Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΛΥΚΟΦΩΤΟΣ


 

Πέρασαν κι αυτά τα γενέθλια. Όπως κάθε χρόνο εδώ και δεκαετίες αλλά αυτή τη φορά ήταν ένας σταθμός πολύ διαφορετικός, καθώς ο αριθμός 67 αποτελεί και το εισιτήριο για το πέρασμα σε μια άλλη ζώνη του βίου, της βαθιάς νεότητας που μεταφράζεται και ως η αρχή της σύνταξης. Ναι, από χθες είμαι και τυπικά συνταξιούχος αλλά θα απολαύσω τους καρπούς της 44χρονης (χωρίς τον χρόνο της θητείας στο στρατό) εργασιακής ζωής όταν αποφασίσουν οι δαίμονες που λέγονται ΕΦΚΑ, ΔΥΠΑ, ΚΕΦΟΔΕ και ποιος ξέρει τι άλλο μου επιφυλάσσει η μοίρα, να αντιμετωπίσω σε αυτή την μεγάλη περιπέτεια που έχω μπλέξει…

Τέλος πάντων μου αξίζει να τραβήξω αυτά τα πάθη και νομίζω πως το ίδιο αισθάνονται και πολλοί της ίδιας ηλικίας που αφήσαμε αυτό το κράτος να μας δέσει με αυτό τον τρόπο. Καθώς δε κάνω μαζί με τον απολογισμό και μια αποτίμηση γενικότερη, σκέφτομαι στο εξής συχνά να σας απασχολώ με τις σημειώσεις μου γι’ αυτό που χτίσαμε όλοι μαζί από το 1980 και μετά και σήμερα ντρεπόμαστε για το ότι στις περισσότερες εκφράσεις της ζωής μας  βιώνουμε. Προς το παρών αισθάνομαι ντροπή για το κράτος που ζούμε, σιγά -σιγά περνάω στην αγανάκτηση και ελπίζω να βρεθώ και με πολλούς άλλους στον ίδιο δρόμο…

Φωτογραφία: Μάρω Κουρή, ξημέρωμα στη Λαχαναγορά…        

16012025

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2025

ΜΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΥ ΑΡΓΗΣΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ…

 


Στις αλλαγές που σχεδίασα για το 2025 ήταν και ο περιορισμός των σημειώσεων της ημέρας στις όποιες ηλεκτρονικές συσκευές χειρίζομαι, ιδιαίτερα αυτών που έχουν να κάνουν με προγραμματισμούς και η τήρηση ημερολογίου με τον παραδοσιακό τρόπο. Το σκεφτόμουν καιρό αλλά τώρα πήρα την απόφαση και ομολογώ πως δυσκολεύομαι να βάλω μπροστά γιατί έχω σχεδόν ξεμάθει να γράφω ή σχεδόν δεν αναγνωρίζω πια τι γράφω. Τέτοιος ξεπεσμός, καθώς είχα προλάβει στο Δημοτικό μαθήματα Καλλιγραφίας και Ιχνογραφίας και ήμουν μάλιστα από τους καλύτερους στην τάξη! Ξαναγυρίζω λοιπόν στο χαρτί και το στυλό BIC γιατί είναι τα μόνα που κρατούν ζωντανή τη γραφή και ελπίζω πως θα φτάσει η στιγμή που θα πάψω να πληκτρολογώ κι ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς μου, θα περιοριστώ στα πιο απαραίτητα και μόνο στο τελικό στάδιο πριν δημοσιευτούν.

Άντε και στα δικά σας…

ΥΓ. Φυσικά και αρχίζω να γράφω στα αγαπημένα μου ημερολόγια των εκδόσεων «Gutenberg» τα οποία κυκλοφορούν σε συνεργασία με τις εκδόσεις «Επί χάρτου» και είναι στολισμένα με σχέδια του Βαγγέλη Σαΐτη. Τα οποία επιλέον, παραθέτουν στην αρχή και μια πλήρη σειρά των βιβλίων των εκδόσεων «Gutenberg», βιβλία τα οποία αξίζει να βρούμε χρόνο να προλάβουμε να τα διαβάσουμε. Σημειώνω επίσης ότι όποιος δεν μπορέσει να τα βρει, του χαρίζω το γαλάζιο!

ΑΘΗΝΑ, 02012025

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΠΟΥΣΊΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΠΟΥ ΕΔΩΣΑ

 


Από τα γεγονότα της χρονιάς που πέρασε, το πιο σημαντικό και με πολλές συνέπειες ήταν ο θάνατος της μάνας. Πλήρης ημερών η κυρα Κούλα από τα μέσα του Νοεμβρίου αναπαύεται στη γη των προγόνων της και μας άφησε μια βαριά κληρονομιά.

Αυτή η κληρονομιά ήταν η σχέση της με τον τόπο, τη γη που δούλεψε αδιάκοπα 80 τόσα χρόνια. Μόνο τρία χρόνια, από το φθινόπωρο του 1947 έως το καλοκαίρι του 1950 έφυγε λόγω Εμφυλίου μαζί με τους παππούδες στην Αθήνα και σαν επέστρεψαν ανέστησε τα ρημαγμένο νοικοκυριό, πράγμα που συνέχισε μαζί με τον πατέρα από το 1958 και μετά που παντρεύτηκαν και μέχρι που την εγκατέλειψαν οι δυνάμεις της δεν βγήκε από τον κήπο της και δεν παραμέλησε τα ζωντανά της και αυτό την έκανε μια από τις πρώτες νοικοκυρές.  

Έχω πολλά να πω για τη μάνα, αλλά και για τις μανάδες της γενιάς μας και ακόμη όσες από τις προηγούμενες πρόλαβα να γνωρίσω και να αποθησαυρίσω στιγμές από την ζωή τους. Θα προσπαθήσω από εδώ και πέρα να περάσω τις αναμνήσεις μου σε μια σειρά κείμενα που θα κινούνται γύρω από την παρουσία και την συμβολή τους στα νοικοκυριά που χάθηκαν και την ζωή των κοινοτήτων μέχρι αυτές να σαρωθούν από τους νέους καιρούς.

Πέρα απ’ αυτά όμως θέλω με αυτό το μικρό πρώτο αυτό σημείωμα της νέας χρονιάς, να στείλω πάλι ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όσες κι όσους ανταποκρίθηκαν στην έκκληση που έκανα στα μέσα του Αυγούστου μέσω των κοινωνικών δικτύων για αίμα που είχε ανάγκη. Η ανταπόκριση ήταν απρόβλεπτη, μέσα και πέρα από την οικογένεια. Πάνω από 2.000 γνωστοί και φίλοι απ’ όλη την Ελλάδα, αιμοδότες και μη, έδειξαν θερμό ενδιαφέρον και χάρη σε αυτούς συγκεντρώθηκαν αρκετές φιάλες αίματος, πράγμα που ανακούφισε και άλλους ασθενείς στο νοσοκομείο Λαμίας όπου νοσηλεύονταν.  

Έχοντας ακόμη αρκετή διαύγεια το αντιλήφθηκε και η ίδια και αυτή μου ζήτησε να στείλω ένα ευχαριστώ σε όλους που έδειξαν ενδιαφέρον και προθυμοποιήθηκαν να δώσουν αίμα. Της υποσχέθηκα ότι θα το κάνω κι έτσι με την ευκαιρία των ευχών για τη νέα χρονιά, στέλνω ένα μεγάλο ευχαριστώ. Όπως ένα μεγάλο ευχαριστώ στέλνω επίσης και στο Γηροκομείο Σπερχειάδας για την εξαιρετική φροντίδα που της πρόσφεραν όσο ήταν εκεί.

Επαναλαμβάνω το ευχαριστώ για την αιμοδοσία γιατί όπως διαπίστωσα είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλοί ασθενείς που το έχουν ανάγκη. Όσοι μπορούν να γίνουν γραφτούν στη λίστα αιμοδοτών, αυτό διευκολύνει αρκετά τις σχετικές υπηρεσίες και κερδίζουν όλοι χρόνο…

Η φωτογραφία συμβολική, από παλιότερα χρόνια όταν η κυρά Κούλα κατάφερνε μέσα σε μισή ώρα να φτιάξει πίτες και να τις ψήσει στον παλιό φούρνο με εξαιρετικό τρόπο.

ΑΘΗΝΑ, 01012025

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2024

ΜΙΑ ΚΑΜΠΙΝΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΤΑ ΔΑΣΗ ΤΟΥ ΜΕΙΝ

 


Στις αρχές του 1900, ένας άντρας και ο πιστός του σκύλος βρήκαν καταφύγιο σε μια καλύβα φωλιασμένη βαθιά μέσα στο παρθένο ακόμη δάσος του Μέιν. Η καμπίνα, (να κρατήσουμε την ονομασία στα αμερικάνικα αφού δεν απέχει πολύ από την ελληνική καλύβα) ήταν μια απλή κατασκευή φτιαγμένη από πελεκημένους κορμούς, στάθηκε ως απόδειξη της αυτοδυναμίας και της ανθεκτικότητας. Ο καπνός που βγαίνει από την πέτρινη καμινάδα της φανερώνει τη ζεστασιά που υπάρχει μέσα ενώ έξω επικρατεί διαπεραστικό κρύο.

Ο άντρας, φοράει μάλλινο πανοφώρι και γερές μπότες, περνάει τις μέρες του με τα βασικά της επιβίωσης: κόβει ξύλα, κυνηγάει, ψαρεύει στο κοντινό ποτάμι. Ο σκύλος του, ένας σκληρός και αξιόπιστος σύντροφος, δεν απομακρύνεται από κοντά του,  τα μάτια και τα αυτιά παρακολουθούν με τους λεπτούς ήχους του δάσους. Η ζωή στην καμπίνα ήταν τόσο απαιτητική όσο και βαθιά ικανοποιητική.

Ο άνθρωπος, για τον οποίο δεν υπάρχουν στοιχεία ούτε και ποιος έβγαλε την φωτογραφία γνωρίζουμε, σηκώθηκε πριν την αυγή, η ανάσα του φαίνεται στον παγωμένο πρωινό αέρα καθώς προετοιμαζόταν για τις δουλειές της ημέρας. Ο σκύλος του τον συνόδευε συχνά περπατώντας στο πλευρό του. Μοιράζονταν μαζί μια ήρεμη συντροφικότητα, βασισμένη στην εμπιστοσύνη και την αμοιβαία εξάρτηση. Μέσα στην καμπίνα, τα απογεύματα περνούσαν την ώρα τους δίπλα στη φωτιά, ο άντρας πίνοντας ένα φλιτζάνι αχνιστό καφέ ενώ ο σκύλος ξαπλώνει στα πόδια του. Οι τοίχοι της καμπίνας ήταν στολισμένοι με απλά διακοσμητικά - ένα ζευγάρι χιονοπέδιλα, μια κυνηγετική καραμπίνα και αποξηραμένα βότανα που κρέμονται από ξύλινα δοκάρια - το καθένα λέει μια ιστορία μιας ζωής που ζούσε κοντά στη φύση. Αν και απομονωμένος, ο άνθρωπος βρήκε βαθιά ικανοποίηση στο ρυθμό των εποχών και τον αμίλητο δεσμό που μοιράστηκε με τον σκύλο του.

Το δάσος του Μέιν, με τα πανύψηλα πεύκα και τους ψιθυριστούς ανέμους, παρείχαν ένα φόντο γαλήνης και άγριας ομορφιάς. Περιστασιακά, το μακρινό ουρλιαχτό ενός λύκου ή το θρόισμα ενός ελαφιού στους θάμνους και των άλλων ζώων του θύμιζε τον αδάμαστο κόσμο που τον περιβάλλει. Εκείνες τις στιγμές, ο άνθρωπος αισθάνονταν μια βαθιά σύνδεση τόσο με το περιβάλλον όσο και με τον σταθερό σύντροφό του, λατρεύοντας την απλότητα και την αγνότητα μιας ζωής μακριά από τον θόρυβο και τις προκλήσεις του πολιτισμού. ·

ΥΓ. Το κείμενο μεταφέρθηκε με λίγες διορθώσεις από την σελίδα του J. Schwanke και κάποια στιγμή θα σχολιαστεί περισσότερο. Προς το παρόν, αρκούμαι σε μια παρατήρηση. Το μεγάλο πριόνι, η κόφτρα, για να δουλέψει θέλει δυο χειροδύναμους άντρες, πράγμα που σημαίνει ότι για την κατασκευή της καμπίνας δούλεψαν και άλλοι.

ΑΘΗΝΑ, 28122024

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

ΚΟΙΝΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ

 


Περνάει γρήγορα ο καιρός και ήρθε η μέρα να κάνω το μνημόσυνο για τη μάνα που τον περασμένο μήνα γύρισε στη γη της, στην Παναγία, το κοιμητήριο του χωριού μας. Έτσι την Κυριακή, 15 του Δεκεμβρίου το πρωί στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας, όσοι την αγαπούσαν και την θυμούνται, μπορούν να έρθουν να ανάψουν ένα κερί στη μνήμη της. Το μνημόσυνο θα είναι κοινό με τον πατέρα που αυτές τις ημέρες κλείνει κι αυτός 10 χρόνια στον ουρανό.

ΑΘΗΝΑ, 11122024 

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2024

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΧΩΡΑΝΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥΣ

 


Αργήσαμε να μπούμε στο εορταστικό κλίμα των Χριστουγέννων αλλά φέτος βρήκαμε τα καλύτερα στολίδια. Αναφέρομαι βέβαια σε όσους αγαπούν τους λύκους και θέλουν να βρίσκονται δίπλα μας αλλά και σε όσους νιώθουν ανήμερο τον λύκο μέσα τους. Όχι αυτόν που τρώει τα επτά κατσικάκια ή τα τρία γουρουνάκια ή παραμονεύει κάτω από την κουβέρτα της γιαγιάς της Κοκκινοσκουφίτσας, αλλά τον άλλο που μαγεύεται με το φεγγάρι και του τραγουδάει στη δική του γλώσσα κι εκείνον που μπορεί μέσα σε μια νύχτα να φτάσει από το ένα βουνό στο άλλο, που δεν τον εμποδίζουν τα φουσκωμένα ποτάμια και τα βαριά χιόνια να ανέβει στην κορυφή.

Τα στολίδια με τους λύκους από την ιστοσελίδα Amazing Wolf στην οποία υπάρχει και η διεύθυνση https://nemashop.com/ για όποιον θέλει να τα παραγγείλει…

ATHENS, 09122024

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ Η ΚΑΤΕΡΙΝΗ

 


Ήταν μεγάλη μέρα η σημερινή για την οικογένεια καθώς γιόρταζε η γιαγιά η Κατερίνη, μια γενναία γυναίκα που έζησε όλη την ιστορία του 20ου αιώνα στην μικρή μας πατρίδα και μείναμε να την μνημονεύουμε με αγάπη πια μόνο τα εγγόνια. Από μεγάλο σόι, τους Κουτραίους γεννήθηκε στη Βίγλα, έναν ιδιαίτερο τόπο δίπλα στη Ζιώψη (το χωριό που μετά τον πόλεμο μετακινήθηκε προς τον Σπερχειό και ονομάστηκε Άγιος Γεώργιος) και παντρεύτηκε τον παππού Δημήτριο Προβόπουλο (ή Προβιά) και μαζί έκαναν εννιά παιδιά από τα οποία έζησαν μόνο τα πέντε, ο Παναγιώτης, ο Κλεομένης, ο Κώστας, η Γεωργία και ο πατέρας μου Γιώργος. Ο παππούς πέθανε στις αρχές του 1940 μετά από έναν τραυματισμό που έγινε σε κάποιο νταμάρι και μεγάλωσε μόνη της πέντε παιδιά δουλεύοντας σκληρά. Ιδιαίτερα δύσκολη ήταν γι’ αυτή η περίοδος της Κατοχής και του Εμφυλίου που ήταν πολύ ματωμένος στην περιοχή μας και κατάφερε να μην υπάρξουν θύματα στην οικογένεια.

