Ο Γιώργος Κονταξής βγάζει τσίπουρα στη Ρεντίνα |
Η πρώτη μου, στην παιδική μου ηλικία γνωριμία με τα
τσιπροκάζανα, ομολογώ δεν με ενθουσίασε· τον Νοέμβριο
στο χωριό περίσσευε η λάσπη και οι κρύες γαλότσες που φορούσαμε μπορεί να ήταν
τρύπιες για να περπατάμε στα ρέματα που έχωναν τότε τα καζάνια κάτω από
πρόχειρες παράγκες με τρύπια τσίγκια και κουρελούδες για να έχουν άφθονο νερό
και χώρο να πετάνε τα τσάμπουρα μετά την απόσταξη. Εκείνα πάνω κάτω τα χρόνια
ήρθαν στο χωριό και τα πλαστικά λάστιχα και η κατάσταση κάπως βελτιώθηκε καθώς
τα καζάνια μπήκαν σε καλύβια ή τίποτα άδειες αχυρώνες αλλά εκεί μέσα πάλι μας έπνιγε
ο καπνός και οι αναθυμιάσεις. Χώρια που έπρεπε να ζούμε και σε ένα κλίμα
μυστικότητας καθώς η μισή παραγωγή ήταν σχεδόν παράνομη γιατί χρειάζονταν άδεια
από την Εφορία και για τη συμμόρφωση των υπόχρεων τότε αρμόδιος ήταν ο
χωροφύλακας.
Δεν ήταν μέσα στις ωραίες αναμνήσεις μου τα τσιπροκάζανα.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, να το πούμε χοντρικά, την μεταπολίτευση, είχα ξεχάσει
την γεύση του τσίπουρου. Τίμησα όμως συστηματικά όλα τα ποτά που κυκλοφορούσαν
τη μέρα και τη νύχτα, ειδικά το ουίσκι που ήταν το αγαπημένο μου για πολλά
χρόνια μέχρι που το σταμάτησα. Εδώ και μια οκταετία μπορώ να πω ότι δεν πίνω
σχεδόν τίποτα γιατί απλά δεν μου αρέσει και συμβεί καμιά φορά ομολογώ ζαλίζομαι
όπως την πρώτη φορά που έβαλα ποτό στο στόμα μου!
Τα τελευταία χρόνια που πηγαίνω συχνά στην Καρδίτσα, τον
παράδεισο των τσίπουρων, ανακάλυψα πάλι τα τσίπουρα και εντρύφησα μπορώ να πω στον
πολιτισμό τους και τη σημασία που έχουν αυτά για την τοπική κοινωνία και
οικονομία. Όχι όπως ο πολύς κόσμος που κατέφυγε στο τσίπουρο και τις ρακές ως
πράξη αντίστασης απέναντι στα μονοπώλια, τον καταναλωτισμό, τα εισαγόμενα και
τα λοιπά φαιδρά που επιστρατεύονται για να μη φανερώσουν την οικονομική
στενότητα που βρίσκεται όλη η κοινωνία, αλλά ως μια συνέχεια της αγροτικής
παραγωγής και την μεταποίηση αγροτικών προϊόντων. Έτσι γνώρισα και τα
καινούργια καζάνια και τις νέες μεθόδους απόσταξης και διαπίστωσα πως έχασα
σπουδαίες σκηνές όλα αυτά τα χρόνια που δεν ασχολούμουν με τα τσίπουρα και
βεβαίως σελίδες από την αποενοχοποίηση από τις καταναλωτικές συνήθειες και την
καθιέρωσή τους στην αγορά και την αναγνώρισή τους από μεγαλύτερο αριθμό
καταναλωτών ως ένα εξαιρετικό προϊόν που χαρίζει άφθονο οπουδήποτε η ελληνική
γη.
Είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο της ελληνικής ζωής το τσίπουρο
και έτσι πρέπει να το αντιμετωπίσουμε γιατί εκτός από σημαντικός οικονομικός πόρος
για μια σειρά παραγωγών και αξίας που κινεί ένα μεγάλο τμήμα της αγοράς, από το
αμπέλι και το καζάνι ως το τσιπουράδικο, είναι και εργαλείο επικοινωνίας για
μια τοπική κοινωνία. Επί πλέον, τα καζάνια που είναι πλέον από τα πιο σύγχρονα και
σε τίποτα δεν μοιάζουν με τις παράγκες στα ρέματα με τις λάσπες και αξίζει να ζήσει
κάποιος μια νύχτα εκεί με καλή παρέα…
ΑΘΗΝΑ, 16112016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου