Είναι μεγάλη η χαρά τα μηνύματα που στέλνουν φίλοι που
ασχολούνται με την φωτογράφιση των πουλιών όταν περιέχουν φωτογραφίες από το
έργο τους και ακόμη μεγαλύτερη όταν αυτές δείχνουν πουλιά εμβληματικά πουλιά
στον ελληνικό χώρο.
Τέτοιες ήταν που έστειλε ο φίλος Γιούαν Φάγεφορς, (Yoppo), διακεκριμένος χημικός που ζει και
εργάζεται στο Μάλμε της Σουηδίας αλλά και ένας από τους πιο καλούς φωτογράφους
πουλιών στον κόσμο που έχει ταξιδέψει σε πάμπολλες γωνιές της γης να τα φωτογραφήσει
αλλά εκείνο το μικρό κομμάτι της που αγαπά περισσότερο απ’ όλα και το
θεωρεί μοναδικό, είναι η Τήνος. Εκεί λοιπόν προχθές, από την ωραία ταβέρνα στο
Φαλατάδο είδε στον ουρανό ένα μεγάλο γεράκι του είδους στεπογέρακο Falco cherrug και δεν έχασε την ευκαιρία
να το «πιάσει» με τον φακό του και να το χαρούμε όλοι.
Γι’ αυτό το υπέροχο γεράκι διαβάζουμε στη Wikipedia.
Η ονομασία του είδους cherrug προέρχεται από την ινδική
λέξη charg που αναφέρεται στο θηλυκό Στεπογέρακο. Η ελληνική
ονομασία του είδους, αναφέρεται στο συνηθέστερο οικότοπό του, τη στέπα. Το είδος Falco
cherrug, μαζί με τα είδη F. biarmicus, F. jugger,
και F rusticolus, συγκροτούν μία ομάδα συγγενικών γερακιών, που
απαρτίζει το υπογένος Ιερογέρακας. Σε
αυτή την ομάδα, υπάρχουν άφθονα στοιχεία για ανεξέλεγκτη υβριδοποίηση και ατελή
ταξινόμηση στη γραμμή καταγωγής (lineage), που συγχέει τις αναλύσεις των
δεδομένων αλληλουχίας DNA σε μεγάλη έκταση. Μοριακές μελέτες με μικρό μέγεθος
δειγμάτων, δεν αναμένεται να δώσουν αξιόπιστα συμπεράσματα σε όλο το υπογένος Ηierofalco.
Ο διαχωρισμός στους κλάδους των hierofalcons φαίνεται να έχουν
λάβει χώρα στην Μεσοπαγετωνική Περίοδο, κατά την έναρξη του Ύστερου
Πλειστόκαινου, μόλις 130.000-115.000 χρόνια πριν. Το Στεπογέρακο αντιπροσωπεύει
μια γραμμή καταγωγής που επεκτάθηκε από τη βορειοανατολική Αφρική στο εσωτερικό
της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ασίας, μέσω της ανατολικής Μεσογείου.
Το Στεπογέρακο αναπαράγεται σε μικρές, διάσπαρτες και, αποκομμένες μεταξύ
τους, περιοχές, σε μία ζώνη που εκτείνεται από την κεντρική Ευρώπη, μέχρι τα υψίπεδα
των Αλτάι στα βάθη
της Ασίας. Παρά τη μεγάλη έκταση
αυτής της ζώνης, η αναπαραγωγή γίνεται σε μικρούς μόνον θύλακες, όπου το είδος
είναι πολύ τοπικά περιορισμένο.
Οι κυριότερες περιοχές αναπαραγωγής βρίσκονται στην Ουγγαρία, Ρουμανία (δέλτα
Δούναβη), Κριμαία, Μικρά Ασία και,
από εκεί ανατολικότερα προς το Ιράν, το Αφγανιστάν και το
νότιο Καζακστάν.
Το Στεπογέρακο μπορεί να μεταναστεύσει, χωρίς να αναπαραχθεί, μέχρι
τη Σιβηρία και τη
βόρεια Κίνα. Μάλιστα, οι πληθυσμοί
της οροσειράς Αλτάι, επειδή είναι λίγο διαφορετικοί στη μορφολογία, παλαιότερα
κατατάσσονταν ως διαφορετικό είδος (F. altaicus). Ξεχειμωνιάζει, στη νοτιοανατολική Μεσόγειο,
τη Μέση Ανατολή, την
κεντρική Αφρική, την Ινδία και την Κίνα, ανάλογα με την περιοχή αναπαραγωγής.
Για την Ελλάδα, όντας εξαιρετικά
σπάνιο, τα στοιχεία είναι ανεπαρκή. Πιθανόν να αναπαράγονται κάποια ζευγάρια
στην περιοχή της Θράκης, αλλά το μόνο που
έχει αποδειχθεί είναι ότι κατά τη διάρκεια του χειμώνα περνάει από τη Β. Ελλάδα
και, είτε ξεχειμωνιάζει στους εκεί υγροτόπους, είτε συνεχίζει το ταξίδι του
βορειοανατολικά
Το Στεπογέρακο, όπως λέει και η ονομασία του, είναι ένα αρπακτικό των
μεγάλων ανοιχτών ημιερημικών εκτάσεων. Συχνάζει στις στέπες της Κ. Ασίας ή
σε πεδιάδες με λίγα δέντρα, λόφους και ξερά οροπέδια. Επίσης, κατά τη χειμερινή
μετανάστευση, μπορεί να παρατηρηθεί κοντά σε υγροτόπους.
Το Στεπογέρακο είναι το μεγαλύτερο από τα γεράκια που απαντώνται στον
ελλαδικό χώρο. Το μέγεθός του είναι εκείνο που «τραβάει την προσοχή» στο πεδίο,
διότι είναι πολύ σπάνιο και, αλλιώς, θα διέλαθε της παρατήρησης. Έχει μήκος
σώματος (43)-45 έως 55-(59) εκατοστά και ανάπτυγμα πτερύγων (99)-104 έως
125-(129) εκατοστά. Το βάρος του κυμαίνεται από 750-1000 γραμμάρια για το
αρσενικό και 1000-1300 γραμμάρια για το θηλυκό.
Εκτός από το βάρος, τα φύλα είναι όμοια. Τα ενήλικα Στεπογέρακα έχουν
ανοιχτόχρωμο κεφάλι με αμμοκίτρινο κάλυμμα («στέμμα») και παρειές με μικρές
καφέ κηλίδες. Η ράχη είναι σκούρα ερυθροκάστανη, ενώ η κάτω επιφάνεια είναι
λευκή με πολλές σκούρες κηλίδες. Η ουρά είναι επίσης σκούρα καστανή με υπόλευκες
λωρίδες. Το «μουστάκι» στο πρόσωπο είναι στενό και δυσδιάκριτο. Το κήρωμα και
τα πόδια είναι κίτρινα (γκριζογάλανα στα νεαρά άτομα). Κυνηγά συχνά με οριζόντια επίθεση, αντί της κάθετης εφόρμησης του Πετρίτη, και τρέφεται
κυρίως με τρωκτικά και τα πτηνά. Στην Ευρώπη, σκίουροι εδάφους (Spermophilus
sp.) και άγρια περιστέρια είναι τα πιο κοινά θηράματα.
Αποτελεί την πρώτη επιλογή για την ιερακοθηρία,
πράγμα που του κοστίζει την ελευθερία του και το κατατάσσει αυτομάτως στα
κινδυνεύοντα είδη. Το Στεπογέρακο συνήθως δεν κατασκευάζει δική του φωλιά, αλλά χρησιμοποιεί
παλιές φωλιές σε δέντρα, που ανήκαν στο παρελθόν σε άλλα πουλιά όπως κοράκια,
πελαργούς, ή γερακίνες. Επίσης φωλιάζει και σε σχισμές βράχων. Δεν χρησιμοποιεί
κάποιο ιδιαίτερο υλικό επίστρωσης.
Η αναπαραγωγή γίνεται ανάλογα με το υψόμετρο και το γεωγραφικό πλάτος, από
τα τέλη Μαρτίου μέχρι τις αρχές Μαΐου. Η γέννα αποτελείται από (3)-4-(6) αυγά που τα επωάζουν και οι δύο γονείς
(το θηλυκό σε μεγαλύτερο ποσοστό), για 28 ημέρες. Μετά την εκκόλαψη, στον
εφοδιασμό με τροφή, συμμετέχουν και οι δύο γονείς. Οι νεοσσοί αποκτούν φτέρωμα
στις 14-30 ημέρες και πετάνε στις 40-45 ημέρες. Μένουν κοντά στη φωλιά για
ακόμη 30-40 ημέρες.
Το Στεπογέρακο αποτελεί ένα είδος που κινδυνεύει σε παγκόσμιο επίπεδο. Το
BirdLife International χαρακτηρίζει αυτό το πουλί ως κινδυνεύον, λόγω της
ταχείας μείωσης του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις κεντρικές ασιατικές περιοχές
αναπαραγωγής. Από την εποχή της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, τα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα ήταν ο βασικός προορισμός για χιλιάδες γεράκια που
συλλαμβάνονταν και επωλούντο παράνομα για μεγάλα ποσά στη μαύρη αγορά για
την ιερακοθηρία.
Μόνο στο Καζακστάν εκτιμάται
ότι χάνονται μέχρι και 1.000 Στεπογέρακα κάθε χρόνο.
Το είδος αντιμετωπίζει επίσης πίεση από την απώλεια των ενδιαιτημάτων του.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά, υπάρχουν πολλά
προγράμματα αναπαραγωγής σε αιχμαλωσία. Η πιο δραματική μείωση επέρχεται
στην Ασία, κυρίως στο Καζακστάν και
το Ουζμπεκιστάν.
Αντιθέτως, ένας προστατευόμενος και σχετικά σταθερός πληθυσμός υπάρχει
στην Ουγγαρία, της οποίας
αποτελεί το εθνικό πτηνό.
Το Στεπογέρακο είναι γνωστό ότι είναι πολύ ευαίσθητο στη γρίπη των πτηνών,
με στοιχεία από άτομα που έχουν βρεθεί μολυσμένα με το εξαιρετικά παθογόνο
στέλεχος H5N1 (στη Σαουδική Αραβία)
και H7N7 (στην Ιταλία). Στην Ελλάδα είναι
εξαιρετικά σπάνιο και οι κίνδυνοι ελλοχεύουν κυρίως από τη λαθροθηρία.
ΑΘΗΝΑ, 05112018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου