Ένας απαγορευμένος τόπος για τον κοινό άνθρωπο στο κέντρο
της Αθήνας ήταν για τέσσερις δεκαετίες (και είναι ακόμη) οι ελεύθεροι χώροι
γύρω από τα κτίρια του Πολυτεχνείου όπου τα τελευταία χρόνια σχεδόν κανένα
τμήμα σχολών δεν λειτουργεί και η κίνηση των σπουδαστών είναι σχεδόν αμελητέα,
σχεδόν ανύπαρκτη. Ο δραστηριότητες του Πολυτεχνείου έχουν μεταφερθεί εδώ και
πολλά χρόνια στου Ζωγράφου αλλά κάποιες δυνάμεις δεν επιτρέπουν να πάρουν ο
χώρος και τα κτίρια έναν άλλο ρόλο. Ακούγονται ένα σωρό ιδέες με κυρίαρχη
εκείνη που θέλει σε αυτό να στεγαστεί ένα μέρος του Εθνικού Αρχαιολογικού
Μουσείου αλλά όσοι τα προτείνουν μάλλον δεν έχουν λάβει υπ’ όψιν τους λόγους
που θα προβάλλουν οι… φύλακες του Πολυτεχνείου σε μια τέτοια προοπτική.
Οι φύλακες: καθηγητές, μόνιμοι, αναπληρωτές και επίκουροι,
φοιτητές τακτικοί και αιώνιοι, πολιτικοί ινστρούχτορες, καιροσκόποι
συνδικαλιστές με πολλά συμφέροντα και άλλοι παρατρεχάμενοι, αν και έχουν
περάσει 46 χρόνια από τα γεγονότα του 1973,
μοιάζει να είναι οι ίδιοι ή κάποιοι νεώτεροι να κληρονόμησαν τις αρετές
και τις χάρες κάποιων πατερούληδων από άλλες εποχές. Μέσα σε αυτήν την περίοδο
που λέγεται και Μεταπολίτευση σχεδόν ποτέ δεν επιδείχθηκε κάποιο ενδιαφέρον για
το Μνημείο, όπως το προέβαλλαν και το καθιέρωσαν και έγιναν συνήθεια οι
κλαυθμοί και οι οδυρμοί τους για τις καταστροφές που γίνονταν σε αυτό μετά από
κάθε επέτειο τις οποίες φυσικά και πληρώνουν όλοι οι φορολογούμενοι Έλληνες.
Ελάχιστες δε ήταν οι χρονιές που δεν κατελήφθη από τους διαδηλωτές και δεν
βανδαλίστηκε άγρια όπως γίνονταν συνήθως και ευτυχώς που κάποιες φορές δεν
πυρπολήθηκε. Ήταν εκείνες χρονιές που το κράτος πήρε την υπόθεση σοβαρά και δεν
άφησε τους φύλακες να παίξουν τον σκοτεινό ρόλο τους.
Οι φύλακες του Πολυτεχνείου δεν στενοχωρήθηκαν καθόλου γι’
αυτό. Ήξεραν πως την επομένη θα έπαιρναν πάλι την κατάσταση στα χέρια τους και
η ζωή στο Πολυτεχνείο θα συνέχιζε να κυλά ως αυτό να είναι ένα ανεξάρτητο
κομμάτι στην πόλη, όπου οι νόμοι δεν
είχαν καμιά ισχύ μιας και σε αυτό ίσχυε το λεγόμενο «άσυλο» για να κινούνται
τάχα και να καλλιεργούνται όλες οι ιδέες. Στην ουσία αποτέλεσε το κάστρο το
οποίο κατείχαν οι λογής εξεγερμένοι που περνούσαν την ημέρα τους στα ελεύθερα
Εξάρχεια και είχαν κρυμμένα τα πολεμοφόδια και σε αυτό κατέφευγαν όταν
πιέζονταν από τις δυνάμεις της Αστυνομίας στις καθημερινές συγκρούσεις τους
στους πέριξ δρόμους και την μαρτυρική απ’ όλες τις πλευρές οδό Στουρνάρη. Τα
υπόγειά του ήταν χώροι όπου δεν επιτρέπονταν να μπει κανένας χωρίς την άδεια
των φυλάκων που περνούσαν από σκληρό έλεγχο όχι μόνο όποιον πλησίαζε εκεί αλλά
και όποιον περπατούσε στο προαύλιο θέλοντας να γνωρίσει το Πολυτεχνείο. Δεν τον εμπόδιζαν αλλά τον έκαναν με τον
τρόπο τους να νιώθει ότι βρίσκεται κάτω
από τη ματιά τους σε κάθε βήμα και νιώθοντας άβολα, έφευγε.
Μπορεί οι κοινοί πολίτες να ήταν ανεπιθύμητοι στο κάστρο των
αναρχικών, όπως επιπόλαια και συλλήβδην αποκαλούσαν τα ΜΜΕ τις ομάδες που
δρούσαν μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο αλλά είχαν το ελεύθερο να
μπαινοβγαίνουν οι λογής παραβατικοί των Εξαρχείων και βεβαίως όλοι εκείνοι που
εμπορεύονται λαθραία είδη καπνού στην οδό Στουρνάρη και ναρκωτικά σε άλλα
σημεία των Εξαρχείων. Αυτοί έγιναν και η αιτία που το Πολυτεχνείο έγινε άσυλο
και για ένα σωρό άλλους αμφιβόλου προέλευσης μεταναστών που οι ευαίσθητοι
αλληλέγγυοι εγκαθιστούσαν κατά καιρούς εκεί ενώ η ποικιλία των ακτιβιστών που
δρούσαν μέσα κι έξω σε αυτό, δημιουργούσε άλλα προβλήματα.
Κάτω απ’ αυτές τις προϋποθέσεις δεν ήταν και πολύ ευχάριστο
για κάποιον να επισκεφτεί τους εξωτερικούς χώρους του Πολυτεχνείου εκτός από
τις ημέρες της επετείου που άνοιγε τις πύλες του και από την Πατησίων να μπει ο
κόσμος μέσα να καταθέσει στεφάνια στην κεφαλή του Σβορώνου που έφτιαξε ο Μέμος
Μακρής και στην τσαλακωμένη από το τανκς πόρτα που εκτίθεται ως μνημείο. Ο
ίδιος κόσμος θα έβλεπε και τα δεκάδες αραδιασμένα τραπεζάκια των πολιτικών
νεολαιών, με προεξάρχουσα πάντα την ΚΝΕ να έχει απλώσει τα περισσότερα και να
ακολουθούν οι υπόλοιπες ανάλογα με τα ποσοστά
που είχαν στις διάφορες σχολές όπου διαθέτουν υλικό προπαγάνδας, έντυπα,
αφίσες και άλλα ενώ πλήθος φοιτητών αγρεύει συνδρομητές σε εφημερίδες και
πουλάει κομματικά κουπόνια. Σε ορισμένες αίθουσες το κοινό αυτές τις ημέρες
μπορεί να δει εκθέσεις με υλικό από αντιδικτατορικό αγώνα και άλλα πράγματα
σχετικά με την εξέγερση του 1973. Με την ευκαιρία της επετείου θα δει πάλι φοιτητές
και φοιτήτριες να φτιάχνουν πανό, μια τέχνη που μοιάζει διαγωνισμός μεταξύ
διαφόρων τμημάτων και σχολών και ορισμένα απ’ αυτά, χρειάζονται πλέον και
διερμηνέα καθώς γράφονται και στα αραβικά, μια γλώσσα που καθημερινά κερδίζει
πόντους στην Ελλάδα από το πλήθος των μεταναστών που έρχονται.
Εκείνο όμως που θα τον εντυπωσιάσει όμως όποιον εισχωρήσει
στο κεντρικό προαύλιο είναι ότι οι τοίχοι των κτιρίων που είναι γεμάτοι από
γκράφιτι σαν αυτά που καταλαμβάνουν κάθε ελεύθερη επιφάνεια στην πόλη με την ίδια
θεματολογία αλλά με τη διαφορά εδώ ότι είναι πιο προσεγμένα γιατί οι
καλλιτέχνες μάλλον έχουν πολύ χρόνο στη διάθεσή τους να τα φτιάξουν όπως και
χώρο να τα απλώσουν. Τα υπογράφουν, με το τον τρόπο τους βέβαια οι ίδιοι που
έχουν γεμίσει τους τοίχους της Αθήνας με τα έργα τους ενώ ανάμεσα και σε κάθε
ελεύθερο σημείο είναι πλήθος οι μουντζούρες, τα λεγόμενα tag αλλά και προσφιλή
συνθήματα του λεγόμενου αντιεξουσιαστικού χώρου. Τα περισσότερα αφορούν την
Αστυνομία αλλά κάποια έχουν άλλους αποδέκτες και όλα μαζί δημιουργούν ένα
εικαστικό σύνολο που αν δεν φανερώνει τις τάσεις αυτής της τέχνης των τοίχων,
αποκαλύπτει σίγουρα τις προτεραιότητες που βάζουν οι φοιτητές στις σπουδές
τους.
Παλιότερα, σε μια άλλη ευκαιρία που είχα να περιδιαβώ τους
εξωτερικούς χώρους του Πολυτεχνείου σε μια πιο ήρεμη εποχή και μάλιστα
κατακαλόκαιρο που οι πάντες, μη των φυλάκων εξαιρουμένων ήταν σε διακοπές, η
θεματολογία ήταν πιο ήπια και τα έργα
πιο ελαφρά. Ακολουθώντας την μοίρα των γκράφιτι που είναι η επικάλυψή τους από
ένα καινούργιο που κι αυτό θα δώσει τη θέση του σύντομα σε ένα άλλο ή θα
μουτζουρωθεί από κάποιον που δεν του αρέσει, εκείνα αποτελούν μια στρώση
χρώματος του τοίχους και ελάχιστοι τα
θυμούνται. Όπως σίγουρα θα συμβεί και με τα τελευταία στα οποία είναι εμφανής η
βία που στεγάζει και καλλιεργείται επί του προκειμένου στο Πολυτεχνείο. Βία που
θέλω να πιστεύω ότι δεν πηγάζει ούτε και εμπνέει το σύνολο των φοιτητών αλλά
μικρές ομάδες που κινούνται ανάμεσά τους και μπορεί να μην είναι καν φοιτητές
αλλά στην ανοχή που καλλιεργήθηκε τόσα και τόσα χρόνια να κατάφεραν να μην
ξεχωρίζουν.
Ο ερευνητής του μέλλοντος που θα σκύψει στην ιστορία του
Πολυτεχνείου μετά την εξέγερση του 1973 και ιδιαίτερα στον τρόπο που οργανώθηκε
και εξελίχθηκε ο ετήσιος εορτασμός της
επετείου θα είναι πολύ ευχαριστημένος αν έχει στη διάθεσή του αυτό το εικαστικό
υλικό. Μπορεί να μην είναι τέχνη που σπουδάστηκε στις αίθουσες της Σχολής Καλών
Τεχνών γιατί και αυτή έχει μετακομίσει αλλού αλλά οπωσδήποτε εκφράζει την
σημερινή γενιά των εικαστικών η οποία σαφώς και δημιουργεί μέσα στην κοινωνία,
όπως αυτή διαμορφώθηκε από την Μεταπολίτευση και δώθε και το Πολυτεχνείο
ασφαλώς και έχει επηρεάσει πολύ καθώς πάνω σε αυτό ακούμπησαν ουτοπίες αλλά
στηρίχθηκαν, με πολλούς αγώνες και μπόλικη προπαγάνδα λαμπρές και προσοδοφόρες
καριέρες στην κοινωνία και ισχυρές δυναστείες στην πολιτική ζωή του τόπου. Τα
τελευταία έργα στην γκαλερί των γκράφιτι στους τοίχους του Πολυτεχνείου αυτά
δείχνουν και όποιος προλάβει να τα δει θα έχει γνώμη για το τι ιδέες
καλλιεργούνται στους τοίχους του.
ΑΘΗΝΑ, 18112019. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 2 - 3.
Ο ερευνητής του μέλλοντος που θα σκύψει στην ιστορία του Πολυτεχνείου μετά την εξέγερση του 1973 και ιδιαίτερα στον τρόπο που οργανώθηκε και εξελίχθηκε ο ετήσιος εορτασμός της επετείου θα είναι πολύ ευχαριστημένος αν έχει στη διάθεσή του αυτό το εικαστικό υλικό. Στον σημερινό «Φιλελεύθερο» για όσους κι όσες δεν βρήκαν την εφημερίδα.
ΑπάντησηΔιαγραφή