Έχω μια αδυναμία στα αγάλματα που βρίσκονται σε διάφορα
σημεία της πόλης γιατί θεωρώ πως όλοι αυτοί που τιμήθηκαν είτε σε μάρμαρο, είτε
σε μπρούντζο, έχουν ένα αποκλειστικό προνόμιο: δεν μπορούν να κουνήσουν τα
πόδια και να πάρουν τα μάτια τους να φύγουν μακριά από μια πόλη που διαρκώς
παρακμάζει. Κι αν δεν το δείχνει φανερά, το αφήνει με την αδιαφορία της να το
εμπεδώνουμε καθημερινά και σε μικρές δόσεις…
Τα αγάλματα και οι προτομές είναι οι καθημερινοί μάρτυρες
της καθημερινότητάς μας καθώς από τη θέση που βρίσκονται βλέπουν με τα παγωμένα
μάτια τους και χωρίς αισθήματα βεβαίως στη μαρμαρένια καρδιά τους, τη ζωή μας
να κυλά στους αδιάφορους δρόμους, τα βρώμικα πεζοδρόμια και τις παρατημένες
πλατείες και θα μπορούσαν να αποτελούν τρόπο τινά, τους βωβούς ληξίαρχους της
πόλης. Τα βλέπουμε κάθε μέρα στη θέση τους
εκτός και αν αποφασίσει ο Δήμος να τα μεταφέρει κάπου αλλού, πράγμα
σπάνιο γιατί τα περισσότερα έχουν δεθεί με τον χώρο που βρίσκονται ή αν είναι
από μπρούντζο, τότε αυτά είναι εύκολη λεία των πανταχού παρόντων και
εμπλεκόμενων σε κάθε παρανομία τσιγγάνων που έχουν στείλει στα χυτήρια τα
περισσότερα απ’ αυτά.
Τα αγάλματα έχουν κι αυτά τα πάθη τους, από τον καιρό κυρίως
που μαυρίζει τα μάρμαρα, την υγρασία που τα σκουριάζει, τα περιστέρια που δεν
τα νοιάζει αν πάνω τους κάνουν την ανάγκη τους. Δεν είναι και λίγες όμως οι
φορές που κάποιοι τα κακοποιούν. Τα βάφουν ή γράφουν διάφορα στη βάση τους,
στις προτομές ειδικά είναι πολύ συνηθισμένο να τους παραποιούν το πρόσωπο με
διάφορα σχέδια και χρώματα ενώ συχνά επίσης παρατηρείται και ο ακρωτηριασμός
τους ή και η πλήρης διάλυσή τους από δράστες συνήθως αγνώστους. Στις
περιπτώσεις αυτές, κάποιες υπηρεσίες του Δήμου ή του Υπουργείου Πολιτισμού που
τηρούν αρχείο και εκμαγεία από αυτά, παρεμβαίνουν και τα αποκαθιστούν. Έτσι
έγινε για παράδειγμα με την μύτη του αγάλματος του Παλαμά μπροστά από το
Πνευματικό Κέντρο του Δήμου, στην οδό Ακαδημίας που έσπασαν πριν από χρόνια οι αγανακτισμένοι!
Την χειρότερη όμως κακοποίηση έπαθε το άγαλμα της αλυσοδεμένης γυναίκας, έργο του γλύπτη Κώστα
Σεφερλή, στήθηκε το 1951 και συμβολίζει την Βόρεια Ήπειρο και για το οποίο έχει
γράψει ένα ποίημα η Κική Δημουλά, στον πεζόδρομο ανάμεσα στο Εθνικό Αρχαιολογικό
Μουσείο και το Πολυτεχνείο. Εκεί πριν
από λίγα χρόνια, ο χώρος είχε εξελιχθεί σε ανοιχτή αγορά ναρκωτικών και
οικόπεδο όπου έλιωναν καθημερινά τόσοι και τόσοι άνθρωποι μπροστά στα μάτια των
περαστικών, των τουριστών και φυσικά των αρχών που υποτίθεται ότι είναι
επιφορτισμένες να αντιμετωπίζουν τέτοια δύσκολα προβλήματα.
Εκείνη την περίοδο, το άγαλμα είχε γίνει ένα σώμα που ο κάθε
απίθανος τύπος έβαφε όπως ήθελε και έγραφε ότι του κατέβαινε νομίζοντας πως
κάνει επανάσταση. Οι διαμαρτυρίες ήταν πολλές και πριν από τέσσερα χρόνια
Αστυνομία άδειασε με τον γνωστό τρόπο της την Τοσίτσα από χρήστες και εμπόρους
και κάθε άλλο άτομο που συμπλήρωνε το μωσαϊκό της εξαθλίωσης και της
απελπισίας. Έτσι οι «θαμώνες» της Τοσίτσα μεταφέρθηκαν στους παρακάτω, προς τη
Βάθης δρόμους και το μόνο που έμεινε να θυμίζει την εποχή της εξαθλίωσης ήταν
το άγαλμα της δεμένης πισθάγκωνα γυναίκας
που κοιτάζει προς την είσοδο του Μουσείου φοβερά κακοποιημένο και
βρωμισμένο - της Αθήνας έμοιαζε που αβοήθητη ήταν και είναι εκτεθειμένη στο
έλεος κάθε βάνδαλου και αγανακτισμένου.
Δεν έμελλε όμως να μείνει πολύ καιρό έτσι γιατί ένα βράδυ,
πιθανόν και μετά από κάποιο πάρτι που συχνά κάνουν οι φοιτητές και οι φίλοι
τους στο Πολυτεχνείο, κάποιοι πήραν τις βαριοπούλες τους και το έκαναν
κομμάτια. Το γεγονός δημιούργησε έντονο διάλογο, ακούστηκε το ένα, ακούστηκε το
άλλο για την αποκατάστασή του αλλά όπως φαίνεται δεν πρόκειται εκεί να
ξαναδούμε άγαλμα γιατί απομάκρυναν και τη βάση που το στήριζε.
Πιθανόν το έκαναν γιατί απαλλάχθηκαν από ένα άγαλμα που
παρέπεμπε στη Βόρεια Ήπειρο, πράγμα για το οποίο πολλοί ήθελαν για να πάψουν
τάχα διάφορα θέματα με την γείτονα χώρα Αλβανία. Δεν αποκλείεται όμως να το
άφησαν να ξεχαστεί γιατί ήταν σίγουροι πως οι βανδαλισμοί πάνω του θα
επαναλαμβάνονταν, θα υπήρχαν διαμαρτυρίες και ένα σωρό άλλα. Χώρια που θα είχαν
κι άλλον ένα μπελά στο κεφάλι της οι αστυνομικοί που περιμένουν στη γωνία να
τους την πέσουν οι συμμορίες των Εξαρχείων. Γι’ αυτό προτίμησαν να το ξεχάσουμε
κι ας σβήνουν με τον τρόπο τους την ιστορία της πόλης. Θαρρώ πως έπρεπε να το
κρατήσουν έτσι όπως ήταν και να πηγαίνουν ακόμα και τα σχολεία να το βλέπουν
και να βεβαιώνονται οι μαθητές πως δεν τους περιμένουμε πια τους βαρβάρους,
είναι ήδη μέσα στην πόλη και πολλοί μάλιστα σε θέσεις αποφάσεων!
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι φωτογραφίες είναι από το καλοκαίρι του 2013 και η
σημερινή που δείχνει το χώρο που ήταν το άγαλμα…
ΑΘΗΝΑ, 30092018. Εφημερίδα "Φιλελεύθερος", σελ. 38 - 39
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου