Μια από τις συκιές που απόμειναν στο χωριό και έχουν ακόμη
καλά σύκα, στο χωράφι του αείμνηστου Σεραφείμ Πασσή στην Παναγία…
|
Έχω ζήσει από κοντά και από νοερά την διάλυση της αγροτικής
οικονομίας του χωριού μου επί μισό αιώνα ακριβώς, από το 1964 θα έλεγα που
άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα τον κόσμο και χρονιά που πήγα για πρώτη φορά
σχολείο, στο μονοθέσιο δημοτικό μας με δάσκαλο τον αείμνηστο Γιάννη Καραγιάννη
και στην εμπειρία του κόσμου που μάθαινα από το σπίτι άρχισε να προστίθεται και
η εμπειρία των γραμμάτων και των βιβλίων.
Οι πρώτες εντυπώσεις που είχα τότε για τα αγαθά ήταν ότι
αυτά προέρχονταν από τα κήπια μας, τα χωράφια μας ενώ ελάχιστα (τα πιο καλά
νόμιζα τότε) προέρχονταν από την αγορά, είτε από τα μπακάλικα του χωριού είτε
από τα εμπορικά του Αγίου Γεωργίου για τα οποία οφείλω κάποια στιγμή να γράψω
περισσότερα. Έτσι λοιπόν ήταν αυτονόητο πως οι πατάτες, τα φασόλια, το σιτάρι,
το κρασί, το τσίπουρο, το κρέας, το γάλα, το τυρί, το βούτυρο δεν θα έμπαιναν
στο σπίτι αν προηγουμένως δεν ασχολούνταν οι γονείς μου, πράγμα που ίσχυε και
όλους τους συγχωριανούς εξάλλου και ανάλογα με τη διάθεση που είχε ο καθένας
και βεβαίως με την περιουσία που είχε ευημερούσε ή δυσκολεύονταν.
Έτσι γνώρισα τον κόσμο τότε και τώρα, σε μια επιστροφή πάλι
στο χωριό ανακαλύπτω πως τίποτα σχεδόν από αυτά δεν ισχύει και για να τον
αναστήσω, όπως επιχειρώ νοερά και στην πράξη, ούτε τις δυνάμεις έχω αλλά ούτε
και βλέπω και άλλους να συμμετάσχουμε σε αυτή την προσπάθεια. Είναι πάντως ένα
θέμα το οποίο αφήνω ανοιχτό και την άνοιξη, με την εμπειρία που αποκόμισα φέτος
και την προεργασία που έκανα στα χωράφια και στα δέντρα θα δώσω συνέχεια και αν
θα μας μείνουν μόνο οι σημειώσεις.
Στο κλίμα αυτό επιχείρησα να ανιχνεύσω και την περίπτωση των
συκιών στο χωριό. Πρόκειται για ένα πολύτιμο δέντρο, αρκετά συνηθισμένο σε
πολλά άλλα μέρη και ιδιαίτερα στα πιο χαμηλά υψόμετρα αλλά και με έντονη την
παρουσία του και στα δικά μας ορεινά. Δεν επρόκειτο για συκιές όπως της Εύβοιας
και της Καλαμάτας, αλλά για κάποια είδη που είχαν προσαρμοστεί στο κλίμα και το
υψόμετρο της περιοχής μας και αν τα ευνοούσε ο καιρός τσακίζονταν από τον
καρπό. Είχαμε λοιπόν συκιές που έκαναν ωραία σύκα, άσπρα, κόκκινα και μαύρα
αλλά εκείνα που ήταν πιο εντυπωσιακά και γλυκά ήταν τα λεγόμενα μελανά λόγω του
ότι το χρώμα της φλούδας τους ήταν όπως του παλιού μωβ μελανιού και όταν
ωρίμαζαν ήταν πολύ γλυκά. Αξιοσημείωτη δε ήταν και η αντοχή τους στις βροχές
και το κρύο του Σεπτέμβρη και έμειναν πάνω στο δέντρο σχεδόν μέχρι τα μέσα του
Οκτώβρη. Επόμενο ήταν λοιπόν να επισκεπτόμαστε αυτές τις συκιές και ας μην ήταν
δικές μας και να απολαμβάνουμε τους καρπούς τους ακόμη και κρυφά…
Από αυτές τις συκιές, όσο και να τις αναζήτησα στα χωράφια
και τις εξοχές του χωριού δεν βρήκα καμία ζωντανή και όπου υπήρχαν, μόνο τα
κούτσουρά τους έχουν μείνει μέσα στα βάτα και τις αγριάδες. Από τις άλλες ποικιλίες,
ευτυχώς υπάρχουν ακόμη μερικές που καρπίζουν και πρόλαβα να γευτώ τα σύκα τους που
η μόνη διαφορά που έχουν με των άλλων περιοχών είναι ότι είναι πιο δροσερά. Απ’
αυτά τις συκιές θα επιχειρήσω να φυτέψω γιατί αποδεδειγμένα και χωρίς ιδιαίτερη
περιποίηση καρπίζουν ενώ θα επιχειρήσω να ξαναβάλω και από τις λεγόμενες
μελανές που έχουν ακόμα στον Άγιο Γεώργιο για να συνεχίσει έτσι να υπάρχει αυτό
το είδος και να γλυκαίνουμε το στόμα μας το φθινόπωρο.
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 23092015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου