Όποιος γυρνάει την πόλη κάθε μέρα ασφαλώς βλέπει και ζει ένα
σωρό πράγματα από τα οποία άλλα είναι ενδιαφέροντα, άλλα αδιάφορα κάποια μπορεί
να τον στεναχωρήσουν και ορισμένα ενδεχομένως και να τον βλάψουν. Εξαρτάται
πάντως από το πώς βλέπει τα πράγματα ο καθένας και φυσικά τι είναι
διατεθειμένος να πληρώσει για την εμπειρία ώστε να λέει μετά πως αυτό ή το άλλο
που έζησε του κόστισε κάτι αλλά δεν το μετανιώνει…
Καθόμουν πριν από λίγες ημέρες στο περβάζι της μεγάλου
παραθύρου μιας τράπεζας στην αρχή της Μητροπόλεως, στο Σύνταγμα, περιμένοντας
ένα δικηγόρο να μπούμε μαζί με΄σα για μια δουλειά και χάζευα τον κόσμο που
πηγαινοέρχονταν στο δρόμο. Ο δικηγόρος αργούσε και για να εκμεταλλευτώ το χρόνο
έβγαλα από την μεγάλη τσάντα που είχα κολλημένη δίπλα μου το μπλοκάκι κι άρχισα
να γράφω για ένα γεγονός στον Ηλεκτρικό την προπερασμένη Κυριακή το μεσημέρι στο
οποίο ήμουν αυτόπτης μάρτυς.
Στο βαγόνι τελευταίοι μπήκαν ένα ζευγάρι κινέζων, αρκετά
ψηλοί και ο νεαρός και το κορίτσι το οποίο κρατούσε μια τσάντα η οποία εκτός
των άλλων φαίνονταν ότι περιείχε και μια φωτογραφική μηχανή. Την πήρε είδηση
μια ομάδα ευπρεπώς ντυμένων αλλοδαπών που έδειχναν βαλκανικής καταγωγής, τρεις άντρες και
μια γυναίκα που έστεκαν στο μέσο του βαγονιού, άρχισαν να σφίγγουν το ζευγάρι
και κάποιος απ’ αυτούς επιχείρησε να βάλει το χέρι του στην τσάντα. Τον πήρε
είδηση η κοπέλα και έβαλε αμέσως τις φωνές. Η ομάδα πίεσε περισσότερο το
ζευγάρι, αλλά η κινέζα δεν ήταν διατιθεμένη να τους αφήσει να την κλέψουν και
άρχισε να ουρλιάζει. Έτσι τους πήραν είδηση όλο το βαγόνι, άρχισαν να
απομακρύνονται κάνοντας τάχα τον ανήξερο για το γεγονός και κατέβηκαν στην
Ομόνοια.
Βγαίνοντας αυτή η ομάδα μπήκε μια άλλη από τέσσερις άνδρες και μια γυναίκα πάλι, καλοντυμένοι επίσης από
τους οποίους οι τρείς κρατούσαν μεγάλες άδειες τσάντες όπως και η προηγούμενη.
Σαν να ήταν προγραμματισμένοι ή ειδοποιημένοι όλοι μαζί κινήθηκαν προς το
ζευγάρι που μόλις είχε γλυτώσει την κλοπή και ένας απ’ αυτούς άπλωσε το χέρι
του στην τσάντα της κοπέλας. Περιττό να πω ότι επαναλήφθηκε η ίδια σκηνή, η
τσάντα γλίτωσε πάλι από τις φωνές της κινέζας. Η ομάδα των επίδοξων κλεφτών
αποβιβάστηκε στο σταθμό της Βικτωρίας και το ζευγάρι συνέχισε τη διαδρομή ως
τον Άγιο Νικόλαο που κατέβηκα χωρίς να έχει άλλα τέτοια απρόοπτα.
Αυτή είναι η μικρή ιστορία που άρχισα να γράφω για την
επιδημία των κλοπών που συμβαίνει στην Αθήνα και κορυφώνεται στις ημέρες με την
μεγάλη τουριστική κίνηση με πρωταγωνιστές μέλη συμμοριών από τα Βαλκάνια κυρίως
αλλά και άλλες χώρες χωρίς βέβαια να λείπουν και εκπρόσωποι της ιθαγενούς
εγκληματικότητας αλλά δεν έμελλε να τελειώσει ευχάριστα γιατί από σχολιαστής
μιας κατάστασης, έγινα ο ίδιος είδηση!
Όπως ήμουν αφοσιωμένος στο γράψιμο, κάποιος στάθηκε μπροστά
μου και με ρώτησε προς τα πού είναι το Σύνταγμα. Χωρίς να σηκωθώ του έδειξα με
το χέρι. Ο διάλογος δεν κράτησε παραπάνω από δέκα δευτερόλεπτα αλλά ήταν
αρκετός να μου αρπάξει χωρίς να καταλάβω ο συνεργός του τη δική μου τσάντα, με
δυο φωτογραφικές μηχανές, μια ελαφριά που χρησιμοποιούσα περισσότερο στο δρόμο,
μια βαρύτερη που ήθελα να δοκιμάσω μαζί με δυο φακούς, τα τηλέφωνά μου, τα
μαύρα μου γυαλιά, όλες τις ταυτότητες, τις κάρτες των τραπεζών, τα χαρτιά μου,
κάτι συνταγές για φάρμακα, πέντε στυλό όλων των χρωμάτων, ένα μηχανικό μολύβι,
μια σβηστήρα και άλλα που δεν θυμάμαι. Καταγγέλοντας αργότερα την κλοπή στο
τμήμα Ακροπόλεως και συζητώντας με άλλους ομοιοπαθείς τα παθήματά μας, πήρα την
απόφαση στο εξής θα κυκλοφορώ με τα χέρια στις τσέπες…
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το γράφιτι παλιό στην Ακαδημίας, δείχνει μια σκηνή
την οποία αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα για το φαινόμενο των κλοπών, θα τη
βλέπουμε καθημερινά σε πολλά σημεία.
ΑΘΗΝΑ, 01082019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 35
Οι δημοσιογράφοι συνήθως γράφουν γι’ αυτά που βλέπουν και τα κείμενά τους έχουν στόχο την ενημέρωση του κόσμου και αναλόγως κρίνονται από το αναγνωστικό κοινό. Συχνά όμως τυχαίνει να γίνονται και αυτοί είδηση, και μάλιστα κακή. Το πώς, το περιγράφω σήμερα με τη μορφή χρονογραφήματος στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» και ως παθών για μια ακόμη φορά, σας επισημαίνω τους κινδύνους από κλοπές που καιροφυλακτούν παντού και ιδιαίτερα στο κέντρο της πόλης και στα μέσα μαζικής μεταφοράς.
ΑπάντησηΔιαγραφή