Όταν παντρεύτηκαν τα παιδιά έμεινε με την κόρη της Γεωργία στον Άγιο Γεώργιο αλλά βοηθούσε όλους και ιδιαίτερα τον πατέρα μου που ως μικρότερο αγαπούσε πολύ, και παντρεύτηκε τελευταίος τη μάνα μου στη Μεγάλη Κάψη. Καθώς δε ήταν ακόμη πολύ νέος όταν παντρεύτηκε (είχα γεννηθεί πριν πάει στρατιώτης) η γιαγιά ήρθε και εγκαταστάθηκε στο χωριό να είναι δίπλα στη μάνα μου και μοιράστηκε μαζί της τις δουλειές για δύο χρόνια. Περισσότερο θυμάμαι πως ήμουν στην ποδιά της παρά στην αγκαλιά της μάνας μας που έτρεχε όλη τη μέρα στους κήπους, το χωράφι και τα ζωντανά, τόσο που αυτή αποκαλούσα κι εγώ μάνα, όπως έκανε από σεβασμό η μάνα μου και μου άρεσε τόσο πολύ που ήθελα να κοιμάμαι δίπλα της όταν έρχονταν κατόπιν στο χωριό.

Η γιαγιά έμεινε μαζί μας στο χωριό μέχρι που απολύθηκε ο πατέρας μου και γύρισε στον Άγιο Γεώργιο αλλά δεν έπαψε ποτέ, όσο είχε δυνάμεις να έρχεται στη Μεγάλη Κάψη να βοηθάει την μάνα μου. Είχε ένα γαιδουράκι, τον Χότζα και έρχονταν νωρίς – νωρίς το πρωί και έβαζε πλάτη σε όλες τις αγροτικές δουλειές και συνήθως έφευγε το βράδυ. Την περίμενα πως και πως και ήξερα πως στις τσέπες της είχε πάντα καραμέλες ή λουκούμια. Αυτό κράτησε πολλά χρόνια και την εικόνα της έχω συνδυάσει και με την περίοδο της ακμής του νοικοκυριού της μάνας και του πατέρα μου την δεκαετία 1960 -1970. Όταν δε ο Χότζας πέρασε στον παράδεισο των γαιδάρων πήγαινε και την έφερνε ο πατέρας μου με το αυτοκίνητο και περνούσε κάποιες ημέρες μαζί μας. Τα περισσότερα χρόνια που πήγαινα στο γυμνάσιο έμεινα μαζί της στο πατρογονικό σπίτι στον Άγιο Γεώργιο και ήταν μια από τις πιο ωραίες περιόδους στη ζωή μου καθώς ο έλεγχος που είχα απ’ αυτή ήταν πολύ χαλαρός και η «επανάστασή» μου εξελίσσονταν χωρίς ιδιαίτερες συνέπειες.

Την γιαγιά Κατερίνη την θυμάμαι και την μνημονεύω σαν ένα αγαθό στοιχείο του τόπου και ένα αρχέγονο, αυστηρό πρότυπο για την κοινωνία που πρόλαβα να γνωρίσω στις τελευταίες τις στιγμές. Η εικόνα της είναι χαραγμένη στο μυαλό μου ως η τελευταία μιας μακράς σειράς γυναικών που με τις πλάτες τους κράτησαν όρθιο τον τόπο μας και στη μνήμη της κάθε χρόνο, περνάω από κάποια εκκλησία και ανάβω ένα κεράκι πιστεύοντας πως με βλέπει από εκεί ψηλά που είναι.


Η γιαγιά Κατερίνη, η μάνα μου κι εγώ μόλις ενός έτους