Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΝ ΟΛΥΜΠΟ


Το ταξίδι στον Όλυμπο της Καρπάθου τέλειωσε σήμερα το πρωί σαν αποβιβαστήκαμε από το «Ιεράπετρα» στην Κάσο και αμέσως νιώσαμε τη διαφορά του ενός τόπου από τον άλλο…

Πριν φύγουμε παρακολουθήσαμε την τελευταία ημέρα του πανηγυριού του Αϊ Γιάννη του «αποκεφαλισθέντα» στον οικισμό Αυλώνα του Ολύμπου ο οποίος είναι μια σειρά από απλά, ομοιόμορφα σπίτια που έπαιζαν το ρόλο της καλύβας για τον αγρότη και του τσοπάνη και ως σύνολο αποτελούν μια μοναδικότητα στην Ελλάδα, μοναδικότητα όμως που πιέζεται από την αυθαίρετη «ανάπλαση» και σε λίγα χρόνια είναι σίγουρο ότι δεν θα ξέρουμε τι βλέπουμε…

Τέλος πάντων ήταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα στιγμή στον Αυλώνα (δεν πήγα εκεί την προηγουμένη λόγω της κακής κατάστασης της υγείας μου από το κρύωμα και την κόπωση στα γόνατα) αλλά η καλύτερη στιγμή ήταν πριν ξεκινήσει το πανηγύρι σαν στην αυλή του μοναδικού καφενείου του οικισμού, που συντηρεί και διαθέτει εξαιρετικά προϊόντα η οικογένεια Λεντάκη συγκεντρώθηκαν λίγοι αλλά διαλεχτοί κάτοικοι του Ολύμπου και με τη συνοδεία των μουσικών Μανώλη και Βασίλη Κανάκη άρχισαν τις μαντινάδες.

Για την ιστορία αναφέρω τα ονόματά τους: Μανώλης Μ., Γιάννης Θασκάκης, Μιχάλης Μπαλάσκας, Γιώργης Διακογιωργάκης (μια μορφή από τις τελευταίες που απαντάμε στην ελληνική ύπαιθρο), Βασίλης Μιχαηλίδης, Γιώργος Χειράκης, Μανώλης Κανάκης και Νίκος Αναστασιάδης. Έστω για λίγη ώρα, αυτοί οι άνθρωποι κατάφεραν με το ύφος τους, τη στάση τους και φυσικά τις μαντινάδες να συμπυκνώσουν ακριβώς την έννοια του πανηγυριού και να προβάλλουν τον πολιτισμό του Ολύμπου της Καρπάθου.

Σ’ αυτούς λοιπόν επενδύω τη συνέχεια του έργου που θέλω να προχωρήσω και να τελειώσω μέχρι το ερχόμενο καλοκαίρι και για το λόγο αυτό σκέφτομαι να επισκεφθώ πάλι τον Όλυμπο προς τα τέλη του Σεπτεμβρίου και απ΄εδώ απευθύνω πρόσκληση σε όποιον θέλει να ακολουθήσει και να γνωρίσει ένα μοναδικό τόπο της ελληνικής γης…

Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΛΥΜΠΟ


Το καλοκαίρι φυσικά και δεν τελείωσε, αλλά τα πράγματα μας υπαγορεύουν να μαζευτούμε σπίτια μας και να οργανώσουμε τη ζωή μας για τον ερχόμενο χειμώνα ο οποίος μάλιστα φαίνεται να είναι ιδιαίτερα βαρύς σε πολλές πτυχές του, ιδίως δε στα οικονομικά, εργασιακά και ασφαλιστικά ζητήματα.

Το γεγονός βεβαίως και αφορά και τους κατοίκους του Ολύμπου Καρπάθου αλλά το πανηγύρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου θα κρατήσει πάλι τρεις ημέρες γιατί έτσι το απαιτεί η παράδοση κατ΄ αρχάς και επίσης γιατί ο κόσμος εδώ αν και έχει περάσει από πολλά χρόνια από το στάδιο της πρωτογενούς οικονομίας στον τουρισμό και τις υπηρεσίες, διατηρεί εντούτοις ένα διαφορετικό τρόπο ζωής ακόμα. Σε γενικές γραμμές είναι κατά τη γνώμη μου ένα από τα σπουδαιότερα πανηγύρια της Ελλάδας και διατηρεί όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να το χαρακτηρίσουν και ως από τα πιο παλιά που συνεχίζουν να γίνονται σήμερα.

Σαν τέτοιο λοιπόν είναι και δύσκολο να το παρακολουθήσει κάποιος που δεν ξέρει καλά τον Όλυμπο και τους ανθρώπους του και μπορεί να νιώσει ξένος. Γι’ αυτό και απαιτεί μεγάλη υπομονή κάθε βράδυ μέχρι να εκτυλιχθεί από τον «κάτω» σε «επάνω» ο χορός σύμφωνα πάντα με το τυπικό που εδώ πάντα ξεφεύγει από τη συνήθη εκτίμηση του χρόνου. Κι ακόμα, να προετοιμαστεί για ένα γερό περπάτημα αρκετών ωρών σε ένα μοναδικό τοπίο της βόρειας Καρπάθου και φυσικά να κοιμηθεί το βράδυ στις πέτρες.

Εγώ είχα όλη την καλή διάθεση να κάνω όλα αυτά αλλά η ίωση του κλιματισμού των πλοίων με ταλαιπωρεί ακόμα και σ΄αυτό ήρθε να κολλήσει και ένας δυνατός πόνος στην κλείδωση του δεξιού γόνατος που με δυσκολεύει στο βάδισμα, πράγματα που με εμπόδισαν να κάνω συστηματική δουλειά κι έτσι το θέμα αναβλήθηκε για του χρόνου, με περισσότερη προσοχή και φυσικά εμπειρία.

Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Η ΟΛΥΜΠΟΣ ΑΠΟ ΨΗΛΑ


Για να μάθουμε καλά ένα τόπο, είτε πρόκειται για την ορεινή Ελλάδα, είτε για ένα νησί το καλύτερο ξεκινάμε πάντα από ψηλά και αφού διαβάσουμε το ανάγλυφό του και δούμε τις λεπτομέρειες που μας ενδιαφέρουν μετά αρχίζουμε να γνωρίζουμε τα πράγματα και φυσικά τους ανθρώπους.

Έτσι, παρά το κρύωμα που άρπαξα όλες αυτές τις ημέρες από τα κλιματιστικά των πλοίων, χθες το μεσημέρι αποφάσισα να ανέβω την ψηλή κορυφή πάνω από τον Όλυμπο που λέγεται Αϊ Λιάς και έχει υψόμετρο 615 μέτρα – η δεύτερη ψηλότερη κορυφή του νησιού μετά τη Λάστο. Ομολογώ πως μια διαδρομή που άλλες φορές θα την έκανα μία ώρα, χθες την έκανα διόμισι με πολλές στάσεις για να πάρω μια ανα΄σα, αλλά από πείσμα δεν είπα να εγκαταλείψω την προσπάθεια.

Χάλια λοιπόν έφτασα στο εκκλησάκι του Αϊ Λιά και αφού μου πήρε πολύ ώρα να συνέλθω άρχισα να αγναντεύω τον τόπο και προς τις δυο κατευθύνσεις του νησιού. Η νότια δεν ήταν πνιγμένη στην υγρασία του νοτιά αλλά προς το βορά, φαίνονταν καθαρά τα βουνά και η θάλασσα, όπως ακριβώς και στην Αμοργό. Στο τέλος δε των κοντινών κορυφών φαίνονταν ένα κομμάτι από το εγκαταλειμμένο νησί Σαρία το οποίο θα επισκεφτούμε τη Δευτέρα με σκάφος.

Στόχος της ανάβασής μου στην κορυφή ήταν να «διαβάσω» τον τόπο, να δω την πορεία που θα ακολουθήσουμε με τα πόδια το απόγευμα από την Αυλώνα ως τον Αϊ – Γιάννη στη Βουρκούντα όπου και θα διανυκτερεύσουμε στο πανηγύρι και εν ολίγοις να δω τι είναι αυτός ο τόπος που έχει αναπτυχθεί ο Όλυμπος και η γη που έθρεψε τους ανθρώπους της.

Βουνά είναι από τα πιο σκληρά του Αιγαίου, βουνά στεγνά όμως στα οποία κάποτε οι άνθρωποι καλλιέργησαν και το πιο μικρό, το πιο στενό κομμάτι τους και τα έσκαψαν με την αξίνα. Δεν είχαν άλλο τρόπο να ζήσουν κι έτσι διαμόρφωσαν τα ιδιαίτερα στοιχεία του χαρακτήρα τους και ανάμεσα σε αυτά και η συνήθεια των γυναικών να φοράνε την παραδοσιακή φορεσιά τους γεγονός με το οποίο ασχολήθηκαν συστηματικά τα ΜΜΕ τόσο το εγχώρια, όσο και της αλλοδαπής.

Από τα βουνά κατεβαίνουν πολλά ρέματα και υπάρχουν μικρές κοιλάδες που εκεί καλλιεργούσαν τα λαχανικά και τα όσπριά τους ενώ κοντά εκεί είχαν κα τα αμπέλια τους. Όλα αυτά σήμερα ήταν εντελώς στεγνά αλλά την άνοιξη όπως λένε όλη η φύση είναι ένας πίνακας ζωγραφικής μέσα στον οποίο λάμπει το ωραίο χωριό με την δική του ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και τα όμορφα στοιχεία που κοσμούν τα σπίτια και όλα τα κτίρια.

Δεν θα γράψω άλλα για την Όλυμπο σήμερα γιατί θα χάσω χρόνο από τη συγκέντρωση στοιχείων και τη φωτογράφηση του οικισμού. Αυτό θα γίνει αργότερα στην Αθήνα όταν με το καλό μαζευτώ κάποια μέρα του χειμώνα για να δουλέψω χωρίς τις προκλήσεις των ταξιδιών το υλικό τούτης αλλά των επόμενων εξόδων του Σεπτέμβρη…

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

ΕΝΑΣ ΓΑΜΟΣ ΣΤΟΝ ΑΪ - ΣΤΡΑΤΗ


Ο Αϊ Στράτης δεν είναι μόνο μια υπέροχη φύση με ωραίες παραλίες και όμορφα δάση με βελανιδιές αλλά κατοικείται επίσης και από ωραίους ανθρώπους πολλούς από τους οποίους πρόλαβα και γνώρισα μέσα στις δυο μέρες που βρέθηκα για πρώτη φορά στο νησί.


Έτσι βρέθηκα και μπροστά σε ένα τοπικό έθιμο του γάμου το οποίο αγνοούσα και από τα λίγα μπόρεσα να μάθω σας το μεταφέρω μαζί με μια σπάνια εικόνα.


Οι τσαχαγιάδες (έτσι λένε εδώ τους κτηνοτρόφους), προσφέρουν σε ένα γάμο έναν αριθμό ζώων τα οποία αφού σφάξουν οι ίδιοι μπροστά σε όλο το χωριό που είναι καλεσμένο στο έθιμο και γιορτάζει με φαγητά, ποτά και μουσική, τα στολίζουν με λουλούδια και τα περνάνε κρεμασμένα σε ένα ξύλο μπροστά από το σπίτι της νύφης. Στην πομπή μπροστά πηγαίνουν τα όργανα και οι τραγουδιστές και ακολουθούν οι τσαχαγιάδες με τα σφαχτά ενώ ο κόσμος απ’ όπου περνάνε τους ραίνει με ρύζι και λουλούδια. Τα σφαχτά δεν αυτά προορίζονται για το γαμήλιο γλέντι που όλο το χωριό είναι καλεσμένο στο τραπέζι.



Στην περίπτωση πρόκειται για το γάμο του Αντώνη Γκέκα και της Βέρας ενώ οι μουσικοί που έπαιξαν γι’ αυτή τη χαρά ήταν ο Νικόλας Βλαστός λύρα και Κώστας Ζαφειρίδης λαγούτο. Να ζήσουν και πάντα τέτοια που κρατάνε ζωντανή την παράδοση του τόπου.


ΜΙΑ ΑΓΕΛΑΔΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ


Μπορεί στο παρελθόν η σκηνή της φωτογραφίας να ήταν συνηθισμένη στον κόσμο του Αιγαίου αλλά στις μέρες μας εξαιτίας της ανάπτυξης της σταυλισμένης κτηνοτροφίας και της καταστροφής του στρώματος των μικρών αγροκτηνοτρόφων θεωρείται σπάνια.

Πιθανόν να τη δείτε σε ορισμένα νησιά όπου έχουν την επιδοτούμενη αγελαδοτροφία ως κύριο στοιχείο της οικονομίας τους αλλά το καλοκαίρι οι ανάγκες του τουρισμού που θέλουν τις παραλίες καθαρές για να απολαμβάνουν τη θάλασσα οι παραθεριστές. Έτσι υποχρεώνουν τους κτηνοτρόφους να τις κρατάνε περιορισμένες σε μαντριά και χωράφια που περικλείονται με οικοδομικά πλέγματα και άλλα υλικά που αντικατέστησαν τις ξερολιθιές που έχουν καταστρέψει τα ίδια τα προαναφερόμενα ζώα μαζί με τις κατσίκες.

Τούτο δεν συμβαίνει όμως στην τεράστια βορεινή και πανέμορφη αμμώδη παραλία Αλωνίτσι του Αϊ – Στράτη όπου βόσκει εντελώς ελεύθερα ένα κοπάδι αγελάδων και οι οποίες σαν τις πιάνει το μεσημέρι το ταβάνι (ένα μεγάλο έντομο με οξύτατο ρύγχος που πονάει πολύ σαν τσιμπάει) μπαίνουν ως το κεφάλι μέσα στο νερό να απαλλαγούν από την ενόχληση.

Δεν ήταν όμως η ώρα που βγαίνουν τα ταβάνια καθώς είχαμε ξεκινήσει πρωί – πρωί με τον Γιώργο Νικολέτο να πάμε να δούμε την παραλία και άλλα μέρη που δεν προλάβαινα με τα πόδια και βρεθήκαμε μπροστά στο κοπάδι απ’ όπου είχε ξεκόψει η λευκή αγελάδα και συνέθετε με τα αφρισμένα κύματα μια σπάνια όντως φωτογραφία.

… Ήταν σαν ξεφυλλίζαμε κάποιες σελίδες από τους ελληνικούς μύθους: την αρπαγή της Ευρώπης, τα βόδια του ήλιου και τα άλλα του Γυρηόνη όπου η αγελάδα με φόντο τη θάλασσα έπαιζε τον κύριο ρόλο – όπως εξάλλου και τον έχει παίξει στον πολιτισμό της Μεσογείου. Η διαφορά ήταν ότι αυτή ήταν ότι προέρχονταν από ένα κοπάδι που ποδοπατούσε τη βλάστηση στα χωράφια πάνω από την παραλία, διέλυε τις ξερολιθιές με πόδια της και βρώμιζε την αμμουδιά…


ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ, 24082010

Δευτέρα 23 Αυγούστου 2010

ΓΛΑΡΟΣΟΥΠΑ Ή ΚΟΡΑΚΟΣΟΥΠΑ;


Είπα απόψε μετά από μια πολύ δύσκολη ημέρα και μια άλλη δυσκολότερη αύριο να αλλάξουμε λίγο θέμα και να απομακρυνθούμε από τα πράγματα και τις ομορφιές ενός νησιού που τώρα γνωρίζω και να πούμε τίποτα άλλο που να ταιριάζει με την ανεμελιά του καλοκαιριού και τα υλικά που προσφέρει για τη σουρεαλιστική ποίηση…

Είναι κι εκείνο το ρουφιανόπουλο που απόψε δεν ξέρω που και τι τσιμπολογάει και το έχω χάσει για να μάθω περισσότερα από τη γλωσοραπτική δραστηριότητα της «χαρούμενης παρέας» κι έτσι καθώς ήμουν έτοιμος να πιάσω κανένα στίχο από τους χθεσινούς που διάβασα να περάσει μέσα στη χαρά η ώρα μας, θυμήθηκα μια εικόνα που είδα το πρωί στο λιμάνι του Αϊ – Στράτη και την επιστράτευσα για μια σουρεαλιστικού ύφους επικοινωνία.

Έβλεπα πως σε τούτο το λιμάνι αλλά και στο νησί ολόκληρο δεν πετούσαν πουθενά γλάροι και έψαχνα ένα άνθρωπο να τον ρωτήσω τι συμβαίνει με αυτό το είδος των πουλιών. Την απορία μου την έλυσε ο 80 χρονος Σπύρος Γιαννιός, ο πρεσβύτερος και ο πλέον έμπειρος όλων των ψαράδων του Αϊ Στράτη σήμερα το απόγευμα στη διάρκεια μιας μακράς συνέντευξης εφ’ όλης της ύλης για την ψαρωσύνη του νησιού.

Τέτοιο καιρό μου είπε, για κάποιο άγνωστο λόγο οι γλάροι φεύγουν από το νησί κι έτσι βρίσκουν ευκαιρία τα κοράκια που ζουν μόνιμα στις εξοχές και τα βράχια του Αϊ Στράτη και κάνουν επιδρομές και στο λιμάνι. Ξεπερνούν δε σε θράσος κατά πολύ τους γλάρους και μπαίνουν σε αυλές, παράθυρα και όπου αλλού μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου για να αρπάξουν κάτι και να χορτάσουν. Έτσι λοιπόν εξηγείται το φαινόμενο της πληθώρας των κορακιών που συμπληρώνουν το κενό που αφήνουν πίσω τους οι γλάροι όταν φεύγουν…

Σάββατο 21 Αυγούστου 2010

ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ*


Το καλοκαίρι, αλλά κυρίως ο Αύγουστος υπαγορεύει διακοπές για όλους και πολύ περισσότερο στους φοιτητές που ως λέγεται κουράζονται πολύ όλο το χρόνο με τα διαβάσματα και πρέπει να ξεκουραστούν πριν αρχίσει η νέα χρονιά…

Έτσι γίνεται συνήθως αλλά υπάρχουν και πολλοί φοιτητές που λόγω ανάγκης εργάζονται ενώ ένας μικρός αριθμός από αυτούς συνδυάζει την έρευνα και τη γνωριμία με την επιστήμη που ακολουθεί με εθελοντική εργασία και λίγες διακοπές σε κάποιο νησί.

Μια ομάδα λοιπόν από κορίτσια και αγόρια εργάζονται στην ανασκαφή που κάνει ο Άρης Τσαραβόπουλος στο Κάστρο των Αντικυθήρων γνώρισα τις προηγούμενες ημέρες στα Αντικύθηρα και με την άδειά τους παρακολούθησα το έργο τους και φωτογράφισα κυρίως τα χέρια τους στην ώρα της δουλειάς.

Φυσικά δεν πρόκειται για χέρια που γνωρίζουν όπως παλαιότερα οι γυναίκες της επαρχίας το χώμα άρα δεν φέρουν και τα σημάδια που αφήνει στο δέρμα αλλά για λεπτά χεράκια κοριτσιών που το πάθος για την αρχαιολογία και τις ανασκαφές σιγά – σιγά θα αγριέψουν αλλά χωρίς αυτό το αγρίεμα δεν θα μπορέσουν να είναι συνεπείς στην επιλογή τους.

Γιατί κακά τα ψέματα, η ανασκαφή εκτός από αίσθηση είναι και αφή και άμα δε πιάσεις με τα δάχτυλα το σκαμμένο χώμα να τα χτενίσεις και αν δεν ταλαιπωρηθεί η παλάμη σου από τα θραύσματα και τα χαλίκια τίποτα δεν θα βρεις, τίποτα δεν θα σου μιλήσει για την ιστορία του και τα χρόνια που ήταν κρυμμένο στην αγκαλιά της γης.

ΜΙΑ ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΠΟΡΤΑ ΚΗΠΟΥ


Περπατούσαμε με την Caterina Faudemay -κοινωνική ανθρωπολόγο που ζει και εργάζεται στο Παρίσι αλλά θεωρεί τα Κύθηρα ιδανικό τόπο να γράψει ένα βιβλίο σχετικά με τη χλωρίδα αυτού του νησιού και για αυτό μένει εκεί αρκετό χρόνο- χθες στον οικισμό Γαληνιανά στο κέντρο των Αντικυθήρων φωτογραφίζοντας τα ερείπια και ότι άλλο θεωρούσε ο καθένας ενδιαφέρον σε αυτή την όμορφη αλλά ιδιαίτερα μελαγχολική γωνιά του νησιού.

Εκεί στον παρατημένο κήπο ενός κλειστού σπιτιού που δείχνει πως κατοικείται κάποιες μέρες το χρόνο από τους νοικοκυραίους του είδαμε την πόρτα με το παράξενο σχέδιο που βλέπετε στη φωτογραφία που κάποτε αποτελούσε την είσοδο σε ένα χορταριασμένο κήπο σήμερα. Ούτε εγώ που έχω περπατήσει τη μισή Ελλάδα έχω δει ανάλογη πόρτα αλλά ούτε και η Caterina στα ταξίδια της σε πολλά μέρη του κόσμου.

Πρόκειται για μια πόρτα που οι παραστάδες της είναι παλιά ξύλα τα οποία έχουν αρχίσει να σαπίζουν και το κυρίως φύλλο της είναι μια σιδερένια σύνθεση που φτιάχτηκε σίγουρα κατά παραγγελία και τοποθετήθηκε εκεί μετά. Η σύνθεση αυτή δεν μοιάζει καθόλου με αυτές που έκαναν κάποτε οι σιδεράδες αλλά φανερώνει πως αυτός που την παρήγγειλε ήξερε λίγο ή πολύ από τέχνη και μάλιστα τολμώ να πω πως του άρεσε η μοντέρνα τέχνη.

Δεν ήταν κανένας στον οικισμό να ρωτήσουμε τίνος ήταν ο κήπος και έτσι ενδεχομένως μαθαίναμε και αυτόν που ανήκε η σκουριασμένη πλέον πόρτα ο ρόλος της οποίας αν και έχει παντελώς ακυρωθεί λόγω της εγκατάλειψης παραμένει εκεί ως σύμβολο των συνόρων και βεβαίως ως μια παράξενη πρόταση τέχνης που κι αυτή θα χαθεί σαν πέσει ο τοίχος από τα κατσίκια και σαπίσουν τα ξύλα που την στηρίζουν.

Τότε το πιθανότερο καθώς από αυτά τα μέρη δεν περνούν οι γνωστοί «ανακυκλωτές» τσιγγάνοι είναι να την καλύψουν οι πέτρες του τειχίου και να χαθεί ανάμεσά στους και με την πάροδο του χρόνου να λιώσει κι αυτή από τη σκουριά που καταφέρνει και λιώνει και τα πιο σκληρά σίδερα ακόμα κι αν αυτά έχουν πάνω τους μια σταλιά τέχνη…

ΑΝΤΙΚΥΘΗΡΑ, 21082010

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010

ΤΟ ΓΕΥΣΤΙΚΟ ΝΤΟΜΑΤΟΖΟΥΜΟ



Καλά ένα φουστάνι θα λέγαμε πως έχει «καρπουζί» χρώμα αλλά ποτέ δεν θα έβγαζε το στόμα μας τη λέξη «ντοματί» όχι γιατί δεν υπάρχει αλλά επειδή παραπέμπει κατευθείαν στην κουζίνα και τα άλλα σχετικά με αυτή. Από την άλλη όμως δεν υπάρχει λέξη - εγώ δεν έχω ακούσει ποτέ «καρπουζόζουμο»- που να δηλώνει το ζουμί του καρπουζιού γιατί είναι μάλλον άνοστο χωρίς την κόκκινη σάρκα του καρπουζιού ενώ το «ντοματόζουμο» είναι μια λέξη σε καθημερινή χρήση και βασικό στοιχείο της μαγειρικής. Κι ενώ έχει το ίδιο σχεδόν χρώμα με το καρπούζι, ποτέ, ούτε σαν νόστιμο αστείο δεν χρησιμοποιείται να περιγράψει το χρώμα του φουστανιού που φοράει μια γυναίκα όποια και αν είναι αυτή…

Όσο για τη νοστιμιά του ντοματόζουμου, όταν αυτό είναι αλατισμένο σωστά και έχει αναμιχθεί καλά με χυμούς από αγγούρι, κρεμμύδι, ρίγανη είναι κάτι που με τίποτα δεν συγκρίνεται με ζουμιά του καρπουζιού όσο γλυκιά κι αν είναι αυτό…

ΤΑ ΚΑΡΠΟΥΖΙ ΦΟΥΣΤΑΝΙΑ



Το χρώμα που κυριαρχεί στα φουστάνια των γυναικών σ’ ένα καλοκαιρινό πανηγύρι είναι συνήθως το άσπρο και οι απαλές αποχρώσεις ορισμένων άλλων που σαφώς δηλώνουν την εποχή και συνάμα αποτρέπουν να μη ζεσταθεί πολύ το κορμί. Έτσι αποφεύγονται τα βαριά θερμά χρώματα, όπως για παράδειγμα το κόκκινο, αλλά αν κάποιες δεν μπορούν να το αποχωριστούν, τότε καταφεύγουν σε μια απόχρωση που μοιάζει με του καρπουζιού και τούτο μόνο οπτικά μπορεί να σχολιασθεί γιατί η λέξη «καρπουζί» θα μείωνε τραγικά την κομψότητα εκτός από την περίπτωση που το μαρτυρήσει μια λεκάνη γεμάτη κομμάτια καρπουζιού ξεχασμένη σε ένα τραπέζι…

ΑΝΤΙΚΥΘΗΡΑ, 18082010

Ο ΚΑΥΣΩΝΑΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΛΙΑ ΥΠΟΘΕΣΗ


Δεν έλειψα παρά τέσσερις ημέρες για μια δουλειά στα Αντικύθηρα και αργά σήμερα το πρωί επέστρεψα σε μια πόλη που μοιάζει με «θάλαμο αερίων» ή σαν «φούρνος»…

Οι χαρακτηρισμοί δεν είναι δικά μου τεχνάσματα λόγου αλλά τίτλοι εφημερίδων τον Ιούλιο του 1987 όταν η Ελλάδα γνώρισε για πρώτη φορά το φαινόμενο του καύσωνα σε μεγάλη κλίμακα και με θερμοκρασίες που ξεπερνούσαν τους 41 και 42 βαθμούς. Δεν προλαβαίναμε να μετρήσουμε θανάτους τότε και βάζαμε αόριστους τίτλους. Ένα βράδυ θυμάμαι στην Ελευθεροτυπία, στις 11 το βράδυ ο τίτλος της πρώτης σελίδας ήταν «400 νεκροί από καύσωνα» και μέχρι το κλείσιμο είχε γίνει «500 νεκροί….»!!!

Το πρωτοφανές γεγονός οδήγησε την Ελευθεροτυπία σε μια σειρά δημοσιογραφικών ερευνών πάνω στο φαινόμενο όπου δεκάδες ειδικοί επιστήμονες κατάθεσαν την άποψή τους για το τι έφταιγε και τι θα έπρεπε να προσέξουμε στο μέλλον ώστε η ζωή μας να μην διαλύεται με τέτοια φαινόμενα, να μην έχουμε πολλές απώλειες ανθρώπων και το κυριότερο, με κινήσεις, πρακτικές και πολιτικές σε πολλές κλίμακες να αποτρέψουμε όσο μπορέσουμε ανάλογες καταστάσεις.

Τούτο βέβαια προϋπόθετε ριζικές αλλαγές πάνω σε πολλά πράγματα της ζωής μας, από την κατασκευή των σπιτιών μας, τη διευθέτηση των δημοσίων χώρων, την οργάνωση της κοινωνίας για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τέτοια φαινόμενα, την ετοιμότητα των νοσοκομείων και των υπηρεσιών για να βοηθήσουν τα πλέον ευαίσθητα τμήματα του πληθυσμού και άλλα πολλά που υπολογίζω πρέπει να ξεπερνούσαν σε όγκο τις 300 σελίδες της εφημερίδας.

Πριν 25 χρόνια λοιπόν έγινε αυτή η έρευνα και στην οποία μίλησαν εκτός από τους δεκάδες ειδικούς και πολλοί πολιτικοί που είναι σήμερα ακόμα στα πράγματα και νομίζω πως καλό θα ήταν η Ελευθεροτυπία να έκανε μια σταχυολόγηση έστω των απόψεων όλων εκείνων για να δούμε πως δεν έγινε απολύτως τίποτα για αυτό το ζήτημα και ενδεχομένως να ζητηθούν ευθύνες γιατί πραγματικά μια ολόκληρη χώρα έφτασε να παραλύει μόλις ανέβει λίγο η θερμοκρασία και να απορυθμίζεται εντελώς ενώ αν υλοποιούνταν λίγες πρακτικές ιδέες σίγουρα τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα για όλους.

Ποιος νοιάζεται όμως για όλα αυτά όταν το κύριο μέλημα των περισσοτέρων πλέον είναι πως θα οχυρώσει το μικρόκοσμό του με ένα ισχυρό κλιματιστικό και ας γίνουν όλα τα άλλα γύρω του στάχτη αρκεί να ζήσει καλά αυτός και οι δικοί του…

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΣΗΜΕΡΑ Δ'


Κανονικά η μέρα ήταν γιορτάσιμη – ότι τέλος πάντων σημαίνει για τον καθένα μας είτε το νιώθει είτε αυτό επιβάλλεται από διάφορα πράγματα όπως η θρησκεία, η οικογένεια κλπ.

Ως γιορτή λοιπόν εμπεριείχε τις ευχές, τη χαρά, τα κεράσματα, το πανηγύρι στο χωριό ή το νησί, ακόμα και στην Αθήνα που αυτές τις μέρες γίνεται η πιο αφιλόξενη πόλη στην Ελλάδα για λόγους τους οποίους κατά καιρούς έχουμε αναφέρει. Μια πόλη που χθες είχαν μείνει ελάχιστοι άνθρωποι λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων και πολλοί που δεν είχαν τη δυνατότητα είτε να μετακινηθούν από διάφορα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, όπως υγεία, γηρατειά, αναπηρία ή απλά επειδή δεν μπορούσαν να ξοδέψουν ούτε ένα λεπτό από το άδειο πορτοφόλι τους και δυστυχώς τον τελευταίο καιρό αυτοί πολλαπλασιάζονται.

Από την ίδια πόλη αυτές τις μέρες δεν έφυγαν η πλειονότητα των αλλοδαπών φυσικά γιατί δεν δύνανται οικονομικά και γιατί δεν έχουν χωριό να πάνε, οι δυνάμεις της αστυνομίας που την προσέχουν υποτίθεται και γυρνάνε στους δρόμους με τις μηχανές μέρα και νύχτα για να προλάβουν το «κακό», οι αδέσποτοι σκύλοι που γίνονται όλο και περισσότεροι και βέβαια οι κολασμένοι της εξάρτησης από τα ναρκωτικά που ο «παράδεισός» τους επεκτάθηκε χθες και στους πάνω από την Ομόνοια δρόμους και μοιράστηκαν ειρηνικά με τους σκύλους τη σκιά στα βρώμικα πεζοδρόμια χωρίς κανένας να τους ενοχλήσει, ούτε καν ο λαθραίος μικροπωλητής που είχε απλώσει ακριβώς απέναντί τους την πραμάτεια του και μάταια περίμενε κι αυτός ο άλλος κολασμένος να περάσει πελάτης μπροστά τους…

Κυριακή 15 Αυγούστου 2010

Η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΙΑΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ


Σαν σήμερα το 1944 οι γερμανοί κατακτητές μετά τη μεγάλη επίθεση που έκαναν προς την Ευρυτανία για να χτυπήσουν τον ΕΛΑΣ και έκαψαν το Καρπενήσι, στην επιστροφή τους πέρασαν από το χωριό μου, Μεγάλη Κάψη στον Ανατολικό Τυμφρηστό και το πυρπόλησαν.

Βασιζόμενος στις αφηγήσεις των τρανότερων και κυρίως της μάνας μου η οποία κατέφυγε με τους παππούδες και μερικά ζώα που πρόλαβαν να μαζέψουν στη βόρεια Ευρυτανία , οι Γερμανοί έζωσαν το χωριό και έβαλαν φωτιά στα σπίτια από τα οποία γλύτωσαν μόνο τέσσερα καθώς και το σχολείο και η εκκλησία που πρόλαβα κάποιοι χωριανοί που ήταν κρυμμένοι εκεί κοντά να τη σώσουν. Δυο ηλικιωμένα άτομα που δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν τους άλλους έγιναν κι αυτά στάχτη μέσα στα σπίτια που προσπάθησαν να υπερασπιστούν.

Οι χωριανοί γύρισαν μετά από δυο μέρες στο χωριό και βρήκαν τα πάντα καμένα αλλά χάρη στους πολλούς μαστόρους που είχε το χωριό, μέσα στον επόμενο χειμώνα κατάφεραν να χτίσουν πάλι τα σπίτια και τις καλύβες τους τα οποία βέβαια υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την περίοδο 1947 – 1950 εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου.

Τελικά το χωριό κατάφερε να αναστηθεί μετά το 1950 και άνθισε μέχρι το 1970 περίπου όταν και αυτό ακολούθησε τη μοίρα ολόκληρης της ελληνικής περιφέρειας που την κατάπιε η Αθήνα και την έσβησε…

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ…


Είδα πολλά στο κλασσικό περπάτημά μου σήμερα στην πόλη - από τον Κεραμεικό ως το Σύνταγμα - γιατί η ζέστη που βγάζει το πυρωμένο τσιμέντο δεν παίζεται. Ένοιωθα σαν να ήμουν πραγματικά μέσα σε φούρνο ή πάνω από ψησταριά και γι’ αυτό τα μάζεψα και γύρισα να κάνω συντροφιά με τους ανεμιστήρες μου μέχρι αύριο το πρωί που σαλπάρω…

Λέω πολλά, λίγο πολύ είναι τα ίδια που βλέπω κάθε μέρα αλλά πάντα υπάρχει κάτι το διαφορετικό που με κάνει να σηκώσω τη μηχανή και να τραβήξω μια φωτογραφία είτε για το προσωπικό μου αρχείο ή για να γράψω κάτι και να την μοιραστώ μαζί σας όπως κάναμε παλιά στις εφημερίδες. Γι’ αυτό μάλιστα δεν έχω κανένα παράπονο καθώς πάντα βρίσκω κάτι ενδιαφέρον ακόμα και μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες σαν τη σημερινή.

Πήγα λοιπόν στο παζάρι στον Κεραμεικό αλλά δεν είχε κόσμο καθώς οι δικοί μας τσιγγάνοι έχουν ξαμολυθεί στις εκκλησίες και στα πανηγύρια για δουλειές και από τους άλλους τους βαλκάνιους ελάχιστοι είχαν απλώσει τα σκουπίδια τους. Ούτε πάλι οι γνωστοί επαγγελματίες παλιατζήδες του Κεραμεικού αλλά και της Αδριανού ήταν όλοι εκεί γιατί κι αυτοί οι άνθρωποι κάπου έχουν πάει να γιορτάσουν ή να κάνουν διακοπές. Ακόμα και οι παπατζήδες έλειπαν σήμερα από τις Μουριές όπου ό κόσμος ήταν ελάχιστος παρά του ότι οι ανεμιστήρες σε όλο το μήκος της Αδριανού είχαν τρελαθεί να γυρίζουν.

Εκεί λοιπόν που τα μάζευα να φύγω ήρθε ξαφνικά μια σκηνή μπροστά μου που με ανέβασε στα βουνά! Ένας παλιατζής είχε μαζέψει την πραμάτεια του στην καρότσα του δικύκλου και στην κορυφή του σωρού είχε βάλει ένα ψεύτικο αλογάκι, όπως κάνουν οι βλάχοι με τα αλογομούλαρά τους σαν ανεβοκατεβαίνουν χειμώνα και καλοκαίρι τα βουνά.

Σαν σήμα προειδοποίησης γιατί φέτος τα απαρνήθηκα το είδα, και αμέσως άρχισα να αλλάζω το πρόγραμμα των επόμενων ημερών για να χωρέσει και μια επίσκεψη στα Άγραφα...

Σάββατο 14 Αυγούστου 2010

ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΣΗΜΕΡΑ Γ'


Στην καινούργια μου γειτονιά που βρέθηκα ντάλα καλοκαίρι κατοικούν πάρα πολύ αλλοδαποί και μουσουλμάνοι και αυτό είναι κάτι που όλοι γνωρίζουμε. Με την περίπτωση δεν έχω κανένα πρόβλημα, αντιθέτως δε μου αρέσει για πολλούς και διάφορους λόγους…

Ήμουν λοιπόν προετοιμασμένος για αυτό αλλά εδώ και λίγη ώρα είμαι έτοιμος να πηδήξω από το μπαλκόνι της πίσω πλευράς καθώς κάποιος σε μια διπλανή πολυκατοικία, ιδιαίτερα θρησκευόμενος ως φαίνεται, έχει βάλει στη διαπασών το ραδιόφωνο με μια λειτουργία (δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αλλά έτσι μου φαίνεται) και έχει πλημμυρίσει ο ακάλυπτος χώρος από τη φωνή του μουεζίνη που ψέλνει σε κάποιο τζαμί της Ανατολής.

Δικαίωμά του θα πούμε ορισμένοι και πιστεύω πως μόλις τελειώσει (η λειτουργία) θα κατεβάσει την ένταση και θα ησυχάσουμε. Το θέμα όμως είναι πως αυτός ο άνθρωπος που θύμισε κάτι γέρους δικούς μας που βάζουν το πρωί της Κυριακής στο τέρμα την τηλεόραση να παρακολουθήσουν τις λειτουργίες και ξεκουφαίνουν τον κόσμο. Κι ακόμα περισσότερο τη γιαγιά μου, στα μέσα της δεκαετίας του ’60 που αποκτήσαμε ραδιόφωνο στο σπίτι, που ήταν ανήμπορη να πάει στην εκκλησία και με φοβερή ευλάβεια άκουγε τη λειτουργία από την αρχή ως το τέλος και σταυροκοπιόνταν συνεχώς.

Και κακά τα ψέματα, μιας και από το πρωί στον ΣΚΑΙ άκουγα συνεχώς (μέχρι που το έκλεισα) διάφορα αφιερώματα στη γιορτή της Παναγίας και τη λειτουργία που θα κάνει ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος στην Παναγία Σουμελά στην Τραπεζούντα, προσωπικά δίνω ελευθέρας σε αυτόν τον άνθρωπο να ακούει όσο δυνατά θέλει το λόγο του δικού του θεού και δεν θα πέσω όπως απείλησα από το παράθυρο γιατί αυτός τουλάχιστον πιστεύει…

ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΣΗΜΕΡΑ Β’


Πέρασα από την ψαραγορά στη Βαρβάκειο να κόψω κίνηση. Ψόφια πράγματα και το εμπόρευμα στους πάγκους λίγο πριν τη σήψη καθώς δεν περισσεύει ούτε λέπι από τις ψαριές να φτάσει στην Αθήνα. Οι καλοί πελάτες εξάλλου βρίσκονται στα νησιά και ως είθισται, εκεί καταναλώνουν τα πρώτα ψάρια όπως βέβαια και ο λαός τα δεύτερα…

Έτσι τίποτα το φρέσκο και εντυπωσιακό ήταν σήμερα στους πάγκους αλλά οι τιμές ήταν τέτοιες που τις χαίρονταν ο κόσμος - αλλοδαποί στην πλειονότητά που κυκλοφορούσαν εκεί πέρα. Βλέποντας όμως τα καταψυγμένα χταπόδια μέσα στον πάγο το μυαλό μου πέταξε στα παλιότερα χρόνια τότε που το χταποδάκι ήταν λαϊκός μεζές και το άπλωμά τους στον ήλιο να στεγνώσουν μια συνηθισμένη ωραία εικόνα από τα νησιά που χάθηκε γιατί από την υπεραλίευση αυτό το είδος έχει αρχίσει να σπανίζει στις ελληνικές θάλασσες.

Κάποιοι βέβαια μαγαζάτορες συνεχίζουν να απλώνουν χταπόδια στον ήλιο για να κρατάνε το «χρώμα» και να προσελκύουν πελάτες αλλά τα περισσότερα προέρχονται από άλλες θάλασσες και έρχονται στην Ελλάδα κατεψυγμένα. Αυτά λοιπόν, τα οποία είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από τα ελληνικά θα λέγαμε (και το λέμε ακριβώς γιατί τα χταπόδια ζουν μόνιμα σε ένα μέρος και δεν ταξιδεύουν όπως άλλα είδη) οι επιτήδειο τα ξεπαγώνουν και τα κάνουν έτσι ώστε να μοιάζουν πως ψαρεύτηκαν μόλις χθες και τα πουλάνε ακριβά.

Ωχ… παραστράτησα και γκρινιάζω, αντί να πω πως τα χταπόδια που βλέπουμε στη φωτογραφία δεν πρέπει να είχαν κανένα παράπονο σήμερα που λιώνει ο κόσμος από τη ζέστη αφού μέχρι να βρεθούν στη φωτιά της σχάρας, η δροσιά πάντα θα τα συνοδεύει…

Η ΑΘΗΝΑ ΣΗΜΕΡΑ Α΄


Καλά, δεν ήταν έτσι όλη τη μέρα στην Ομόνοια. Απλά τα φανάρια έκοψαν τα λίγα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν κι έτσι φάνηκε άδεια...
 
Ο λόγος που έμεινα στην Αθήνα Δεκαπενταύγουστο είναι πολύ απλός και δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τη γνωστή φιλολογία περί της ιδιαίτερης στάσης ορισμένων που θέλουν να διαφέρουν από τον πολύ κόσμο που κάνει διακοπές αυτές τις ημέρες και να ξεχωρίζουν κατά κάποιο τρόπο από το πλήθος παραμένοντας στην άρρωστη και βρωμερή πόλη μας.

Ζώντας αυτές τις ημέρες λοιπόν στην Αθήνα και αναγκαστικά βγαίνοντας έξω βλέπω και ζω πράγματα που αληθινά με κάνουν να βάζω όχι μια, αλλά δυο και τρεις υπογραφές στις λίγες λέξεις που περιγράφουν μια άθλια απ’ όλες τις πλευρές πόλη, παντελώς εγκαταλελειμμένη όχι μόνο από τους άρχοντές της αλλά και από τους κατοίκους της.

Όσοι έμειναν προσπαθούν κάπως να κάνουν δυο – τρία πράγματα που να δηλώνουν πως όντως κάτι λειτουργεί αλλά η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί όλα τα περασμένα χρόνια δεν τους αφήνει να δουν το στοιχειώδες αποτέλεσμα.

Θα μπορούσα να γράφω ώρες ατέλειωτες για όσα βλέπω, ακούω, αγγίζω και μυρίζω (δεν τρώω απολύτως τίποτα έξω εκτός από την ταβέρνα του Θωμά που έχω εμπιστοσύνη) αλλά δυστυχώς αυτός ο χρόνος δεν είναι διαθέσιμος και γι’ αυτό θα περιοριστώ σε λίγες φωτογραφίες με τις σχετικές λεζάντες που θα αναρτήσω τις επόμενες ώρες γιατί πρέπει να συμμαζεύω παράλληλα και τα βιβλία στις βιβλιοθήκες που μου συνέδεσε σήμερα το πρωί ένας φίλος μάστορας.

Έτσι αποκαλύπτω και τον λόγο που παρέμεινα στην Αθήνα. Απλά θέλω να όταν επιστρέψω σε καμιά 40αριά μέρες από τις περιπλανήσεις μου στην Ελλάδα, να έχω ένα καινούργιο σπίτι έτοιμο να αρχίσω δουλειά. Και ζητώ κατανόηση από την Παναγία και τους φίλους που φέτος δεν θα πάω σε κανένα πανηγύρι…

Πέμπτη 12 Αυγούστου 2010

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΠΑΝΤΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ


Τα σοβαντίσματα είναι μια πρακτική που στοχεύει στην προστασία των οικοδομών από τα διάφορα κλιματολογικά φαινόμενα, όπως η υγρασία κυρίως και η ακτινοβολία του ήλιου αλλά και να ημερεύουν τις άγριες συνήθως επιφάνειες των πέτρινων τοίχων.

Φυσικά και αυτά είναι κατασκευές μικρότερης αντοχής και πολλές φορές, αν η ποιότητά τους δεν είναι καλή ή αν δεν προφυλαχτούν ως πρέπει από τα νερά, καταστρέφονται και στην περίπτωση αυτή υπονομεύουν την όποια αισθητική έχει ο τοίχος και σαφώς αφήνουν την οικοδομή ανυπεράσπιστη από τον καιρό και πολλαπλασιάζουν τις επιπτώσεις του πάνω στο κτίριο και την υγεία και την διάθεση των ενοίκων.

Υπάρχουν λοιπόν σπίτια, όπως αυτό της φωτογραφίας που είδα χθες στην οδό Πανουργιά στα Σεπόλια που για τους λόγους που προαναφέραμε τα σοβαντίσματα έχουν πέσει εντελώς και ο τοίχος αποκαλύφθηκε όπως σχεδόν την ημέρα που χτίστηκε αλλά ενώ εκεί που θα περιμέναμε να δούμε σημάδια της νεότητας και κάποια ίχνη από την εποχή που ορθώθηκε, τούτος αντιθέτως μοιάζει με γυμνό γέροντα που δείχνει προκλητικά τα μέλη του στον κόσμο που περνάει όπως κάνουν οι επαίτες στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας.

Έτσι ακριβώς έχει το ζήτημα όχι μόνο με τα κτίρια αλλά και τους ανθρώπους καθώς ο χρόνος όσο και να προσπαθούμε να καλύψουμε το πέρασμά του με λογής σοβαντίσματα και στολίδια, αυτός θα κάνει το έργο κάτω από την επιφάνεια και κάποια στιγμή θα μας το αποκαλύψει όχι όπως θα θέλαμε αλλά όπως έπρεπε να είναι. Εννοείται βέβαια πως από το φαινόμενο δεν εξαιρούνται και κάποιες πράξεις των ανθρώπων οι οποίες όσο και να θέλουμε να μείνουν μακριά από το φως και τα μάτια, οι συνέπειές τους κάποια στιγμή θα τις αποκαλύψουν και τότε κι αυτές θα μοιάζουν το ίδιο με τον γυμνό τοίχο γερασμένες.

ΥΓ. Στην περίπτωση πάντως μοιάζει κραυγαλέα και σημαίνει πολλά, η φροντίδα που δείχνει κάποιος άνθρωπος (μπορεί και ο ιδιοκτήτης αυτού του κτιρίου) για το αυτοκίνητό του το οποίο έχει προκλητικά ντύσει και το παρκάρει μπροστά στον γέρικο τοίχο σαν να θέλει να σχολιάσει τις νέες προτεραιότητες που έχουν μπει εδώ και πολλά χρόνια στη ζωή του.

Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010

ΤΟ ΣΚΙΑΧΤΡΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΛΙΑΣ


Ξέρουμε πως τα σκιάχτρα συνήθως μπαίνουν σε χωράφια, καλλιέργειες και μποστάνια για να φοβίζουν με τη σκιά τους τα πουλιά και τα άγρια ζώα να ρημάζουν την παραγωγή αλλά αυτό δεν αποτρέπει κανέναν να βάλει ένα τέτοιο οπουδήποτε του αρέσει…

Πολλές φορές μάλιστα ένα σκιάχτρο δεν έχει ουδεμία σχέση με τα προαναφερόμενα για την παραγωγή και είναι είτε αποτέλεσμα μιας καλλιτεχνικής αναζήτησης είτε έργο που απορρέει από τον πολύ ελεύθερο χρόνο που μπορεί να έχει κάποιος ή κάποια.

Έτσι δεν αποτελεί καθόλου παράδοξο να δούμε ένα σκιάχτρο σε μια παραλία αλλά η εικόνα του σίγουρα θα προκαλέσει διάφορα ερωτηματικά από τα οποία τα περισσότερα θα μείνουν αναπάντητα γιατί συνήθως ο «δημιουργός» χάνεται στο πλήθος ή την ερημία. Σπάνια δε θα τον δούμε να το φτιάχνει γιατί αυτό το έργο δεν είναι σαν τους πύργους στην άμμο που θέλει κοινό να κρίνει τον «καλλιτέχνη», αλλά από τη φύση του είναι μοναχικό γιατί η πρώτη του ύλη είναι διάφορα ρούχα που κάποτε ανήκαν σε ένα άνθρωπο.

Ναι, το ζήτημα του σκιάχτρου εκεί επικεντρώνεται. Από πού προήλθαν δηλαδή τα ρούχα που κρεμάστηκαν στα ξύλα γιατί όπως και να έχει λίγοι είναι αυτοί που θέλουν να δουν τα αποφόρια τους να κρέμονται άδεια στον αέρα. Επομένως ο «καλλιτέχνης» πρέπει να προσέξει από πού θα πάρει τα ρούχα για να μη δημιουργηθούν παρεξηγήσεις και γκρίνιες.

Όπως για παράδειγμα αυτός που είχε κρεμάσει στο σκιάχτρο του πέρσι στην παραλία της Παλαιόχωρας Χανίων ένα χειμωνιάτικο σακάκι και το ανάλογο παντελόνι τα οποία πιθανόν και να ανήκαν σε κάποιον ντόπιο ή μπορεί να ήταν και δικά του τα οποία βαρέθηκε ή έπρεπε να τα βγάλει επειδή δεν έλεγαν τίποτα πλέον γι’ αυτόν και τα έκανε σκιάχτρο για να το δουν κάποια μάτια και αν καταλάβουν το συμβολισμό, κατάλαβαν…

ΤΟ ΧΟΡΤΑΡΙΑΣΜΕΝΟ ΚΡΕΒΑΤΙ


Λέμε συνήθως ότι «χορτάριασε» η αυλή, η πόρτα, το μνήμα, ακόμα και το μυαλό ορισμένων και εννοούμε πως για διάφορους λόγους το συγκεκριμένο σημείο που αναφέρουμε υπολείπεται της παρουσίας, της χρήσης και της φροντίδας από τον άνθρωπο. Δεν έχω ακούσει όμως ποτέ να λέμε πως «χορτάριασε το κρεβάτι» κάποιας ή κάποιου γιατί σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιούμε άλλες πιο καίριες εκφράσεις...

Έτσι η έκφραση αυτή είναι άχρηστη μπροστά σε ένα αληθινά χορταριασμένο κρεβάτι όπως αυτό της φωτογραφίας που είδα χθες κάτω από μια μεγάλη δρυ στην περιοχή Βουλωμένη στα βοσκοτόπια της τέως κοινότητας Αμύριανης (Μαραθιάς) στην κεντρική Ευρυτανία.

Το σιδερένιο κρεβάτι δεν είχε ποτέ θέση εκεί και η παρουσία του οφείλεται στον Κώστα Λάμπρου (Τραγδάρα) που εκεί κοντά έχει μαντρί με αιγοπρόβατα και σκύλους να τα φυλάνε. Απαιτείτο όμως κάποιες βραδιές του καλοκαιριού συνήθως να βρίσκεται και ο ίδιος εκεί και γι’ αυτό εγκατέστησε κάποτε αυτό το παλιό κρεβάτι κάτω από το δέντρο και κοιμόταν και ήταν απόλαυση όπως ομολογεί ν’ ακούει μέσα στη νύχτα το κοπάδι να βόσκει και τα νυχτοπούλια να σκούζουν και να βλέπει τον γαλαξία και τα αστέρια να πέφτουν στη γη τον Αύγουστο. Από τους πιο τακτικούς δε επισκέπτες του κρεβατιού ήταν οι λαγοί που γνωρίζοντας καλά πως η περιοχή όπου βρίσκονταν η εγκατάσταση ήταν καταφύγιο θηραμάτων πολλές φορές λούφαζαν κάτω από το κρεβάτι και δεν ήταν σπάνιο ο Κώστας να τους πιάνει απ’ τα αυτιά κι αυτοί λαχτάριζαν από το φόβο μέχρι να ελευθερωθούν.

Με τον καιρό όμως ο Κώστας εγκατέλειψε τη συνήθεια να κοιμάται κάτω από το δέντρο και το στρώμα σιγά – σιγά έλιωσε. Έτσι βρήκαν την ευκαιρία τα χορτάρια να ψηλώσουν και να περάσουν ανάμεσα από τα σκουριασμένα ελάσματα και δημιουργούν την εντύπωση πως ήρθε η ώρα να αρχίσουμε να λέμε πως «χορτάριασε το κρεβάτι» και να τη χρησιμοποιούμε μεταφορικά και σε περιπτώσεις που αυτό δεν βρίσκεται μόνο κάτω από ένα δέντρο δίπλα σε ένα μαντρί…

Τρίτη 10 Αυγούστου 2010

Η «ΣΩΤΗΡΑ» ΥΠΟ ΝΕΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ!!!!


Ο λόγος που χτίστηκε πριν από μερικά χρόνια το εξοχικό μαγαζί στη Σωτήρα -το ωραίο σημείο με τα πλατάνια πάνω από την Ανατολική Φραγκίστα- είχε ως στόχο την εξυπηρέτηση των επισκεπτών του χωριού και της περιοχής όλο το χρόνο και ήταν ένα δυναμικό στοιχείο για τον τουρισμό όλης της πέραν του Μέγδοβα Ευρυτανίας.

Οι περισσότεροι όμως από τους ανθρώπους που κάθε φορά το αναλάμβαναν και για διάφορους λόγους ο καθένας δεν μπορούσαν να το κρατήσουν κι έτσι πολλές ήταν οι φορές που για μεγάλα χρονικά διαστήματα έμεινε κλειστό και τούτο είχε ως αποτέλεσμα σιγά – σιγά να πάψει να είναι προορισμός των επισκεπτών και σταθμός των περαστικών.

Τα πράγματα όμως άλλαξαν από προχθές που το μαγαζί ανέλαβε η οικογένεια Σπύρου και Μαρίας Γατζούδη με τα δέκα παιδιά μονίμους κατοίκους του Δήμου Αγράφων και συγκεκριμένα ο γιος τους Παύλος. Οι Γατζουδαίοι είναι γνωστοί από το γνωστό μαγαζί που λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια στην Κονσταντίνα πάνω στο δρόμο των Αγράφων, ψυχή του οποίου ήταν η Μαρία η οποία τώρα καλείται να υποστηρίξει τον Παύλο έτσι ώστε το μαγαζί να μείνει ανοιχτό όλο το χρόνο και να εξυπηρετεί υποδειγματικά τους περαστικούς αλλά και τους ντόπιους.

Τους ευχόμαστε καλές δουλειές και δηλώνουμε πως θα σταθούμε στο πλευρό τους έτσι ώστε το μαγαζί και η Σωτήρα να γίνουν πάλι το σημείο αναφοράς για όλη την Ευρυτανία. Για όσους μάλιστα θέλουν να βρουν κάτι έτοιμο, το οποίο και βεβαίως θα προέρχεται από το κοπάδι του Σπύρου που βόσκει στη Φτέρη μπορούν να τηλεφωνήσουν στο 6980468941.

Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

Η «ΜΑΡΦΙΝ» ΚΑΙ Η ΜΝΗΜΗ...


Έχω πάντα μια μικρή φωτογραφική μηχανή μαζί μου για κάθε ενδεχόμενο και συχνά τραβάω φωτογραφίες που αρέσουν σε μένα και ορισμένες που θέλω να τις μοιραστώ μαζί σας. Έτσι ήθελα να κάνω και σήμερα σε μια έξοδο στην Αθήνα αλλά λόγω της ζέστης που σε συνδυασμό με μια άρρωστη υγρασία που είχε η πόλη και με έκανε να νιώθω πως πάνω μου κολλούσε κάτι πολύ βρώμικο μου έκοψε κάθε διάθεση.

Ελάχιστα ήταν τα κλικ σήμερα κι ανάμεσά τους ένα που θεωρώ πολύ σημαντικό, τόσο που θα μπορούσε να ήταν και «είδηση» στα ΜΜΕ αλλά ποιος τρέχει τώρα για αυτά τα πράγματα που πολλοί θέλουν να ξεχάσουν…

Πρόκειται για τη φωτογραφία που βλέπετε και είναι η πρόσοψη της «MARFIN» όπου στις 5 Μαίου, στην διάρκεια της μεγάλης πορείας διαμαρτυρίας για τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης, κάποιοι «άγνωστοι» αφού έσπασαν τα τζάμια με σφυριά πέταξαν μέσα στην τράπεζα εμπρηστικές βόμβες με αποτέλεσμα να βρουν το θάνατο τρεις άνθρωποι.

Από τότε μέχρι τούτες τις ημέρες (ακριβώς δεν μπορώ να ξέρω γιατί έλλειπα) το πεζοδρόμιο μπροστά στην καμένη τράπεζα ήταν γεμάτο λουλούδια, γλάστρες, στεφάνια, χαρτάκια με στίχους, συνθήματα, αφιερώσεις. Όλο αυτό το υλικό μνήμης και τιμής προς τους τρεις αδικοχαμένους ανθρώπους δεν υπάρχει πλέον εκεί και η τράπεζα τυλίχθηκε από μεταλλικά παραπέτα που δηλώνουν πως έχουν ξεκινήσει οι εργασίες της αποκατάστασης.

Η υπόθεση ξανάφερε στο μυαλό μου εκείνες τις τραγικές ώρες του εμπρησμού αλλά το μόνο που θα μπορούσα αυτή τη στιγμή να πω -να ρωτήσω μάλλον- είναι αν πριν «καθαρίσει» το πεζοδρόμιο από το προαναφερόμενο υλικό υπήρξε κάποια φροντίδα να κρατηθούν (από ποιόν αλήθεια;) ορισμένα από τα σημειώματα ή τα συνθήματα ή έπεσε το συνεργείο με τα φτιάρια και έστειλε έτσι όπως ήταν στη χωματερή.

Έτσι για την ιστορία που ούτως ή άλλως έχει σημειώσει πως εκεί κάηκαν τρεις άνθρωποι και η τιμωρία των δολοφόνων τους καθώς και η μνήμη τους είναι υποχρέωση όλων μας…

Η ΙΣΟΡΡΟΠΙΣΤΙΑ ΔΕΚΑΟΧΤΟΥΡΑ


Πιο δροσερό μέρος σήμερα στην καινούργια μου γειτονιά, (Πλατεία Αμερικής) δεν ήταν παρά η βεράντα στο καφενείο του πολυκαταστήματος Hontos Center όπου μπορείς να πιείς καφέ και να χαζέψεις την Ακρόπολη, την Αθήνα μέσα σε ένα σύννεφο θερμής σκόνης και ένα πυκνό δάσος από άσχημα κτίρια που σταματάει στο Σαρωνικό!

Συνηθισμένη εικόνα θα πείτε ίσως και βαρετή αλλά ευτυχώς συμβαίνουν διάφορα απρόοπτα που διασκεδάζουν τη στιγμή και δημιουργούν εντυπώσεις. Όπως η δεκαοχτούρα της φωτογραφίας για παράδειγμα που άφοβα περπατούσε ανάμεσα στα τραπέζια της βεράντας με το λίγο κόσμο και μόνο σαν την πλησίαζε κάποιος πετούσε και ισορροπούσε στην κόψη του υαλοπετάσματος που είναι εκεί τοποθετημένο για να κόβει τον αέρα.

Έχει την ικανότητα αυτό το πουλί να πιάνεται με τα νύχια του και από το πιο μικρό κλαρί αλλά για να το κάνει αυτό στην κόψη ενός γιαλιού δέκα χιλιοστών δεν το περίμενα. Ήταν ολοφάνερο πως δεν μπορούσε να πιαστεί από την σκληρή επιφάνεια αλλά επέμενε να ισορροπεί αρκετή ώρα έχοντας πιθανόν στόχο ένα πιατάκι με ξηρούς καρπούς. Έτσι κατάφερα να την «πιάσω» με το φακό μου πριν πετάξει προς την απέναντι ταράτσα…

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010

ΧΡΥΣΑΦΙ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΟΣΤΑΝΙ ΤΟΥ


Δεν ακολούθησε το παράδειγμα άλλων συντοπιτών του που στράφηκαν στον τουρισμό, ο Λεωνίδας Μαλαξιανάκης από το χωριό Χωραφάκια του Ακρωτηρίου Χανίων και προτίμησε να συνεχίσει να δουλέψει τα χωράφια που του άφησε ο πατέρας του Γιάννης.

