Τρίτη 29 Μαΐου 2012

ΣΚΗΝΕΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ A'


H φωτογραφία είναι χθεσινή. Την ίδια σκηνή μπορείτε να τη δείτε και σήμερα αλλά μην τρομάξετε γιατί δεν ήρθε ακόμα ή ώρα να μας πάρουν τα σπίτια είτε οι δανειστές είτε ή οι κομμουνιστές.  Μπορεί όμως να τη δούμε σαν πρόβα για κάτι τέτοιο, αλλά και πάλι δεν κολλάει γιατί όλοι λίγο - πολύ έχουμε ένα σλήπιγκ μπαγκ να τη βγάλουμε στο δρόμο που θα βρεθούμε και δεν θα χρειαστεί να κουβαλάμε το κρεβάτι μας στις πλατείες και στα ξερονήσια ενδεχομένως, όσοι θελήσουμε να μείνουμε πιστοί στο ευρώ.
Πέρα όμως από τις εικασίες και τις υποθέσεις για το τι θα γίνει εκείνη την ημέρα, ο άνθρωπος  της φωτογραφίας που κουβαλούσε το ψιλοσκουριασμένο σιδερένιο κρεβάτι στον ώμο με το μεταχειρισμένο στρώμα μου θύμισε την εποχή που αυτά τα πράγματα υπήρχαν σε χαμηλές τιμές στο Μοναστηράκι . Μια εποχή που ενώ όλοι πιστεύαμε πως ήταν πολύ μακριά, επέστρεψε αμείλικτη και ασφαλώς πιο σκληρή, γιατί οι πλάτες μας καλόμαθαν στα πούπουλα και σίγουρα θα υποφέρουν μέχρι να συνηθίσουν τις τζίβες…

Σάββατο 26 Μαΐου 2012

ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΩΝ…


Μοιάζει, όπως ακούω από πολλές πλευρές, η κοινωνία μας να περπατάει στην κόψη του μαχαιριού ή να βαδίζει στα γυαλιά καθώς ο καθένας από την πλευρά που βρίσκεται, όπως θέλει τα βλέπει και τα κοινοποιεί κι εμείς καλούμαστε μέσα από την προσωπική πείρα και την καθαρή όσο μπορούμε βεβαίως σκέψη, να βγάλουμε συμπεράσματα και να εκτιμήσουμε τις συνέπειες των όσων αυτό τον καιρό προτάσσονται ως λύσεις και διέξοδοι της Ελλάδας από την κρίση.
Βλέποντας σήμερα το μεσημέρι, στη βεράντα του καφενείου του καταστήματος Hondos Center στην οδό Πατησίων, δυο περιστέρια να περπατάνε στην κόψη του γυάλινου πετάσματος που προφυλάσσει το χώρο από τον αέρα, φαντάστηκα στη θέση των πτηνών τον εαυτό μου πρωτίστως και καθένα από μας όλους μας ξεχωριστά: να ισορροπούμε πάνω σε μια τέτοια λεπτή επιφάνεια χωρίς όμως τα φτερά που χάρισε η φύση στα περιστέρια και από κάτω μας να χάσκει το κενό που έχει κατάληξη, το βυθό της απελπισμένης πόλης…

ΑΘΗΝΑ, 26052012

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΜΠΑΡΜΠΑ ΠΑΝΟΥ


Τα χρόνια που βαδίζω στις «Μικρές Πατρίδες», είτε στα βουνά είτε στα νησιά, έχω γνωρίσει κάποιους μοναδικούς ανθρώπους που ενώ πίστευα πως αυτοί είναι τα αθάνατα στοιχειά της πατρίδας τους και ότι θα τους έβλεπα πάντα μπροστά μου όταν επισκεπτόμουν ένα τόπο, έρχεται η στιγμή που κι αυτούς τους κατευοδώνουμε  στο τελευταίο ταξίδι τους…
Έτσι θα γίνει και σήμερα με τον μπάρμπα Πάνο Κουτσιούμπα (1915 - 2012) από την Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας, ένα δυνατό σαν έλατο γέροντα που έφυγε χθες πλήρης ημερών και με το μυαλό να τριγυρίζει ως την τελευταία στιγμή, στα βουνά που περπάτησε, στις πλαγιές που βόσκησε τα κοπάδια του και στο χωριό του που ποτέ δεν εγκατέλειψε.

Μόνο δυο φορές έφυγε μακριά από την Ανατολική Φραγκίστα ο μπάρμπα Πάνος. Μια φορά το 1937 που πήγε κληρωτός στρατιώτης στο Σύνταγμα των Τρικάλων και άλλη μια σαν επιστρατεύτηκε να πολεμήσει τους Ιταλούς στην Αλβανία απ’ όπου μετά την κατάρρευση του μετώπου γύρισε, όπως οι περισσότεροι στρατιώτες εξάλλου, με τα πόδια στο χωριό για να συνεχίσει τη ζωή μέσα στην Κατοχή, την Αντίσταση και τον εμφύλιο.

Ο μπάρμπα Πάνος μαζί με τον μπάρμπα Παύλο Μπόνια (1914) ήταν οι ληξίαρχοι της μνήμης ενός χωριού που έζησε δέκα χρόνια σχεδόν, από το 1940 ως το 1950 μια εκπληκτική αλλά συνάμα και τραγική περίοδο της ελληνικής ιστορίας και όποιος τους άκουγε να μιλάνε για τα παλιά, ένοιωθε σαν μαθητής ιστορίας τουλάχιστον και πίσω από τα λόγια τους διέκρινε τη βαθιά αγάπη για την πατρίδα αλλά και το παράδειγμα που δεν έπρεπε να επαναληφθεί γιατί ο τόπος είχε την ανάγκη της παρουσίας και της δύναμης όλων.

Ο μπάρμπα Πάνος γεννήθηκε τσοπάνος και με τη γκλίτσα στο χέρι πέθανε ήσυχα χθες έχοντας δίπλα του την γυναίκα του Αλίκη και τα έξι παιδιά του. Όλα τα χρόνια που έζησε ήταν πίσω από το κοπάδι του, από τα πιο καλά φροντισμένα, λένε όλοι στην Ανατολική Φραγκίστα και με αυτό πόρεψε και πρόκοψε την οικογένειά του. Αυτό ήταν και ο καημός του τα τελευταία χρόνια που δεν μπορούσε να κάνει μια και να ανέβει στην κορφή στο Καμαράκι ή να το σαλαγίσει πάνω προς τα πουρνάρια της Σωτήρας. Έβγαινε στο μπαλκόνι και αγνάντευε τον τόπο και θυμόταν τα παλιότερα χρόνια που όλος ο τόπος αντηχούσε από τα κυπροκούδουνα, τα βελάσματα και τα κυπροκούδουνα και νοσταλγούσε.

Από εκεί που θα πάει τώρα, στον ουρανό της Ευρυτανίας θα βλέπει καλύτερα τον τόπο και φαντάζομαι κάθε πρωί θα μετράει πόσα γιδοπρόβατα θα σκαρίζουν και πόσοι τσοπαναραίοι θα ακολουθάνε τα κοπάδια και θα περιμένει να γεμίσει πάλι ο τόπος από ζωή, όπως όταν αυτός τον γνώρισε πριν από ένα σχεδόν αιώνα που είδε το φως του κόσμου στην Ανατολική Φραγκίστα που από σήμερα η απουσία του θα την βαραίνει…

Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

ΟΙ ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ


Υπάρχει ένα παρκάκι, κοντά στον Πύργο Αθηνών το οποίο ορίζεται κυκλικά από την οδό Άγγελου Πύρρη το οποίο, θα ήταν σαν όλα τα άλλα, αν στη μέση του δεν υπήρχε ένα μνημείο αφιερωμένο στην άγνωστη εθελόντρια αδερφή, το οποίο σαφώς παραπέμπει στις εθελόντριες νοσοκόμες οι οποίες πολλαπλώς συνέδραμαν τις υγιειονομικές υπηρεσίες των ενόπλων δυνάμεων στη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων και έσωσαν πολλές ζωές.
Δεν γνωρίζω περισσότερα για το μνημείο, αλλά βλέποντάς εκεί και ακούγοντας περί της υπηρεσιακής κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Παναγιώτη Πικραμένου που θα μας οδηγήσει στις επαναληπτικές εκλογές στις 17 Ιουνίου, σκέφτηκα πολύ απλά, ότι όλοι τούτοι έχουν ονοματεπώνυμο, επιλέχθηκαν για τη διάκρισή τους σε πολλούς τομείς της πολιτείας και της κοινωνίας και αναλόγως με το έργο τους θα κριθούν από την ιστορία η οποία τούτες τις μέρες έχει αναπτύξει ιδιαίτερες ταχύτητες και έχει φέρει τη χώρα μας στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος.  

Ονοματεπώνυμο όμως είχαν και όλες οι νοσοκόμες, οι οποίες εκτέθηκαν στα πυρά του πολέμου και κινδύνεψαν αλλά χάρη του εθελοντισμού, όπως και οι στρατιώτες σκοτώθηκαν για την πατρίδα, αλλά υπάρχει μια μεγάλη διαφορά. Αυτές κι αυτοί πήγαν στον πόλεμο γιατί τους κάλεσε η πατρίδα και δεν έβαλαν όρους ενώ τους άλλους, τους κάλεσαν κάποιοι που την έφεραν σε αυτό το χάλι που ζούμε σήμερα και οι οποίοι, μη μπορώντας να δώσουν λύση στα προβλήματα που δημιούργησαν, κάλεσαν όταν βρέθηκαν σε αδιέξοδο, κάποιους να αναλάβουν για να συνεχίσουν αυτοί απρόσκοπτα το καταστροφικό έργο τους και στο μεταξύ αν συμβεί το χειρότερο, αυτούς θα στιγματίσουν...

Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

ΟΤΑΝ ΒΡΕΧΕΙ ΞΑΦΝΙΚΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ…


Μια και δεν είδα Μιχαλολιάκο και ομολογώ ουδόλως με νοιάζει τι θα έλεγε αφού, γιατι όπως λένε στον τόπο μου, «χωριό που φαίνεται κολαούζο δεν θέλει» και τούτο ας το βάλουμε καλά στο μυαλό μας και μην παρασυρόμαστε από επικοινωνιακά τρικ και πρωταγωνιστικά κολπάκια που ανεβάζουν την τηλεθέαση και τρίβουν τα χέρια τους οι δημοσκόποι.
Δεν είδα λοιπόν Μιχαλολιάκο γιατί έγραφα και κάτι χρήσιμο για τη ζωή μου αλλά κοίταγα και λίγες φωτογραφίες από τη σημερινή μικρή βόλτα στην πόλη την οποία δρόσισε λιγάκι η ξαφνική βροχούλα που βρήκε τους περισσότερους απροετοίμαστους γιατί μάλλον αυτοί βγαίνουν από το σπίτι τους να πάνε κάπου και να γυρίσουν. Δηλαδή δεν στέκονται ούτε στις πλατείες, ούτε πάλι περπατάνε στους δρόμους να δούνε την πόλη και τη ζωή τους.

Αντιθέτως, η βροχή βρήκε πανέτοιμες να την αντιμετωπίσουν, μια παρέα από ώριμες γυναίκες απ’ αυτές που ήρθαν πιο νέες κάποτε από τις χώρες του «Παραπετάσματος» και μεγάλωσαν δουλεύοντας στα σπίτια των εύπορων Ελλήνων και φυλάγοντας γέρους και ασθενείς. Αυτές οι γυναίκες είναι που γεμίζουν με τη σεμνότητα και τη σοβαρότητά τους κάθε Κυριακή τα παγκάκια στις πλατείες του κέντρου της Αθήνας και επειδή ξέρουν πως θα περάσουν πολλές ώρες έξω μιλώντας μεταξύ τους για τις πατρίδες τους και για τις δουλειές που έχουν ή αναζητούν, φροντίζουν να μη γυρίσουν στη μοναξιά τους μουσκεμένες.
Το άλλο ενδιαφέρον που είδα σήμερα είναι ότι οι περισσότεροι που βρέθηκαν στο δρόμο (στην Ακαδημίας και γύρω από το Πανεπιστήμιο) δεν πήραν ούτε μια ομπρέλα από τους ασιάτες που ξεφύτρωσαν από παντού μόλις έπεσε η πρώτη σταγόνα και προτίμησαν να βραχούν γιατί φαντάζομαι ακόμα και τρία ευρώ έχουν πια μεγάλη σημασία για τη ζωή μας.


Κυριακή 13 Μαΐου 2012

ΑΠΟ ΑΣΦΥΞΙΑ Η ΑΠΟ ΠΕΣΙΜΟ ΣΤΟ ΚΕΝΟ…


Κοίταζα πριν από λίγες ώρες να βρω μια φωτογραφία να συνοδέψει (όπως κάνω άλλωστε τις περισσότερες μέρα του χρόνου) τη σημερινή καλημέρα μας, αλλά δεν μου πήγαινε η διάθεση  να ανεβάσω μια με λουλούδια και ιδανικούς τόπους γιατί είδα από χθες το βράδυ τους τίτλους των κυριακάτικων εφημερίδων και ομολογώ, πάγωσα. Όχι για αυτά που λένε οι ξύλινες λέξεις, αλλά γι’ αυτά που διακρίνονται στον ίσκιο των μεγάλων γραμμάτων…
 Έτσι ψάχνοντας το αρχείο, έπεσα πάνω σε μια σειρά φωτογραφιών και είδα πάλι εκείνους τους ανθρώπους που έκαψαν στις 5 Μαίου 2010 στη MARFIN,  τους γνωστούς κανίβαλους με ή χωρίς κουκούλες και από κάτω κάποιους επαναστάτες τους φώναζαν: «καλά να πάθετε απεργοσπάστες» ενώ παραπέρα κάποιους άλλους (γνωστούς τοις παντάπασι επίσης επαγγελματίες επαναστάτες) να εμπόδιζαν τα οχήματα της Πυροσβεστικής να πλησιάσουν το φλεγόμενο κτίριο. Το αποτέλεσμα εκείνης της τραγωδίας, ουδέποτε μέχρι σήμερα αποτιμήθηκε ως πρέπει γιατί κανένας δεν δήλωσε αρμοδιότητα και υπηρεσιακή ευθύνη ενώ και ο διάλογος στο «χώρο» έγινε σε λάθος βάσεις γιατί απλά τους ξεπερνούσε σε πνευματική καλλιέργεια και προπαντός δεν τους απελευθέρωνε κάποια απωθημένα.

Τούτο  κατά τη γνώμη μου, είναι και το ζητούμενο σήμερα, αύριο και μεθαύριο που ο λαός μοιάζει σαν τους υπαλλήλους της MARFIN  στο μπαλκόνι της τράπεζας που έχουν να επιλέξουν  τον απαράδεκτο θάνατο δια της ασφυξίας ή το ηρωικό πήδημα στο κενό από το μπαλκόνι. Όπως και να έχει πάντως το πράγμα, ένα είναι σίγουρο: και στις δυο κινήσεις, η μοναξιά θα είναι ο παρονομαστής και της ιστορίας το κρυφό σχόλιο πάνω στην πράξη…

Σάββατο 12 Μαΐου 2012

ΤΟ ΕΠΙΘΕΤΟ «ΧΡΥΣΟΣ» ΚΑΙ ΟΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ…


Είχαμε, δεν είχαμε, μετά την είσοδο στη βουλή του ακροδεξιού κόματος «Χρυσή Αυγή», το επίθετο «χρυσός» μπήκε δυναμικά στο λεξιλόγιο μας και ας είναι, αυτό το πολύτιμο μέταλλο κάτι που ούτε στα όνειρά μας πλέον δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι θα το αποκτήσουμε. Έτσι βάζουμε το επίθετο οπουδήποτε, προκειμένου να προσελκύσουμε το μάτι του καταναλωτή και όχι μόνο διεγείροντας με αυτό τον τρόπο την περιέργειά του ή το πολιτικό του αισθητήριο, ανεξάρτητα αν αυτό λειτουργήσει θετικά ή αρνητικά.
Πολλές φορές μάλιστα, το επίθετο «χρυσός, χρυσή, χρυσό» λειτουργεί εκτός από κριτικά, και προειδοποιητικά, ανάλογα με τον τρόπο και τον τόπου όπου αυτό εκφράζεται ή καλείται να συνθέσει και να υποστηρίξει ένα λόγο, ένα έργο ή μια στάση όχι απαραίτητα και πολιτική. Όπως για παράδειγμα, ο βιοκαλλιεργητής που έβαλε στον πάγκο με τα πορτοκάλια του (σήμερα στο Ελληνικό στο 8ο Aντιαπαγορευτικό Φεστιβάλ Αθήνας) το εύγλωττο και πολλά σημαίνων σύνθημα και όποιος το κατάλαβε, το κατάλαβε…

ΠΡΟΒΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ


Οι ήχοι από την πρόβα μιας ορχήστρας έρχονταν από μια μικρή, εσωτερική πλατεία του Πεδίου του Άρεως, κοντά στην οδό με τις προτομές των ηρώων της Παλλιγενεσίας. Μεσημεράκι και ο κόσμος που ήταν εκεί, αραιός και έψαχνε σκιά. Παρέες από ασιάτες κυρίως μετανάστες και οικογένειες με παιδιά, πολλά από τα οποία προσπαθούσαν να συνδυάσουν το παιχνίδι με το πούλημα ηλιόσπορων σε μικρές πλαστικές σακκούλες.
Δεν είχα διάθεση να ασχοληθώ με κάτι συγκεκριμένο εκεί πέρα σήμερα το μεσημέρι, απλά περνούσα αλλά σαν άκουσα τους ήχους της μουσικής κατευθύνθηκα προς την πλατεία και έκατσα σε ένα παγκάκι να παρακολουθήσω την πρόβα ενός μουσικού συγκροτήματος από την Πάτρα που λέγεται «Τανγοραμμένοι» και το οποίο όπως έμαθα, ήταν και το πρώτο που έπαιξε στο δρόμο και συνεχίζει να είναι από τα σπουδαία σε αυτό το είδος.

Αποτελείται από τους Κώστα Τσαρούχη, κοντραμπάσο, Κώστα Ζυγούρη, ακορντεόν, Αλέξη Κλαβά, κρουστά και Νίνα Καραμολέγκου, φωνητικά. Παίζουν, όπως λέει το όνομά τους τάνγκο και διάφορες σχετικές με αυτό το είδος μουσικές στο δρόμο, συνήθως στον πεζόδρομο της Ρήγα Φεραίου τα πρωινά των Σάββατων και τα απογεύματα αλλά και σε διάφορα καταστήματα. Σήμερα όπως έμαθα σήμερα το βράδυ θα παίξουν στο κατάστημα «Μάμπρα», Μπουμπουλίνας και Κωστή Παλαμά στο Χαϊδάρι και όποιος είναι προς εκείνα τα μέρη μπορεί να πάει να τους ακούσει γιατί αξίζουν.

Η πρόβα κράτησε αρκετή ώρα και σιγά - σιγά γύρω τους συγκεντρώθηκαν πολλοί από αυτούς που περνούσαν την ώρα τους στο Πεδίο του Άρεως, ασιάτες μετανάστες και πολλά παιδιά. Ανάμεσά τους ήταν και δυο τρία πιτσιρίκια που αφού περιεργάστηκαν πρώτα τους μουσικούς και ιδιαίτερα τον ντράμερ Αλέξη, πήραν κάτι ξυλαράκια και άρχισαν να χτυπάνε στο ρυθμό της μουσικής, άλλα μεγαλύτερα ξύλα και τα φωτιστικά που ήταν φυτεμένα στην πλατεία. Απ’ όλα διακρίθηκε μια μικρή, η Νίνα, αν κατάλαβα καλά το όνομά της στα ασιατικά, που δεν αποκλείεται στο μέλλον, αν της έρθουν βέβαια τα πράγματα καλά και σε αυτή και στην οικογένειά της, να γίνει σπουδαίος μουσικός γιατί, όπως όλοι παραδέχτηκαν, δεν χρειάστηκε ούτε πέντε λεπτά να πιάσει το ρυθμό και να κάνει ακόμη φιγούρες με τα ξύλα - μπαγκέτες που χτυπούσε το άδειο φωτιστικό σαν επαγγελματίας…

Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

ΕΝΑΣ «ΒΑΜΜΕΝΟΣ» ΜΠΑΛΤΑΣ


Αναφέρθηκα πριν από τις εκλογές με ένα σημείωμα, στο Βασίλη Λαγό, τον σιδηρουργό του Αγίου Γεωργίου και σχολίασα την υπόθεση με τις αξίνες, αναφορικά με τη φημολογία που θέλει πολλούς να επιστρέψουν στα χωριά τους και να ασχοληθούν με τα χωράφια τους προκειμένου να μην πεινάσουν, άμα πλακώσει η πολυθρύλητη πείνα που όλο λένε πως έρχεται αλλά δεν φτάνει για να δούμε και πόσοι τελικά θα την βγάλουμε καθαρή…
Στην επίσκεψή μου είχα την τύχη να δω πως δεν είναι μόνο οι αξίνες απαραίτητες για την επιβίωση μας, αλλά και οι μπαλτάδες και αν αυτοί μάλιστα είναι από παλιό καλό μέταλλο, είναι πιο αποτελεσματικοί. Την αφορμή μου έδωσε ο Δημήτρης Χατζηγιάννης που κατάγεται από τον Βαθύλακκο των Αγράφων και ο οποίος ζει μόνιμα στις Λιβανάτες.

Αυτός ο άνθρωπος, έφερε στον Βασίλη να του ακονίσει με τον παλιό, αποτελεσματικό τρόπο ένα μπαλτά από εκείνους τους τεράστιους που δεν στομώνουν σε κανένα κόκαλο και ήταν απαραίτητοι σε κάθε σπίτι και βεβαίως σε κάθε κρεοπωλείο. Φυσικά και θα μπορούσε να τον ακονίσει σε οποιοδήποτε άλλο τροχείον της Λαμίας, αλλά ο Βασίλης Λαγός, δεν τον ακονίζει μόνο αλλά τον «βάφει», δηλαδή ξαναδουλεύει το μέταλλο πάνω σε ισχυρή φωτιά και τον χτυπάει με τα βαριά του σφυριά να ισιώσει όπου έχει στραβώσει.
Η τέχνη του «βαψίματος» των μετάλλων είναι παλαιά όσο η τέχνη της μεταλλουργίας η οποία, σαφώς και άλλαξε το ρου της ιστορίας με τα εργαλεία που παρήγαγε όχι μόνο για τη γεωργία και τις άλλες δραστηριότητες, αλλά και για τον πόλεμο. Στην περίπτωση ένας μπαλτάς, ο οποίος δεν είναι χρήσιμος μόνο να κόβουμε παϊδάκια αλλά όταν χρειαστεί μπορεί να παίξει και άλλο ρόλο και θα τον παίξει καλύτερα αν είναι «βαμμένος»…

Πέμπτη 10 Μαΐου 2012

O ΦΩΤΗΣ ΔΕΔΟΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΜΟΝΙ ΤΟΥ


Τι είναι ο προεκλογικός αγώνας και πως γίνεται, είναι κάτι που γνωρίζω, βλέποντας τόσα χρόνια και από μια οπωσδήποτε ουδέτερη θέση πολλούς άλλους να επιδίδονται σε αυτόν και έχω ζήσει, όχι μόνο στη δουλειά που πάλι απαιτεί μια απόσταση, αλλά λόγω κάποιων ειδικών σχέσεων, τις νίκες και τις απογοητεύσεις πολλών φίλων και συναδέλφων.  
Έτσι απέκτησα κάποιες εμπειρίες αλλά μόλις ξεκίνησα κι εγώ να αναζητώ ψήφους για τους Οικολόγους - Πράσινους στην μικρή μου πατρίδα, τη Δυτική Φθιώτιδα, η πραγματικότητα κυριολεκτικά τις ακύρωσε και η προσέγγιση των ψηφοφόρων εξελίσσονταν σε φιλική επίσκεψη με κουβέντα για τα παλιά, πολλά λόγια για το σήμερα και πολύ περισσότερα  για το άγνωστο αύριο.
Έτσι έγινε και όταν συνάντησα τον συγχωριανό μου, συνομήλικο και συμμαθητή, Φώτη Δεδούση του Παντελή, ο οποίος από το δημοτικό σχολείο άρχισε να μαθαίνει την τέχνη του σιδερά στον Κώστα Λαγό, στα Διπόταμα. Ήταν η εποχή ακόμη που τα σιδεράδικα δεν είχαν εξοπλιστεί με σύγχρονα μηχανήματα και οι περισσότερες δουλειές γίνονταν με το σφυρί και το αμόνι ενώ το φυσερό, ήταν ακόμη ένα εργαλείο απαραίτητο να λιώνουν τα σίδερα.

Έτσι ο Φώτης έμαθε τη δουλειά από την καρδιά της και σαν μεγάλωσε, έφτιαξε δίπλα από το μεγάλο δρόμο, ανάμεσα στα χωριά Αρχάνι και Μάκρη, δικό του σιδεράδικο όπου εκτός από αξίνες κατασκευάζει και επισκευάζει ειδικές και σύνθετες κατασκευές, όλες με το μεράκι και την τέχνη που πηγάζει ακόμη από την θητεία του στο σιδεράδικο του Λαγού.
Τον Φώτη τον συνάντησα δυο μέρες πριν τις εκλογές και χάρηκα πολύ που είναι καλά και έχει ξεμπερδέψει με κάτι άλλα προβλήματα που είχε στη ζωή του. Κάτσαμε αρκετή ώρα και κουβεντιάσαμε για πολλά πράγματα, ανάμεσα και για οικολογία για την οποία γνώριζε πολύ περισσότερα απ’ ότι νόμιζα και στο τέλος του ζήτησα να τον βγάλω μια φωτογραφία με το μεγάλο (δεν έχω ξαναδεί τέτοιο μέγεθος) αμόνι που έχει στο σιδεράδικο και μοιάζει, ανάμεσα στα άλλα μηχανήματα, σαν το αγαθό στοιχείο της μεταλλουργίας.  

Δεν του ζήτησα να με ψηφίσει και ούτε με ενδιάφερε αν θα το κάνει.  Ο τρόπος που έπιανε τα σφυρί και ίσιωνε μια αξίνα πάνω στο μεγάλο αμόνι, μου έλεγε πολύ περισσότερα από το αν τα ίδια χέρια θα δίπλωναν ένα ψηφοδέλτιο και θα το έριχναν στην κάλπη...

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 10052012

Παρασκευή 4 Μαΐου 2012

ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΜΗΛΙΟΥ ΔΕΔΟΥΣΗ



 Νομίζω πως έχω εξαντλήσει όλες τις επαφές που μπορούσα να διαθέτω για να μαζέψω ψήφους για τους Οικολόγους - Πράσινους, μέσω της δικής μου παρουσίας στο ψηφοδέλτιό τους, στις μεθαυριανές εκλογές, στη μικρή μου πατρίδα την Μεγάλη Κάψη Τυμφρηστού αλλά και σε όλη την περιοχή της Δυτικής Φθιώτιδας που λίγο πολύ με ξέρουν, είτε σαν φυσικό πρόσωπο, είτε μέσα από αυτά που γράφω στις εφημερίδες και στον actimon
Ακόμα και στα δέντρα απευθύνθηκα, όπως θα είδατε σε προηγούμενο σημείωμα του actimon και τώρα δεν μου μένουν παρά οι απόντες ή καλύτερα οι κατοικούντες στους ουρανούς της Δυτικής Φθιώτιδας και φυσικά εννοώ τους ανθρώπους εκείνους που είχα μια οικειότητα και σαν έφυγαν από τη ζωή, αυτοί άφησαν ένα ξεχωριστό έργο που αφορά τον τόπο μας και τη μικρή μας κοινότητα και αυτό νομίζω ότι μας αφορά όλους.

Ένας από αυτούς ήταν ο Αιμίλιος Δεδούσης (Μήλιος) (1924 - 2005) του οποίου η φαντασία οδηγούσε τα χέρια του να φτιάχνει με ξύλο και πέτρα έργα που είχαν τη ρίζα της έμπνευσής του όχι μόνο στο  φυσικό περιβάλλον, αλλά και στο μυθολογικό υπόβαθρο και την ιστορική μνήμη του τόπου. Έτσι ο αείμνηστος Μήλιος, είχε φτιάξει πολλές λυκόμορφες κατασκευές με τις οποίες στόλιζε τις βρύσες σε διάφορα σημεία του χωριού μας και ειδικά δίπλα στους δρόμους καθώς και σκάλιζε ανάλογες μορφές σε γκλίτσες και άλλα αντικείμενα καθημερινής αλλά και διακοσμητικής χρήσεως. Σημειώνουμε πως ο Μήλιος ότι έφτιαχνε, το έφτιαχνε για δική του ευχαρίστηση και το διέθετε στο κοινό πάντα αφιλοκερδώς.
Τα τελευταία χρόνια που από τη μοναξιά, η υπομονή του ήταν απεριόριστη, ο Μήλιος άρχισε να σκαλίζει πάνω σε σκληρές πέτρες μορφές που παρέπεμπαν σε κλέφτες και αρματωλούς και γενικά πρόσωπα της ρουμελιώτικης ιθαγένειας χωρίς να τους δίνει ένα συγκεκριμένο όνομα, αφήνοντας τον καθένα να μαντέψει. Έτσι όποιος τα έβλεπε, μπορούσε να πει «Να ένας Καραϊσκάκης», «Να ένας Μπότσαρης», «Να ένας αντάρτης»…
Το τελευταίο ταξίδι του Μήλιου ήταν στο κοιμητήριο της Παναγιάς, όπου εκεί κάτω από τις ρίζες των αρχαίων δρυών και των μεγάλων ελάτων, συνάντησε τη σκόνη από τα κόκαλα των προγόνων αλλά στην αυλή του σπιτιού του, έμειναν να μας τον θυμίζουν δυο προτομές παλιών Ελλήνων, αυτών που είχαν και την τόλμη και τη δύναμη να πάνε μπροστά αλλά στη βιασύνη μας κοντεύουμε να τους ξεχάσουμε τούτες τις παράξενες μέρες που ζούμε. Και μας λείπουν, να μας δείξουν με τον τρόπο τους και το έργο τους, τη συνέχεια στον τόπο…

ΠΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΧΑΘΟΥΝ ΟΙ ΚΑΣΤΑΝΙΕΣ…


Σίγουρα ότι βλέπουμε στη φωτογραφία αφορά σε μεγάλο βαθμό την οικολογία, αλλά αυτό, θα μπορούσε απλά να χαρακτηρισθεί και ως η άνθηση πάλι της ζωής, μετά από μια μεγάλη καταστροφή την οποία δεν προλάβαμε ή είχαμε την απερισκεψία να μην δώσουμε την ανάλογη προσοχή όταν αυτή ήταν στην αρχή της ακόμη.

Η εικόνα είναι από το κτήμα του Αγησίλαου Δεδούση (+) το οποίο εθεωρείτο το καλύτερο καστανοπερίβολο στο χωριό μας, τη Μεγάλη Κάψη Τυμφρηστού στη δυτική Φθιωτιδα, που είχε τεράστιες καστανιές μπολιασμένες με το είδος το λεγόμενο κρητικό και ήταν πηγή πλούτου για την οικογένεια. Εκείνο το ωραίο κτήμα είχε προκύψει από το μπόλιασμα άγριων καστανιών που ευδοκιμούσαν στον τόπο και σιγά - σιγά και χάρη της επιμέλειας των εργατικών προγόνων μας έδωσαν τη θέση τους σε ήμερες και συνέβαλαν με την πλούσια καρποφορία τους στην ευημερία του χωριού μας.
Έτσι είχαν τα πράγματα μέχρι πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια όταν μια αρρώστια (ιός λένε οι ειδικοί) προσέβαλλε τις ημερωμένες καστανιές και άρχισαν η μια μετά την άλλη να ξεραίνονται. Έτσι ξεράθηκαν δέντρα που η ηλικία τους πρέπει να ξεπερνούσε τα διακόσια χρόνια και το ύψος τους τα είκοσι μέτρα - το κούτσουρο ενός από αυτά βλέπεται στη φωτογραφία. Οι γεωπόνοι προσπάθησαν να σώσουν τα δέντρα αλλά αυτό αποδείχθηκε μάταιο και απελπισμένοι, άφησαν τη φύση να βρει η ίδια τη λύση όπως και γίνεται.

Σε αυτό βοηθούν τα μέγιστα και οι καστανιές, των οποίων το ριζικό σύστημα δεν καταστρέφεται ούτε από πυρκαγιά και έχει τη δύναμη να βγάλει καινούργια βλαστάρια τα οποία όταν μεγαλώσουν μπορεί να δημιουργήσουν πάλι ένα καλό καστανοπερίβολο υπό την προϋπόθεση όμως, να ασχοληθεί σοβαρά μαζί τους ένας άνθρωπος και βεβαίως να προχωρήσει στον εμβολιασμό τους με κάποιο ήμερο είδος καστανιάς.

Όπως ακριβώς έγινε και στο προανεφερόμενο  καστανοπερίβολο, όπου κάποιος μπόλιασε το λιγνό βλαστάρι δίπλα από το κούτσουρο και το οποίο, μέσα σε λίγα χρόνια θα ψηλώσει και θα γίνει μια σωστή καστανιά και μαζί με τις άλλες καινούργιες θα δημιουργήσουν την εικόνα που ξέραμε με τα ψηλά δέντρα, αν βεβαίως προλάβουμε στη ζωή μας. Και να μην προλάβουμε όμως, δεν πειράζει. Η επόμενη γενιά θα έχει να λέει καλά λόγια για τη δική μας, όπως κι εμείς για τους προγόνους που πρωτομπόλιασαν τις άγριες καστανιές και το κυριότερο, δεν θα χαθεί το είδος και το χωριό θα διατηρήσει μια πηγή ζωής και πλούτου.

ΤΟ ΚΟΥΡΕΜΑ ΣΤΟ ΜΑΝΤΡΙ ΤΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΟΥ


Έχετε σίγουρα ακούσει ένα σωρό πράγματα κατά τους τελευταίους μήνες, για «κουρέματα», σε μισθούς, δάνεια, χρέη, τη ζωή μας όλη εν τέλει, την οποία κάθισαν στην καρέκλα του μπαρμπέρη χωρίς να ρωτήσουν κανένα μας αν θέλουμε ή όχι. Για ένα αληθινό κούρεμα, ούτε κουβέντα από κανέναν…

Είχα τη χαρά σήμερα πριν από λίγη ώρα, σαν επέστρεφα με τον πατέρα μου από την προεκλογική εκστρατεία στα χωριά του φθιωτικού κάμπου και σταθήκαμε λίγο στη Μακρακώμη να δω για άλλη μια φορά κούρεμα προβάτων. Συγκεκριμένα, στο κοπάδι του Γιάννη Καραϊσκου, από το Μαυρίλο που παντρεύτηκε την πρώτη μου ξαδέλφη Μάγδα και ζουν στη Μακρακώμη με τα τέσσερα παιδιά τους και όλοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία.
Σήμερα ήταν η δύσκολη μέρα για όλους τους Καραϊσκέους, γιατί το κούρεμα δεν είναι δα και καμιά εύκολη υπόθεση και χρειάστηκαν πέντε άντρες, ο Γιάννης, οι δυο γιοί του Νίκος και Κώστας και κάνα δυο άλλοι γείτονες που επιστρατεύτηκαν να βοηθήσουν να κουρευτεί όπως πρέπει το κοπάδι των διακοσίων και παραπάνω προβάτων, στο μαντρί λίγο πιο κάτω από τον παλιό νερόμυλο, όπως βγαίνουμε από τη Μακρακώμη προς τον Τυμφρηστό.

Παλιότερα το κούρεμα των προβάτων, παρά τη μεγάλη κούραση που απαιτεί, ήταν πανηγύρι και στο τέλος όλοι μαζί κάθονταν και ξεκοκάλιζαν ένα αρνί στη σούβλα που έψηνε επί τούτου ο τσέλιγκας. Σήμερα συνεχίζει να είναι κάπως έτσι αλλά δυστυχώς τα μαλλιά που κάποτε ήταν πλούτος, δεν έχουν καμιά αξία και ούτε και οι γύφτοι που λέει ο λόγος, δεν τους δίνουν σημασία και αποτελούν και μπελά γιατί δεν έχουν τι να τα κάνουν.

Δεν γίνεται όμως διαφορετικά: πρέπει να κουρευτεί το κοπάδι γιατί θα σκάσουν από τη ζέστη τα ζωντανά, ιδιαίτερα αυτά που μένουν μόνιμα στον κάμπο για τούτο δεν λέει κανένας λέξη. Μόνο ακονίζουν καλά τα ψαλίδια και προσέχουν μη πάρουν μαζί με την ψαλιδιά και κανένα κομμάτι δέρμα ή τα εργαλεία των κριαριών γιατί όπως και να’ χει, οι άνθρωποι θέλουν τα ζωντανά τους να τα βλέπουν να περνάνε καλά και να γεμίσουν οι σάρκες τους σκουλήκια από τις μύγες που μόλις βρουν αίμα ορμάνε να το μαγαρίσουν…


ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 04052012

ΣΤΟ ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΛΑΓΟΥ


Στη φωτογραφία ο Βασίλης Λαγός δείχνει μια αξίνα στον πατέρα μου.

Η συγκέντρωση ψήφων στη γενέτειρα, για τις μεθαυριανές εκλογές, δεν είναι και τόσο εύκολο πράγμα καθώς λείπω από την περιοχή τουλάχιστον 35 χρόνια, ήτοι τα χρόνια της νεότητας και της μέγιστης ακμής μου, και τούτο δεν μετριάζεται με τις μικρές επισκέψεις κατά την περίοδο των εορτών ούτε με τις σύντομες διακοπές μου εκεί, τα καλοκαίρια.

Έτσι, μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια πολλοί άνθρωποι τους οποίους γνώριζα αποσύρθηκαν στα ουράνια, άλλοι έφυγαν μακριά, αρκετοί ξεχάστηκαν ενώ είναι πάρα πολλοί αυτοί που ήρθαν να συμπληρώσουν το κενό να προχωρήσει μπροστά ο κόσμος. Απ’ όλους τους καινούργιους (μια γενιά ολόκληρη) ελάχιστους γνωρίζω, στον πραγματικό κόσμο. Στο δικτυακό θα έλεγα κάπως περισσότερους μιας το φαινόμενο του Facebook είναι διαδομένο και αυτά που γράφω για τις «Μικρές Πατρίδες» φαίνεται πως αρέσουν σε πολλούς.

Από τους παλαιούς λοιπόν, ένας άνθρωπος που εκτιμώ πολύ και πάντα θαύμαζα είναι ο Βασίλης Λαγός ο οποίος μαζί με τον αδερφό του Κώστα είχαν σιδηρουργεία στη θέση Διπόταμα ή «Στου Λαγού», λίγο έξω από τον Άγιο Γεώργιο, όπως συνηθίσαμε να λέμε. Τα σιδηρουργεία, ένα απέναντι στο άλλο λειτουργούσαν όλα τα χρόνια που έχω ζήσει και εκεί και οι δυο άντρες, έφτιαχναν αλλά και επισκεύαζαν όλα σχεδόν τα απλά γεωργικά εργαλεία, ήτοι αξίνες, φτυάρια, τσεκούρια καθώς και πολλά άλλα απαραίτητα για τα σπίτια σκεύη και κατασκευές. Την τέχνη και οι δυο την είχαν μάθει από τον πατέρα τους, ο οποίος ήταν ονομαστός σιδηρουργός στο χωριό Μερκάδα κατ’ αρχάς και μετά στα Διπόταμα.

Στα σιδηρουργεία των αδελφών Λαγού σύχναζα κι εγώ όταν πήγαινα στο Γυμνάσιο του Αγίου Γεωργίου (1969 - 1976) και πολλές φορές μάλιστα, έβγαζα και καλό μεροκάματο ξεφορτώνοντας οικοδομικά υλικά στη μάντρα που είχε ο ένας εξ αυτών, ο Κώστας. Συχνά  πυκνά δε, όταν πήγαινα στο χωριό, περνούσα, τους έβλεπα και λέγαμε καμιά κουβέντα.

Έτσι έκανα και χθες αλλά η επίσκεψή μου είχε και ένα άλλο νόημα. Να ρωτήσω το Βασίλη ο οποίος συνεχίζει να επισκευάζει γεωργικά εργαλεία τι κίνηση είχε φέτος που όλο και πιο συχνά ακούμε κάποιους πως θέλουν να επιστρέψουν στα χωριά τους και να ασχοληθούν με τα χωράφια τους, πράγμα που τους υποχρεώνει να προμηθευτούν καινούργια εργαλεία ή να επισκευάσουν (αν δεν τα πούλησαν στους γύφτους) όσα βρουν στα σπίτια τους.

Πίστευα λοιπόν πως θα ήταν αρκετοί αυτοί που είχαν περάσει από το σιδεράδικο του μπάρμπα Βασίλη Λαγού, αλλά σαν άκουσα τον αριθμό που μου είπε, κατάλαβα πως κάποιοι δεν έχουν πάρει σοβαρά την υπόθεση και ότι λένε, το λένε για εντυπώσεις. Ως τα σήμερα λοιπόν, ο Βασίλης πούλησε πέντε αξίνες και επισκεύασε άλλες τόσες, όλες από σπιτικά της περιοχής της Κτημένης Ευρυτανίας. Τίποτα δηλαδή μπροστά σε όσα ακούω και απορώ, τι στο καλό κάθομαι και λέω για την επιστροφή στην ύπαιθρο και μάλιστα θέλω με αυτά τα λόγια να μαζέψω και ψήφους....

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 04052012

Τρίτη 1 Μαΐου 2012

ΕΣΚΑΣΕ Η «ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΒΟΜΒΑ»!!!!


Έχω σιχαθεί σήμερα να ακούω στις ειδήσεις τα περί των 11 ιερόδουλων που εντοπίστηκαν από τις αρμόδιες αρχές ότι είναι φορείς του AIDS και εκδίδονταν χωρίς προφυλάξεις σε διάφορους οίκους ανοχής στο Μεταξουργείο, στη Φυλής και στους παραδρόμους της.
Το ζήτημα όπως προέκυψε δεν μοιάζει παρά ως ήρθε η στιγμή για απασφάλιση της περόνης της «υγειονομικής βόμβας» που ανέφερε πριν από λίγο καιρό ο υπουργός Υγείας (;) ότι υπάρχει στην Αθήνα, και όποιον πάρει ο Χάρος, παραμονές των εκλογών μάλιστα.

Δεν έχω να πω τίποτα, τα λένε όλα από το πρωί τα κανάλια, τα ραδιόφωνα, τα blogs, οι ιστοσελίδες και ο βουβός τρόμος που έχει πλακώσει τους χιλιάδες πελάτες αυτών των κοριτσιών, ιθαγενείς και αλλοδαπούς που μη τρελαθούμε, ήξεραν τι έκαναν αλλά δεν τους ένοιαζε προκειμένου να εξυπηρετήσουν τον άθλιο εαυτό τους. Και τα κορίτσια πιθανώς να ήξεραν τι έκαναν, αλλά ο φόβος του νταβατζή, η απελπισία των δεσμών που έσερναν, η υποχρεωτική εξάρτηση πολλές φορές από τα ναρκωτικά και η ολοκληρωτική απαξίωση της προσωπικότητάς τους, δεν τους επέτρεπαν να λογαριάζουν καθόλου τις συνέπειες.
Έτσι και αλλιώς χαμένες ήταν και τούτο αποδεικνύεται και τώρα με το διασυρμό τους αλλά πως θα πεισθούμε για την κατάσταση, αν δεν δούμε και το πρόσωπο κανενός νταβαζτή, κανενός σωματέμπορα, κανενός άλλου ευυπόληπτου πολίτη στις οθόνες για να ξέρουμε επιτέλους από πού να φυλαγόμαστε και να αφήσουμε τα κορίτσια στην ησυχία τους;

ΥΓ. Η φωτογραφία από την είσοδο οίκου ανοχής στην οδό Αχιλλέως, στο Μεταξουργείο, λίγα μέτρα μακρύτερα από την είσοδο ενός από τα μεγάλα και καλά ξενοδοχεία των Αθηνών, τραβηγμένη την Μεγάλη Παρασκευή που μας πέρασε. Γιατί αυτή την ημέρα, θα σας πω σε άλλο σημείωμα…