Κάθε καρύδι για να μαζευτεί από το έδαφος απαιτεί κι ένα
σκύψιμο και κατά παράδοση,
η ποδιά που φορούσαν οι γυναίκες ήταν το καλύτερο
μέσο για να αρχίσει η συγκομιδή τους
Ήταν μέχρι λίγες δεκαετίες, τότε που τα χωριά ήταν ακόμη
γεμάτα από κόσμο και οι ανάγκες τους έπρεπε να καλυφθούν από την παραγωγή που
είχαν στον τόπο τους και από τα χωράφια και τα κοπάδια τους έφταναν όλα στο
τραπέζι τους,γεμάτος και ο τόπος από καρυδιές των οποίων ο πολύτιμος καρπός
εκτός από το αποτελούσε κάτι το ιδιαίτερο για όλους, αλλά αποτελούσε και το
σκληρό νόμισμα των αγροτικών αυτών κοινωνιών.
Η εποχή αυτή, όπως εξάλλου κάθε τι που δήλωνε την ιθαγένεια
στην παραγωγή των βασικών διατροφικών προϊόντων στην ελληνική επαρχία πέρασε
στο περιθώριο της ιστορίας και κοντεύουν να ξεχαστούν και ο τρόπος που κάθε
νοικοκύρης προσπαθούσε να καταφέρει τούτο αλλά και η φύση έχει πια περιορίσει
αισθητά τη γενναιοδωρία της. Πιθανόν τούτο να συμβαίνει γιατί η φύση καθώς δεν
βλέπει να μην την έχει ανάγκη ο άνθρωπος που προσπαθεί μάλιστα με άλλους πιο
πιεστικούς τρόπους να την καρπωθεί, να περιορίζει η ίδια την παραγωγή της για
λόγους που μπορεί να καταλαβαίνουμε...
Ο νεαρός Αλβανός δήλωσε πως ξέρει από ραβδισμό καρυδιάς και
πήρε το λούρο να την
τινάξει αλλά το αποτέλεσμα του εγχειρήματος διέψευσε τον
νοικοκύρη του δέντρου.
Ο λόγος όμως για τις καρυδιές, ένα ευλογημένο δέντρο για την
ορεινή Ελλάδα που φύτρωνε εύκολα παντού αλλά οι άνθρωποι προτιμούσαν να τη
βάζουν στην άκρη των χωραφιών να ποτίζεται λιγάκι και να μην βαραίνει με τη
σκιά του τις άλλες καλλιέργειες. Είναι όντως βαρύς ο ίσκιος της καρυδιάς αλλά
τις περισσότερες φορές το παρέβλεπαν καθώς κοντά ή ακόμη και πάνω από το σπίτι,
ήταν καλύτερα για τον έλεγχο της σοδειάς από τους περαστικούς αλλά και το
πλήθος των τρωκτικών και των ποικίλων κορακοειδών που τους αρέσουν πολύ τα
καρύδια και τα αρπάζουν πριν ακόμη αυτά ωριμάσουν.
Υπήρχαν όμως και πολλές καρυδιές στα δάση, ορισμένες μάλιστα
που ήταν κοντά σε πηγές και ρέματα ήταν πολύ μεγάλες και εντυπωσιακές για το
μέγεθός τους και την παραγωγή τους και τον καρπό τους τον μάζευαν αυτοί που
νέμονταν τον τόπο ή όποιος προλάβαινε από το χωριό ή τις μοιράζονταν οι
γείτονες. Από αυτές τρέφονταν και τα περισσότερα τρωκτικά του δάσους καθώς και
τα αγριογούρουνα που εκείνα τα χρόνια ο αριθμός τους ήταν περιορισμένος λόγω
της έντονης παρουσίας και δράσης των ανθρώπων στην ύπαιθρο.
Μια χούφτα φρέσκα καρύδια, το κέρδος της χρονιάς από μια
καρυδιά που ζει ξεχασμένη στην άκρη ενός χωραφιού και τα οποία γλίτωσαν από τις
επιδρομές των τρωκτικών.
Αυτές οι μεγάλες, αιωνόβιες καρυδιές στα δάση δεν υπάρχουν
πια καθώς όλες σχεδόν κόπηκαν για το πολύτιμο ξύλο τους. Τούτο έγινε σαν
«πάτησε» και τις πιο απόμακρες περιοχές, όπως η Μπέσια και του Κύφου στα Άγραφα
ο δασικός δρόμος και από πλευράς δασαρχείων που ήταν αρμόδια γι’ αυτά τα δάση
δεν εκφράστηκε καμιά μέριμνα για τη σωτηρία ορισμένων από αυτά των μνημειακών
δέντρων της ελληνικής φύσης. Το κέρδος ήταν πολύ πιο ισχυρό από αυτού του
είδους τις ευαισθησίες κι έτσι χάθηκαν αυτά τα σπουδαία δέντρα.Το ίδιο εξάλλου
συνέβη και με τις καρυδιές που βρίσκονταν μέσα στα χωράφια. Τις περισσότερες
από τις μεγάλες τις έκοψαν σαν οι άνθρωποι άρχισαν να εγκαταλείπουν τα χωριά
και πολλές περιπτώσεις τα κέρδη από το ξύλο τους επενδύθηκαν στην πρώτη
εγκατάστασή τους στις πόλεις και όπου αλλού αναζήτησαν καλύτερη τύχη.
Απέμειναν όμως αρκετές καρυδιές σε όλα τα χωριά για να
θυμίζουν την εποχή που τις τελευταίες ημέρες του Σεπτέμβρη όλοι ασχολούνταν με
τα πολύτιμα καρύδια. Η συλλογή τους απαιτούσε να καθαριστούν καλά τα χωράφια
από τα αγριόχορτα και τα βάτα, να ραβδιστούν τα δέντρα για να πέσει ο καρπός
στο έδαφος, να καθριστεί από τα φλούδια που μαυρίζουν με τους χυμούς τους τα
χέρια, να πλυθούν, να απλωθούν για να στεγνώσουν καλά και να αποθηκευτούν σε
στεγνό και ευάερο μέρος γιατί αλλιώς ο έμπορος που θε έρχονταν να τα πάρει
έπρεπε να τα βρει σε άριστη κατάσταση. Όλη αυτή η δουλειά γίνονταν με ιδιαίτερη
προσοχή γιατί από τα καρύδια εξαρτιόνταν και η οικονομία κάθε σπιτιού και
κυρίως έμπαινε σε αυτά ζεστό χρήμα που κάλυπτε διάφορες ανάγκες.
Μη έχοντας άλλο τρόπο να τινάξουν την καρυδιά τους η Γεωργία
και ο Γιάννης Ζηνέλλης στην Καστανιά Ευρυτανίας, πήραν από μόνοι τους μια
μακριά κλάρα και ξεκίνησαν. (Φωτογραφία 2013).
Τούτο βέβαια δεν ισχύει στην κλίμακα εκείνη γιατί η
καλλιέργεια των καρυδιών στα ορεινά υποχώρησε καθώς έφυγαν οι άνθρωποι και
λίγοι πια ασχολούνται με αυτά, κυρίως συνταξιούχοι που ξεκαλοκαιριάζουν στα χωριά
τους και το ενδιαφέρον τους πια δεν είναι τόσο οικονομικό αλλά στις
περισσότερες φορές στηρίζεται στη νοσταλγία των παλιών εποχών που κάθε χρόνο
απομακρύνονται καθώς λιγοστεύει και η γενιά που τους έζησε.
Η διαφορά τούτων των ανθρώπων με τους παλαιότερους είναι ότι
πια δεν ραβδίζουν τις καρυδιές αλλά περιμένουν πότε θα βρέξει και να φυσήξει
για να πέσει ο καρπός από τα δέντρα να τον μαζέψουν και τούτο συμβαίνει γιατί
στα χωριά έπαψαν να υπάρχουν ραβδιστές ή άνθρωποι πρόθυμοι να ανέβουν στα
δέντρα να τα ραβδίσουν. Τούτο στα παλαιότερα χρόνια το έκαναν λίγοι άνθρωποι
που διάθεταν ευλυγισία και δεν φοβόντουσαν το ύψος γιατί ανέβαιναν σε πολύ ψηλά
κλαδιά και έπαιρναν και καλό μεροκάματο αφού πάντα υπήρχε ο κίνδυνος να πέσουν
και να τσακιστούν. Το ραβδισμό δε τον έκαναν με μακριά κλαδιά, «λούρια» τα
έλεγαν και συνήθως ήταν από μέλεγο γιατί αυτό το κλαρί δίνει μεγάλο ύψος στα
κλαδιά του και έχουν μάλιστα και μεγάλη ελαστικότητα.
Πρόκοψε χάρη στο νερό και το σκάψιμο του εδάφους και είναι
γεμάτη καρπό μια καρυδιά στην άκρη ενός κήπου με φασόλια και καλαμπόκια στη
Μεγάλη Κάψη Φθιώτιδας.
Τη δύσκολη τούτη δουλειά καμιά φορά δηλώνουν πως μπορούν να
κάνουν διάφοροι πρόθυμοι για όλα αλλοδαποί, Αλβανοί κυρίως που βρίσκονται στα
χωριά αλλά συνήθως δεν ξέρουν, ταλαιπωρούν το δέντρο με άσκοπους ραβδισμούς ενώ
οι ντόπιοι είναι επιφυλακτικοί μαζί τους για να μη συμβεί κανένα ατύχημα και
μετά τρέχουν και δεν σώνουν. Γι’ αυτό και κάθονται και περιμένουν πότε θα
πέσουν τα καρύδια για να τα μαζέψουν ή αποφασίζουν να τις ραβδίσουν από μόνοι
τους από το έδαφος και ότι καταφέρουν...
Καρύδια απλωμένα να στεγνώσουν καθώς έχουν φτάσει στο
τελευταίο στάδιο
της συγκομιδής τους και πρέπει να είναι καθαρά και λαμπερά
πριν βγουν στην αγορά.
Η ΣΟΔΕΙΑ ΣΤΟ ΕΛΕΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΙΟΥ
Τα καρύδια ήταν ένα βασικό και πολύτιμο προϊόν της ελληνικής
υπαίθρου αλλά τα τελευταία χρόνια λόγω της εγκατέλειψης της υπαίθρου
παρατηρείται μια σοβαρή συρρίκνωση των καλλιεργειών και τούτο έχει ως
αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής. Αυτή όμως δεν είναι και η μόνη αιτία της
μείωσής της καθώς η σοδειά είναι και στο έλεος των τρωκτικών που χωρίς να έχουν
κανένα εχθρό λυμαίνονται τον καρπό και των αρπακτικών πτηνών που χωρίς κανένα
φόβο τον αρπάζουν από το κλαρί ακόμη άγουρο. Τις νύχτες τα χωράφια πλημμυρίζουν
από ποντίκια και αγριογούρουνα που δεν αφήνουν καρπό για καρπό και την ημέρα
σκίουρους που με ταχύτατες κινήσεις πιάνουν τον καρπό από το κλαρί και τον
κουβαλάνε σε άλλο σημείο πιο ασφαλές γι’ αυτούς για να το φάνε καθώς και από
τις άφοβες κίσσες και κοράκια. Αυτό γίνονταν και παλαιότερα αλλά τότε ήταν
γεμάτος ο τόπος από καρυδιές και κάπως μοιράζονταν οι ζημιές σε όλο το χωριό
ενώ τώρα την πληρώνουν τα λίγα εναπομείναντα δέντρα κοντά στα σπίτια ενώ
κανένας πια δεν πάει να κυνηγήσει όπως τα περασμένα χρόνια πουλιά σε αυτά τα
χωράφια. Με λίγα λόγια, η απουσία του ανθρώπου από την ύπαιθρο και η μείωση των
καλλιεργειών είχε σαν αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των τρωκτικών και την
αρπαγή της μικρής παραγωγής.
ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΨΗ, 17102018. Περιοδικό "Κυνήγι - Δημοκρατία, 17102018, σελ.