Καθώς μπαίνει σήμερα ο Μάης και τα βουνά αρχίζουν να ζωντανεύουν από τα λιγοστά πλέον κοπάδια που ανεβάζουν ακόμη ορισμένοι κτηνοτρόφοι στα βοσκοτόπια, κάποια άλλα ζωντανά που μοιράζονται μαζί τους τον τόπο τον ομορφαίνουν κι αυτά με τον τρόπο τους…
Πρόκειται για μικρούς αριθμούς ελεύθερων αλογομούλαρων που τα τελευταία χρόνια αποσύρθηκαν από το προσκήνιο των αγροτικών νοικοκυριών είτε λόγω της χρήσης του αυτοκίνητου στις μεταφορές είτε λόγω της εγκατάλειψη των καλλιεργειών. Από τη στιγμή που οι δρόμοι πάτησαν όλα τα βουνά και όχι μόνο η μεταφορά αλλά και η βοσκή των κοπαδιών γίνεται τις περισσότερες φορές μέσα από την καμπίνα του αυτοκινήτου, τα ζωντανά αυτά κρίθηκαν ανώφελα και τα περισσότερα όντως πουλήθηκαν σε εμπόρους και η κατάληξή τους ήταν τα σφαγεία της αλλοδαπής ή τα κλουβιά των τσίρκων που περιοδεύουν στην Ελλάδα για τροφή των θηρίων. Στο παρελθόν βγήκαν στη δημοσιότητα πολλές θλιβερές ιστορίες για την εμπορία και τη μεταχείριση αυτών των ζώων, ιστορίες που δεν επαναλήφθηκαν γιατί ο αριθμός τους μέσα σε μια δεκαετία σημείωσε τέτοια μείωση, τόσο που είδηση πλέον δεν είναι η απουσία από την ελληνική ύπαιθρο αλλά η παρουσία τους!
Είναι γεγονός, πως εκτός από ελάχιστες φωνές διαμαρτυρίας από ορισμένα άτομα ή από μεμονωμένες ομάδες πολιτών, κανένας αρμόδιος παράγων ή κρατικός φορέας δεν έδειξε ενδιαφέρον για τη διατήρηση αυτού του πολύτιμου ζωικού κεφαλαίου και παράγοντα της παραδοσιακής αγροτοποιμενικής οικονομίας. Εδώ θα μπορούσαμε να πούμε αφού κανένας δεν ενδιαφέρθηκε για τη διατήρηση των ιθαγενών φυλών προβάτων, κατσικιών, βοοειδών και άλλων παραγωγικών κατοικιδίων που ήταν απόλυτα προσαρμοσμένα στην ελληνική φύση, τα αλογομούλαρα θα κοίταγαν;
Όντως στη δίνη της εξέλιξης και της ευκολίας, ούτε που πρόσεξε κανένας πως εξαφανίστηκαν αυτά τα ζωντανά και αν χρειαστεί κάποιος ένα τέτοιο δεν πρόκειται να βρει πουθενά εκτός φυσικά την Ύδρα και τη Σαντορίνη για τους γνωστούς λόγους. Ορισμένα πάλι ζωντανά υπάρχουν σε κάποια νησιά που δεν έχει διαλυθεί η παραδοσιακή αγροτική ζωή, όπως η Αμοργός ή η Νάξος και αλλού. Σε γενικές γραμμές όμως ελάχιστα από αυτά τα ζώα έχουν απομείνει σε ολόκληρη τη χώρα.
Ορισμένα από τα εναπομείναναντα αλογομούλαρα στα ορεινά χωριά τα αφήνουν απολυμένα το χειμώνα και αφού δεν υπάρχει και φόβος για τις καλλιέργειες αυτά γυρίζουν όπου θέλουν, αλλά κυρίως πηγαίνουν στα ορεινά λιβάδια για περισσότερη ησυχία. Ένα κοπάδι από αυτά συναντήσαμε ανήμερα την φετινή Πρωτομαγιά στο Παλιοκάτουνο της Πρασιάς, ένα εκπληκτικό μέρος κρυμμένο στην αγκαλιά των κεντρικών Αγράφων κάτω από τις κορυφές Κόκκινο Στανό, Τσουρνάτα, Σαλλαγιάννη απ’ όπου πηγάζει και ο καθαρότερος παραπόταμος του Αχελώου ο Πλατανιάς. Είχαμε ξεκινήσει με τον Δημήτρη Παπαδιά και τον μικρό Αποστόλη Βασ. Παπαδιά να επισκεφτούμε τα υπέροχα λιβάδια που βοσκούσαν κάποτε οι πρόγονοί τους αλλά δεν μπορέσαμε να προχωρήσουμε ψηλά γιατί οι πλαγιές ήταν ακόμα καλυμμένες από χιόνια και ο τόπος όλος ήταν μουσκεμένος από τα νερά που ανέβλυζαν από κάθε σημείο του τόπου και κατέληγαν στο θολό ποτάμι. Παρά το κρύο όμως τα χαμηλά λιβάδια ήταν στρωμένα με ένα σωρό αγριολούλουδα και μοσχοβολούσε ο τόπος από τα δακράκια και τη φρέσκια χλόη. Κοπάδι από πρόβατα δεν φαίνονταν πουθενά, ούτε και προετοιμασίες στα μαντριά διακρίνονταν σε κανένα σημείο του βουνού.
Τα μόνα ζωντανά που συναντήσαμε στα λιβάδια ήταν ένα κοπάδι από αλογομούλαρα που μόλις μας είδε απομακρύνθηκε σε απόσταση ασφαλείας και μόνο ένα δυνατό άλογο, στάθηκε σε μια κορυφή και δεν μας άφηνε από τα μάτια του στιγμή. Ούτε να τα φωτογραφήσουμε δεν μας άφησε να πλησιάσουμε καθώς με ένα κούνημα του κεφαλιού του καθοδηγούσε τα υπόλοιπα και τους έδινε σήμα. Ήταν ο 8χρονος Ντορής, του Δημήτρη Μάνταλου ο οποίος τον είχε κλεισμένο όλο το χειμώνα στο καλύβι και μόλις ξεχιόνισε λιγάκι ο τόπος τον άφησε ελεύθερο να ξεμουδιάσει κι αυτός τράβηξε κατά το βουνό να βρει την παρέα του. Έτσι κι αλλιώς, σε τίποτα δεν ήταν χρήσιμος αφού και το όργωμα έγινε με τρακτεράκι και για τις μεταφορές η οικογένεια του Μάνταλου που ασχολείται με την κτηνοτροφία και διατηρεί ένα μεγάλο κοπάδι στο χωριό χρησιμοποιεί τα αγροτικά αυτοκίνητα. Έτσι ο Ντορής, ο οποίος είναι βέβαια «πειραγμένος» μη έχοντας καμία υποχρέωση ανέβηκε στο βουνό και συνάντησε την παρέα του, τον Νιόνιο, ένα γέρικο μουλάρι του Κώστα Μπίστα που το άφησε κι αυτός ελεύθερο και δυο – τρία άλλα από το διπλανό χωριό Κέδρα.
Ο Νιόνιος, μας είπε ο Κώστας Μπίστας ήταν ένα άξιο μουλάρι που δούλεψε πολλά χρόνια στον Κώστα ο οποίος κι αυτός διατηρεί ακόμη ένα μικρό κοπάδι αιγοπρόβατα στον Πρόδρομο, αλλά το πήραν τα χρόνια και ο Κώστας το άφησε ελεύθερο να ζήσει όπου και όπως θέλει και ο Νιόνιος από ένστικτο πήρε τα βουνά όπου ξανάνιωσε και ούτε να ακούσει δεν θέλει πάλι για παχνί και καλύβα. Πρόπερσι μάλιστα που έριξε αρκετό χιόνι και δυσκόλεψαν τα πράγματα, το κοπάδι κατέβηκε μέχρι το χωριό να προφυλαχτεί, έμεινε εκεί μερικές ημέρες αλλά μόλις κατάλαβε πως μπορεί να επιστρέψει στα λημέρια του αμέσως πήρε το γνωστό μονοπάτι της ελευθερίας.
Στο Παλιοκάτουνο και στις γύρω πλαγιές που ζουν ολοχρονίς τα αλογομούλαρα, ανεβαίνουν το καλοκαίρι αρκετά κοπάδια κι έτσι έχουν κάποια συντροφιά και ασφαλώς λίγη προστασία. Τον υπόλοιπο καιρό, κάνουν ότι μπορούν μόνα τους και συνήθως τα καταφέρνουν καλά ιδιαίτερα με τους λύκους ή καμιά αρκούδα που θα τα πλησιάσει και γι’ αυτό κινούνται ομαδικά. Την ευθύνη προστασίας βεβαίως την φέρνουν τα άλογα, όπως ο Ντορής για παράδειγμα που έχουν συνέχεια την προσοχή τους στραμένη στις ανεπιθύμητες παρουσίες. Πάραυτα συχνά παρατηρούνται απώλειες που έχουν να κάνουν με την αντοχή των ζωντανών. Έτσι αυτά που τα λυγίζει η ηλικία ή τα ασθενικά πέφτουν θύματα των αρπακτικών. Θύματα επίσης πέφτουν συχνά και τα μουλάρια που όπως και να έχει δεν διαθέτουν την εξυπνάδα και τα ισχυρά αντανακλαστικά των αλόγων. Γι’ αυτό και οι λύκοι, όταν τους στριμώξει η πείνα παρακολουθούν το κοπάδι κι χυμάνε σε όποιο βρουν άρρωστο ή ανήμπορο να περπατήσει. Έτσι μειώθηκε ο αριθμός αυτού του κοπαδιού που όπως θυμούνται οι παλαιότεροι αριθμούσε περί τα είκοσι.
Ένας άλλος λόγος που μειώθηκε το κοπάδι είναι ότι πολλά από τα αρσενικά άλογα είναι «πειραγμένα», δηλαδή ευνουχισμένα και αυτό το έκαναν οι ιδιοκτήτες τους για περισσότερη απόδοση στην εργασία. Αυτό έκανε ο Μήτσος Μάνταλος στον Ντορή γιατί αυτός μέχρι πριν λίγα ακόμη χρόνια όργωνε τα χωράφια των συγχωριανών του και έκανε μεταφορές. Τώρα που δεν υπάρχουν αυτές οι δουλειές, αποδεσμεύτηκε μεν ο Ντορής αλλά δεν έχει τη δυνατότητα να αφήσει απογόνους με κάποια από τις φοράδες που κυκλοφορούν στο βουνό και παρά την ηλικία τους, μπορούν ακόμα να γεννήσουν. Ούτε πάλι υπάρχει η περίπτωση να βρεθεί κανένα άλλο αρσενικό να ζευγαρώσουν γιατί όπως προαναφέρθηκε, τα αλογομούλαρα είναι πλέον σπάνιο είδος σε όλη την Ελλάδα.
ΥΓ. Κείμενο και φωτογραφίες δημοσιεύτηκαν στο ένθετο περιοδικό της εφημερίδας "'Εθνος" για το Κυνήγι τον Μάιο του 2010. Τα χρόνια που ακολούθησαν ξαναείδαμε το κοπάδι και με χαρά διαπιστώσαμε πως σχεδόν διπλασιάστηκε..
ΑΘΗΝΑ, 01052018