Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010
ΟΙ ΑΜΥΓΔΑΛΙΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΑΓΟΡΑΣ
Τελικά ο διάλογος για τις αμυγδαλιές της Αθήνας που ξεκινήσαμε πριν από δυο ημέρες με οδήγησε σήμερα το μεσημέρι πάλι στην αρχαία Αγορά αναζητώντας τα ανθισμένα δέντρα. Μου είχε πει ένας φύλακας πως υπήρχαν μερικά προς τη μεριά του Θόλου εκεί όπου έχουν μια εγκατάσταση με τα εργαλεία και διάλεξα την είσοδο από την Αποστόλου Παύλου να φθάσω εκεί.
Περπάτησα λίγο ανάμεσα στις νέες πρασινάδες του περιπάτου και έψαξα με το μάτι από το μικρό ξέφωτο να τις εντοπίσω αλλά μάταια. Δεν φαινόταν τίποτα ανθισμένο εκεί πέρα. Βαδίζοντας προς την αποθήκη πέρασα κάτω από μια μεγάλη βελανιδιά που άγνωστο για ποιο λόγο κρατάει ακόμα κίτρινα τα φύλλα της και εκεί δίπλα της είδα την πρώτη αμυγδαλιά. Ήταν ένα μικρό δεντράκι με ελάχιστα λουλούδια και κοντά στη ρίζα του υπήρχε μια μεταλλική πλάκα για όσους δεν την γνωρίζουν που λέει τι είναι!
Λίγο πιο πέρα είδα πως κάποια άλλα γυμνά δέντρα που έμοιαζαν με αμυγδαλιές είχαν κάτι λουλουδάκια στα κλαριά τους και βάδισα ως εκεί. Ήταν όντως αμυγδαλιές αλλά στο μαύρο τους το χάλι καθώς κατάλαβα πως έχουν πολλά χρόνια να τύχουν κάποιας φροντίδας από ανθρώπινο χέρι και τα κλαδιά τους τα περισσότερα ήταν ξερά. Χώρια δε που κάτι καρποί που είχαν κάνει πέρσι είχαν ξεραθεί και ήταν ακόμα κολλημένοι στα κλαδιά αφού κανένα χέρι πάλι δεν τα καθάρισε ώστε να βρουν χώρο τα νέα βλαστάρια και τα λουλούδια.
Οι αμυγδαλιές είναι αφημένες στην τύχη τους και είναι θαύμα πως κατόρθωσαν να βγάλουν φέτος κάποια λίγα λουλουδάκια μέσα στο ξερό φύλλωμά τους. Παρά τα λίγα λουλουδάκια τους όμως κατάφερναν να δίνουν ένα άλλο τόνο στο τοπίο και ζωγράφιζαν ανοιξιάτικα μπροστά από τα σκούρα πεύκα και τις ελιές, την εικόνα της Ακρόπολης.
ΠΟΥ ΠΗΓΕ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ;
Δεν ξέρω που απολαύσατε σήμερα τη χειμωνιάτικη λιακάδα αλλά πιστεύω πως περάσατε καλά και μπορεί εκεί που ήσασταν να πήρατε και είδηση πως διανύουμε την περίοδο του Τριωδίου, ήτοι μασκαρέματα, μουσικές, τραγούδια, χοροί και όλα τα άλλο που μπορούν να δώσουν στην πόλη μια αίσθηση γιορτής και μια νότα αισιοδοξίας που τόσο μας λείπει.
Εγώ έκανα από το μεσημέρι το γύρο του αρχαιολογικού κέντρου της Αθήνας με στόχο να ανακαλύψω κάποιες κρυμμένες αμυγδαλιές στην Αρχαία Αγορά. Περπάτησα μέχρι το Γκάζι και ανέβηκα μετά όλη την Ερμού μέχρι το Σύνταγμα. Δεν θα γράψω αυτή τη στιγμή τι είδα, ένα μόνο σας λέω: με τόσες Lui Vitton που έχουν απλωμένες οι μαύροι στα σεντόνια και τα άλλα πολυτελή προϊόντα μαϊμούδες που καταλήγουν στα χέρια των γυναικών πολύ καλά κάνει η κυβέρνηση και νομίζει πως έχουμε τον τρόπο μας και θέλει να μας φορολογήσει περισσότερο. Βλέπετε, αυτοί ξέρουν από τις γνήσιες τσάντες για παράδειγμα και λένε αφού η Lui Vitton δίνει και παίρνει παντού, ας τους τα πάρουμε κι εμείς. Τους περισσεύουν…
Πουθενά όμως σε όλη τη διαδρομή δεν πήρα είδηση πως είμαστε στην καρδιά του Τριωδίου εκτός από την πλατεία Μοναστηρακίου όπου μια ομάδα χορευτών, πληρωμένων νομίζω από το Δήμο, ντυμένοι στα βραζιλιάνικα προσπαθούσαν να δημιουργήσουν λίγο κλίμα καρναβαλιού. Ψόφια όμως πράγματα. Με το ζόρι χόρευαν γιατί κανένας απ’ όσους μαζεύτηκαν γύρω τους δεν είχε διάθεση νοερά έστω να λικνιστεί σε ένα σκοπό.
Χώρια που το ντύσιμο από τις χορεύτριες παρέπεμπε σε τίποτα περιοχές του αρκτικού κύκλου παρά σε φλογερές βραζιλιάνες ενώ των αντρών έμοιαζαν με παρδαλές στολές γυμναστηρίου. Τίποτα, όση ώρα κάθισα εκεί δεν είδα να ανεβαίνει το κέφι της καταρρακωμένης από την προπαγάνδα των ειδήσεων ούτε κατά ένα βαθμό! Αν δεν υπήρχαν δε και κάποιοι στην πλατεία που έτρωγαν σουβλάκια θα νόμιζε κανείς πως διανύουμε από τώρα τη Σαρακοστή. Εκτός αυτού είδα πως οι καρναβαλιστές νευρίασαν με την παρουσία τους και ένα από τα γνωστά ινδιάνικα μουσικοχορευτικά συγκροτήματα που κάνουν West την Ερμού κάθε μέρα γιατί τους έκοψαν τη δουλειά, μέρα που ήταν.
Αυτό δε που μου έκανε μεγάλη εντύπωση είναι ότι ελάχιστα από τα παιδάκια που φέρνουν συνήθως κάποιοι νέοι γονείς με καροτσάκια και τα ταλαιπωρούν κυριακάτικα στην πηγμένη Αδριανού ήταν κάπως μασκαρεμένα. Ήταν εν ολίγοις μια Κυριακή σαν όλες τις άλλες και αυτό σημαίνει πολλά για την Αθήνα και βεβαίως τους κατοίκους της.
Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010
ΑΜΥΓΔΑΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟ ΤΗΛΕΣΚΟΠΙΟ
Το πρωί ξεκινήσαμε ένα ωραίο διάλογο σχετικά με τις αμυγδαλιές της Αθήνας που είναι η εποχή τους να ανθίσουν και πίστευα πως υπάρχουν πολλές από αυτές στους αρχαιολογικούς χώρους γύρω από την Ακρόπολη. Πήγα λοιπόν να τις αναζητήσω και να κάνω κάποιες φωτογραφίες που ήθελα. Ανεβαίνοντας γύρω στις 2 και κάτι την Αδριανού από το Θησείο εντόπισα μία μέσα στην Αρχαία Αγορά και αφού προσπέρασα τους μετανάστες που είχαν απλώσει τις μαϊμούδες τσάντες στην είσοδό της, περπάτησα μέχρι την ανθισμένη αμυγδαλιά.
Ήταν ένα νέο σχετικά δέντρο με δυο κλάδους από τους οποίους ο ένας ακουμπούσε σε ένα πεύκο και ο άλλος σε ένα πλάτανο όπου διακρίνονταν και μια άδεια φωλιά από μεγάλα πουλιά – πιθανόν δεκαοχτούρες. Παρατήρησα ότι η ανθοφορία ήταν κανονική και ότι ένα πλήθος από έντομα τα οποία παρασύρθηκαν από τη σημερινή καλοκαιρία βούιζαν γύρω από τα λουλούδια της - αυτός είναι εξάλλου και ο ρόλος τους σε τούτο τον κόσμο! Και να ήθελα όμως να κόψω ένα λουλούδι, έτσι για το καλό, ήταν αδύνατο καθώς η αμυγδαλιά αυτή στριμωγμένη ανάμεσα στον πλάτανο και το πεύκο είχε ρίξει ύψος και ήταν αδύνατο να φτάσω στα κλαδιά της. Έτσι έμεινα με άδεια τα χέρια από άνοιξη και τα μάζεψα…
Βαδίζοντας προς την έξοδο άκουσα ξαφνικά μια συγχορδία σφυριγμάτων απ’ όλες τις κατευθύνσεις του χώρου και περνώντας την είσοδο όπου εξαιτίας της περιπολίας κάποιων αστυνομικών είχαν εξαφανιστεί τα σεντόνια με τις τσάντες και τα άλλα λαθραία ρώτησα τον υπάλληλο της εισόδου τι συμβαίνει. Σφυρίζουν οι φύλακες μου είπε για να βγούνε από το χώρο οι επισκέπτες. Τόσο νωρίς, τον ρώτησα. Ούτε τρεις δεν είναι η ώρα. Μου απάντησε πολύ φυσικά πως δεν υπάρχουν διαθέσιμοι φύλακες και έτσι έπρεπε να κλείσουν!
Έφυγα με την απορία αν στέκουμε καλά σε αυτόν τον μοναδικό για την ιστορία του και τη βλακεία που κουβαλάμε τόπο. Την πρώτη ημέρα της άνοιξης, με ένα σωρό κόσμο, ημεδαπούς και ξένους στο Μοναστηράκι και στη γύρω περιοχή δεν υπάρχουν φύλακες να μείνει ανοιχτή η αρχαία αγορά μέχρι το σούρουπο. Κάτι δηλαδή το αυτονόητο δεν γίνεται γιατί το Υπουργείο Πολιτισμού δεν έχει χρήματα όπως κατάλαβα να πληρώσει κάποιους ανθρώπους να εξυπηρετήσουν τον κόσμο που θα ήθελε να επισκεφτεί το χώρο.
Έτσι όποιος θέλει να επισκεφθεί το χώρο, όπου έμαθα πως υπάρχει και μια άλλη συστάδα με ανθισμένες αμυγδαλιές κοντά στο Θόλο προς την πλευρά της Διονυσίου Αρεοπαγίτου πρέπει να πάει νωρίς γιατί στην Ελλάδα είμαστε ακριβοί στα πίτουρα και φθηνοί στο αλεύρι!
Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΑ ΑΙΜΑΤΑ...
Τις χειμωνιάτικες λαμπρές αιθρίες της Αττικής είθισται να ακολουθούν δειλινά χαμένα στα βαριά σύννεφα της νέας κακοκαιρίας που πλησιάζει. Γι’ αυτό και είναι δανεική η φωτογραφία της αποψινής καλησπέρας μας από ένα άλλο ταξίδι στις Κυκλάδες με ήμερη θάλασσα και ουρανό που τον βάραιναν μόνο τα ματωμένα χρώματα εκείνης της χειμωνιάτικης δύσης.
Καλό και φωτεινό απόγευμα σε όλους σας…
ΟΙ ΑΜΥΓΔΑΛΙΕΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΙΞΗ
Το σηκώνει η ημέρα· λαμπερή και καθαρή μας θυμίζει πως ο χειμώνας ετοιμάζεται σιγά – σιγά να πάρει το δρόμο της επιστροφής προς την πατρίδα του στο Βορά και μας το δείχνει με μια κλασσική αττική αιθρία, μοναδική και σπάνια, όπως και οι ανθισμένες αμυγδαλιές που μπορεί να συναντήσετε σαν περπατήσετε σήμερα σε κάποιες γωνιές της Αθήνας…
Το λέω τούτο γιατί αυτό το ευλογημένο δέντρο που με την ανθοφορία του δηλώνει ακριβώς την υποχώρηση του χειμώνα και τον ερχομό της άνοιξης έχει σχεδόν εξαφανιστεί από τους δρόμους και τις πλατείες της Αθήνας και μόνο μέσα στους αρχαιολογικούς χώρους, δίπλα στις γραμμές του ηλεκτρικού και σε κάποια έρημα οικόπεδα στα προάστια μπορείτε ακόμη να δείτε κάποιες απ’ αυτές ανθισμένες.
Εκεί όμως που θριαμβεύουν οι αμυγδαλιές αυτές τις ημέρες είναι ορισμένα μέρη της Βοιωτίας και φυσικά κάτω από τον Παρνασσό, στα περίχωρα της Αμφίκλειας (φωτογραφία) όπου κατά ένα παράδοξο τρόπο επιζούν ακόμη ακέραιοι κάποιοι παλαιοί αμυγδαλεώνες. Φαίνεται πως η αξία της γης εκεί δεν ήταν τέτοια που τους μετέτρεπε σε πιο παραγωγικό ίσως κι έτσι ξεχάστηκαν εκεί και τους θυμούνται μόνο σαν ανθίζουν και από μακριά μοιάζουν όπως το χιονισμένο δάσος.
Το ίδιο όμορφες είναι απ’ όσο γνωρίζω οι αμυγδαλιές δίπλα από τις γραμμές του τρένου σε όλη τη διαδρομή ως τη Φθιώτιδα και βεβαίως στα Λουτρά Υπάτης όπου κι εκεί υπάρχουν μεγάλοι παρατημένοι αμυγδαλεώνες που είναι χάρμα οφθαλμών αν τους δείτε ανθισμένους καθώς και στο δρόμο που οδηγεί από την Εθνική οδό προς το Βόλο. Μοναδική εικόνα είναι επίσης οι ανθισμένες αμυγδαλιές γύρω από το μοναστήρι του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία, περιοχή η οποία λόγω της εγκατάλειψης θυμίζει όσο καμιά άλλη το περίφημο ελληνικό τοπίο που κοντεύουμε να ξεχάσουμε πως ήταν…
ΑΘΗΝΑ, 30012010
Ετικέτες
ΑΘΗΝΑ,
ΑΜΥΓΔΑΛΙΕΣ,
ΑΜΦΙΚΛΕΙΑ
Τόπος:
Αθήνα, Ελλάδα
Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010
ΠΟΙΟΣ ΜΑΣ ΚΑΡΦΩΝΕΙ ΣΤΟΥΣ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ;
Μη περιμένετε το ραδιόφωνο να μάθετε τι γίνεται με τα spreads και τα άλλες άγνωστες λέξεις που μπήκαν τελευταία στο λεξιλόγιο των Ελλήνων και του μαυρίζουν την ψυχή και του κόβουν τα πόδια…
Μια μικρή βόλτα μπροστά στη Υπουργείο Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους) στη γωνία Πανεπιστημίου και Κοραή θα σας πείσει που βρίσκουν έδαφος όλοι αυτοί που ακούνε σε κάτι ονόματα σαν Τρισέ, Αλμούνια κλπ και αφού το παίζουν ως κηδεμόνες μας αμέσως απολάνε τα διαρκώς πεινασμένα για χρήμα σκυλιά του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και μας τα αρπάζουν.
Υποθέτω δε πως εκείνος ο Ρουμπινί έχει βάλει ανθρώπους και έκανε αυτό που δείχνει η φωτογραφία που τράβηξα σήμερα μπροστά στην πόρτα του ΓΛΚ και του τις στέλνουν. Με αυτές λοιπόν κατεβάζει διάφορες «ανθελληνικές» ιδέες περί των κινέζων επενδυτών και μόλις τις διαβάζουν τα golden boys όλου του κόσμου μας τραβάνε αμέσως το χαλί και δείχνουν πως δεν θέλουν μόνο να μας αδειάσουν τις τσέπες αλλά να μας πάρουν και τα παντελόνια και ότι φοράμε από κάτω…
ΓΕΜΙΣΕ Η ΠΟΛΗ ΠΑΠΑΤΖΗΔΕΣ!
Είχα λόγο να βγω σήμερα από το σπίτι πριν από το μεσημέρι αλλά οι ειδήσεις από το ραδιόφωνο για τις άσχημες εξελίξεις που είχε η υπόθεση δανεισμού της Ελλάδας με έκαναν να το κλείσω και να φύγω άρον – άρον γιατί θα γέμιζε πάλι φόβους η ψυχή μου και βγήκα γρήγορα - γρήγορα να δω αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα. Αν δηλαδή φτωχύναμε τόσο που αρχίσαμε να ψάχνουμε στους κάδους των σκουπιδιών για τίποτα φαγώσιμο.
Πήρα λοιπόν κατήφορο την Ιπποκράτους κάνοντας τον συνηθισμένο βάδισμα του δρόμου που μέρα με τη μέρα αδειάζει από κόσμο και γεμίζει αστυνομικούς (μια ομάδα στην Καλλιδρομίου για το γνωστό τμήμα, δυο – τρεις κλούβες στη Βαλτετσίου για το ΠΑΣΟΚ και μια μοίρα απ’ αυτούς που καβαλλούν τα μπλε παπάκια στην Ακαδημίας) και με έβγαλε κατευθείαν στην Πανεπιστημίου.
Τίποτα δεν είχε αλλάξει από χθες αλλά στη στάση μπροστά στη Βιβλιοθήκη είδα κόσμο μαζεμένο και μου φάνηκε ασυνήθιστο. Κάποιος θα έπαθε κάτι σκέφτηκα και ως είθισται, ένα σωρό κόσμος μαζεύεται από πάνω του που περισσότερο μοιάζει να περιμένουν να ξεψυχήσει παρά να τον βοηθήσει. Ευτυχώς σαν πλησίασα είδα πως δεν είχε γίνει κάτι τέτοιο αλλά παπατζήδες είχαν στρώσει κι εκεί παιχνίδι. Τι παπατζήδες δηλαδή, οι γνωστοί ήταν που μέχρι χθες το έστρωναν το πολύ μέχρι την είσοδο του REX σήμερα πέρασαν το σύνορο της Ιπποκράτους.
Το γεγονός σημειώνεται ως ιστορικό για πολλούς λόγους που δεν είναι της στιγμής να αναλυθούν. Βασικά όμως γιατί φαίνεται πως αυξήθηκαν τα θύματα που ψάχνουν την τύχη τους στο δρόμο και οι παπατζήδες άπλωσαν τις δουλειές τους και σε σημεία που για λόγους τάξης και αστυνόμευσης μέχρι τώρα δεν τα πλησίαζαν. Φαίνεται πως πήραν είδηση το φόβο που σπέρνουν για τα οικονομικά στους πολίτες οι ειδήσεις και ανέλαβαν να του δώσουν κέρδη και ελπίδες.
Με τη φόρα που έχουν πάρει, σύντομα τους βλέπω να στρώνουν παιχνίδι και απέξω από τη Βουλή αλλά φοβάμαι πως εκεί δεν θα τους αφήσουν καθώς θα αρχίσουν να φωνάζουν για αθέμιτο ανταγωνισμό οι 300 επίσημοι εθνικοί παπατζήδες…
Πήρα λοιπόν κατήφορο την Ιπποκράτους κάνοντας τον συνηθισμένο βάδισμα του δρόμου που μέρα με τη μέρα αδειάζει από κόσμο και γεμίζει αστυνομικούς (μια ομάδα στην Καλλιδρομίου για το γνωστό τμήμα, δυο – τρεις κλούβες στη Βαλτετσίου για το ΠΑΣΟΚ και μια μοίρα απ’ αυτούς που καβαλλούν τα μπλε παπάκια στην Ακαδημίας) και με έβγαλε κατευθείαν στην Πανεπιστημίου.
Τίποτα δεν είχε αλλάξει από χθες αλλά στη στάση μπροστά στη Βιβλιοθήκη είδα κόσμο μαζεμένο και μου φάνηκε ασυνήθιστο. Κάποιος θα έπαθε κάτι σκέφτηκα και ως είθισται, ένα σωρό κόσμος μαζεύεται από πάνω του που περισσότερο μοιάζει να περιμένουν να ξεψυχήσει παρά να τον βοηθήσει. Ευτυχώς σαν πλησίασα είδα πως δεν είχε γίνει κάτι τέτοιο αλλά παπατζήδες είχαν στρώσει κι εκεί παιχνίδι. Τι παπατζήδες δηλαδή, οι γνωστοί ήταν που μέχρι χθες το έστρωναν το πολύ μέχρι την είσοδο του REX σήμερα πέρασαν το σύνορο της Ιπποκράτους.
Το γεγονός σημειώνεται ως ιστορικό για πολλούς λόγους που δεν είναι της στιγμής να αναλυθούν. Βασικά όμως γιατί φαίνεται πως αυξήθηκαν τα θύματα που ψάχνουν την τύχη τους στο δρόμο και οι παπατζήδες άπλωσαν τις δουλειές τους και σε σημεία που για λόγους τάξης και αστυνόμευσης μέχρι τώρα δεν τα πλησίαζαν. Φαίνεται πως πήραν είδηση το φόβο που σπέρνουν για τα οικονομικά στους πολίτες οι ειδήσεις και ανέλαβαν να του δώσουν κέρδη και ελπίδες.
Με τη φόρα που έχουν πάρει, σύντομα τους βλέπω να στρώνουν παιχνίδι και απέξω από τη Βουλή αλλά φοβάμαι πως εκεί δεν θα τους αφήσουν καθώς θα αρχίσουν να φωνάζουν για αθέμιτο ανταγωνισμό οι 300 επίσημοι εθνικοί παπατζήδες…
ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ
Για δυο – τρεις μήνες, όπως θέλει εξάλλου και το ημερολόγιο, ο χειμώνας κατοικεί στον τόπο μας. Σπίτι του όπως φαίνεται είναι τα ψηλά βουνά που τα καλύπτει πάντα με βαρύ χιόνι και αυλή του οι κάμποι που καμιά φορά καταδέχεται να τους ασπρίσει κι αυτούς και τα νησιά που πολλές μέρες γίνονται φυλακές εξαιτίας των αέρηδων που εξαπολύει ενώ στις πόλεις υποχρεώνει τους ανθρώπους να περιορίσουν τις άσκοπες κινήσεις.
Στα βουνά όμως που βασιλεύει ο γέρο χειμώνας κάπου πρέπει να φωλιάζει για να ξεκουράζεται κι αυτός κάποιες στιγμές από το βαρύ έργο που τον θέλει όλη τη μέρα να τρέχει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και να ρίχνει χιόνι. Ποιο σπίτι όμως να τον δεχθεί αφού τα περισσότερα στα ορεινά χωριά είναι κλεισμένα καθώς από το φόβο του οι περισσότεροι κάτοικοι φεύγουν να ξεχειμωνιάσουν στις πόλεις και τα αφήνουν πίσω τους κλειδωμένα; Το ίδιο συμβαίνει και με τα άδεια σχολεία, τις κρύες εκκλησίες ακόμα και με τα μαγαζιά.
Πουθενά, όπου και να χτυπήσει πόρτα δεν θα βρεθεί άνθρωπος να του ανοίξει, να τον καλοδεχτεί και να τον περιποιηθεί. Μόνο σε τίποτα παρατημένες αχυρώνες και αποθήκες που ξέρει ότι έχουν αφήσει ανοιχτές τις πόρτες γιατί τίποτα που να αξίζει δεν στεγάζουν πλέον παρά την ερημιά κι εκεί βρίσκει μια γωνιά να γείρει από το έργο της ημέρας και να αφουγκράζεται τη νύχτα που συνεχίζει να δουλεύει πάνω στο πρόγραμμα που αυτός βάζει.
Δεν διαλέγει όμως όποια - όποια αχυρώνα ο γέρο χειμώνας να γείρει γιατί κάποιες φορές ξεπερνάει τις δυνάμεις του σε έργο και αποκάνει. Η ηλικία του υπαγορεύει λίγες ώρες παραπάνω στο στρώμα και γι’ αυτό προτιμά εκείνες που είναι σε κάποιο ξάγναντο κι έχουν ένα παραθυράκι στον τοίχο ή ένα μπαλκονάκι για να μπορεί να βγαίνει να βλέπει τον κόσμο που έντυσε στα κατάλευκα και να πιάνει κουβέντα με κανένα σπουργίτι που ψάχνει κι αυτό στέγη…
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 19012011
Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010
ΤΟ ΧΙΟΝΙ ΣΒΗΝΕΙ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ…
Ανεξάρτητα από τα υλικά, το ύψος, τους χώρους και τους κόσμους που ορίζουν, τα σύνορα είναι μια πραγματικότητα που δεν χωρά αμφισβητήσεις - εκτός από την περιπτώσεις αυτός που θέλει να τα περάσει λαθραία έχει φτερά να πετάξει από το ένα μέρος προς το άλλο ή διαλέξει μια απ’ αυτές τις ημέρες που χιονίζει πολύ να περπατήσει κρυφά από πάνω τους…
Η μόνη περίπτωση που πραγματικά η έννοια σύνορο ακυρώνεται προσωρινά, είναι όταν το χιόνι ξεπεράσει το ύψος του και με το συμπαγές λευκό σώμα του γεφυρώσει τα δυο αποκομμένα απ’ αυτό μέρη του χώρου. Στην περίπτωση μάλιστα που το χιόνι παγώσει και μπορεί στην επιφάνειά του να περπατήσει ακόμα και ένας βαρύς άνθρωπος ή ζώο, τότε ούτε καν υφίσταται το σύνορο και επιζεί μόνο σαν ιδέα μέχρι να πάρει να λιώνει το χιόνι και να αρχίσουν να εμφανίζονται πάλι τα λογής – λογής παλούκια, πάσσαλοι και συρματοπλέγματα που το συνθέτουν.
Στην ουσία το χιόνι ακυρώνει την έννοια της όποιας ιδιοκτησίας αφού για λίγες ή πολλές ημέρες καλύπτει το χωράφι του δείνα ή το οικόπεδο του τάδε και δίνει τη δυνατότητα εκτός από τους ανθρώπους και στα άγρια ζώα του δάσους να μπουν σε περιφραγμένα περιβόλια και να πλησιάσουν τα απαγορευμένα σε άλλες στιγμές γι’ αυτά σημεία κάποιου χωριού. Ο περίπατός τους όμως αυτός δεν έχει κανένα αποτέλεσμα όσον αναφορά την αναζήτηση τροφής γιατί το χιόνι με το ύψος του επιτρέπει μεν το πέρασμα του συνόρου αλλά με το βαρύ όγκο του προφυλάσσει τα λαχανικά ενδεχομένως που έχει το χωράφι και απελπίζει τα ζώα που ποιος ξέρει πόσο καιρό περίμεναν τη μεγάλη στιγμή να περάσουν το φράχτη που τα εμπόδιζε. Οι αντιδράσεις τους φαίνονται καθαρά σαν ξημερώσει πάνω στην παγωμένη λευκή επιφάνεια που σημαδεύεται από πυκνά ίχνη από τα πόδια και τα νύχια τους που μάταια έσκαψαν στο χιόνι να φθάσουν μέχρι τη βαθιά θαμμένη τροφή.
Το βιολογικό ρολόι τους θα τους δείξει πως πρέπει να εγκαταλείψουν την προσπάθεια και να φύγουν πριν τα βρει το ξημέρωμα μακριά από τη φωλιά τους και νηστικά όπως ήρθαν θα απομακρυνθούν. Η σκέψη τους όμως θα παραμείνει στο χωράφι με τα λαχανικά το οποίο σύντομα πάλι θα επισκεφθούν αλλά την επομένη φορά μπορεί να μην έχει χιόνι και τότε θα βρουν τον αληθινό φράχτη μπροστά τους.
ΑΘΗΝΑ, 18022010
Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ Α’
Ακούμε από τις ειδήσεις ότι έρχεται βαριά κακοκαιρία, και, καθώς έχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή που η επαφή μας με τη φύση περιείχε ουσία, η εικόνα που σχηματίζουμε στο μυαλό μας για τα καιρικά φαινόμενα όχι μόνο είναι λανθασμένη αλλά πολλές φορές ούτε καν ανταποκρίνεται με την πραγματικότητα αφού έχει γίνει ένα ακόμα στερεότυπο στη ρηχότητα των ΜΜΕ και την πρακτική της διαφήμισης.
Όποιο και να είναι όμως αυτό, ποτέ δεν θα μπορέσει να αγγίξει το συναίσθημα που κάνει την καρδιά να χτυπάει αλλόκοτα σαν κλείνουν ξαφνικά οι ορίζοντες από τα σκοτεινά σύννεφα και μέσα σε μια απόλυτη σιγαλιά -σαν να κρατάει την ανάσα της η γη μοιάζει- αρχίζει να χιονίζει ασταμάτητα για πολλές ώρες. Τίποτα δεν μπορείς να δεις τότε στον ουρανό που αδειάζει συνέχεια τις νιφάδες και την ένταση την καταλαβαίνεις από το ύψος που σωρεύεται στο έδαφος και καμιά φορά μπορεί να ξεκινήσει από λίγους πόντους το απόγευμα και να ξημερώσει παραπάνω από μέτρο το πρωί. Μπροστά σε αυτό το δέος μπορείς να νοιώσεις πως ένα μικρό λάθος στη μηχανή του καιρού μπορεί να θάψει μετά από μια ασταμάτητη χιονόπτωση τον κόσμο κάτω από στοιβάδες δεκάδων μέτρων χιονιού.
Όπως πάλι καμιά εικόνα δεν μπορεί να αποτυπώσει και καμιά γραφή να μεταφέρει τη σιωπή του δάσους σαν αρχίζει να χιονίζει και ιδίως τη στιγμή που τα δέντρα αφήνουν το χιόνι να στρωθεί πάνω στα κλαδιά τους. Σαν να περιμένουν το σύνθημα τότε οι νιφάδες του χιονιού δημιουργούν μέσα σε ελάχιστο χρόνο ένα βαρύ στρώμα που λυγάει τα κλαδιά ως το έδαφος, χώνεται μέσα στα φυλλώματα, φτάνει κάτω από τη φλούδα και προχωρεί μέσα στα σωθικά τους και τα ποτίζει βαθιά μέχρι τις ρίζες που το περιμένουν σαν νάμα που θα ξυπνήσει την άνοιξη σε λίγες ημέρες.
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 27012010
Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010
«…ΝΑ ΒΡΕΙΣ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΚΑΤΑΛΕΥΚΗ»
Ποιοι είχαν καθίσει στα σιδερένια τραπεζάκια χθες το απόγευμα, κανένας δεν ξέρει - ούτε εκείνοι πάλι άφησαν κάτι που να δηλώνει την ταυτότητά τους πάνω τους. Μπορεί να ήταν χωριανοί, μπορεί και ξένοι περαστικοί από το κουρασμένο καφενείο και σταμάτησαν για λίγο μπροστά του να πάρουν μια ανάσα στο πεζούλι κάτω από τις στοιχημένες φλαμουριές που φυτεύτηκαν κάποτε σε αυτό το δρόμο καθ’ υπόδειξη ενός ευπατρίδη που του άρεσε το βιβλίο «Υπό τας φιλλύρας» και ήθελε να δώσει στο χωριό του λίγο ύφος από Βερολίνο!
Ένα σωρό υποθέσεις μπορεί να κάνουμε για το ποιοι μπορεί να κάθισαν στα τραπεζάκια που ξημέρωσαν με λίγους χιόνι πόντους στην πλάτη τους, όπως εξάλλου και στα κλαδιά της καρυδιάς πίσω τους. Το γεγονός σίγουρα θα περνούσε απαρατήρητο αν η ημέρα -στεγνή ή βροχερή δεν έχει σημασία- τους αποκάλυπτε με ένα αποτσίγαρο για παράδειγμα, ένα χαρτάκι περιτυλίγματος, την κατεύθυνση στην καρέκλα που προτιμά κάποιος να κάθεται...
Τη διαφορά την κάνει το χιόνι που ήρθε αθόρυβα τη χθεσινή νύχτα και με το απαλό σώμα του κάλυψε όλο το χωριό και τα ίχνη από κάθε κίνηση της προηγούμενης ημέρας. Το γαλακτερό φως του που ακολούθησε το αργό ξημέρωμα έσβησε τις σκιές των γεγονότων και κατάπιε τις λέξεις που περίσσεψαν από το διάλογο και πετούσαν ορφανές. Φθόγγοι, συλλαβές, τόνοι, παύσεις και ερωτηματικά χόρεψαν όλη τη νύχτα με τις παγωμένες χιονονιφάδες στον παγωμένο αέρα, αγκαλιά έπειτα έγειραν στο λευκό σεντόνι και στράγγιξαν σιγά – σιγά στη γη το καινούργιο νερό που κυοφορεί την επόμενη άνοιξη.
Έτσι λοιπόν ήρθε σήμερα το χιόνι να σβήσει τα σημάδια από το χθεσινό διάλογο στα τραπεζάκια και να στρώσει στην επιφάνειά τους ένα μεγάλο λευκό χαρτί για να ξεκινήσει από σήμερα να γράφεται μια καινούργια σελίδα*.
(*) Ο τίτλος δανεικός από το Διονύση Σαββόπουλο. Τον ευχαριστώ ΄και από τη δικτυακή θέση του Aκτήμονα...
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 26012010
Ετικέτες
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ,
ΧΕΙΜΩΝΑΣ,
ΧΙΟΝΙ
Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010
ΜΕ ΤΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΑΪΤΗ
Όπως ο παγωμένος χιονιάς δεν επιτρέπει αυτές τις ημέρες σε κανέναν να περάσει την ώρα του αιωρούμενος και απολαμβάνοντας στιγμές αμεριμνησίας, έτσι οι συνέπειες του σεισμού στην Αϊτή δεν πρέπει να αφήσουν κανένας να μην συνεισφέρει το ελάχιστο από το πλεόνασμα ή το υστέρημά του, για την ανακούφιση των ανθρώπων που δεν έφτανε η άθλια μοίρα, ήρθε και ο Εγκέλαδος να τους αποτελειώσει.
Η καταστροφή τους ας γίνει το λαμπρό παράδειγμα της συστράτευσης όλων μας απέναντι στην φτώχεια και τη δυστυχία του διπλανού, του ξένου, του αδύναμου. Και η σκέψη αυτή να ριζώσει στην καρδιά μας και να συνοδεύει κάθε μέρα της ζωής μας..
Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010
ΤΟ ΚΑΖΑΝΙ ΠΟΥ ΒΡΑΖΕΙ…
Είπα σήμερα να μην σας στείλω μια καλημέρα με χιόνια· στις παγωμένες, από κάθε πλευρά στιγμές της ζωής που περνάμε, σίγουρα όλοι χρειαζόμαστε κάτι πιο ζεστό σαν εικόνα να ζεστάνει λίγο το σώμα μας και να γλυκάνει κάπως τη ρηχή μνήμη μας...
Η ιδέα μου ήρθε καθώς ψάχνοντας χθες στο αρχείο μου βρήκα μια φωτογραφία με ένα μεγάλο καζάνι πάνω από μια φωτιά, από το χωριό μου πριν από πολλά χρόνια. Θα μου πείτε τώρα τι σημασία έχει ένα καζάνι πάνω σε μια σιδεροστιά που βράζει νερό; Τίποτα θα έλεγαν οι περισσότεροι – ιδίως οι νέοι και όσοι δεν έχουν μεγαλώσει σε χωριά γιατί τα ηλεκτρικά συστήματα βρασμού νερού τα έχουν καταργήσει παντελώς και μόνο στα παλαιοπωλεία βρίσκει πλέον όποιος θελήσει ένα καζάνι να το βάλει, ως συνηθίζεται, σαν διακοσμητικό στο σαλόνι ή δίπλα στο τζάκι για τα ξύλα. Και αυτό πάλι είναι πολύ δύσκολο γιατί τα περισσότερα τα έχουν μαζέψει, όπως και τα άλλα χαλκώματα εξάλλου οι παλιατζήδες και τα πούλησαν για μέταλλο στις σχετικές βιομηχανίες.
Ένα καζάνι λοιπόν ήταν από τα πιο πολύτιμα σκεύη στα σπίτια όχι μόνο των χωριών αλλά και των πόλεων και από εκεί περνούσε όλη η ποσότητα νερού που κατανάλωνε ένα σπίτι για το πλύσιμο των ρούχων και βεβαίως των ανθρώπων. Το άναμά του λόγω της δυσκολίας της μεταφοράς του νερού από την κοντινή βρύση ή του κόστους για τις πόλεις και η καύσιμη ύλη (ξύλα και κάρβουνα) ήταν για τη νοικοκυρά πάντα μια άσκηση οικονομίας. Γι’ αυτούς τους λόγους ποτέ δεν άναβε καζάνι να ζεστάνει νερό αν δεν υπήρχε ανάγκη και προσπαθούσε με το βρασμένο νερό του να καλύψει ένα σωρό υποχρεώσεις.
Με την ανάπτυξη όμως του δικτύου του ηλεκτρισμού και τη διάδοση των ηλεκτρικών συσκευών σε όλη τη χώρα η οικονομία αυτή όπως εξάλλου και οποιαδήποτε άλλη οικιακή δραστηριότητα έχασε το μέτρο της με αποτέλεσμα ένα άνετο σπίτι να θεωρείται πλέον αυτό που κατανάλωνε περισσότερη ενέργεια και νερό. Για την εξυπηρέτηση λοιπόν των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών οι επιχειρήσεις παραγωγής ηλεκτρισμού έφτιαξαν μεγάλα εργοστάσια και οι ανάλογες της υδροδοσίας έφεραν ποτάμια ακόμα και από την Αιτωλοακαρνανία στην Αθήνα. Έτσι χάθηκε το μέτρο και τη θέση του πήρε η κατανάλωση!
Την κατανάλωση, που όπως ακούγεται από κυβέρνηση και ΜΜΕ που έχουν αναλάβει τη σχετική προπαγάνδα, πρέπει να περιορίσουμε. Όχι βέβαια γιατί ξαφνικά ανακάλυψαν πως αυτή καθ’ αυτή είναι κάτι κακό, αλλά γιατί στο εξής ένα μεγάλο ποσοστό συμπολιτών μας δεν θα έχει τα ανάλογα χρήματα να την εξυπηρετήσει. Το ότι αυτός ο κόσμος δεν θα έχει χρήματα είναι όπως όλοι εμπεδώνουμε σιγά – σιγά φταίμε «εμείς» οι μικροί που τα τελευταία χρόνια το ρίξαμε στις σπατάλες ενώ «αυτοί» που λόγω της θέσης που τους δίνει ο ελληνικός λαός δια της ψήφου του έπρεπε να το προβλέψουν από τα προηγούμενα χρόνια, νίπτουν τα χείρας τους και ψάχνουν από πόρτα σε πόρτα στις τράπεζες και τους τοκογλύφους του εξωτερικού να βρούνε κεφάλαια για να κινηθεί η οικονομία.
Έτσι λοιπόν φθάσαμε στην εποχή που θα νοσταλγήσουμε το καζάνι και όλα όσα σχετίζονται με αυτό ενώ δεν αποκλείεται, η κατάσταση που όλο και περισσότερο μοιάζει με «καζάνι που βράζει» να σκάσει πραγματικά και όχι μεταφορικά και τότε να δούμε ποιος θα πληρώσει την αμεριμνησία της εποχής της κατανάλωσης…
ΑΘΗΝΑ, 2401201Ο
Ετικέτες
ΑΥΤΑΡΚΕΙΑ,
ΚΑΖΑΝΙ,
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ,
ΧΕΙΜΩΝΑΣ
Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010
ΡΑΔΙΚΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΣΟΥ…
Αν διαβάσουμε σωστά το αίτημα του βούλγαρου πρωθυπουργού προς την Ε.Ε. για να παρέμβουν οι Βρυξέλες ώστε να σταματήσουν οι αγρότες τον αποκλεισμό των τελωνείων στα σύνορα, καταλαβαίνουμε πως σε τούτη την έρμη χώρα ακόμα και τα ραδίκια που τρώμε, οι πενόμενοι γείτονες με τα φτηνά μεροκάματα τα καλλιεργούν στα χωράφια τους…
- Η κυρά Ευθυμία (Μία) Κουκουλιάκου από τον Αμάραντο της Καρδίτσας είναι μια από τις τελευταίες γυναίκες της ελληνικής υπαίθρου που όταν θέλει παίρνει το μαχαίρι της και πηγαίνει στα χωράφια να μαζέψει λάχανα για το σπίτι της και ανάλογα τη συγκομιδή της, καμιά φορά τα πηγαίνει και στην αγορά της Καρδίτσας. Το παράδειγμά της όμως ελάχιστες άλλες γυναίκες από τον τόπο της και αλλαχού ακολουθούν και για τούτο, όλοι παθαίνουμε σύνδρομο στέρησης αν δεν δούμε για λίγες ημέρες στον πάγκο του μανάβη λαχανικά που έφτασαν ως εκεί μετά από ένα μακρύ δρόμο στα κατσάβραχα για να αποφύγουν τα φορτηγά που έρχονται από εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά τα μπλόκα των αγροτών…
Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010
ΣΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΜΙΑΣ ΑΙΘΡΙΑΣ.
Μπορεί να μην ήταν από τις περίφημες «άσπρες ημέρες» που όλο περιμένουμε να φανούν και όλο έρχονται η σημερινή στην Αθήνα, αλλά ήταν ιδιαίτερα φωτεινή, αντάξια αυτής της πόλης και των ανθρώπων που την αγαπάνε και την έχουν στην καρδιά της. Ακόμα και τα ταπεινά μνημεία της έλαμπαν στον ουρανό της αλλά τα μάτια μας δυστυχώς συνήθισαν αλλού να είναι στραμμένα …
ΟΡΘΟΠΕΤΑΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΜΑΣ
Μπορεί να μη συμμετείχαμε σήμερα το πρωί στην παρέα των συμπολιτών μας που με τον τρόπο τους «έτρεξαν» πάλι στους δρόμους της Αθήνας το μήνυμα για μια πόλη που να δίνει δικαίωμα στους ποδηλάτες και φυσικά στους πεζούς αλλά ανεπιφύλακτα μοιραζόμαστε την ίδια άποψη και οι ενέργειές τους μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους. Στους χαλεπούς καιρούς της «ορθοπεταλιάς» πρέπει όλοι και με κάθε τρόπο να δείξουμε πως όχι μόνο στους δρόμους αλλά και στη ζωή μας πρέπει να αλλάξουν πολλά πράγματα.
Στη φωτογραφία: Μια φευγαλέα σκηνή με τους ποδηλάτες να κατεβαίνουν την οδό Καποδιστρίου ακολουθούμενοι από μια ομάδα Ζητάδων για λόγους ασφάλειας φαντάζομαι, αλλά ποιος μπορεί να με πείσει πως δεν το κάνουν επίτηδες να διαχωρίζουν τα άγρια από τα ήμερα…
Στη φωτογραφία: Μια φευγαλέα σκηνή με τους ποδηλάτες να κατεβαίνουν την οδό Καποδιστρίου ακολουθούμενοι από μια ομάδα Ζητάδων για λόγους ασφάλειας φαντάζομαι, αλλά ποιος μπορεί να με πείσει πως δεν το κάνουν επίτηδες να διαχωρίζουν τα άγρια από τα ήμερα…
Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010
ΕΙΝΑΙ ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΚΑΙ ΛΑΜΠΟΚΟΠΑΝΕ!
Είθισται την ημέρα που ο χρόνος συμπληρώνει ακόμα ένα κύκλο στο δέντρο της ζωής μας να γυρνάμε το ημερολόγιο πίσω να αποτιμήσουμε τα πεπραγμένα και να λογαριάσουμε τις συνέπειές τους. Βάσει αυτών και φυσικά όσο περνάει από το χέρι μας, πάντα επιχειρούμε να κάνουμε κάτι ώστε η ανάλογη ημέρα του επομένου χρόνου να μας βρει σε καλύτερη θέση και να προχωρήσουμε παρακάτω με περισσότερη σιγουριά και μεγαλύτερη δύναμη. Έτσι θα γίνεται πάντα μέχρι που να φτάσει η ώρα που και το δικό μας πέρασμα από τη ζωή ολοκληρωθεί και κλείσει με τον μεγάλο ύπνο που καμιά ανατολή δεν θα ακυρώσει.
Κάπως έτσι είχαν κάθε χρονιά τα πράγματα, αλλά όταν το άθροισμα των χρόνων ξεπερνάει το μισό αιώνα, τότε ασφαλώς και είναι λίγο βαρύτερα και οι απολογισμοί οπωσδήποτε πιο σύνθετοι αλλά όμως έχουν κάτι που στα προηγούμενα χρόνια δεν του δίναμε σημασία καθώς ο μόνος στόχος μας ήταν η κορυφή την οποία καταφέραμε και πατήσαμε!. Το διαφορετικό είναι ότι τώρα αρχίζει το κατέβασμα και σαν τέτοιο, απαιτεί λιγότερη δύναμη και φυσικά σου δίνει την ευκαιρία να σταματήσεις σε όποιο σημείο σου αρέσει και με περισσότερο χρόνο πλέον να ξαναδείς τον κόσμο γύρω πιο απλά και πιο στοχαστικά.
Όταν ανεβαίνεις δεν μπορείς να το κάνεις αυτό γιατί σε κυριεύει η μανία της κορυφής και όλες οι αισθήσεις αυτό το σκοπό υπηρετούν. Και το πιο σπουδαίο πράγμα να συμβεί σε μια τέτοια πορεία μπορεί να περάσει απαρατήρητο και να μην σταθεί ικανό να αλλάξει ούτε κατά ένα βήμα το δρομολόγιο που χαράξαμε. Στο κατέβασμα λοιπόν από την κορυφή, τα πράγματα είναι διαφορετικά και μπορείς να σταθείς όπου θέλεις να αγναντέψεις τα άλλα βουνά και τα ποτάμια, να ακούσεις τα πουλιά του λιβαδιού και του αιθέρα, να ξαπλώσεις στο χορτάρι, να μαζέψεις λουλούδια, να κοιμηθείς κάτω από τον έλατο ή τα πλατάνια της δροσερής βρύσης και να μην έχεις να δώσεις σε κανένα λογαριασμό για όλα αυτά.
Στο κατέβασμα λοιπόν μπορείς με περισσότερη ησυχία και ωριμότητα να ξαναδείς και να εκτιμήσεις διαφορετικά τις όποιες στάσεις έκανες κατά την πορεία προς την κορυφή και φυσικά να κάνεις την κριτική σου χωρίς το άγχος της όποιας επιτυχίας. Βοηθούντος λοιπόν και του χειμώνα που περιορίζει τις κινήσεις, εγώ αυτές τις ημέρες έκανα μια βαθιά βουτιά στο χρόνο (ράφια, κουτιά, συρτάρια, φάκελοι, δίσκοι, κασέτες, αντζέντες, λίστες, σημειώσεις) για να δω αν μετράνε ως ασημένια τα χρόνια που πέρασαν και όχι τσίγκινα όπως προσπαθούν να μας πείσουν οι λογής – λογής νεόκοποι στην αγορά και τα παζάρια.
Έτσι λοιπόν έβαλα σε μια σειρά τα χρόνια και πρέπει να σας πω το πολυτιμότερο υλικό είναι οι φωτογραφίες που είμαι είτε μόνος, είτε με ανθρώπους Οι αναγνώσεις τους πλέον είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που έκανα μέχρι τώρα και βάσει αυτών κατάφερα να βάλω και σε μια σωστή σειρά ένα μικρό απολογισμό – κάτι σαν αποτίμηση έργου ξεκίνησα να κάνω αλλά εξελίχθηκε ως αφετηρία ενός καινούργιου δρόμου και ομολογώ πως μου αρέσει και μέχρι να ολοκληρωθεί κατά καιρούς θα μοιράζομαι μαζί σας κάποιες στάσεις.
Για να δούμε όλοι πως όντως η ζωή μας αποτιμάται σε ασήμι και όχι σε τσίγκο !
ΥΓ. Πρέπει να σας πω όμως πως ένα μεγάλο αριθμό από παλιές φωτογραφίες, κυρίως έγχρωμες τις βρήκα λιγάκι χαλασμένες από το χρόνο. Τριάντα χρονών δηλαδή φωτογραφία κοντεύει να χαλάσει και γι’ αυτό σας προτείνω να τις κοιτάξετε γιατί σε λίγο δεν θα είναι παρά ένα μουτζουρωμένο χαρτί. Αιτία δεν είναι η συντήρησή τους, αλλά τα υλικά που τις δούλεψαν παλιά τα φωτογραφεία. Από τις ασπρόμαυρες, και εκατό χρονών ακόμα φωτογραφίες κρατάνε ακόμα γερά αλλά και αυτές θέλουν ένα σκαναρισματάκι για να τις βλέπετε στην οθόνη και να τις αφήσετε να κοιμούνται ήσυχες στο συρτάρι τους. Το ίδιο προτείνω να κάνετε και με τα κείμενά σας γιατί οι άθλιοι μαρκαδόροι που από τόσα χρόνια χρησιμοποιούμε, έχουν κάνει τις ζημιές τους.
Κάπως έτσι είχαν κάθε χρονιά τα πράγματα, αλλά όταν το άθροισμα των χρόνων ξεπερνάει το μισό αιώνα, τότε ασφαλώς και είναι λίγο βαρύτερα και οι απολογισμοί οπωσδήποτε πιο σύνθετοι αλλά όμως έχουν κάτι που στα προηγούμενα χρόνια δεν του δίναμε σημασία καθώς ο μόνος στόχος μας ήταν η κορυφή την οποία καταφέραμε και πατήσαμε!. Το διαφορετικό είναι ότι τώρα αρχίζει το κατέβασμα και σαν τέτοιο, απαιτεί λιγότερη δύναμη και φυσικά σου δίνει την ευκαιρία να σταματήσεις σε όποιο σημείο σου αρέσει και με περισσότερο χρόνο πλέον να ξαναδείς τον κόσμο γύρω πιο απλά και πιο στοχαστικά.
Όταν ανεβαίνεις δεν μπορείς να το κάνεις αυτό γιατί σε κυριεύει η μανία της κορυφής και όλες οι αισθήσεις αυτό το σκοπό υπηρετούν. Και το πιο σπουδαίο πράγμα να συμβεί σε μια τέτοια πορεία μπορεί να περάσει απαρατήρητο και να μην σταθεί ικανό να αλλάξει ούτε κατά ένα βήμα το δρομολόγιο που χαράξαμε. Στο κατέβασμα λοιπόν από την κορυφή, τα πράγματα είναι διαφορετικά και μπορείς να σταθείς όπου θέλεις να αγναντέψεις τα άλλα βουνά και τα ποτάμια, να ακούσεις τα πουλιά του λιβαδιού και του αιθέρα, να ξαπλώσεις στο χορτάρι, να μαζέψεις λουλούδια, να κοιμηθείς κάτω από τον έλατο ή τα πλατάνια της δροσερής βρύσης και να μην έχεις να δώσεις σε κανένα λογαριασμό για όλα αυτά.
Στο κατέβασμα λοιπόν μπορείς με περισσότερη ησυχία και ωριμότητα να ξαναδείς και να εκτιμήσεις διαφορετικά τις όποιες στάσεις έκανες κατά την πορεία προς την κορυφή και φυσικά να κάνεις την κριτική σου χωρίς το άγχος της όποιας επιτυχίας. Βοηθούντος λοιπόν και του χειμώνα που περιορίζει τις κινήσεις, εγώ αυτές τις ημέρες έκανα μια βαθιά βουτιά στο χρόνο (ράφια, κουτιά, συρτάρια, φάκελοι, δίσκοι, κασέτες, αντζέντες, λίστες, σημειώσεις) για να δω αν μετράνε ως ασημένια τα χρόνια που πέρασαν και όχι τσίγκινα όπως προσπαθούν να μας πείσουν οι λογής – λογής νεόκοποι στην αγορά και τα παζάρια.
Έτσι λοιπόν έβαλα σε μια σειρά τα χρόνια και πρέπει να σας πω το πολυτιμότερο υλικό είναι οι φωτογραφίες που είμαι είτε μόνος, είτε με ανθρώπους Οι αναγνώσεις τους πλέον είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που έκανα μέχρι τώρα και βάσει αυτών κατάφερα να βάλω και σε μια σωστή σειρά ένα μικρό απολογισμό – κάτι σαν αποτίμηση έργου ξεκίνησα να κάνω αλλά εξελίχθηκε ως αφετηρία ενός καινούργιου δρόμου και ομολογώ πως μου αρέσει και μέχρι να ολοκληρωθεί κατά καιρούς θα μοιράζομαι μαζί σας κάποιες στάσεις.
Για να δούμε όλοι πως όντως η ζωή μας αποτιμάται σε ασήμι και όχι σε τσίγκο !
ΥΓ. Πρέπει να σας πω όμως πως ένα μεγάλο αριθμό από παλιές φωτογραφίες, κυρίως έγχρωμες τις βρήκα λιγάκι χαλασμένες από το χρόνο. Τριάντα χρονών δηλαδή φωτογραφία κοντεύει να χαλάσει και γι’ αυτό σας προτείνω να τις κοιτάξετε γιατί σε λίγο δεν θα είναι παρά ένα μουτζουρωμένο χαρτί. Αιτία δεν είναι η συντήρησή τους, αλλά τα υλικά που τις δούλεψαν παλιά τα φωτογραφεία. Από τις ασπρόμαυρες, και εκατό χρονών ακόμα φωτογραφίες κρατάνε ακόμα γερά αλλά και αυτές θέλουν ένα σκαναρισματάκι για να τις βλέπετε στην οθόνη και να τις αφήσετε να κοιμούνται ήσυχες στο συρτάρι τους. Το ίδιο προτείνω να κάνετε και με τα κείμενά σας γιατί οι άθλιοι μαρκαδόροι που από τόσα χρόνια χρησιμοποιούμε, έχουν κάνει τις ζημιές τους.
Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ «ΟΡΘΟΠΕΤΑΛΙΕΣ»*
Τι να πω τώρα και τη να γράψω; Άκουσα χθες τον πρωθυπουργό να λέει στον απολογισμό των 100 ημερών της νέας διακυβέρνησης πως φέτος θα πάμε όλο «ορθοπεταλιά» και έκανε τα σχετικά σχόλια αναφορικά με το περίφημο ατύχημα που είχε πρόπερσι σε ένα μικρό περίπατο με το ποδήλατό του κάπου εκεί στα βόρεια προάστια όπου κατοικεί!
Ο ΓΑΠ λοιπόν χρησιμοποίησε μια λέξη που αμφιβάλλω αν εκτός από τους αθλητές της ποδηλασίας ελάχιστοι άλλοι τη γνωρίζουν καθώς με τα σύγχρονα ποδήλατα των πολλών ταχυτήτων, κανένας δεν υποχρεώνεται να σηκωθεί όρθιος πάνω από τον άξονα του οχήματος ώστε να ρίξει όλη τη δύναμη που έχει στα πόδια στα πεντάλ προκειμένου να βγάλει κάποιον ανήφορο. Και αυτοί οι ελάχιστοι που κινούνται με κάτι ποδήλατα αντίκες ινδικής κυρίως προέλευσης στον κάμπο της Θεσσαλίας ουδόλως νομίζω ότι γνωρίζουν αυτή τη λέξη γιατί έχουν συνηθίσει στο ίσιωμα. Ούτε και τους Δανούς που κινούνται συστηματικά με ποδήλατα και τους θεωρούσε κάποτε πρότυπο ο Γιωργάκης δεν χρεώνω ότι τη σφύριξαν στο αυτί του γιατί κι εκεί δεν έχουν τίποτα σοβαρές ανηφόρες ούτε στην επιφάνεια της χώρα αλλά ούτε και στη ζωή για να κάνουν «ορθοπεταλιές»!
Που τη βρήκε τώρα αυτή τη λέξη ο prime minister θα μείνει αναπάντητο όπως και η «λαοκρατία» που είπε ο παππούς του και οι περίφημες «αναδομήσεις» του πατέρα του. Κάποιο ίδρυμα πιστεύω στο μέλλον, θα ασχοληθεί με αυτές τις γλωσσικές καινοτομίες που εισήγαγε στην γλώσσα της ελληνικής πολιτικής η οικογένεια Παπανδρέου και αυτό ίσως ωφελήσει τις επόμενες γενιές που θα αναρωτούνται για πολλά και διάφορα…
Πέραν αυτών, καθώς μέσα στο ξεφύλλισμα που κάνω αυτές τις ημέρες των χρόνων που περπάτησα μέχρι σήμερα στη ζωή, ανακάλυψα στα βάθη των συρταριών μου κάποιες φωτογραφίες εξαιρετικά επίκαιρες και διδακτικές. Όπως αυτή που βλέπετε με το νοικιασμένο από τον Θαλή Παπά που διατηρούσε τέτοιο μαγαζί στον Άγιο Γεώργιο, στα τσιμέντα της παλιάς γέφυρας που κατέστρεψε μαζί με δυο άλλες μέσα σε μισή ώρα πριν από μερικά χρόνια ο Σπερχειός στα Διπόταμα, λίγο έξω από τον Άγιο Γεώργιο.
Το ποδήλατο ήταν για μας τα παιδιά από τα γύρω χωριά που πηγαίναμε στο Γυμνάσιο του Αγίου Γεωργίου το όχημα του μέλλοντος και όλοι προσπαθούσαμε να εξοικονομήσουμε λίγες δραχμές να νοικιάσουμε ένα τέτοιο. Δικό μας δεν είχε κανένας γιατί πρώτα – πρώτα ήταν πολύ ακριβό για τις τσέπες των γονιών και αφ’ ετέρου η μορφολογία των ορεινών χωριών μας το καθιστούσε σχεδόν άχρηστο. Έτσι λοιπόν, δοκιμάζαμε τον ίλιγγο της ταχύτητας ενός ποδηλάτου στο δημόσιο δρόμο από τα Διπόταμα ως το Νεοχωράκι και δεν ήταν λίγες οι φορές που οι στροφές μας πέταγαν στο ρέμα αλλά που καταλαβαίναμε τότε από πόνο και τα σχετικά. Ο καημός μας ήταν να καβαλήσουμε ποδήλατο και η ορθοπεταλιά έδινε και έπαιρνε καθώς ήταν δείγμα δεξιοτεχνίας και φυσικά σωματικής δύναμης.
Έτσι μάθαμε όλοι, πλην των κοριτσιών φυσικά, ποδήλατο και σιγά – σιγά καθώς άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα μηχανάκια ορισμένοι πέρασαν από τη σέλα του ποδηλάτου σε αυτή της Florettas ή του Zoundap και τούτο σαφώς μαρτυρούσε και σχετική οικονομική ευχέρεια. Έτσι η ορθοπεταλιά ξεχάστηκε αλλά να που ξαναμπήκε πάλι στη ζωή μας για άλλους λόγους βεβαίως και όπως φαίνεται θα τραβήξουμε πολύ ζόρι τα επόμενα χρόνια στον ορίζοντα των οποίων δυστυχώς δεν ακούγεται κανένας θόρυβος έστω από ένα μηχανάκι…
(*) Κάποια λίγα κείμενα που αφορούν τη ζωή κάποτε στο χωριό μου και την εποχή που η αναμονή της ερχόμενης ημέρας ήταν φορτωμένη με αισιοδοξία προσπαθώ να γράψω, αλλά τα πράγματα που ζούμε και όσα ακούμε δεν με αφήνουν να τα τελειώσω. Μέρα με τη μέρα διαπιστώνω πόσο στραβά περπατήσαμε τα τελευταία τριάντα χρόνια στη ζωή μας…
Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010
ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙΣ(*)
Το πώς μπορεί να εξελιχθεί μια απόφαση για το κόψιμο του τσιγάρου, είναι μια ιστορία που γνωρίζουν πολύ καλά οι καπνιστές ενώ αυτονόητη είναι η συμπαράσταση απ’ αυτούς που ζουν μαζί σου ή κοντά σου. Δεν μιλώ βέβαια για τους μαχόμενους αντικαπνιστές γιατί αυτοί υπηρετούν την άποψή τους όπως νομίζουν και τις περισσότερες φορές δεν προβάλλουν παρά την αντικοινωνικότητά τους…
ΑΘΗΝΑ, 21112019
Προς το παρών δεν έχω σπουδαία πράγματα ν’ αναφέρω απ’ αυτό το μέτωπο καθώς δεν με απασχολεί γιατί αυτές τις ημέρες έχω πέσει με τα μούτρα στο ξεκαθάρισμα του αρχείου μου και βρίσκομαι διαρκώς μπροστά σε ωραίες εκπλήξεις από πράγματα που είχα σχεδόν ξεχάσει ότι υπάρχουν. Έτσι ανάμεσα στα άλλα ανακάλυψα σοβαρά στοιχεία της προπαγάνδας θα μπορούσαμε να πούμε της καπνοβιομηχανίας προκειμένου να προσελκύσει ε κάθε τρόπο καπνιστές.
Βρήκα σε ένα φάκελο μερικές φωτογραφίες – κάρτες με καλλονές της προπολεμικής εποχής και ημίγυμνα μοντέλα με τις οποίες η καπνοβιομηχανία «Μέξη» που κανένας δεν νομίζω θυμάται πλέον πως υπήρχε διαφήμιζε τα τσιγάρα της. Οι κάρτες αυτές όπως είχα διαβάσει κάποτε έμπαιναν μέσα στο κουτί των τσιγάρων και ο αγοραστής δεν ήταν βέβαιος αν τις είχε ξαναδεί και πολλοί μάλιστα ήταν εκείνοι που της έκαναν συλλογή. Έτσι κάποιες από αυτές τις συλλογές βρέθηκαν στα παλαιοπωλεία και η τιμή τους πριν από μερικά χρόνια ήταν ιδιαίτερα αλμυρή. Υπολογίζω πως πρέπει να κυκλοφόρησαν περί τις 100 τέτοιες έγχρωμες και ασπρόμαυρες κάρτες (εκδόθηκε κάποτε και ένα πρόχειρο βιβλιαράκι αλλά αγνοώ που μπορεί να το βρει κάποιος) και ορισμένες απ’ αυτές ήταν όντως εξαιρετικές.
(*) Οι αναγνώσεις γύρω τις κάρτες «ΜΕΞΗ» σαφώς και είναι πολλαπλές και βεβαίως δεν αφορούν μόνο τα τσιγάρα αλλά η συγκαιρία δεν μας επιτρέπει περισσότερα αυτή τη στιγμή. Επιφυλάσσομαι για μια πιο πλήρη δημοσίευση στο μέλλον.
Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2010
Η ΩΡΑΙΑ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΣΤΡΙΒΕΙΝ...
Μια από τις μεγαλύτερες μάχες που έδωσε η αγορά κατά τον περασμένο αιώνα στην Ελλάδα, προκειμένου να δέσει τον Έλληνα στο ζυγό των προϊόντων της και να αποκομίσει κέρδη και από τον αέρα, ήταν κατά του λεγόμενου «λαθραίου» τσιγάρου. «Λαθραίο» βάφτισε εκείνα τα χρόνια το Κράτος τον καπνό που καλλιεργούσε κάθε ελεύθερος άνθρωπος στο χωράφι του και με αυτόν βολεύονταν ο ίδιος και άμα περίσσευε έδινε και στους κοντινούς του σίγουρα με κάποιο μικρό αντάλλαγμα.
Τέτοια πράγματα όμως δεν άρεσαν στις πανίσχυρες καπνοβιομηχανίες και υποχρέωσαν το Κράτος να ψηφίσει νόμους και να δημιουργήσει μηχανισμούς που είτε με το καλό, είτε με το ζόρι θα υποχρέωναν τον καλλιεργητή να σταματήσει να καπνίζει από τον δικό του καθαρό και μυρωδάτο καπνό και να αγοράζει τα δικά τους αμφίβολα χαρμάνια. Έτσι οργίασε τότε ο απαίδευτος χωροφύλακας και δοξάστηκαν με την ευκαιρία που τους δόθηκε οι κάθε λογής ρουφιάνοι και καταδότες.
Θα ήθελα μέρες ολόκληρες να γράφω γι’ αυτά τα πράγματα και πιθανόν να γίνει κάποια στιγμή γιατί αφορούν τον χαμένο παράδεισο της αυτάρκειας που κράτησε όρθιο τον κόσμο της Ελλάδας ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της πορείας του, αλλά σήμερα θα περιοριστώ μόνο στην αναφορά μιας χαμένης τέχνης: Της τέχνης «του στρίβειν» να στρίβεις δηλαδή τσιγάρο με καπνό από το χωράφι σου, του γείτονα ή του συγχωριανού. Τέχνη η οποία σαφώς και απέχει κατά πολύ από τη σημερινή μαϊμουδιά που υπαγορεύει ο συσκευασμένος καπνός και τα σχετικά με αυτόν χαρτάκια, φιλτράκια και μηχανάκια που κατέκλυσαν τα περίπτερα.
Το καλό τσιγάρο λοιπόν ήθελε πρώτα – πρώτα προσεκτικό κόψιμο των φύλλων πάνω σε ένα καθαρό ξύλο. Μοσχοβολούσε ο τόπος σαν ακούμπαγε η ακονισμένη κόψη του μαχαιριού πάνω στον καπνό που έτριζε κάτω από τα δάχτυλα του ανθρώπου που έκοβε ίσια – ίσια να γεμίσει την καπνοσακούλα του για να μην ξεθυμαίνει.
Από αυτό το ξανθό συννεφάκι που παραμέριζε από τα φύλλα με το κοφτερό μαχαίρι, έπιανε με τα δάχτυλά του μια μικρή τούφα που σπαρταρούσε σαν ζωντανή και την έστρωνε μέσα σε ένα κομμάτι χαρτί το οποίο καμιά φορά μπορούσε να είναι και από παλιά εφημερίδα επειδή για κάποιο λόγο, ήταν αποκλεισμένος από τις αρχές στην παραχώρηση τσιγαρόχαρτου με το οποίο έλεγχαν τους καλλιεργητές. Σαφώς με την εφημερίδα η γεύση του καπνού δεν ήταν καλή, αλλά μπροστά στην ανάγκη δεν υπήρχαν υποχωρήσεις. Πολλοί έστριβαν τον καπνό τους σε φύλλα καλαμποκιού τα οποία ομολογώ έδιναν μια άλλη γεύση, πιο ωραία από την εφημερίδα στο τσιγάρο και ήταν πιο προσιτά καθώς όλα τα χωράφια ήταν γεμάτα από καλαμπόκια. Οι μέθοδοι αυτοί σιγά – σιγά παραμερίστηκαν από τα βιομηχανικά τσιγάρα που κατέκλυσαν την αγορά και ανάλογα με την ποιότητα του καπνού ήταν και η τιμή τους και ως ήταν επόμενο, έγιναν και κριτήριο οικονομικής κατάστασης και κάποιας διάκρισης.
Έτσι σταμάτησαν σιγά – σιγά οι άνθρωποι να στρίβουν, είτε κρυφά, είτε φανερά τσιγάρα και από τότε έμαθαν να βγάζουν το πακέτο στο τραπέζι. Αυτό το πακέτο που βλέπουν πάντα οι κυβερνήσεις σαν την χρυσή κότα που γεμίζει τα ταμεία τους και μόλις στριμώχνονται του ρίχνουν ένα ποσοστό φόρο από πάνω λησμονώντας φαίνεται τον σχετικό αισώπειο μύθο. Αυτός δίδασκε για τον άπληστο άνθρωπο που δεν αρκούνταν στο χρυσό αυγό που του έδινε κάθε μέρα η κότα και πιστεύοντας πως στο στομάχι της θα εύρισκε ένα μεγάλο κομμάτι χρυσού την έσφαξε! Χρυσάφι όμως δεν βρήκε κι έτσι έχασε και την κότα και τα αυγά…
Να αφήσουμε όμως τα κοτέτσια και να γυρίσουμε στο στρίψιμο που λόγω επικαιρότητας είναι και το θέμα μας. Αφού δίπλωνε ο άνθρωπος το χαρτί τοποθετούσε μέσα στο αυλάκι τον ψιλοκομμένο καπνό και με αποφασιστική κίνηση με τη γλώσσα του σάλιωνε την μια άκρη του και το έστριβε με προσοχή μέχρι να κολλήσει. Ανάλογα με την επιδεξιότητά του ο καθένας έφτιαχνε χοντρά ή ψιλά τσιγάρα και συχνά έστριβε και για την παρέα. Κανένας δεν έλεγε όχι και φυσικά κανένας δεν είχε πρόβλημα να βάλει στο στόμα του τσιγάρο σαλιωμένο από τον άλλο γιατί απλά δεν είχε ακόμα προβληθεί ο φόβος για μικρόβια και κολλητικές αρρώστιες.
ΑΘΗΝΑ, 10012010
Ετικέτες
ΚΑΠΝΙΣΜΑ. ΣΤΡΙΨΙΜΟ,
ΚΑΠΝΟΣ
Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010
ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΕΙΤΕ ΦΤΗΝΑ ΤΣΙΓΑΡΑ…
Απ’ ότι άκουσα από την Τρίτη θα βγουν στην αγορά τα τσιγάρα με τη νέα τιμή. Αυτά που κάπνιζα εγώ θα πάρουν 41 λεπτά επάνω - αν δω γραμμένο το πάνω τους 3.41 λέω να ξανακαπνίσω όχι για τίποτα άλλο αλλά να επιβραβεύσω τη συνέπεια της κυβέρνησης και την προσοχή που δίνει στις λεπτομέρειες!
Μέχρι την Τρίτη λοιπόν τα τσιγάρα θα έχουν την ίδια με προχθές τιμή οπότε καπνίστε ελεύθερα γιατί ακόμα συμφέρει. Αν όμως σας φαίνεται λιγάκι βαρύ το «καπέλο» που θα βάλουν στα τσιγάρα, σας προτείνω αύριο το πρωί που λειτουργεί το παζάρι με τα σκουπίδια στο τέλος της Ερμού προς το Γκάζι να μη χάσετε την ευκαιρία να προμηθευτείτε καμιά σακούλα κουτιά από αυτά που πουλάνε διάφοροι άμοιροι άνθρωποι εκεί πέρα. Μη ρωτήσετε που τα βρίσκουν, ούτε οι ίδιοι δεν ξέρουν αλλά από τη θέση τους στο δρόμο και παρά το κυνήγι από τη Δημοτική Ασττυνομία εξυπηρετούν πολλούς που δεν δύνανται οικονομικά αλλά δεν θέλουν να κόψουν το τσιγαράκι τους.
Μπορεί να μην σας αρέσει η εικόνα που θα δείτε και να μην αγοράσετε ούτε ένα κουτί αλλά σημειώστε το παζάρι - ίσως χρειαστεί να το τιμήσετε την επόμενη φορά που θα δει η κυβέρνηση (τούτοι ή άλλοι δεν έχει σημασία) δει πως δεν της βγαίνουν οι λογαριασμοί…
Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010
ΔΥΟ ΝΥΦΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΜΟΥ….
Ότι θέλεις βλέπεις κάθε μέρα σε αυτή την πόλη και ορισμένα πράγματα σου δίνουν την εντύπωση πως ή ο κόσμος έχει χάσει κάθε σχέση με την πραγματικότητα ή όσα βιώνουμε είναι μια ψευδαίσθηση που απέχει από το «σωστό» δρόμο που ακολουθούν οι άλλοι. Φιλοσοφίες του δρόμου θα πείτε, αλλά εκεί έξω συμβαίνουν όλα και ορισμένα τόσο γρήγορα μάλιστα που δεν μπορούμε ούτε να τα προλάβουμε ή να ερμηνεύσουμε.
Κάπως έτσι έγινε όταν ξαφνικά μέσα στο αραιό πλήθος που ήταν χαμηλά στην Ερμού σήμερα ξεπρόβαλλε μια νύφη! Ναι μάλιστα μια νύφη - μια κοπέλα ντυμένη νύφη που περπατούσε μπροστά διαφημίζοντας μια εκδήλωση του οίκοι νυφικών που τη στόλισε και πίσω της πήγαιναν δυο νεαρά άτομα που μοίραζαν τις σχετικές προσκλήσεις.
Μια νύφη στην Ερμού σήμερα το πρωί μετά τις χθεσινές εξαγγελίες της κυβέρνησης για τη φορολογία ποτών και τσιγάρων και κυρίως για την αναδρομικής ισχύος φορολόγηση των γονικών και των άλλων των σχετικών με την οικογένεια παροχών, σίγουρα θα έκανε κάποια εντύπωση. Δεν ξέρω τι είχε γίνει παραπάνω από την Καπνικαρέα, αλλά εκεί στον τοίχο που προστατεύει την εκκλησία που βρήκε η νυφούλα να κουρνιάσει για λίγο να τη δει ο κόσμος δεν είδε, δεν πρόσεξε, δεν κατάλαβε όχι μόνο αυτή αλλά ούτε και οι συνοδοί της πως στην άλλη άκρη μια άλλη φιγούρα ντυμένη κι αυτή στα άσπρα έβγαζε μεροκάματο!
Κάθισα λίγο παρατηρώντας την απρόοπτη σκηνή και τις αντιδράσεις των ανθρώπων που οι περισσότεροι δεν κατάλαβαν, φαίνεται από την πρωινή παραζάλη, περί τίνος επρόκειτο. Η συνάντηση της νύφης και του λευκοντυμένου επαίτη δεν κράτησε και πολλή ώρα καθώς δεν είχε και πολύ κόσμο στο δρόμο. Ως καλή επαγγελματίας η κοπέλα δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον για τον ασβεστωμένο στη μούρη μελαψό άντρα που ήταν δίπλα της και περίμενε να πέσει κανένα κέρμα στη σακούλα που είχε μπροστά του. Αυτός όμως με το αεικίνητο αριστερό του μάτι δεν άφησε ούτε για ένα δευτερόλεπτο τον έλεγχο των κινήσεων της και μόλις τον προσπέρασε ή νύφη ησύχασε και άρχισε να σφυρίζει ένα σκοπό να τον προσέχει ο κόσμος που όπως έδειχνε δεν είχε καμιά όρεξη να δει ούτε τον έναν ούτε την άλλη γιατί έπαψε να περιμένει ...άσπρες μέρες!
ΟΙ ΚΟΥΦΙΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Τελειώνει και τυπικά τούτες τούτη την ώρα το δωδεκαήμερο των εορτών και κάνουμε τις αποτιμήσεις μας για όσα κάναμε προσωπικά ή έγιναν δημόσια, κάτω από το σύννεφο της κρίσης βεβαίως που έχει καταπλακώσει τον τόπο και μας το υπενθυμίζουν διαρκώς και με αυτό μας φοβίζουν ασυστόλως τα γνωστά παπαγαλάκια των ΜΜΕ.
Ήρθε η ώρα λοιπόν να αφήσουμε τα εορταστικά άλλοθι για έξοδα και να χώσουμε τα κεφάλια μέσα γιατί από χρήματα όπως λένε, όσο και να χώσουμε το χέρι στην τσέπη δεν θα βρούμε δεκάρα. Σα να τα πήραν φεύγοντας οι καλικάντζαροι των προηγούμενων χρόνων και άφησαν αυτούς που ήρθαν φέτος νηστικούς και απένταρους και γι’ αυτό θα κάτσουν επάνω στη γη μέχρι να ζεσταθεί η τσέπη του Έλληνα να τα αρπάξουν και να φύγουν.
Έτσι που πάει όμως το πράγμα, αντί των δώδεκα ημερών τους βλέπω να μένουν χρόνια και χρόνια γιατί από πού θα έρθει το χρήμα; Ώσπου να δούμε άσπρη μέρα από την «πράσινη ανάπτυξη» θα περάσουν σίγουρα πολλά χρόνια γιατί κάθε «πράσινο» θέλει το χρόνο του να καρπίσει. Οι πατάτες για παράδειγμα θέλουν τέσσερις μήνες να ωριμάσουν, το ίδιο και τα καλαμπόκια ενώ για τα αγγούρια ο χρόνος είναι κάπως λιγότερος.
Τι φταίει ασφαλώς και το γνωρίζουμε όλοι και καθένας , άλλος λίγο και άλλος πολύ, έχει το μερίδιο της ευθύνης του για τη σημερινή κατάσταση. Από τη φύση του όμως ο άνθρωπος έχει φτερά και μπορεί να πετάξει πάλι ψηλά αφήνοντας στις άθλιες πλατείες τους πλαστικούς αγγέλους του δημάρχου να σαλπίζουν όσο θέλουν στον κενό αέρα γιατί με κάτι τέτοια πήραν θάρρος και οι καλικάντζαροι και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα…
Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010
ΟΙ ΦΡΟΝΤΙΣΤΕΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΩΝ
Είχα πάντα μια απορία σχετικά με το ποιος ταΐζει τα περιστέρια αυτής της πόλης· ποτέ δεν κατάφερα να βρω την απάντηση και έτσι περνούσαν ένα – ένα τα χρόνια χωρίς να γνωρίζω ποιος τελικά φροντίζει αυτόν παρεξηγημένο φτερωτό κόσμο της Αθήνας...
Περπατούσα χθες το πρωί στην οδό Αθηνάς. Είχα καιρό να περάσω από την Ομόνοια και την πήρα από την αρχή να χαζέψω την θλιβερή κίνηση της και στάθηκα λιγάκι την απίστευτα μίζερη και φτωχή διακόσμηση της πλατείας Κοτζιά μπροστά στο Δημαρχείο όπου ήταν σταθμευμένη μια κλούβα γεμάτη αστυνομικούς. Πέρασα χωρίς να δώσω καμιά σημασία και μια στιγμή ακούω ένα σύννεφο από ανακατωμένα φτερά να προσγειώνεται με θόρυβο στην πλατεία και να γίνεται μια σκούρα μάζα δίπλα από έναν άνθρωπο που έβγαζε ψωμί και κουλούρια από μια νάιλον σακούλα, τα έτριβε και τα έριχνε χάμω.
Τα περιστέρια τον ακολουθούσαν μέχρι που τέλειωσε και σαν δεν είχαν τίποτα άλλο να τσιμπήσουν στα πλακάκια αραίωσαν και άρχισαν να περπατάνε στην πλατεία. Ξαφνικά, σαν να πήραν ένα αόρατο μήνυμα, όλα μαζί πάλι πέταξαν προς έναν ώριμο κύριο που είχε βγάλει ως φαίνεται βόλτα στην πλατεία την εγγονή του και το κοριτσάκι γεμάτο χαρά για το γεγονός τους έριχνε κι αυτό τριμμένα κουλούρια.
Τότε βρήκα την ευκαιρία και ρώτησα, τον ξένο όπως έδειχνε άντρα, αν ήταν από το Δήμο Αθηναίων και είχε τη φροντίδα των περιστεριών. Όχι μου είπε, ο Αβδούλ από την Αίγυπτο. Από μόνος του το έκανε. Τον ρώτησα γιατί και μου απάντησε πως ο Αλλάχ ανταμείβει όποιον ταΐζει τα περιστέρια και κάποια στιγμή θα αποκτήσει πολλά χρήματα και γι’ αυτό το κάνει κάθε μέρα. Δεν είχα λόγο να μην τον πιστέψω και άφησα το πράγμα ασχολίαστο. Σε λίγο βλέπω και κάποιον άλλο, πιθανόν της ίδιας καταγωγής να πλησιάζει την πλατεία και να αρχίζει να ταΐζει τα περιστέρια που όρμησαν πάλι σαν σύννεφο πάνω του. Αφού τέλειωσε κι αυτός, απομακρύνθηκε και τα πουλιά αραίωσαν πάλι. Άλλα πήγαν προς το σιντριβάνι και άλλα ακροβολίστηκαν σε διάφορα βρώμικα κάγκελα και στους φανοστάτες.
Πήγα να φύγω όταν πάλι σαν σύννεφο άκουσα τα περιστέρια να πετάνε προς ένα σημείο όπου μια μικρόσωμη γυναίκα έβγαζε από την τσάντα της διάφορα πράγματα και τα έριχνε στην πλατεία. Αφού τέλειωσε κάθισε στην άκρη και έβλεπε το πλήθος των περιστεριών να τρώνε με βιασύνη. Πήγα κοντά της και τη ρώτησα γιατί τα ταΐζει. Η Μαρία από τη Σρι Λάνκα μου απάντησε πως δεν πετάει τίποτα από το τραπέζι, ψωμί, ρύζι, όσπρια κλπ στα σκουπίδια και τα φέρνει κάθε πρωί στην πλατεία και ταΐζει τα περιστέρια γιατί απλά το θεωρεί καλό. Τη ρώτησα αν κι αυτή πιστεύει όπως ο Αβδούλ πως μπορεί να της χαρίσει χρήματα ο Αλλάχ, αλλά δεν ήξερε αν συμβαίνει αυτό. Αυτή το έκανε μόνο γιατί δεν θεωρεί σωστό να πετάει τα υπολείμματα του φαγητού της στα σκουπίδια όπως κάνουν οι άλλοι.
Δυο κόσμοι πίστης, ο Αβδούλ και η Μαρία, με δυο διαφορετικές αντιλήψεις για τα πετούμενα της Αθήνας, τα χρήματα και την τροφή μου έδωσαν εν μέρει την απάντηση σήμερα που τα περιστέρια είχαν την τιμητική τους στον αγιασμό των υδάτων και όλοι περιμένουμε να μας φέρουν την πολυπόθητη φώτιση αλλά ποιος τα σκέπτεται τον υπόλοιπο καιρό; Ευτυχώς που σε αυτή την πόλη ζουν πολλοί Αβδούλ και αρκετές Μαρίες…
ΑΘΗΝΑ, 06012010
Ετικέτες
ΑΘΗΝΑ,
ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ,
ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ,
ΦΩΤΑ
Τόπος:
Αθήνα, Ελλάδα
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)