Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

ΜΙΑ ΒΑΡΙΑ ΑΠΩΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΜΑΡΑΝΤΟ

 


Τα προηγούμενα χρόνια που περπατούσα την Ελλάδα γνώρισα πολλούς ανθρώπους που ζούσαν στο λυκόφως της παραδοσιακής αγροτοποιμενικής ζωής, μου άνοιξαν το σπίτι τους, κάτσαμε στο τραπέζι, μίλησα για ώρες μαζί τους, είπαμε ιστορίες, γράψαμε μαζί ωραία κείμενα που αναφέρονται σε ένα τρόπο ζωής που έχει σχεδόν σβήσει. Κάθε φορά όμως που έφευγα από ένα σπίτι ή από ένα καλύβι, ένιωθα πως πολύ σύντομα δεν θα τους ξανάβλεπα είτε γιατί λόγω ηλικίας θα πέταγαν στον ουρανό, είτε γιατί θα είχε έρθει και αυτών η ώρα να παρατήσουν χωριό και τις ασχολίες τους και να πάνε να ζήσουν στην πόλη…

Το ίδιο πίστευα πως θα έκαναν ο Οδυσσέας και η Γρηγορία Γρηγοράκου οι οποίοι ζούσαν στα Κουμάσια, μια εξοχή του χωριού Αμάραντος Καρδίτσας, στις υπώρειες των Αγράφων αλλά κάθε χρόνο το ανέβαλλαν. Τα Κουμάσια είναι ένας ήμερος, ζεστός τόπος σε χαμηλό υψόμετρο ιδανικός για ξεχειμώνιασμα κι εκεί ζούσαν, όπως μια ατέλειωτη σειρά προγόνων ασχολούμενοι με την κτηνοτροφία. Ήταν δε αυτοί και κάποιοι γείτονες, οι τελευταίοι που διατηρούσαν ένα μεγάλο κοπάδι και τα μαντριά ήταν δίπλα από το παλιό σπίτι που γεννήθηκε η Γρηγορία. Σε αυτό το σπίτι με τις ελάχιστες ανέσεις γεννήθηκαν και μεγάλωσαν τα παιδιά τους. Στο χωριό πήγαιναν τακτικά αλλά πάντα επέστρεφαν στα Κουμάσια γιατί δεν άφηναν ποτέ το κοπάδι μόνο του. Τα παιδιά μεγάλωσαν, έφυγαν αλλά πάντα γύριζαν να βοηθήσουν τους γονείς τους στις δουλειές του κοπαδιού.

Φέτος όμως είπαν δεν πάει άλλο, μεγάλωσαν, κουράστηκαν και από το κοπάδι και από την ερημιά που έχει πια ο τόπος και αποφάσισαν να μεταφερθούν στο χωριό. Ήδη είχαν ξεκινήσει να λιγοστεύουν τα ζωντανά και σε λίγες ημέρες θα έφευγαν από τα Κουμάσια. Δεν ήταν όμως γραφτό να το ζήσει αυτό η Γρηγορία. Ένα ατύχημα στο παλιό σπίτι, την έστειλε στο νοσοκομείο όπου παρά τις προσπάθειες των γιατρών ξεψύχησε. Ο θάνατός της συγκλόνισε το χωριό και στην κηδεία της που έγινε χθες περίσσεψαν τα δάκρυα.

Η Γρηγορία (1946 – 2022) ήταν μια δυνατή γυναίκα η οποία δούλεψε πολύ σκληρά στη ζωή της, δεν έλειψε ούτε μια μέρα σχεδόν από τα Κουμάσια και ήταν αυτή που ζωντάνευε τον τόπο. Στη ζωή της δεν της ήρθαν όλα εύκολα, πόνεσε πολύ αλλά στάθηκε όρθια και συνέχισε. Δεν χάρηκε τη ζωή ούτε καν του χωριού αλλά δεν παραπονέθηκε ποτέ, κάθε πρωί έφευγε με το κοπάδι στο δάσος και γυρνούσε το βράδυ να κάνει τις υπόλοιπες δουλειές. Να αρμέξει, να τυροκομήσει, να φτιάξει βούτυρο. Τα καλοκαίρια έφτιαχνε και κήπους γύρω από το σπίτι. Στο χωριό που έμειναν οι συγγενείς ανέβαινε τις Κυριακές ή σε καμιά γιορτή.

Με τον θάνατο της Γρηγορίας κλείνει ένας κύκλος ζωής στα Κουμάσια και ο απόηχος του στον Αμάραντο είναι πολύ βαρύς καθώς αδειάζει το χωριό από τους μόνιμους κατοίκους ενώ νέοι δεν φαίνονται να επιστρέφουν. Όχι για να ζήσουν όπως η Γρηγορία, αλλά έστω να κινούνται στον τόπο να δείχνει ζωντανός και να μη νιώθουν μοναξιά οι γέροντες που έχουν απομείνει στα χωριά. Η σιωπή που αφήνει πίσω της η Γρηγορία αλλά και όσοι της γενιάς φεύγουν είναι ασήκωτη στον Αμάραντο και σε κάθε χωριό της Ελλάδας…

Δεν θα την ξεχάσουμε…


 ΥΓ. Οι αφηγήσεις της Γρηγορίας αλλά και άλλων συγχωριανών ήταν η πρώτη ύλη να φτιάξω πριν από 12 χρόνια ένα ωραίο κείμενο για τα γουμαρόξυλα της Καρδίτσας. Δηλαδή τα ξύλα που πήγαιναν άλλοτε νόμιμα και πιο πολύ παράνομα οι Αμαραντιώτες στην Καρδίτσα τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες και με αυτά ζούσαν. Θα δημοσιευτεί αύριο…

ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 26102022

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου