Ξεκίνησα προχθές μια καινούργια σειρά κειμένων καταγραφής
και σχολιασμού κάποιων στιγμών και ορισμένων γεγονότων στο χωριό όπου παραμένω
και μετά την άρση των όποιων μέτρων επιβλήθηκαν για την επιδημία και ασχολούμαι
με τα πατρογονικά χωράφια και προσπαθώ ό ίδιος να αναστήσω έναν κόσμο που
γνώρισα στα παιδικά μου χρόνια.
Παρά τον καθημερινό κάματο προσπαθώ να βρίσκω λίγο χρόνο
να δουλεύω, να γράφω δηλαδή κάποια κείμενα για την επιβίωση σε ότι ΜΜΕ
απόμειναν και έχουν και την δυνατότητα να πληρώσουν, γράφω όμως και δικά μου τα
οποία στην αρχή καλύπτονταν κάτω από τον γενικό τίτλο «Ζώντας έναν πραγματικό
κύκλο αγροτικής ζωής». Καλός ήταν για να συνδέει μια σειρά κειμένων που
συγγένευε η επιδημία αλλά στένευε κάπως τα όσα ήθελα να γράψω και για πράγματα
που ενώ συμβαίνουν σε αυτό το χώρο, μπορούν εντούτοις να συμβούν και σε
οποιοδήποτε άλλο σημείο και να είναι το ίδιο ενδιαφέροντα.
Έτσι από σήμερα όλα τα κείμενα θα στεγάζονται κάτω τον
τίτλο «Η ζωή στο χωριό με άλλο μάτι» ώστε να υπάρξει η δυνατότητα για ποικίλες
προσεγγίσεις και συλλογισμούς. Γιατί, όσο και να αναφερόμαστε στο «χωριό», η
πραγματικότητα πολλές φορές απέχει πάρα πολύ απ’ αυτό το ιδεατό που έχουμε στο
μυαλό μας ή εκείνο που καλλιεργείται από τους πατριδοτοπικούς συλλόγους ή από
τα ΜΜΕ προσπαθούν ακόμη να δημιουργούν «προορισμούς» σε μια Ελλάδα που τίποτα
δεν έχει μείνει να θυμίζει την ομορφιά της και φυσικά τίποτα να θυμίζει αυτό
που σε γενικές γραμμές λέμε «κοινότητα».
Ασφαλώς και πρόκειται για μια περιπέτεια και στην οποία
πολύ θα ήθελα να σας έχω συνομιλητές και γιατί όχι και συνοδοιπόρους σε αυτό το
ταξίδι σε μια άγνωστη πια ενδοχώρα. Τούτο το λέω με πολύ θάρρος καθώς οι
αναμνήσεις μου ως ενεργού κατοίκου ενός ορεινού χωριού μπορεί να σταματάνε
σαράντα χρόνια πριν, το 1980 που πήγα στην Αθήνα αλλά στην ουσία ποτέ δεν
έλειψα από το χωριό και παρακολουθούσα στενά την εξέλιξή του. Τώρα επιστρέφω,
όχι για να περάσω απλά τον καιρό μου όπως κάνουν οι συνταξιούχοι ή οι
αργόσχολοι παραθεριστές αλλά να δοκιμάσω αν μπορεί να αναστηθεί ένα κομμάτι απ’
εκείνο τον κόσμο που τον διέκρινε η λιτότητα, το μέτρο και χαρακτηρίζονταν από
ένα διαρκή αγώνα που στόχο είχε την επάρκεια αγαθών.
Το χαρακτηριστικό σε αυτό τον αγώνα ήταν η ελάχιστη
εξάρτηση από το χρήμα και τα όπλα που διέθετε ο κάθε άνθρωπος ήταν η σωματική
του δύναμη που δοκιμάζονταν καθημερινά στο χωράφι, το κοπάδι και το δάσος, η
εύνοια του καιρού που πολλές φορές ήταν απογοητευτική και φυσικά η διάθεση της
κοινότητας που πάντα είχε και τις καλές και τις κακές της στιγμές. Τα υπόλοιπα,
ήταν λεπτομέρειες που συζητιόνταν το βράδυ εκτενώς στο καφενείο και αποτελούσαν
την πρώτη ύλη για τη μυθολογία κάθε τόπου ή πολύ σύντομα στο λιτό τραπέζι λίγο
πριν τον ανακουφιστικό ύπνο που θα ακολουθούσε μια άλλα επίπονη ημέρα που τις
περισσότερες φορές έμοιαζε απελπιστικά με την προηγούμενη.
Πολλοί που έχουν τις ίδιες αναμνήσεις με μένα, σίγουρα θα
με δουν με… συμπάθεια και θα ανατρέξουν σε ανάλογες μνήμες ενώ πολλοί θα ισχυριστούν
πως ξύνω πληγές. Το καταλαβαίνω και δεν είμαι διατεθειμένος να αναλωθούμε σε άγονες
αντιπαραθέσεις. Ούτε και να ζυγίσουμε (σε πια ζυγαριά άλλωστε;) πόσο δύσκολη
ήταν η ζωή τότε και πόσο εύκολη είναι σήμερα. Όλοι διαθέτουμε κρίση και
μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα σε μια εποχή που σκοντάβουμε διαρκώς από το
ένα αδιέξοδο στο άλλο…
ΥΓ. Η φωτογραφία συμβολική, μπροστά σε έναν χρήσιμο
καθρέφτη που βοηθάει τους οδηγούς να αποφεύγουν ατυχήματα στη στροφή του κάτω
δρόμου προς την Παλιόγουρνα τον οποίο βλέπουν όλοι πως έχει πάνω του σκόνη
τουλάχιστον δυο δεκαετιών αλλά κανένας δεν πήρε την πρωτοβουλία να τον
καθαρίσει...
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 22062020
Μια καινούργια σειρά κειμένων για τη ζωή στο χωριό και ότι αυτό φανερώνει ή κρύβει μέσα του…
ΑπάντησηΔιαγραφή