Βέβαια δεν καλλιεργεί όπως παλιά πλήθος από κηπευτικά και μποστανικά που με αυτά τροφοδοτούσε την αγορά των Χανίων αλλά ασχολείται με είδη που μπορούν να φύγουν εύκολα το καλοκαίρι που το νησί πλημμυρίζει από τουρίστες και τέτοια είναι τα καρπούζια, τα πεπόνια και τα χλωρά καλαμπόκια για ψήσιμο. Για να έχει μάλιστα ο κόπος του καλύτερο αντίκρισμα στην τσέπη του, στήνει πάγκο σε ένα κεντρικό σημείο του δρόμου προς το Σταυρό και τα διαθέτει ο ίδιος. Εκεί μας έκανε τον περασμένο μήνα να σταματήσουμε μια έντονη ευωδιά από ολόχρυσα, στενόμακρα πεπόνια και αφού πιάσαμε κουβέντα καταλήξαμε στο χωράφι να δούμε ποιος τόπος κάνει αυτά τα θαύματα!

Στο περισσότερο μέρος του το χωράφι είχε βράχια και σε λίγα μέρη κρατούσε ένα ελαφρύ κοκκινωπό χώμα που ήταν καλυμμένο από δροσερές καρπουζιές και πεπονιές. Ρώτησα που βρίσκει νερό και μου απάντησε πως έχει άφθονο από το κεντρικό δίκτυο. Πριν όμως κατασκευάσουν το δίκτυο όλες τους οι καλλιέργειες ήταν άνυδρες αλλά τότε ήταν και ο καιρός διαφορετικός – έβρεχε τον Ιούνιο και τον Ιούλιο κι έτσι άντεχαν τα φυτά και είχαν μάλιστα πιο ωραίο αποτέλεσμα σε γεύση αλλά και σε μέγεθος. Μια χρονιά θυμάται που πήγαν όλα καλά, ένα καρπούζι που έκοψαν ζύγιζε 25 οκάδες! Ήταν από εκείνα που έλεγαν χανιώτικα, με μεγάλα μαύρα σπόρια και λεπτή φλούδα, είδος που ο σπόρος του χάθηκε.

Δεν συνέβη όμως το ίδιο με τα πεπόνια του καθώς είχε την πρόνοια και από το 1963 ήδη κράτησε τον σπόρο από την ποικιλία αργείτικα και κάθε χρονιά φροντίζει να τον ανανεώνει. Προς τούτο αφήνει καμιά δεκαριά πεπόνια, τα σπορίδια όπως λέει να ωριμάσουν κανονικά και αφού πάρει το σπόρο τους, τον πλένει καλά, τον αφήνει δυο ημέρες στον ήλιο και μετά τον φυλάει σε ένα τενεκεδένιο κουτάκι. Για τα πεπόνια της επόμενης χρονιάς όμως ποτέ δεν είναι σίγουρος πως θα είναι πάλι τα ίδια γιατί πολλές φορές η επικονίαση μέσω των εντόμων μπορεί να δημιουργήσει εκπλήξεις όταν μάλιστα είναι κοντά μποστάνια με άλλες ποικιλίες και μπορεί να μπασταρδευτούν και να είναι κανονικά κολοκύθια. Γι’ αυτό λοιπόν φροντίζει κάθε χρόνο να φτιάχνει μποστάνια σε διαφορετικό χωράφι το οποίο νοικιάζει από το μοναστήρι του Γουβερνέτου που διαφεντεύει τον τόπο στο Ακρωτήρι.

Έτσι λέει κατάφερε να κρατήσει ανόθευτη την ποικιλία και το γεγονός ότι τα πεπόνια του είναι περιζήτητα τον κάνει να λέει πως δεν έκανε λάθος τότε που είπε πως θα μείνει αγρότης και πιστεύει πως κάποια στιγμή και άλλοι θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του.

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

Η «ΣΟΥΔΑ ΤΟΥ ΜΑΗ»


Μοιάζει με κεφάλι μεγάλου γουρουνιού το κεφαλόβρυσο με τα πολλά νερά που βγαίνει στο φως ξεπηδώντας σε υψόμετρο 1300 μέτρων από τα σωθικά του βουνού Βουτσικάκι πάνω από τον οικισμό Λιβάδια των Πετριλίων και γι’ αυτό καλείται Κεφαλόγουρνο και αφού κυλήσει περί τα 800 μέτρα σαν χείμαρρος στην πλαγιά, μόλις φτάνει στη «Σούδα του Μάη» κάνει ένα σάλτο 20 μέτρων στον αέρα πριν ξαναβρεί το δρόμο για τον Αχελώο…


Τα νερά του Κεφαλόγουρνου λοιπόν ήταν η αιτία που οι Πετριλιώτες είχαν από τα πολύ παλιά χρόνια εγκαταστήσει δίπλα του τις στάνες τους και με αυτά πότιζαν και τα χωράφια στα οποία μέχρι πριν από καμιά 20αριά χρόνια όταν ακόμα το χωριό κρατούσε κόσμο καλλιεργούσαν πατάτες και όσπρια. Σήμερα στα Λιβάδια δεν καλλιεργείται απολύτως τίποτα κι έτσι ούτε μια σταγόνα νερού δεν λείπει από τον πολύ ωραίο και δυνατό καταρράκτη που σχηματίζεται στη «Σούδα του Μάη» και αφού τα νερά κρεμαστούν πρώτα 20 μέτρα κατακόρυφα πέφτουν ύστερα με δύναμη, σχηματίζουν μια βαθιά λίμνη γεμάτη με αφρισμένα κρύα νερά και κατόπιν δημιουργούν χαμηλότερα ένα άλλο μικρότερο καταρράκτη ύψους 5 μέτρων περίπου πριν κυλήσουν και χαθούν στον κατήφορο.


Η «Σούδα του Μάη» λέγεται πως πήρε το όνομά της από κάποιον Μάη που κατείχε κάποτε την περιοχή γεγονός που φαίνεται λογικό καθώς το επίθετο Μάης απαντάται συχνά σε πολλά χωριά της Αργιθέας και των Αγράφων. Μια άλλη εκδοχή είναι να πήρε το όνομά της επειδή κατά τον μήνα Μάιο έχει τα περισσότερα νερά στην κρέμασή της γεγονός που δεν δημιουργεί απορίες σε κανέναν για την ονομασία της καθώς είναι η εποχή που λιώνουν τα χιόνια και κάτι τέτοιο είναι απολύτως φυσικό να συμβαίνει.

Ο Κώστας Γραμμένος από το Ανθηρό που μαζί πήγαμε και είδαμε τη σούδα.


Εξαιτίας δε του γεγονότος από το πόσο γρήγορα θα ελευθερώνονταν τα Λιβάδια από το χιόνι για να οργωθούν τα χωράφια φαίνεται πως η σούδα με τα νερά της έπαιζε το ρόλο του σημείου που φανέρωνε πόσο θα διαρκούσε ακόμα αυτή η περίοδος και οι Πετριλιώτες περίμεναν με λαχτάρα να δουν πότε θα αρχίσει να κοπάζει η δύναμή της για να πιάσουν το αλέτρι και τα σκαπανικά. Φέτος δε που ο βροχερός καιρός έχει πάει πολύ πίσω το καλοκαίρι, οι παλιότεροι λένε πως η «Σούδα του Μάη» έχει τόσο νερό όπως και το μήνα Μάη τα παλιά χρόνια. Σημειώνουμε εδώ πως η «Σούδα του Μάη» είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις στην Αργιθέα που τα νερά της δεν χρησιμοποιούνται να κινήσουν κανένα μύλο εξαιτίας ακριβώς του γεγονότος ότι βρίσκονται πολύ ψηλά στο βουνό και τα νερά της είναι πολύ δυνατά για να μπορέσουν να μπουν σε ένα κανάλι.

Η «Σούδα του Μάη» ήταν μέχρι πριν από το 2005 σχεδόν άγνωστη και φυσικά χωρίς πρόσβαση μέχρι που ο δραστήριος Σύλλογος Πετριλιωτών Σχηματαρίου ανέλαβε και έκανε μια διαμόρφωση του μονοπατιού που οδηγεί στο ωραίο σημείο το οποίο αποτελεί πλέον σημείο έλξης για πολλούς επισκέπτες της περιοχής που προσφέρει ένα σωρό ομορφιές του βουνού μέσα από μονοπάτια και διαδρομές που ξεκινάνε από τα Λιβάδια και καταλήγουν σε διάφορες τοποθεσίες και στις κορυφές των βουνών Βουτσικάκι και Καράβα.

Στην περίπτωση που κάποιος βρεθεί εκεί και χρειαστεί πληροφορίες μπορεί να απευθυνθεί στην ταβέρνα του Αθανάσιου Κων. Βασιλού (τηλ. 2445031009 ή 6972113659) όπου βεβαίως μπορεί να βρει φαγητό και δωμάτια αν χρειαστεί να μείνει.

Μόλις πέρσι και δεν είχα ξεκολλήσει από τις παραδοσιακές μηχανές...

ΥΓ. Το κείμενο και οι φωτογραφίες δημοσιεύτηκαν τον Αύγουστο του 2008 σε ένθετο περιοδικό της εφημερίδας "Έθνος".

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

ΟΙ "ΕΙΔΗΣΕΙΣ" ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


Τι ήταν να γράψει πριν από χρόνια ο Ουμπέρτο Έκο, ότι δηλαδή «τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις» και η φράση εκτός από ότι υποστήριξε πάρα πολύ κυκλοφοριακά το βιβλίο του, έγινε και καραμέλα στα στόματα πολλών καθώς τους βοηθούσε πολύ να βγουν από την αμηχανία της στιγμής ή έγινε εργαλείο να αποστομώνει όσους περίεργους ρωτούσαν αυγουστιάτικα για πράγματα απλά ή σύνθετα.

Χώρια δε που η φράση αυτή έγινε ο πιο διαδομένος τίτλος στις εφημερίδες του Αυγούστου καθώς οι συνάδελφοι -μη του εαυτού μου εξαιρουμένου- τον βρίσκαμε έτοιμο να μας βγάλει από κάποια δυσκολία με την «είδηση» ή το κείμενο. Ανεξάρτητα δε από την ποιότητα του κειμένου ο τίτλος κόλλαγε παντού και δημιουργούσε και εντυπώσεις αλλά έχω τη βεβαιότητα πως ούτε αυτός που έβαζε τον τίτλο αλλά ούτε και ο αναγνώστης της εφημερίδας είχε διαβάσει το περίφημο βιβλίο αλλά κάπου άκουσαν τη φράση, την υιοθέτησαν και την προέβαλαν ως διαχρονικής σημασίας πνευματικό δημιούργημα. Τη φράση χρησιμοποίησαν κατά κόρον επίσης και τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις χωρίς πάλι έχουν καταλάβει και τόσο καλά τι ήθελε να πει ο μέγας σημειολόγος.

