Βγήκα χθες στην Αθήνα, όχι τόσο για να δω τη φτώχεια της πόλης - αυτή φαίνεται καθημερινά και δεν χρειάζεται να το επαναλαμβάνουμε- αλλά για να χαιρετήσω κάποιους φίλους κάτω εκεί στην αγορά που με τη δουλειά τους και την παρουσία τους στους δρόμους, είναι οι μόνοι που συνεχίζουν να εκφράζουν το φιλικό πρόσωπό της.
Πρόκειται για ανθρώπους που γνωρίζω πάνω από τριάντα χρόνια, από την εποχή που κι εγώ δούλευα σε ένα κατάστημα υφασμάτων στη Μητροπόλεως και πηγαινοερχόμουν σε όλους τους δρόμους του εμπορικού κέντρου με ένα καρότσι. Εκεί τους γνώρισα, στο πεζοδρόμιο να κάνουν δουλειές βασικές στη λειτουργία και την κοινωνία της πόλης που δεν έτρεχε να ψωνίσει ρούχα θυμάμαι στα πολυκαταστήματα αλλά στην περίφημη Αγίου Μάρκου που σήμερα μοιάζει σαν έναν οποιοδήποτε δρόμο κάποιας αθηναϊκής συνοικίας.
Δεν θα αναφερθώ σήμερα σε όλους αυτούς τους τύπους, μια άλλη φορά σκέπτομαι να γράψω μερικές αράδες για τον καθένα απ’ όσους γνώρισα για να τους θυμηθούμε οι παλιότεροι και να τους γνωρίσουν, όσοι είναι ακόμη στην πιάτσα, οι νεότεροι στην ηλικία.
Θα σταθώ μόνο σε έναν, τον Βασίλη Καραγεώργο, από το χωριό Αρματολικό των Τρικάλων που πουλάει εδώ και πολλά χρόνια καρύδες στη γωνία Ερμού και Καπνικαρέας. Ο Βασίλης είναι φίλος μου, περνάω πάντα από εκεί, τον βλέπω, με κερνάει πάντα μια καρύδα και καθώς βρίσκεται εκεί στημένος όλη την ημέρα είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να κουβεντιάσουμε για την κίνηση στην Ερμού και τις διαθέσεις του κόσμου σαν βγαίνει να ψωνίσει.
Ανεξάρτητα τώρα αν είναι φίλος μου ή όχι, ο Βασίλης είναι από τους καλύτερους επαγγελματίες του δρόμου και τούτο φαίνεται όχι μόνο στην συμπεριφορά του απέναντι στον πελάτη αλλά και από την εντυπωσιακή κατασκευή που στεγάζει το εμπόρευμά του.
Χθες όμως που τον είδα, δεν έκανε τη γνωστή κίνηση να με κεράσει μια γλυκιά καρύδα αλλά μου είπε με νόημα ότι λόγω του κρύου χρειάζομαι κάτι άλλο. Τσίπουρο από το χωριό, σκέφτηκα, αλλά βιάστηκα. Τον είδα να κάνει λίγα βήματα πίσω από το πόστο του όπου είχε στημένο το λαμπερό καρότσι του σαλεπιτζή και να γεμίζει ένα πλαστικό ποτηράκι και να μου το προσφέρει με αρκετή κανέλα και την προειδοποίηση να προσέχω ότι καίει.
Δεν μπορώ να σας περιγράψω τι απόλαυση ήταν και σας προτείνω να το δοκιμάσετε κι εσείς στη σημερινή σας βόλτα στην Αθήνα και αν θέλετε βεβαίως, μπορείτε να μου γράψετε τις παρατηρήσεις σας. Για να προετοιμάσω μάλιστα, σας λέω πως ο Βασίλης, αν και νέος ακόμη, είναι από τους παλαιότερους σαλεπιτζήδες της Αθήνας και την τέχνη την έμαθε κοντά σε παλιούς σπουδαίους σαλεπιτζήδες και ότι το ωραίο καρότσι του είναι κι αυτό από τα παλαιότερα και αποτελεί ένα αληθινό στολίδι της Αθήνας όπου το βάζει.
Φέτος μάλιστα ο Βασίλης είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένος που μετά από κάνα δυο χρόνια βρήκε πάλι σαλέπι από την Πίνδο, συγκεκριμένα από το Χαλίκι Τρικάλων το οποίο είναι ανώτερης ποιότητας. Το λέω αυτό γιατί όπως κι εγώ γνωρίζω, τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί «σαλεπιζήδες» που πουλάνε σαλέπι Αλβανίας και Τουρκίας, το δεύτερο μάλιστα το διαφημίζουν και στα τούρκικα αλλά όπως λένε όλοι όσοι το δοκιμάζουν είναι επιεικώς άνοστο και τούτο οφείλεται στον τρόπο της συλλογής του ο οποίος φαίνεται πως γίνεται πρόωρα και η ξήρανσή του δεν γίνεται με τον σωστό τρόπο.