Χιόνια το χωριό είχε και άλλη φορά, περισσότερα μάλιστα και πιο
βαριά, και ήταν και χρόνια που δεν είχαμε ηλεκτρικό ρεύμα, δεν είχαμε και
συγκοινωνία αλλά κανένας δεν έδινε σημασία γιατί τότε «είχαμε χωριό». Και όταν
λέμε «είχαμε χωριό», από τα τζάκια των εκατό περίπου σπιτιών πέντε – έξι ήταν
σβηστά αυτές τις ημέρες, ο παπάς λειτουργούσε κάθε γιορτινή ημέρα, τα καφενεία
(δυο ή τρία κατά καιρούς) ήταν γεμάτα κόσμο και το σχολείο είχε τρεις –
τέσσερις δεκάδες παιδιά που η χαρά μας ήταν οι επισκέψεις στα σπίτια αυτών που
γιόρταζαν τούτες τις ημέρες. Ποιος χιονιάς και ποια παγωνιά να μας τρομάξει;
Καμιά διακοσιαριά ψυχές θυμάμαι τα χρόνια του ΄60 μετρούσε το
χωριό μου, η Μεγάλη Κάψη Φθιώτιδας και οι περισσότεροι δούλευαν στα χωράφια, στα
κοπάδια και τις οικοδομές και ζούσαν όλοι καλά, ανάλογα με την δύναμη που είχε
κάθε οικογένεια και οπωσδήποτε και από τη σχέση που είχε αναπτύξει ο κάθε
νοικοκύρης με τη δουλειά…
Μιλώ για πενήντα χρόνια πίσω, για μια εποχή που κανείς δεν
φαντάζονταν πως στο χωριό θα απέμειναν να ζουν μόνιμα καμιά εικοσαριά άτομα, ως
επί το πλείστον απόμαχοι και ανήμποροι της δουλειάς αλλά, ευτυχώς, και δυο –
τρεις προκομμένες οικογένειες, οι Δημητροπουλαίοι, οι Τσιρωναίοι και οι
Γουπιαίοι που ασχολούνται με την κτηνοτροφία.
Δεν είναι και άσχημα, αν συγκρίνουμε την κατάσταση με άλλα χωριά πέρα προς την Ευρυτανία χωριά που είναι κλειστά από χρόνια. Τι να το κάνουμε όμως όταν είμαστε είκοσι άνθρωποι αυτές τις ημέρες στο χωριό και δεν χτυπάει η πια η καμπάνα της εκκλησίας και όταν το καφενείο είναι κλειστό; Έχουμε βεβαίως ηλεκτρικό, άνοιξαν αμέσως και τους χιονισμένους δρόμους αλλά πια «δεν έχουμε χωριό» και όπως δείχνουν τα πράγματα, σε λίγα χρόνια, θα είμαστε ένας καλοκαιρινός συνοικισμός της Μακρακώμης….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου