηλικιωμένους που το λάδι του καντηλιού τους είχε σχεδόν τελειώσει. Το ίδιο γίνονταν και για τις γυναίκες και γι’ αυτό πολλοί τοκετοί στα χωριά εκείνα τα χρόνια κατέληγαν σε τραγωδίες καθώς οι μαμές αρκετές φορές κρίνονταν ανεπαρκείς να βοηθήσουν μια ετοιμόγεννη ή το νεογέννητο.

Οι αρρώστιες όμως και οι απώλειες μέσα στο χειμώνα τα παλιότερα χρόνια ήταν φαινόμενα που συντάραζαν τις μικρές κοινότητες αλλά καθώς οι άνθρωποι ήταν ακόμη δεμένοι με τη φύση, φύση την οποία χαρακτήριζε ο τόπος τους, αποδέχονταν μοιρολατρικά τα πράγματα και εναπόθεταν τις ελπίδες τους στις ανώτερες δυνάμεις. Όταν όμως την Άνοιξη το χωριό μετριόνταν, έπρεπε πάντα να νιώθει δυνατό για να βάλει μπροστά τον αγώνα της επιβίωσης στα χωράφια και τα κοπάδια ή την θάλασσα. Την ίδια εποχή και στα αποκλεισμένα μικρά νησιά οι περιπτώσεις ασθένειας αντιμετωπίζονταν με τον ίδιο τρόπο.

Οι συνηθισμένες αρρώστιες ήταν κρυολογήματα τα οποία αντιμετωπίζονταν με διάφορους πρακτικούς τρόπους, ροφήματα, βεντούζες, ζεστά κεραμίδια στο στήθος πράγματα τα οποία είχαν κάποιο αποτέλεσμα αλλά τυχόν επιπλοκές απέβαιναν μοιραίες για πολύ κόσμο. Μετά έρχονταν οι γρίπες, που κι αυτές αντιμετωπίζονταν με τον ίδιο τρόπο και οι ασθενείς, ανάλογα τώρα με την περιποίηση που είχαν στα σπίτια τους, άλλοι ανέρρωναν γρήγορα κι άλλους δεν τους έβρισκε η άνοιξη. Χώρια που η αναγκαστική συμβίωση πολυμελών οικογενειών σε ένα δωμάτιο με θέρμανση μετέδιδε την ασθένεια σε όλους. Το ίδιο συνέβαινε και στα σχολεία, τις παιδικές αρρώστιες τις περνούσαν όλοι οι μαθητές. 

Οι υπόλοιπες ασθένειες δεν είχαν όνομα και οι ασθενείς ταλαιπωρούνταν και έσβηναν χωρίς να ξέρουν από τι έπασχαν. Οι πρακτικοί γιατροί κάτι ήξεραν, μπορούσαν να διακρίνουν διάφορους όγκους, δερματικές ασθένειες, την προέλευση των πυρετών αλλά δεν είχαν φάρμακα να δώσουν στους ασθενείς παρά μόνο διάφορα καταπότια που τους υπαγόρευε η εμπειρία τους. Αντιθέτως, αυτοί ήταν πολύ αποτελεσματικοί στα κατάγματα καθώς η πρακτική τους αφορούσε και τα ζώα και η εμπειρία τους εκεί ήταν μοναδική.   

Τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες που φάνηκαν γιατροί σε πολλά χωριά, οι άνθρωποι ένιωσαν λιγάκι ασφαλείς και έτρεχαν σε αυτούς. Φυσικά και αυτοί οι γιατροί δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν όλες τις περιπτώσεις των ασθενειών αλλά η ιδέα και μόνο ότι σε αυτούς θα εύρισκαν μια στοιχειώδη φροντίδα, ανάπαυε τον κόσμο. Όταν δε άνοιξαν και οι δρόμοι στα ορεινά χωριά, ένιωσαν ακόμη περισσότερο ασφαλείς καθώς δεν θα ήταν πια απαραίτητο να επιστρατευτούν όλοι οι άντρες του χωριού να τους πάνε στους γιατρούς. Όλο και κάποιο αυτοκίνητο, θα τους πήγαινε ως εκεί και ανάλογα την διάγνωση που θα έκανε ο γιατρός, θα γύριζαν σπίτι τους με κάποια φάρμακα ή θα πήγαιναν σε κάποιο νοσοκομείο για πρώτη φορά ή μπορεί και την τελευταία της ζωής τους…

Οι αρρώστιες μετά τα μεροκάματα στις πόλεις ήταν και βασικές αιτίες να εγκαταλείψουν τα ορεινά χωριά οι άνθρωποι από τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες και μετά. Σε έναν κόσμο που αλλού άλλαζε ραγδαία, αυτοί δεν μπορούσαν να μένουν αποκλεισμένοι και στο έλεος του χειμώνα ειδικά οι ηλικιωμένοι. Μόλις πιάστηκαν τα παιδιά τους σε κάποια δουλειά, ξεκίνησαν να πηγαίνουν στις πόλεις για εξετάσεις πρώτα και σιγά – σιγά όταν  άρχισαν να τους εγκαταλείπουν οι δυνάμεις, για ξεχειμώνιασμα. Στα χωριά έμειναν όσοι δεν είχαν δικούς τους στην πόλη ή όσοι ένιωθαν ακόμη δυνατοί. Η γενιά όμως αυτών των δυνατών, τέλειωσε και μαζί της τέλειωσε και ζωή σε μεγάλα τμήματα της επαρχίας.

ΥΓ. Με το θέμα των γιατρών τον χειμώνα στα χωριά έχω μια προσωπική εμπειρία. Στις Απόκριες του 1964 έκοψα με μια κλαδευτήρα το δεξί πόδι μου στο γόνατο, σχεδόν στα δύο. Κρέμονταν από το νεύρο όταν με περίλαβε ο μπάρμπα Μήτσος Λουκόπουλος, πρακτικός ορθοπεδικός στα ζώα και μου το κλάπωσε με τέτοιο τρόπο που θαύμασε ο χειρούργος όταν με πήγαν μετά από δυο μέρες στη Λαμία. Είχε πολύ χιόνι θυμάμαι και με πήγαν αγκαλιά οι γονείς ως τον Πλατανιά και από εκεί με κάποιο αυτοκίνητο στη Λαμία. Στην επιστροφή μετά στο χωριό έπρεπε να το βλέπει ένας γιατρός και να κόψει όταν έπρεπε τα ράμματα. Τέτοιος υπήρχε μόνο στο διπλανό χωριό Τυμφρηστός και επειδή δεν υπήρχε δρόμος πήγαινε ο πατέρας μου με το μουλάρι να τον φέρνει και να τον πηγαίνει πάλι στο ιατρείο. Ήταν μια εμπειρία του χειμώνα στο χωριό που την θυμάμαι με σεβασμό προς όλους…

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 20012022

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2022

ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ ΧΙΟΝΙΟΥ ΣΤΑ ΕΛΑΤΑ

 


Είναι άπειρες οι χιονονιφάδες όταν πέφτουν από τον ουρανό· κάθε μια σε διαφορετική αστεροειδή μορφή με έξι ακτίνες και δημιουργούνται στα ψηλότερα μέρη της ατμόσφαιρας ανάλογα με τις συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας που επικρατούν εκεί εκείνη την στιγμή. Κατά συνέπεια, κάθε μια θα έχει και διαφορετικό βάρος, πράγμα που τις ξεχωρίζει κατά την πτώση τους από τον ουρανό και τον τρόπο που στοιβάζονται στο έδαφος. 

Είναι ενδιαφέροντα στοιχεία αυτά και όσοι ασχολούνται με την παρατήρησή τους, δηλώνουν ενθουσιασμένοι ενώ είναι και ωραίο θέμα έρευνας για τους επιστήμονες φυσικούς και φωτογράφισης από παθιασμένους φωτογράφους. Οι πρώτοι μέσα από την παρατήρησή τους βγάζουν πολλά συμπεράσματα ενώ οι δεύτεροι, ενισχύουν με τις φωτογραφίες τους την εντύπωση ότι πρόκειται για τα πιο ποικίλα και τα τελειότερα σχήματα που δημιουργεί η φύση. Αυτό φαίνεται το γνωρίζουν και οι ίδιες οι χιονονιφάδες και από φιλαρέσκεια ή μάλλον από λύπη που δεν μπορούν να ζήσουν παρά ελάχιστα δευτερόλεπτα, λιώνουν. Οι άνθρωποι όμως έχουν προλάβει να αντιγράψουν τα σχήματά τους με χιονονιφάδες, από κάθε υλικό και σε κάθε μέγεθος στολίζουν το χειμώνα τους.

Όμως δεν λιώνουν αμέσως όλες οι χιονονιφάδες. Καθώς πέφτουν πυκνές στοιβάζονται στο έδαφος και δημιουργούν στρώματα χιονιού που ανάλογα την θερμοκρασία αυτά υψώνονται πολλές φορές πολλές δεκάδες εκατοστά στα χαμηλά μέρη ενώ στα βουνά μπορεί να ξεπεράσουν και το ένα μέτρο, μπορεί και τα δύο στις κορυφές. Αυτές οι μέρες της «κακοκαιρίας» που επιπόλαια λένε στα δελτία ειδήσεων είναι που όλη η πλάση σκεπάζεται με ένα λευκό σεντόνι, κατάλευκο στην ύπαιθρο ενώ στις πόλεις τις περισσότερες φορές μοιάζει λεκιασμένο από τους ρύπους ανθρώπων και τεχνολογίας. Ανάλογα δε με το ύψος του χιονιού που πέφτει κάθε φορά και τον παγετό που ακολουθεί δημιουργούνται πλείστα όσα προβλήματα στον σύγχρονο τρόπο ζωής που απαιτεί μαζικές μετακινήσεις, θέρμανση και άλλα ενώ στην ύπαιθρο, εκτός κάποιων εξαιρέσων μοιάζει σαν κάτι το αναμενόμενο και συνηθισμένο φαινόμενο του χειμώνα.

Τα παλιότερα χρόνια δε, το μόνο που απασχολούσε τους πληθυσμούς της υπαίθρου και πολύ περισσότερο τα ορεινά χωριά ήταν η επάρκεια σε προμήθειες για να βγει ο χειμώνας. Εκείνος ο κόσμος δεν έβλεπε το χιόνι σαν μέσο διασκέδασης και αναψυχής, το έβλεπε σαν μια αναγκαία πράξη στον κύκλο του χρόνου, απαραίτητη για την αναζωογόνηση της φύσης και γι’ αυτό το μόνο βάρος που ένιωθε για το χιόνι ήταν εκείνο πάνω από το σπίτι του ή το καλύβι του με τα ζωντανά κι εκεί είχε το νου του και το φτυάρι έτοιμο να ξεχιονίσει.

Ναι, μπορεί να μοιάζει ελαφρό το χιόνι, αλλά στην πραγματικότητα είναι βαρύ όσο το νερό, ειδικά όταν είναι νοτισμένο (επηρεασμένο από νότιους ανέμους) ενώ εκείνο που δημιουργείται από τους βοριάδες, πολλές φορές είναι σαν παγωμένη πούδρα. Κι αυτό όμως όταν πέσει στο έδαφος και υγρανθεί, γίνεται ασήκωτο. Γενικά σε όλες τις περιπτώσεις το χιόνι όταν ξεπεράσει τους 20 – 30 πόντους αρχίζει και γίνεται πολύ βαρύ και μπορεί όντως να ρίξει μια στέγη με αδύναμα δοκάρια. Παλιότερα οι νοικοκυραίοι που ήξεραν τις αδυναμίες που είχαν τα σπίτια τους, φρόντιζαν ανέβαιναν στις στέγες και έριχναν το χιόνι γιατί υπήρχε κίνδυνος να τους θάψει μέσα σε αυτά. Τα τελευταία χρόνια, μετά την εμφάνιση των τσίγκων και των σύγχρονων κεραμιδιών καθώς και των συστημάτων στήριξής τους ο κίνδυνος αυτός έφυγε μαζί με την γενιά που ήξερε τι θα πει αληθινός χειμώνας.

Το βάρος όμως του χιονιού δεν αφορά μόνο τους ανθρώπους και τις κατασκευές τους. Αφορά όλη την πλάση και κυρίως τα δέντρα που το δέχονται αδιαμαρτύρητα στα κλαδιά τους ή το φύλλωμά τους. Τα περισσότερα  γνωρίζουν αυτόν τον κίνδυνο και φροντίζουν να απαλλαγούν από τα φύλλα τους να μην σπάσουν τα κλαδιά από το βάρος. Στην περίπτωση αυτή βλέπουμε μετά από μια βαριά χιονόπτωση σπασμένα και αυτό οφείλεται στο «κούρεμα» που κάνει το χιόνι στα πιο αδύναμα και άρρωστα κλαδιά.

 Στα αειθαλή δέντρα, όπως τα έλατα που ούτως ή άλλως βρίσκονται  σε μεγάλο υψόμετρο όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά και πρέπει το δέντρο να βρει τρόπο να σηκώσει τεράστιο βάρος και το κατορθώνει χάρη στη συνεργασία που αναπτύσσεται μεταξύ των κλαδιών του και βεβαίως χάρη στο κωνικό του σχήμα. Τα πάνω – πάνω κλαδιά είναι μικρά, γέρνουν και φορτώνουν το χιόνι στις άκρες των αμέσως αποκάτω που είναι δυνατότερα. Το ίδιο κάνουν και αυτά, το αφήνουν να κυλήσει σε αυτά που είναι από κάτω τους κι έτσι σε μια κλίμακα όσο το ύψος του ελάτου δημιουργείται μια σκάλα που ξεφορτώνει το χιόνι στο έδαφος. Εκεί μπορεί να σωρευτεί χιόνι πολλών μέτρων αλλά είναι ακίνδυνο για το έλατο όπως και στα διπλανά του που με τον ίδιο τρόπο αδειάζουν το χιόνι από πάνω τους κι έτσι σώζουν τα κλαδιά τους. Επιπλέον, ο τεράστιος όγκος χιονιού που αρχίζει να λιώνει σιγά – σιγά και αν δεν επικρατήσουν υψηλές για τον χειμώνα θερμοκρασίες ή δυνατές βροχές, λειτουργεί ως μια τεράστια δεξαμενή νερού που εμπλουτίζει το έδαφος κάτω από το ελατόδασος και το πόσο πολύτιμο είναι φαίνεται την άνοιξη και το καλοκαίρι.

Τα έλατα όταν αποφάσισαν να ανέβουν να ζήσουν στα βουνά, πήραν την ευθύνη πάνω τους και έμαθαν να ζουν, να αναμετριούνται με τα χιόνια και να τα βρίσκει η άνοιξη ακέραια. Τα άλλα αειθαλή που δεν είχαν αυτή την διάθεση να μετρηθούν με το χιόνι έκατσαν στα χαμηλότερα μέρη και γι’ αυτό τα βλέπουμε όταν πλακώνει πολύ χιόνι να γίνονται κουβάρια, περισσότερο τα πεύκα και λιγότερο τα κυπαρίσσια…

Υ.Γ. Την ωραία φωτογραφία που συνδυάζει στην ίδια κλίμακα την δύναμη της φύσης με ένα σπουδαίο έργο του ανθρώπου μας παραχώρησε ο Αντώνης Τσακανίκας. Το χιονισμένο ελατόδασος στο Ανθηρό Καρδίτσας πάνω από την επίσης χιονισμένη παλιά γέφυρα, επονομαζόμενη του Ανθηρού και την οποία μπορεί να επισκεφτεί και να γνωρίσει όποιος θέλει καθώς το καλοκαίρι που πέρασε οι φίλοι Καρδιτσιώτες φρόντισαν το μονοπάτι    

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 18012022

https://www.nextdeal.gr/epikairotita/politismos/124985/arariskontas-ilias-provopoylos-varos-toy-hionioy-sta-elata


Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΖΩΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΔΥΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

 


Πέρασε μέσα στις άπειρες ευχές σας κι αυτός ο σταθμός της ζωής και ξεκινάω για τον επόμενο. Η μια φωτογραφία όταν ήμουν ενός έτους στην αγκαλιά της μάνας μου και η άλλη χθεσινή, με ένα κεράκι γιατί αν τα έβαζα όλα δεν θα χωρούσαν στην καρυδόπιτα. Επιχείρησα να απαντήσω σε όλους με ένα μεγάλο ευχαριστώ αλλά είναι αδύνατον – χώρια που δεν το επιτρέπει το εργαλείο. Κρατάω τις ευχές σας για περπατήσω σε αυτή την καινούργια, περίεργη χρονιά που ανοίγεται μπροστά μας και εύχομαι σε όλους να είμαστε καλά να ωριμάζουμε καλύτερα…  

Ευχαριστώ για τις ευχές σας. Καλή δύναμη σε όλους μας…

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 16012022

Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2022

ΜΕΓΑΛΗ ΤΙΜΩΡΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ…

 


Των Φώτων σήμερα… Δεν ήθελα να βάλω στις ευχές μου κάτι συνηθισμένο· νερά να αγιάζονται, περιστέρια να πετάνε πάνω από το πλήθος. Δεν ένιωθα πως ταιριάζει σε μια μέρα που οι ορίζοντες γύρω της βαραίνουν από την επιδημία κι ότι άλλο κακό σκοτίζει την ζωή μας και την ψυχή μας. Μια φωτογραφία της καλής φίλης Γιούλας Δρόλαπα από την Αγία Ευθυμία Φωκίδας μου έδωσε τη λύση. Μια φωτογραφία που όσο φως έχει, είναι πάνω από έναν τόπο που χαρακτηρίζει η δυστοπία. Στις φυλακές Μαλανδρίνου, το πιο πυκνοκατοικημένο κομμάτι της φωκικής γης και το μεγαλύτερο, τα τελευταία χρόνια αναπτυξιακό έργο στην περιοχή. Ο τίτλος, της Γιούλας την οποία ευχαριστώ πολύ.

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 06012022