Τέλος πάντων δεν επικράτησε να λέμε πως ο Αύγουστος στερείται ειδήσεων αλλά και το πιστέψαμε πως όντως δεν υπάρχουν ειδήσεις – πως γύρω μας δηλαδή δεν συντελείται τίποτα που να αξίζει να σημειωθεί ή να καταγραφεί και αυτό είναι τελικά που μας βολεύει όλους για ένα διάστημα όσο διαρκεί αυτός ο ωραίος κατά τα άλλα μήνας που όπως λένε είναι μια φορά τη χρόνο!!!

Στο μεταξύ, μη γελιόμαστε, ο Αύγουστος σε κάθε πλευρά της ζωής μας παράγει τόσες «ειδήσεις» που αν τις μετρήσουμε θα τρομάξουμε από τη σημασία τους και τις συνέπειές τους. Πολλοί μάλιστα που θέλουν να περάσουν έτσι στο απαρατήρητο διάφορες «ειδήσεις» που τους συμφέρουν περιμένουν τον Αύγουστο που όλος ο κόσμος βρίσκεται στις παραλίες και στα χωριά τους να τις δημιουργήσουν χωρίς κανένας να τις βγάλουν στην επιφάνεια.

Έτσι λοιπόν αρχές του Σεπτέμβρη όπως πάλι συνηθίζεται να κάνουμε αναδρομικά την εκτίμηση των «ειδήσεων» του Αυγούστου και τούτο επειδή μας υποχρεώνουν οι συνέπειες κυρίως και το καινούργιο τοπίο που δημιούργησαν στη ζωή μας, νοιώθουμε πως μπορεί να μην ήμασταν εκεί την ώρα που γίνονταν, αλλά η σκιά μας είναι αυτή που θα μας αποκαλύψει…

Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

ΣΤΗΝ «ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ» ΤΟΥ ΑΡΜΥΡΙΚΙΟΥ


Δεν είναι βέβαια το μοναδικό μεγάλο δέντρο που ζει με θαλασσινό νερό αλλά το αρμυρίκι φαίνεται πως τα καταφέρνει πολύ καλύτερα από κάθε άλλο και μάλιστα καταφέρνει πολλές φορές να ξεπερνάει σε ύψος και τα οκτώ μέτρα όπως αυτό στην παραλία της Παλαιόχωρας Χανίων το οποίο όπως βλέπετε μπορεί να στεγάσει μια ολόκληρη γειτονιά από σκηνές…

Μέχρι την ανάπτυξη του τουρισμού σε κάθε γωνιά της Ελλάδας το αρμυρίκι ήταν απλά ένα αδιάφορο δέντρο που φύτρωνε από μόνο του στις παραλίες και η ανάπτυξή του δεν απασχολούσε κανέναν ούτε και θεωρούνταν ιδιαίτερα χρήσιμο ως είδος αφού το ξύλο του είναι ιδιαίτερα σκληρό για την επεξεργασία του. Ούτε και η σκιά του πάλι ήταν χρήσιμη σε τίποτα αφού εκείνα τα χρόνια οι άνθρωποι είχαν ακόμα γυρισμένη την πλάτη στη θάλασσα.

Το αρμυρίκι στην ουσία ανακαλύφθηκε όταν άρχισε ο τουρισμός και δη η ελεύθερη κατασκήνωση στις παραλίες όπου κάποιες στιγμές της ημέρας ο ήλιος είναι αφόρητος και η καταφυγή σε μια σκιά ήταν απαραίτητη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως οι χίπις που διέδωσαν την αντίληψη της ελεύθερης κατασκήνωσης στις παραλίες και τα σχετικά διάλεξαν τα σπήλαια των Ματάλων και άλλες παραλίες με αρμυρίκια και τις έκαναν μάλιστα διάσημες.

Δεν θα αναφερθούμε τώρα στην περίπτωση των χίπις και θα σταθούμε για λίγο στην «κοινότητα» που εγκαθίσταται κάθε καλοκαίρι κάτω και γύρω από ένα αρμυρίκι ή συστάδα από αυτά. Όντως πρόκειται για ένα ιδιαίτερο άθροισμα ανθρώπων που με σημείο αναφοράς τη σκιά του δέντρου δημιουργεί ένα διαφορετικό σύστημα κανόνων συμβίωσης και επικοινωνίας που κρατάει όσο το καλοκαίρι και επανιδρύεται την επόμενη χρονιά.

Σύστημα που πάντα έχει κάποιον για αρχηγό όσο και να μη φαίνεται αυτός και συνήθως είναι ο παλαιότερος που έχει στήσει κάποτε σκηνή κάτω απ’ αυτό το δέντρο και ο οποίος δίνει λύση στα προβλήματα που προκύπτουν και ενημερώνεται για κάθε τι σοβαρό ή ασυνήθιστο που συμβαίνει. Το πρόβλημα που μπορεί να προκύψει σε μια τέτοια «κοινότητα» είναι συνήθως η αντίληψη που έχουν πολλοί νεόκοποι πως μπορούν να στήσουν τη σκηνή τους όπου θέλουν και πηδώντας τη σειρά προτεραιότητας που υπάρχει.

Στην περίπτωση που αυτοί δεν θα συμμορφωθούν, αυτομάτως περιθωριοποιούνται, τόσο μάλιστα που πολύ σύντομα αναγκάζονται να φύγουν σχεδόν νύχτα. Όχι βέβαια πως κάποιος τους απείλησε ή τους έκανε κακό αλλά γιατί η συμπεριφορά τους δεν ταίριαζε καθόλου με αυτήν της «κοινότητας» που θέλει να ζήσει κάποιες μέρες κοντά στη θάλασσα χωρίς να αναγκάζεται να πληρώνει δωμάτιο ή να καταφεύγει στα εστιατόρια ακόμα και να διασκεδάζει και συμπεριφέρεται χωρίς περιορισμούς που υπαγορεύει ο μαζικός τουρισμός.

Σε αυτές τις «κοινότητες» ανιχνεύεται ακόμα η ιδέα εκείνης της σπουδαίας εποχής που η ανακάλυψη της ζωής σε ελεύθερη κατασκήνωση δίπλα στη θάλασσα ήταν μια πτυχή της επαναστατικότητας της νεολαίας που άνοιξε και το δρόμο και για τις νεότερες. Και οι αρχές που διαμορφώθηκαν τότε παραμένουν πάντα επίκαιρες και δεν πρέπει να αμφισβητηθούν από κανένα και για οποιονδήποτε λόγο.


ΑΘΗΝΑ, 03082010

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010

ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΜΙΑΣ ΣΥΚΙΑΣ


Αν και ήδη έχει προχωρήσει ο ήλιος αρκετά προς το φθινόπωρο, τα μεσημέρια αργεί να κυλήσει προς τον ορίζοντα του απογεύματος και κρέμεται θαρρείς ακίνητος πάνω από τον τόπο δημιουργώντας αυτό το μοναδικό φως του Αυγούστου όχι μόνο στο Αιγαίο, αλλά και στα βουνά όταν φυσά λίγο βοριαδάκι και διώχνει τους υδρατμούς της ατμόσφαιρας.


Το μόνο δε σημείο που ενώ δεν μπορεί να κατακυριεύσει με τις ακτίνες του και να το μετουσιώσει σε υπέροχο φως είναι το κομμάτι του εδάφους που ορίζει το φύλλωμα ενός δέντρου, εντούτοις αυτό είναι η στιγμή της ημέρας που δοξάζει όσο καμιά άλλη τον ήλιο. Τα μεσημέρια του Αυγούστου κάτω από ένα δέντρο δεν είναι πλατειά και βαριά όπως εκείνα του Ιουλίου αλλά πιο σύντομα και διάφανα, γεγονός που οφείλεται κατά πως και στη συρρίκνωση της φρεσκάδας από τα φύλλα. Επί πλέον, κοσμούνται από τους καρπούς και όταν μάλιστα πρόκειται για μεγάλη συκιά με ώριμα σύκα σαφώς τότε η στιγμή αποκτά μια άλλη διάσταση που έχει να κάνει με τη γεύση του νωπού καρπού στη γλώσσα και την ελαφρά φαγούρα στα χέρια και τα δάκτυλα από τα φύλλα με την αδρή επιφάνεια.

Το μεσημέρι κάτω από μια συκιά, όπως αυτή για παράδειγμα στη νότιο Άνδρο που βρίσκεται δίπλα σε ένα παρατημένο αγροτικό οικισμό και ένα σιωπηλό αλώνι είναι ακριβώς όσο πρέπει να διαρκεί το μεσημέρι. Ούτε λεπτό παραπάνω, ούτε λεπτό παρακάτω και τούτο φαίνεται από τον κύκλο της σκιάς κάτω από το φύλλωμα του δέντρου. Το αν θέλει βέβαια κάποιος να μείνει παραπάνω είναι στο χέρι του, μπορεί ακόμα και να κοιμηθεί κάτω από το δέντρο το βράδυ αλλά πρέπει να έχει πολύ ευαίσθητα αυτιά να ακούσει τα σύκα να μεγαλώνουν και τα αγγεία του δέντρου να πάλλονται από την άντληση των χυμών που θέλουν αυτά να ωριμάσουν απότομα μέσα σε μια νύχτα για να τα βρει δροσερά η αυγή…

Και το έχουν ανάγκη αυτό οι συκιές που όπως όλα τα δέντρα αναζητούν τη συντροφιά του ανθρώπου να δέσουν και να ωριμάσουν τους καρπούς τους που δεν θέλουν να πάνε χαμένοι. Γιατί τα τελευταία χρόνια οι συκιές που ήταν σε κάθε σημείο των νησιών λόγω της εγκατάλειψης της υπαίθρου από καλλιεργητές και τσοπάνηδες πάσχουν από βαριά μοναξιά και πολλές απ’ αυτές αρνούνται να καρπίσουν και μένουν άδειες από σύκα. Για τον ίδιο λόγο πολλές μάλιστα έχουν αρχίσει να ξεραίνονται κι έτσι το ήδη στεγνό τοπίο στεγνότερο…

ΑΝΔΡΟΣ, 02082010