Τι μου θύμισε απόψε η εξαιρετική φωτογραφία του Mike
Manonas με το όμορφο φίδι Coronella austriaca ( Στεφανοφόρος ή ασινόφιδο) στην
ομάδα «Ερπετά & Αμφίβια Ελλάδας & Κύπρου».
Ήμουν ενάμιση χρόνων, το καλοκαίρι του 1959 και βρισκόμασταν
ένα απόγευμα με τη μάνα και τη γιαγιά Κατερίνη (μάνα του πατέρα μου) στο χωράφι
στη βοσκή του μικρού κοπαδιού στις Καρυές και κάποια στιγμή τους ξέφυγα και
πήγα προς την αμπουριά που έβγαινε προς τη μεγάλη στράτα, προς του Βασιλάρα. Εννοείται
πως για φίδια ήξερα ακόμη ελάχιστα και έτσι δεν έδινα ιδιαίτερη σημασία στην
ύπαρξή τους αλλά και γενικώς δεν είχα αρχίσει ακόμη να συνειδητοποιώ τους κινδύνους
που παραμόνευαν στο χωράφι.
Βλέποντάς με η μάνα μου να απομακρύνομαι ήρθε να με
μαζέψει και τότε είδε ένα ασινόφιδο να κινείται ανάμεσα στα χορτάρια με
προορισμό τη στράτα. Έβαλε αμέσως τις φωνές και με άρπαξε να μην με «φάει» το
φίδι. Η μάνα ήταν απόλυτα εξοικειωμένη με τα φίδια και όλα τα πλάσματα του
χωραφιού και του τόπου αλλά στα ερπετά έτρεφε μια απέχθεια. Δεν τις γλύτωνε
κανένα αν τα συναντούσε, από μια κακή αντίληψη παρά από κίνδυνο. Έτσι με άρπαξε και με πήρε μακριά από το φίδι το
οποίο συνέχισε απτόητο το δρόμο του και εξαιτίας μου γλίτωσε από το ραβδί που
πάντα κουβαλούσε μαζί της.
Η γιαγιά που περίμενε με κάθε τρόπο να πει τα δικά της, ορμήνευσε αυστηρά την μάνα μου να με προσέχει
περισσότερο και απευθυνόμενη σε μένα συμπλήρωσε: «Να δεις που θα έρθει ο
πατέρας σου να το σκοτώσει». Ως εκ θαύματος, εκείνη τη στιγμή φάνηκε στη στροφή
στις Αγκορτσιές να έρχεται ο πατέρας μου, με άδεια από το στρατό. Ο πατέρας μου
παντρεύτηκε την μάνα μου πριν πάει στρατιώτης, το 1957 και εκείνο το διάστημα
υπηρετούσε σε μια μονάδα Μηχανικού στη Λαμία και πήρε το μεσημεριάτικο λεωφορείο
για το Καρπενήσι, κατέβηκε στο Χάνι του Ποντικού και το έκοψε με τα πόδια ως το
χωριό.
Οι μάνα και η γιαγιά φαίνεται πως ήξεραν πως θα έρχονταν και
γι’ αυτό τον περίμεναν στο χωράφι και χάρηκαν σαν διάβηκε την αμπουριά. Η δική
μου χαρά όμως ήταν διπλή καθώς του ζήτησα να ψάξει να βρει και να σκοτώσει το
φίδι που με τρόμαξε. Τι να κάνει; Περπάτησε λίγο μέσα στα χορτάρια με ένα ραβδί
στο χέρι αλλά που φίδι; Είχε γίνει άφαντο κι εγώ έμεινα στο παράπονο που ο
πατέρας μου δεν το σκότωσε και από τότε και πολλά χρόνια μετά έπαψα να πηγαίνω
σε αυτό το σημείο του χωραφιού μήπως και φανεί πάλι.
Φυσικά και δεν ήξερα ότι ήταν ασινόφιδο και άκακο, αλλά κάτι
βαθύτερο, το οποίο έκανα πολλά χρόνια να καταλάβω ήταν ότι εκείνο το φίδι που
γλίτωσε ήταν και το πρώτο ρήγμα στη σχέση με τον πατέρα μου γιατί σαν δικός μου
ήρωας δεν σκότωσε τον δράκο που με απειλούσε και κατά πως, δεν εκτέλεσε την
εντολή της μάνας τους και της γυναίκας του να με προστατεύσει. Κι όλα αυτά
ξεκίνησαν από ένα άκακο ασινόφιδο, είδος που δεν ξανάδα ποτέ στο χωράφι ούτε
αλλού…
Ευχαριστώ τον Mike Manolas για την ευκαιρία που μου έδωσε να
θυμηθώ το πρώτο αγιόφιδο που είδα στη ζωή μου.
ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΣΙΝΟΦΙΔΟ
Η στεφανοφόρος, Coronella austriaca (Laurenti, 1768),
κοινώς γνωστή ως ασινόφιδο, είναι φίδι της οικογένειας Colubridae. Πρόκειται
για μη δηλητηριώδες και ακίνδυνο για τον άνθρωπο φίδι. Φέρει χαρακτηριστική
ράβδωση που ξεκινά από τα ρουθούνια, "αγγίζει" το μάτι και συνεχίζει
έως την αρχή του κεφαλιού. Σε αυτό το χαρακτηριστικό βασίζεται και η κοινή
ονομασία της (στεφάνη + φέρω). Ολικό μήκος έως 70cm, πολύ σπάνια περισσότερο.
Ημερόβιο, ντροπαλό φίδι που αποφεύγει τις υψηλές θερμοκρασίες. Απαντάται σε όλη
σχεδόν την Ευρώπη και ανατολικά φτάνει μέχρι και το βόρειο Ιράν. Στην Ελλάδα
εντοπίζεται στην ηπειρωτική Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Εύβοια, καθώς και στη
Θάσο και Σαμοθράκη. (ΠΗΓΗ: Διαδίκτυο).
ΛΑΜΙΑ, 17082024