Λίγες μέρες πάνω, λίγες κάτω και τα λαχταριστά κεράσια είναι
τελικά τα φρούτα που χαρακτηρίζουν τον Ιούνιο μαζί με τα ταπεινά κορόμηλα, τις
τιμές των οποίων ακούμε και δεν πιστεύουμε πως υπάρχουν και συμπολίτες μας που
τα πληρώνουν για να τα γευτούν…
Έτσι ήταν πάντα με τα κεράσια (με τα κορόμηλα είναι άλλη
ιστορία) τα οποία πάντα είχαν μια υψηλή τιμή και τα απολάμβαναν οι εύποροι και
βεβαίως όσοι είχαν κερασιές, κόβοντας λίγο από το κέρδος που θα είχαν από τους
πολύτιμους αυτούς καρπούς που εμπορεύονταν. Και ήταν ακριβά γιατί η παρουσία
τους αυτόν το μήνα σήμαινε και την αρχή της καρποφορίας των άλλων δέντρων που
θα κρατούσε μέχρι το βαθύ φθινόπωρο. Έτσι όλοι οι άνθρωποι ήθελαν να τα
δοκιμάσουν και με τη γεύση τους στο στόμα να καλωσορίσουν το καλοκαίρι μ’ αυτό
τον τρόπο.
Δεν ήταν εξάλλου
καθόλου τυχαία η έκφραση «καλοσκαίρισμα» που αναφέρονταν αποκλειστικά στα
φρούτα και σήμαινε στη γλώσσα της υπαίθρου ότι ευτυχήσαμε κι εφέτος να
καλοσκαιρίσουμε κεράσια. Δηλαδή, βγάλαμε τον χειμώνα και πάμε δυνατοί να δοκιμαστούμε
στον επόμενο. Δεν απαιτούσε πολλά κεράσια το καλοσκαίρισμα, μια χούφτα ήταν
αρκετή να γλυκάνει το στόμα μαζί με την ψυχή. Γι’ αυτό και όλοι σχεδόν
φρόντιζαν να έχουν μια κερασιά στον κήπο τους κι όσοι πάλι δεν διέθεταν, είχαν
τα τυχερά τους γιατί η είσοδος στο καλοκαίρι στις αγροτικές κοινότητες του
παρελθόντος, απαιτούσε και μια ισοτιμία τόσο στη δουλειά όσο και στην απόλαυση.
Επόμενο ήταν να γραφτούν για τα κεράσια πολλά πράγματα που
υποστήριζαν τον μύθο τους και πολλές περιοχές της χώρας, όπως η Έδεσσα ή το
Πήλιο έγιναν πιο γνωστές ιδιαίτερα χάρη στην συστηματική καλλιέργεια ορισμένων
ποικιλιών κερασιών τα οποία ήταν περιζήτητες στις αγορές. Πράγματι ξεχώριζαν τα
κεράσια των Βοδενών (έτσι έλεγαν την Έδεσσα παλιά) και αποτελούν σχεδόν
μονοκαλλιέργεια στην περιοχή αυτή και πηγή πλούτου για όσους ασχολούνται με
αυτά, όπως και με τα ροδάκινα ή τα ακτινίδια.
Και σε άλλες περιοχές είχαν κεράσια που ξεχώριζαν, κάθε
τόπος σχεδόν είχε την δική του ποικιλία, δείγμα της θαυμαστής
προσαρμοστικότητας και απόδοσης της κερασιάς σε κάθε συνθήκη. Στην περιοχή μου,
την Δυτική Φθιώτιδα είχαμε τα περίφημα καψιώτικα κεράσια, ροζ ως άσπρα, σφιχτά
και ανθεκτικά στις μετακινήσεις και χάρη σε αυτά αρκετοί συγχωριανοί μου είχαν
ένα καλό εισόδημα πουλώντας στα χωριά του κάμπου και στη Λαμία ακόμη. Πρόλαβα
αυτό το εμπόριο που γίνονταν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70. Μετά
σταμάτησε γιατί αναπτύχθηκε η αγορά και οι άνθρωποι παράτησαν τις κερασιές ή
δεν κατάφεραν να προσαρμόσουν την καλλιέργειά τους στις νέες συνθήκες.
Πέρα όμως από τα κεράσια, τα δάση ήταν γεμάτα αγριοκερασιές
που ο μικρός τους καρπός ήταν δώρο από τη φύση πρώτα στα πουλιά που αυτό τον
καιρό μεγαλώνουν τα βλαστάρια τους στις φωλιές καθώς και σε άλλα ζώα, μεγάλα
όπως οι αρκούδες ή μικρά όπως οι σκίουροι ή τα σκαθάρια. Αυτές τις κερασιές με
τον μικρό, υπόστυφο συνήθως καρπό, κόκκινο ή κίτρινο δεν τις επισκέπτονταν τόσο
πολύ οι άνθρωποι, μόνο σαν δεν είχαν άλλες ήμερες στον κήπο τις τιμούσαν. Όσοι
όμως ήξεραν που είναι, χόρταιναν κεράσια και φυσικά δεν το μαρτυρούσαν στους
άλλους για να έχουν την αποκλειστικότητα.
Τα τελευταία χρόνια κάποιοι που ασχολούνται με την
γευσιγνωσία, τις πηγές και τις εμπειρίες της, πηγαίνουν και τις τρυγάνε όχι
τόσο για να φάνε τον καρπό τους αλλά με αυτόν να φτιάξουν υπέροχες όντως
μαρμελάδες ή ποτά. Τα τελευταία επίσης χρόνια παρατηρείται και μια εξάπλωση των
άγριων κερασιών στα δάση, πράγμα που χρεώνεται στα πουλιά που μεταφέρουν τα
κουκούτσια παντού και στην απουσία των κατσικιών που κάποτε ρήμαζαν τα πάντα.
Πάντως, όποιος ξέρει στο δάσος ή στις παρατημένες εξοχές αγριοκερασιές, ξέρει
να τιμά μαζί με τα πουλιά τον αγώνα αυτών των μοναδικών δέντρων
ΑΘΗΝΑ, 01062024