Η οδός Μερσίνης είναι παράλληλος της Λιοσίων και ορίζεται
από τις επίσης μικρές οδούς Εϋνάρδου και Αδάνων και είναι τόσο μικρή και
βεβαίως άγνωστη σε όλους τους κατοίκους των Αθηνών, πλην εκείνων που κατοικούν
σε αυτή την ξεχασμένη γειτονιά που βρίθει αντιθέσεων τόσο στην εικόνα της αλλά
πλέον και στην πληθυσμιακή της σύνθεση. Οι παλιοί κάτοικοί της, αυτοί που πήραν
διαμέρισμα δίνοντας αντιπαροχή το πατρογονικό ισόγειο ή δίπατο σπίτι ή οι άλλοι
από την επαρχία που αγόρασαν εκεί σπίτι είτε μας βλέπουν από τον ουρανό ή ζουν
με τις αναμνήσεις τους από μια άλλη Αθήνα, κάπου στα βόρεια προάστια.
Η οδός Μερσίνης είναι δεν είναι εκατό μέτρα και αποτελεί ένα
παράδοξο για την πόλη καθώς η ζυγή πλευρά της παραμένει σε όλο το μήκος της
εντελώς άθικτη και παρουσιάζει μια εικόνα όπως χτίστηκε στις αρχές του 20ου
αιώνα. Στην άλλη, στη μονή πλευρά της, διατηρούνται ορισμένα κτίρια της ίδιας
εποχής αλλά η εικόνα έχει διαρραγεί καθώς κάποια απ’ αυτά έδωσαν τη θέση τους
σε πρόχειρες πολυκατοικίες οι οποίες δεν δείχνουν πλέον και τόσο ζωντανές όσο
θα μπορούσε να ήταν κάποτε και σε τούτο σίγουρα φταίει η παρακμή που έχει ριζώσει
βαθιά και για τα καλά και απλώνεται συνέχεια στην πόλη.
Τα σπίτια της δεξιάς πλευράς της οδού Μερσίνης είναι ένα
σκηνικό, μοναδικό στην Αθήνα καθώς σε μια σειρά όλα, ισόγεια ή δίπατα,
αποκαλύπτουν πολλές πτυχές της αρχιτεκτονικής της Αθήνας όπως αυτή εκφράστηκε
από τους λαϊκούς τεχνίτες της εποχής ενώ δίνουν και σημαντικές πληροφορίες για
τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν. Στους γυμνούς από σοβάδες τοίχους των προσόψεών
τους βλέπουμε αγκωνάρια που σίγουρα έχουν χρησιμοποιηθεί σε προγενέστερες οικοδομές,
λιθάρια από κοντινά λατομεία αλλά και πλίνθους, πράγμα όχι και πολύ συνηθισμένο
για την Αθήνα με το πετρώδες υπέδαφος.
Τούτα τα στοιχεία φαντάζομαι, μαζί βεβαίως και πλήθος άλλων
αποτελούν και πεδίο μελέτης των φοιτητών της αρχιτεκτονικής αλλά και όσων
αγαπούν την παλιά Αθήνα και τους αρέσει να βλέπουν γωνιές της που τους
ταξιδεύουν στο ρομαντικό παρελθόν της.
Πίσω από τη σειρά των σπιτιών όμως υπάρχουν ενδιαφέροντα,
που πιθανώς θα προσέλκυαν άλλους, πέρα από την αρχιτεκτονική και αυτά είναι τα φυτά
που αναπτύσσονταν στην αυλή ενός παλιού αθηναϊκού σπιτιού. Τέτοια ήταν οι
συκιές, οι λεμονιές και κυρίως τα κλήματα που εκτός από τα σταφύλια που χάριζαν
στους νοικοκυραίους προσέφεραν και τη σκιά κατά τους θερινούς μήνες.
Αυτές οι
κληματαριές που η περιποίησή τους ήταν ελάχιστη είχαν ρίζες στα αρχαία κλήματα
επέζησαν και εξελίχθηκαν μέσα στους αιώνες στην αττική γη και μια απ’ αυτές
πίσω από το σπιτόπουλο της οδού Μερσίνης 2 κάρπισε κι εφέτος και καθώς δεν
μάζεψε τα σταφύλια ενώ ούτε τα πουλιά τα λεηλάτησαν είναι ακόμη στη θέση τους
και καθώς προχωρά το φθινόπωρο, μοιάζουν να μαραζώνουν μαζί με τα σπίτια μιας
ξεχασμένης αθηναϊκής γειτονιάς.
ΑΘΗΝΑ, 18102018. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", 12102018, σελ. 47.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου